Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: ο πατέρας των ελληνικών χριστουγεννιάτικων παραμυθιών
Χριστούγεννα χωρίς Παπαδιαμάντη, παστίτσιο χωρίς μπεσαμέλ. Ξέρω πως δεν είναι η ποιητικότερη έκφραση που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω για αυτόν τον τιτάνα της ελληνικής λογοτεχνίας, αλλά σίγουρα είναι εύστοχη στον σκοπό της. Αν υπάρχει ένα όνομα το οποίο να είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τα Χριστούγεννα στη νεοελληνική πεζογραφία, αυτό είναι του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, του κοσμοκαλόγερου της πεζογραφίας, του Έλληνα Dickens, του οποίου τα πασίγνωστα χριστουγεννιάτικα διηγήματα παραμένουν μέχρι σήμερα επίκαιρα, απολαυστικά και εξαιρετικά ενδιαφέροντα.
Στο παρόν άρθρο δεν θα παραθέσουμε, εν είδει λίστας, τα χριστουγεννιάτικα διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Στόχος μας δεν είναι η σύνταξη μιας λίστας με τίτλους και περιλήψεις, η οποία αν και εμπεριστατωμένη, θα αδικούσε και τον συγγραφέα και τα κείμενά του. Αντίθετα, θα προσπαθήσουμε, αφού πρώτα τοποθετήσουμε τον Παπαδιαμάντη στην εποχή του, να αναδείξουμε το νόημα και την αξία των χριστουγεννιάτικων διηγημάτων και τη σημασία που έχουν για εμάς σήμερα.
Ο Παπαδιαμάντης ανήκει σε αυτό που αποκαλούμε «Γενιά του 1880», μαζί με άλλους αξιόλογους πεζογράφους, όπως ο Βιζυηνός, ο Ψυχάρης, ο Δροσίνης και ο Καρκαβίτσας. Αυτή η γενιά είναι βαθύτατα επηρεασμένη από τo κίνημα του ευρωπαϊκού –κυρίως γαλλικού- ρεαλισμού (Dickens, Hugo, Balzac, Flaubert και του νατουραλιστή Zola) και προσπαθεί να φέρει και να προσαρμόσει τα ευρωπαϊκά πρότυπα στα ελληνικά δεδομένα. Το διήγημα κερδίζει έδαφος ως λογοτεχνικό είδος, ο ρομαντικός λυρισμός δίνει τη θέση του στη ρεαλιστική αφήγηση, λαογραφικά στοιχεία κάνουν την εμφάνισή τους με τον Φώτο Πολίτη και ο κοινωνικός σχολιασμός γίνεται σχεδόν νόρμα.
Ο Παπαδιαμάντης εισάγει και αξιοποιεί τα εργαλεία που του προσφέρει ο ρεαλισμός. Μέσα από τα διηγήματα που δημοσιεύει στις εφημερίδες, με τις οποίες συνεργάζεται, δείχνει το σκληρό πρόσωπο της κοινωνίας, την αδικία πέρα από τα ήθη και τα έθιμα, ασκώντας παράλληλα έμμεση αλλά εύστοχη κριτική. Βέβαια, δεδομένου πως τα διηγήματα διαβάζονται από τους αναγνώστες της εφημερίδας (Ακρόπολη, Άστυ κ.α.) οφείλουν να είναι εκτός από άρτια τεχνικά, ελκυστικά και ενδιαφέροντα. Είναι λογικό, επομένως, την περίοδο των Χριστουγέννων, ο Παπαδιαμάντης να δημοσιεύει ειδικά διηγήματα, είτε εμπνευσμένα από τη χριστιανική εορτή είτε που εκτυλίσσονται την προκειμένη περίοδο. Έτσι, κατά την παράδοση των Contes de Noël και των Christmas Numbers[1] (τα οποία ο Παπαδιαμάντης γνώριζε καλά), δημοσιεύονται τα χριστουγεννιάτικα του διηγήματα.
Σε αρκετά διηγήματα του, ο Παπαδιαμάντης ακολουθεί τη γενιά του. Αντίστοιχη με την τραγική ιστορία της Φόνισσας, γράφει την ακόμα τραγικότερη ιστορία του «Χριστόψωμου». Η γριά Καντάκαινα μισεί τη νύφη της και θέλει να την ξεπαστρέψει. Έτσι, στις γιορτές των Χριστουγέννων, ζυμώνει ένα χριστόψωμο με δηλητήριο και το αφήνει στη νύφη της να το φάει. Δυστυχώς για αυτήν, από μία παρεξήγηση η νύφη λείπει στην εκκλησία και το τρώει ο γιος της, ο οποίος πεθαίνει. Η κακία και η έχθρα –γνώριμη στις κλειστές κοινωνίες- οπισθοκροτούν, καθώς η κακιά πεθερά γίνεται παιδοκτόνος, σε μια ιδανική αντίθεση ανάμεσα στην αγάπη των Χριστουγέννων και στο μίσος των ανθρώπων.
