John William Waterhouse, o ζωγράφος των Νεράιδων και των Μαγισσών
Πίνακες με γοργόνες που κάθονται πάνω στην ασημόχρυση φιδωτή ουρά τους χτενίζοντας τα μακριά μαλλιά τους, πίνακες με πλανεύτρες ξωθιές που σαγηνεύουν περαστικούς, πίνακες με μάγισσες που κάνουν τα ξόρκια τους. Πίνακες μαγικοί που μπορούν με μια ματιά να ταξιδέψουν τον παρατηρητή σε άλλη διάσταση, αυτή του μυθικού.
Κοιτώντας αυτούς τους πίνακες θα σου ξυπνήσουν αισθήσεις καλά κρυμμένες και θα νιώσεις το αεράκι να σου αγγίζει το μάγουλο, θα ακούσεις το νερό να κυλάει και τα φύλλα των δέντρων να θροΐζουν. Τότε θα καταλάβεις πως ο πίνακας αυτός είναι μαγικός και φτιαγμένος από έναν από τους σημαντικότερους ζωγράφους του είδους του. Το όνομα του: John William Waterhouse.
Ο John William Waterhouse, αυτός ο Άγγλος ζωγράφος της βικτωριανής εποχής έγινε γνωστός για τους σημαντικούς πίνακες των κλασικών μυθολογικών θεμάτων. Συνεργάζεται τόσο με τους προκάτοχούς του, την Αδελφότητα των Προραφαηλιτών, με βάση το κοινό τους ενδιαφέρον για λογοτεχνικά θέματα (π.χ. σκηνές από τον Alfred, Lord Tennyson, John Keats και William Shakespeare), καθώς και με τους συγχρόνους του, τους ιμπρεσιονιστές, όπως υποδεικνύεται από τον τρόπο που μερικές φορές εφάρμοσε το χρώμα σε καμβά.
Γεννήθηκε το 1849 από Βρετανούς γονείς που ήταν ζωγράφοι και τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε στη Ρώμη, όπου ο πατέρας του εργάστηκε ως ζωγράφος. Ονομάστηκε "Nino" καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Τη δεκαετία του 1850 η οικογένεια επέστρεψε στην Αγγλία και ζούσε σ’ ένα νεόκτιστο σπίτι στο Νότιο Κένσινγκτον (South Kensington).
Ο μικρός John μεγαλωμένος μέσα στα πινέλα, στα χρώματα και τη μαγεία της ζωγραφικής, έχοντας και τους δύο γονείς ζωγράφους, αρχίζει δειλά-δειλά να πειραματίζεται στο στούντιο του πατέρα του και όταν φτάνει πια στην εποχή των σπουδών, γράφεται το 1870 στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου για να σπουδάσει γλυπτική.
Το 1874, όμως, στρέφεται στη ζωγραφική, όπως φαίνεται από το ζωγραφισμένο έργο «Ο Ύπνος και ο ετεροθαλής αδελφός του ο Θάνατος» (Sleep and Half-Brother Death) που παρουσίασε στη Βασιλική Ακαδημία εκείνο το καλοκαίρι σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία παίρνοντας διθυραμβικές κριτικές. Παρόμοια επιτυχία σημειώνει και με τους πίνακές του «Μετά τον χορό» (1876) και «Η επίσκεψη ενός άρρωστου παιδιού στον Ναό του Ασκληπιού» (1877).
Στα τέλη της δεκαετίας του 1870 και του 1880, ο Waterhouse πραγματοποίησε πολλές εκδρομές στην Ιταλία, όπου ζωγράφισε σκηνές πειραματιζόμενος διάφορα είδη τεχνοτροπιών.
Το 1883 παντρεύεται την Esther Kenworthy και εγκαταστάθηκε στο Primrose Hill ξεκινώντας μια καλλιτεχνική πορεία γεμάτη αριστουργήματα.
Στη Βικτωριανή Αγγλία, ο συντηρητισμός και τα ήθη της κοινωνίας δεν επέτρεπαν τη δημόσια έκθεση του γυναικείου γυμνού, αν και είναι γνωστές οι πορνογραφικές φωτογραφήσεις της εποχής και στα σαλόνια ακόμα της υψηλής κοινωνίας. Οι καλλιτέχνες, για να παρακάμψουν τα κοινωνικά αυτά ταμπού, βρήκαν ως πρόσχημα τη ρεαλιστική απεικόνιση μυθολογικών κυρίως σκηνών, με προκλητικές παρά ταύτα παραστάσεις του γυναικείου γυμνού, που η συντηρητική αγγλική κοινωνία άρχισε βαθμιαία να κάνει αποδεκτές.
Ο Waterhouse δεν αποτελούσε εξαίρεση στις προκλήσεις της εποχής του και το 1896 ζωγράφισε τον αριστουργηματικό πίνακα «Ύλας και Νύμφες» (Πινακοθήκη Τέχνης, Μάντσεστερ).
