The Snowman, η ονειρική χειμωνιάτικη ιστορία του Raymond Briggs
«Θυμάμαι αυτόν τον χειμώνα, επειδή δεν είχα ξαναδεί τόσο πολύ χιόνι στη ζωή μου. Το χιόνι έπεφτε συνεχώς κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας και το πρωί ξύπνησα σε ένα δωμάτιο πλημμυρισμένο με φως και ησυχία. Όλος ο κόσμος φαινόταν ονειρικά γαλήνιος. Ήταν μια μαγική μέρα… Και ήταν εκείνη η μέρα που έγραψα τον Χιονάνθρωπο».
Η ιστορία του Χιονάνθρωπου έκανε την πρώτη της εμφάνιση το 1978 ως ένα πολύ όμορφο εικονογραφημένο, δίχως λόγια, βιβλίο. Η μεταφορά του βιβλίου στην οθόνη, η οποία έγινε το 1982, διατηρεί τα γυαλιστερά, παστέλ τοπία του παραμυθιού του Briggs, όπως και αυτά τα στοιχεία που σε γαληνεύουν. Είναι ακριβώς η έννοια της έκφρασης «ἐπὶ γῆς εἰρήνη». Η πρώτη έκδοση του Χιονάνθρωπου, η οποία προτάθηκε για βραβείο Όσκαρ, είναι φημισμένη για τη σκηνή του αγοριού και του χιονάνθρωπου που πετάνε, υπό την εκτέλεση του τραγουδιού «Walking In The Air» από τον τότε μικρό Peter Auty. Η ταινία των 26 λεπτών προβάλλεται κάθε Χριστούγεννα στο Channel 4 εδώ και 35 χρόνια και θεωρείται πια από πολλούς μέρος της βρετανικής κουλτούρας.[1]
Η υπόθεση της ταινίας είναι απλή και η ιστορία τοποθετείται κάπου ανάμεσα σε Χριστούγεννα ή Πρωτοχρονιά. Ο ήρωάς μας, ο James, είναι ένα νεαρό αγόρι, το οποίο βρίσκει ένα πρωί μια παχιά στρώση από χιόνι στην αυλή του σπιτιού του. Τότε, αποφασίζει να φτιάξει έναν χιονάνθρωπο, ντύνοντάς τον με δικά του ρούχα. Βέβαια, όταν τελειώνει τον χιονάνθρωπο είναι πια βράδυ και λόγω πίεσης από τους γονείς του, πηγαίνει για ύπνο. Ώσπου, ξυπνάει μέσα στη νύχτα, κατεβαίνει τις σκάλες, και ανακαλύπτει ότι ο χιονάνθρωπος είναι ζωντανός. Ο James βγαίνει στην αυλή και γνωρίζει από κοντά τον χιονάνθρωπο, τον ξεναγεί στο σπίτι, παίζουν μαζί με διάφορα καθημερινά αντικείμενα και έπειτα φεύγουν για μία απίστευτη εναέρια περιπέτεια. Το γεγονός ότι το αγόρι δίνει κάτι δικό του στον χιονάνθρωπο, όπου μετά ζωντανεύει, δίνει την ιδέα ότι η συντροφικότητα, η φιλία, έρχεται σε όλους όσοι είναι γενναιόδωροι από την ψυχή τους και είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν κάτι σημαντικό.
Στην τηλεοπτική μεταφορά του Χιονάνθρωπου προστέθηκε η σκηνή της βόλτας με τη μοτοσικλέτα και η επίσκεψη του Father Christmas στον Βόρειο Πόλο, και αυτό γιατί… ο animator ήταν μοτοσικλετιστής. Όπως επίσης, και το όνομα του αγοριού δόθηκε από μία animator της ταινίας για προσωπικούς της λόγους. Ενώ, δηλαδή, το πρώτο μισό της ταινίας παρουσιάζει ομοιότητες με το βιβλίο, το υπόλοιπο μισό έχει κάποιες βασικές διαφορές. Κανονικά, δεν υπάρχει ούτε ένα Χριστουγεννιάτικο στοιχείο στην ιστορία. Επίσης, αντί για μοτοσικλέτα, παρατηρούμε ένα μικρό αυτοκίνητο. Και αντί για επίσκεψη στον Father Christmas, οι ήρωές μας κάνουν πικ-νικ και πηγαίνουν πετώντας μέχρι την αποβάθρα της πόλης για να δουν την ανατολή του ηλίου.
Ο συγγραφέας Raymond Briggs είχε δώσει τη φωνή του στην εισαγωγή της πρωτότυπης ταινίας, αλλά οι Αμερικανοί ραδιοτηλεοπτικοί φορείς ήθελαν ένα γνωστό πρόσωπο για τη δική τους έκδοση. Έτσι βλέπουμε το 1983 τον David Bowie να μπαίνει σε ένα γεμάτο αντικείμενα πατάρι, κρατώντας το κασκόλ του Father Christmas, να αναπολεί τον Χιονάνθρωπο και να μας μιλάει γι’ αυτόν, πιθανότατα υποδυόμενος τον James. Στην επέτειο των 20 χρόνων της ταινίας, άλλαξε για μία ακόμη φορά η εισαγωγή. Εκείνη τη φορά, ήταν ο Father Christmas που μας μίλησε για τους δύο αυτούς φίλους. Προσωπικά, θεώρησα ότι η πρώτη εκδοχή είναι πιο ταιριαστή, καθώς φέρνει μια θλιμμένη και χειμωνιάτικη ατμόσφαιρα, ιδανική για να μας μεταφέρει μέσα στην ιστορία.