Ο ρεαλισμός δεν θέλει τις ιστορίες πάντα τραγικές. Στη «Σταχομαζώχτρα», η φτωχή θεια-Αχτίτσα παίρνει ως εκ θαύματος μια συναλλαγματική επιταγή δέκα στερλίνων τη μέρα των Χριστουγέννων. Σύντομα θα ανακαλύψει πως ο κόσμος είναι πονηρός και πως κανείς δεν θέλει να δώσει το αντίτιμο. Σαν «Κάλπικη Λίρα πριν την Κάλπικη Λίρα», όλοι θέλουν να ξεγελάσουν τη γριά, προφασιζόμενοι είτε πως το ποσό είναι λιγότερο, είτε πως η επιταγή είναι πλαστή. Το θαύμα ξαναγίνεται όμως, καθώς ένας έμπορος από τη Σύρο βεβαιώνει πως πρόκειται για στερλίνες και η θεια-Αχτίτσα παίρνει τελικά τη δικαίωση που της αξίζει.
Ακόμα και το ρομάντζο έχει θέση και στον ρεαλισμό και στα Χριστούγεννα, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον «Αμερικάνο». Ανάμεσα στις κουβέντες του καφενείου, ένας παράξενος Αμερικάνος εμφανίζεται, ο οποίος αποδεικνύεται πως είναι ένας κάτοικος, ο οποίος ξενιτεύτηκε στην Αμερική πριν είκοσι χρόνια. Πλέον επιστρέφει πίσω πλούσιος, χωρίς να έχει ξεχάσει την αγαπημένη του, η οποία τον αγαπάει και τον περιμένει ακόμη. «Μετά τρεις ημέρας, την Κυριακή μετά τη Χριστού Γέννησιν, ετελούντο, εν πάση χαρά και σεμνότητι, οι γάμοι του Ιωάννου Ευσταθίου Μοθωνιού μετά της Μελαχροινής Μιχαήλ Κουμπουρτζή».
Τα Χριστούγεννα για τον Παπαδιαμάντη είναι εορτές για τους ανθρώπους, όχι για τα υλικά αντικείμενα. Η πραγματική χαρά βρίσκεται ανάμεσα στην αγάπη που χτίζουν οι χαρακτήρες. Στην «Υπηρέτρα», το δώρο βρίσκεται στην επιστροφή του πατέρα της Ουρανιώς, ο οποίος κινδύνεψε να πνιγεί στην θάλασσα. Στον «Χαραμάδο» ο μπαρμπα-Στάθης ο Γρούσος είναι ευτυχισμένος που κατάφερε να γυρίσει στη Σκιάθο από τη Θεσσαλονίκη, κι ας μην κατάφερε να πουλήσει το εμπόρευμά του. Η ευτυχία υπάρχει ανάμεσα στους ανθρώπους, στη θαλπωρή και την αγάπη που εκπέμπουν, σε αυτό που αποκαλούμε «Πνεύμα των Χριστουγέννων».
Ακόμα ένα χαρακτηριστικό της γενιάς του 1880 είναι η χιουμοριστική διάθεση. Στα «Χριστούγεννα του Τεμπέλη», η έμπνευση του Πισκολέτου να ξεγελάσει το παιδί με τα ψώνια και να προσποιηθεί πως ο ίδιος είναι ο αγοραστής, έχει ιλαροτραγική κατάληξη. Ο πραγματικός αγοραστής ανακαλύπτει την απάτη και τρομοκρατεί την οικογένεια του Πισκολέτου (που δεν έχει ιδέα για την κομπίνα), όπου στο τέλος ακόμα και ο πεντάχρονος γιος κοροϊδεύει τον τεμπέλη και ακαμάτη πατέρα του.