Ο πίνακας «Ύλας και οι Νύμφες» διηγείται τον κλασικό μύθο από την Οδύσσεια του Ομήρου: ο Ύλας ήταν ένας από τους Αργοναύτες, συντρόφους του Ηρακλή. Όταν αποβιβάστηκαν στην Τροία, ο Ύλας βγήκε στη στεριά να βρει νερό κι ανακάλυψε μια πηγή που την κατοικούσαν νύμφες, οι οποίες με την αμβροσία διατηρούνταν πάντα νέες και όμορφες. Οι νύμφες αποπλάνησαν τον όμορφο Ύλα και ποτέ κανείς δεν ξανάκουσε γι’ αυτόν.
Τα θέματά του ήταν μυθολογικά, ιστορικά ή λογοτεχνικά. Κάποια πολύ γνωστά του έργα που συμπεριλαμβάνονται σε αυτά τα θέματα είναι ο γνωστός μύθος του Απόλλωνα και της Δάφνης (Apollo and Daphne), η Μιράντα από το θεατρικό του Σαίξπηρ Τρικυμία (Miranda – The Tempest), η Κυρά του Σάλοτ (Lady of Shalott) από το ομώνυμο ποίημα του Alfred Lord Tennyson, και φυσικά, οι πολύ γνωστές του απεικονίσεις της Σαιξπηρικής Οφήλιας (Ophelia 1889, Ophelia 1910, Ophelia 1894).
Το κυριότερο, όμως, θέμα του Waterhouse, που για κάποιον λόγο τον στοίχειωνε, ήταν η femme fatale, η γυναίκα γητεύτρα, η μάγισσα, μια γυναίκα όμορφη, σαγηνευτική αλλά άκρως επικίνδυνη.
Στις femmes fatales του Waterhouse συμπεριλαμβάνονται πολύ γνωστές μας μορφές επικίνδυνων θηλυκών: η Κίρκη (Circe Invidiosa, Circe The Sorceress), η Μήδεια (Jason and Medea), η Πανδώρα (Pandora), καθώς επίσης και μυθικά πλάσματα όπως νύμφες (Hylas and the Nymphs), γοργόνες (Mermaid), Σειρήνες (The Siren), Ναϊάδες (A Naiad), λάμιες (Lamia 1905, Lamia 1909).
Πολλά λέγονται για την ψυχωτική τάση του καλλιτέχνη να ζωγραφίζει σχεδόν αποκλειστικά femmes fatales από μια περίοδο της ζωής του και μετά. Κάποιοι λένε ότι έβρισκε την ιδανική γυναίκα στις γητεύτρες του. Άλλοι ότι τις θαύμαζε λόγω των τάσεων που καταπίεζε λόγω του κλειστού κοινωνικού του κύκλου. Ποιος ξέρει;
Το πιθανότερο, όμως, ήταν πως ο Waterhouse ήταν ένα από τα ισχυρότερα μέλη του Ερμητικού Τάγματος της Χρυσής Αυγής, που ήταν ενεργό στη Μ. Βρετανία και που μελετούσε πρακτικές μεταφυσικού και αποκρυφισμού. Οι μάγοι των μυστικών ταγμάτων του 19ου αιώνα λάτρευαν το θηλυκό και του απέδιδαν εξαιρετικές δυνάμεις, ως Μητέρα των Πάντων.
O Waterhouse δημιούργησε ίσως την πιο χαρακτηριστική μάγισσα της Τέχνης: στον πίνακα «The Magic Circle» η μάγισσα, φτιάχνει τον μαγικό κύκλο προστασίας της με το ραβδί της, ενώ με το άλλο της χέρι κρατάει το δρεπάνι με το οποίο κόβει τα μαγικά της βότανα, που έχει περάσει ήδη στη ζώνη της. Στον λαιμό της φοράει τον ουροβόρο όφι, ένα ισχυρό αρχαίο ελληνικό μαγικό σύμβολο της μάγισσας που συμβολίζει την αρχέγονη έννοια του συνεχούς. Μπροστά της βράζει ένα καζάνι με τα φίλτρα της, από το οποίο βγαίνουν πλασματικές μορφές, τις οποίες η μάγισσα, μέσα στη μαγική της έκσταση προσπαθεί να διαβάσει.
Φαίνεται πως ο Waterhouse ίσως να θαύμαζε και να ζήλευε τόσο τις έμφυτες μαγικές δυνάμεις που έδινε η ίδια η Φύση στη γυναίκα, που τον καταδίωκε κατά κάποιον τρόπο, φτάνοντας σε σημείο να εκφράσει το δέος του, τον θυμό του, την επιθυμία να φτάσει το θηλυκό μέσα από τους πίνακές του. Ίσως τα αρσενικά που πάντα απεικονίζονταν σαν τα θύματα των femmes fatales του να ήταν εκδοχές του ίδιου του εαυτού.