Και αν νομίζετε ότι ο Raymond Briggs, είναι ένας καλοσυνάτος άνθρωπος που απολαμβάνει το εορταστικό πνεύμα, σίγουρα κάνετε λάθος. Ο ίδιος χαρακτηρίζει τον εαυτό του ως έναν καθόλου ευχάριστο τύπο, με συμπεριφορά που ενίοτε θυμίζει τον Grinch. Έχει πει, μάλιστα, για την ιστορία ότι ήθελε να φέρει τα παιδιά πιο κοντά στην έννοια της θνησιμότητας και ότι δεν θα έπρεπε να συνδέουμε το παραμύθι με την ανταλλαγή δώρων, τις πίτες και τη ζεστή ατμόσφαιρα των γιορτών. «Η ιδέα ήταν ξεκάθαρη. Δεν ήθελα να γράψω ένα happy ending», είχε δηλώσει παλαιότερα. «Δημιούργησα αυτό που είναι φυσικό και αναπόφευκτο. Δεν υπάρχει τίποτα πεσιμιστικό πάνω σε αυτό. Είναι μέρος της ζωής μας». Επίσης, είχε αναφέρει ότι η προσθήκη των Χριστουγέννων του είχε φανεί κάπως κοινότοπη στην αρχή, αλλά τελικά λειτούργησε.
Οι ξυλομπογιές του ήρθαν στη ζωή, καρέ με καρέ, και πάλι χωρίς διαλόγους, δημιουργώντας μία υπέροχη ταινία για κάθε ηλικία. Όλα τα συναισθήματά μας δημιουργούνται λόγω της δράσης και της μοναδικής αυτής μουσικής. Τα λόγια σε αυτή την ταινία είναι, κυριολεκτικά, περιττά. Ίσως, τελικά, η ιστορία συνεχίζει και έχει την ίδια επίδραση πάνω μας, επειδή ακριβώς η δημιουργία της δεν χρειάστηκε τα τόσο απαραίτητα για τη σημερινή εποχή ψηφιακά εφέ.
Τα Χριστούγεννα δεν θα είναι ποτέ ξανά τα ίδια, βλέποντας αυτό το φανταστικό παραμύθι. Η ιστορία του Χιονάνθρωπου θα σας κάνει να αφήσετε στην άκρη τις δυσάρεστες σκέψεις και να γυρίσετε πίσω τον χρόνο, σε εκείνη την εποχή όπου λίγο χιόνι ήταν αρκετό για να μας κάνει να χαμογελάσουμε. Προτείνω ανεπιφύλακτα την ταινία σε όσους δεν την έχουν δει. Και αν τυχόν την έχετε δει, δείτε την ξανά, αφήνοντας τη μουσική και τα χρώματα να σας παρασύρουν σε ένα όμορφο ιπτάμενο ταξίδι!
ΥΓ. Μετά το τέλος της ταινίας, μην ξεχάσετε να ακούσετε και την ονειρική διασκευή του «Walking in the air» από τους Nightwish.
Πηγές:
https://www.vice.com/en_uk/article/nznknm/british-studies-the-snowman
http://www.indiewire.com/2013/12/trailers-from-hell-charming-1982-animated-short-the-snowman-194481/
http://tvtropes.org/pmwiki/pmwiki.php/ComicBook/TheSnowman
https://www.ukfilmreview.co.uk/single-post/2015/12/17/The-Snowman-1982-Christmas-film-review
http://www.toonhound.com/snowman.html
https://en.wikipedia.org/wiki/The_Snowman
[1] Το 1991, ο Briggs ξανάπιασε τα μολύβια του και έφτιαξε μια ιστορία ειδικά για τον Father Christmas, όπου ο James και ο Χιονάνθρωπος κάνουν μία σύντομη εμφάνιση, και 30 χρόνια μετά, ήρθε το sequel του Χιονάνθρωπου, The Snowman and the Snowdog.
Guest Post
Η Μυρτώ Μαραγκού γεννήθηκε στην Αθήνα το 1993. Σπούδασε Γλωσσολογία στο τµήµα Μεσογειακών Σπουδών, στην πόλη της Ρόδου. Η επιλογή των σπουδών, εν µέρει καρµική, οφείλεται στο µεγάλο της ενδιαφέρον για τις γλώσσες. Κληρονόµησε από την οικογένειά της το µικρόβιο της αγάπης για τα βιβλία και έκτοτε δεν µπορεί να τα αποχωριστεί. Η συγγραφή βιβλίων ξεκίνησε κατά τα φοιτητικά της χρόνια και όχι από τότε που θυµάται τον εαυτό της. Όµως, κατέληξε να γίνει ανάγκη και τρόπος έκφρασης. Έχει παρακολουθήσει σεµινάρια γραφολογίας, επικοινωνίας και αυτογνωσίας. Όταν δεν γράφει, της αρέσει να µελετά αρχαία κείµενα και ψυχολογία, να ζωγραφίζει Pop Art, να κάνει χειροτεχνίες, καθώς και να χάνεται µε τις ώρες σε ατελείωτο gaming και διάβασµα.