Ποιο είναι το δίδαγμα από αυτή τη σύντομη ανασκόπηση των πιο χαρακτηριστικών διηγημάτων του Παπαδιαμάντη;
Πέρα από τη λογοτεχνική τους και αισθητική τους αξία, η οποία είναι αναμφισβήτητη, πέρα από το ηθικό δίδαγμα της αγάπης και της θαλπωρής, τα χριστουγεννιάτικα διηγήματα του Παπαδιαμάντη μας δείχνουν πως τελικά το 2017 δεν απέχει και πολύ από το 1880. Όπως και σήμερα, έτσι και τότε, τα Χριστούγεννα δεν είναι απλά «γιορτή αγάπης», αλλά μια «γιορτή της ζωής». Τα Χριστούγεννα –η πιο γλυκιά γιορτή της χριστιανοσύνης- έχουν κι αυτά τις χαρές και τις λύπες τους, το μίσος και την αγάπη τους. Τα Χριστούγεννα κανείς μπορεί να χάσει ένα αγαπημένο του πρόσωπο ή να ξαναβρεί την παλιά του αγάπη. Μπορεί να γελάσει και να κλάψει, να αγαπήσει και να εχθρευτεί, να πονέσει και να συνεχίσει να ζει. Τα δράματα, τα προβλήματα, οι ανησυχίες των ανθρώπων, τότε και σήμερα, δεν έχουν αλλάξει και πολύ. Αυτό που χρειαζόμαστε στο τέλος της ημέρας, για να νιώσουμε το πνεύμα των Χριστουγέννων, είναι τα αγαπημένα μας πρόσωπα.
Οι αναγνώστες του 1880 ζητούσαν τέτοιες ιστορίες, τέτοια διηγήματα και για αυτό αγόραζαν τις εφημερίδες που τα δημοσίευαν. Τις χρειάζονταν για αυτό ακριβώς, για να τους θυμίσουν –όπως μόνο η τέχνη μπορεί- το πραγματικό νόημα των γιορτών, την ανάγκη να έχει κανείς αγαπημένα πρόσωπα κοντά του. Πως το πιο σημαντικό δώρο για κάποιον δεν είναι το καλάθι με τα ψώνια του Πισκολέτου, αλλά η αγάπη. Και όπως ο Παπαδιαμάντης, όπως ο Dickens και ο Andersen πριν από αυτόν, έτσι και σήμερα χρειαζόμαστε τέτοιες φωνές στη λογοτεχνία για να μας θυμίζουν το πραγματικό νόημα της Γέννησης του Χριστού.
Υ.Γ. Για τους φίλους που θέλουν να ψάξουν λίγο περισσότερο τον χριστουγεννιάτικο και μη Παπαδιαμάντη, υπάρχει η ιστοσελίδα της εταιρίας παπαδιαμαντικών σπουδών http://papadiamantis.net/ στην οποία, εκτός από τα άπαντα του Παπαδιαμάντη, υπάρχει και πλούσια βιβλιογραφία για το έργο και τις μεταφράσεις του.
[1] «Ολόκληρον φιλολογίαν αποτελούσι τα λεγόμενα Contes de Noël, τα Χριστούγεννιάτικα δηλ. παραμύθια, ών τινα εξόχων συγγραφέων έργα είναι ωραιότατα, βιβλιοθήκην δε ολόκληρον δύνανται να γεμίσωσι τα κατ' έτος εκδιδόμενα Christmas Numbers, τα έκτακτα δηλ. φυλλάδια των εικονογραφημένων περιοδικών τα δημοσιευόμενα επί τη εορτή των Χριστουγέννων, μετά καλών εικόνων και ποικιλωτάτης τερπνής ύλης». Απόσπασμα από κείμενο του Παπαδιαμάντη στην «Έφημερις», αρ. 359, 25 του Δεκέμβρη 1887.
Guest Post
Ο Ανδρέας Αντωνίου γεννήθηκε στις 12/01/1988 στη Θεσσαλονίκη και διαμένει στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα είναι η Μεταφυσική, η Αισθητική και η Φιλοσοφία της Τέχνης. Έχει εκδόσει τρεις ποιητικές συλλογές και ένα μυθιστόρημα: «Το Φως και το Σκοτάδι» (Ποίηση, Nova-Atlantis, 2010), «Ο Ποιητής και το Φεγγάρι» (Ποίηση, I-Write, 2012), «Τα Μάτια της Aelun (Ποίηση, Οδός Πανός, 2016) και «Το Παρελθόν Ενός Συγγραφέα» (Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Πηγή, 2016). Έχει βραβευθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς κι έχει δημοσιεύσει ποιήματά του σε έγκριτα λογοτεχνικά περιοδικά.