Στο έργο του «Η Κίρκη Προσφέρει το Φίλτρο στον Οδυσσέα», το οποίο φίλτρο είχε τη μαγική δύναμη να «μεταμορφώνει», ο Οδυσσέας αντικατοπτρίζεται στον μεγάλο καθρέφτη που βρίσκεται πίσω από την Κίρκη. Το πρόσωπο του Οδυσσέα είναι αυτοπροσωπογραφία του ίδιου του ζωγράφου. Ο καλλιτέχνης στέκεται φοβισμένος και γεμάτος δέος μπροστά στο πανίσχυρο θηλυκό, έτοιμος να πάρει το ποτήρι που του προσφέρει, και να μεταμορφωθεί σε κάτι άλλο. Κανείς δεν ξέρει σε τι.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, παρά την αυξανόμενη αδυναμία του, ο Waterhouse συνέχισε τη ζωγραφική μέχρι τον θάνατό του από καρκίνο το 1917. Από το 1908-1914 ζωγράφισε μια σειρά από πίνακες με βάση τον μύθο της Περσεφόνης. Ακολούθησαν εικόνες με βάση τη λογοτεχνία και τη μυθολογία το 1916 (Miranda, Tristram και Isolde). Ένα από τα τελικά του έργα ήταν ο «Μαγεμένος Κήπος», που έμεινε ημιτελής στο καβαλέτο του, αφού τον πρόλαβε ο θάνατος, και τώρα βρίσκεται στη συλλογή της Lever Gallery στο Λίβερπουλ.
Ο Waterhouse και η σύζυγός του Esther δεν είχαν παιδιά. Η Esther ξεπέρασε τον σύζυγό της κατά 27 χρόνια, πεθαίνοντας το 1944 σε γηροκομείο. Σήμερα, είναι θαμμένη μαζί με τον σύζυγό της στο Kensal Green Cemetery στο βόρειο Λονδίνο.
Το μόνο μελανό σημείο της ιστορίας του μεγάλου αυτού ζωγράφου είναι το γεγονός ότι μετά τον θάνατό του η σύζυγος του έκαψε όλα τα ημερολόγια του, μην αφήνοντας κανένα στοιχείο για τις βαθύτερες σκέψεις και τα συναισθήματά του. Όμως, όπως και να έχει το πράγμα, ο Waterhouse μέσα από τους «μαγικούς» πίνακές του μας άφησε σπουδαία κληρονομιά και αποτέλεσε έμπνευση για πολλούς καλλιτέχνες σε όλο τον κόσμο.
Πηγές
https://www.johnwilliamwaterhouse.net/biography.html
https://www.johnwilliamwaterhouse.net/the-complete-works.html?pageno=1
https://www.tate.org.uk/art/artists/john-william-waterhouse-583
Βιογραφικό: Νένα Μπούρα
Γεννήθηκα στη Νύμφη του Αμβρακικού, την Αμφιλοχία. Αποφάσισα να γίνω δασκάλα γιατί πίστευα και πιστεύω, ότι όταν δουλεύεις με παιδιά είναι ευλογία.
Αγαπώ τα παραμύθια από τα παιδικά μου χρόνια. Αυτό, οφείλεται στον παππού μου, ο οποίος μου έμαθε τις πρώτες ιστορίες, τα πρώτα τραγούδια και τα πρώτα ποιήματα. Μεγαλώνοντας, ήταν αυτός που μου αγόραζε σε κάθε ευκαιρία βιβλία γεμίζοντάς τα αφιερώσεις. Τα παιδικά μου χρόνια μυρίζουν πορτοκάλι, φρεσκοξυσμένο μολύβι, ξύλο και θάλασσα, μυρωδιές που δεν αποχωρίστηκα ποτέ.
Προσπάθησα, όταν πια διάβηκα το κατώφλι της ενηλικίωσης να ανακαλύψω τον εαυτό μου μέσα από διάφορα μονοπάτια. Έτσι ασχολήθηκα με την αγιογραφία, το θεατρικό παιχνίδι, την δημιουργική γραφή, τον χορό και χίλια δυο άλλα.
Όμως όλα αυτά τα μονοπάτια με οδήγησαν ξανά πάλι πίσω στα παραμύθια που πρωτοαγάπησα. Οι μεγάλες αγάπες δεν ξεχνιούνται, σκέφτηκα και άρχισα να βαδίζω ξανά ανάμεσα σε ξωτικά, νεράιδες και στοιχειά. Όλοι αυτοί οι σύντροφοι με βοήθησαν να μοιραστώ τις ιστορίες μου με άλλους κι έτσι οι ιστορίες μου βρέθηκαν στις ανθολογίες παραμυθιών των Εκδόσεων Συμπαντικών Διαδρομών. Το 2016 κυκλοφόρησε το πρώτο μου βιβλίο με λαϊκά παραμύθια και το 2017 το δεύτερο από τις ίδιες εκδόσεις με την ίδια θεματολογία.
Λατρεύω να αφηγούμαι και να συλλέγω λαϊκά παραμύθια, να ακούω μουσική από βινύλια και να ανακατεύω βότανα για να φτιάχνω σαπούνια, όταν έχω ελεύθερο χρόνο.