Το Πνεύμα των Χριστουγέννων: μία ιδιαίτερη αφήγηση της ιστορίας «A Christmas Carol»

Art by P.J. Lynch

Art by P.J. Lynch

Αν αγαπάς τα Χριστούγεννα, δεν θα σου αρέσουν τα παρακάτω. Τουλάχιστον, όχι ακόμη…

Πολλά χρόνια πριν, ζούσε ένα πλάσμα που ήταν κάθε άλλο παρά ευγενικό.

Μισούσε τα πάντα.

Δεν χαμογελούσε ποτέ.

Ειδικά τα Χριστούγεννα του κάθονταν στον λαιμό και το μόνο που ήθελε ήταν η ησυχία του...

Γιατί οι άνθρωποι τρελαίνονται πια τόσο για τα Χριστούγεννα; Σιγά τη γιορτή… Όλοι ξοδεύουν ασύστολα τα χρήματά τους και παντού ακούς παιδικές φωνές να τραγουδούν και να ζητούν, άλλοτε φαγητό και άλλοτε λεφτά. Σα να μην έφτανε αυτό, ξεκινούν έρανοι για τον τάδε ή τον δείνα σκοπό, λες και το κράτος δεν παρέχει ήδη όσα χρειάζονται τα ιδρύματα…

Πληρώνουμε φόρους, κύριοι! Γιατί να πρέπει να κάνουμε και δωρεές από πάνω; Δεν αντιλαμβάνεστε τον παραλογισμό του πράγματος;

Είναι βέβαια και το άλλο… Όλοι μαζεύονται στα σπίτια και γιορτάζουν. Γιορτάζουν, ακόμα κι αν δεν έχουν ούτε μισό λόγο για να γιορτάσουν… Φτωχοί άνθρωποι που χαίρονται επειδή έχουν την ευκαιρία να ξοδέψουν την τελευταία τους δεκάρα μόνο και μόνο για να φάνε μια μέρα με την οικογένειά τους “γιορτινά”. Χτυπημένοι από τη μοίρα, χαίρονται και χαμογελάνε λες και λύθηκαν όλα τους τα προβλήματα…

Ανοησίες!

 

Κάπως έτσι θα μας τα έλεγε σήμερα. Μη με παρεξηγείς… Εγώ μια απλή αγγελιοφόρος είμαι.

Η αλήθεια είναι πως ο Ebenezer μισούσε τα Χριστούγεννα και όσα αυτά συμβολίζουν. Μισούσε τη γιορτινή ατμόσφαιρα. Μισούσε τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια. Μισούσε οτιδήποτε μπορεί να ήταν γιορτινό τέλος πάντων. Εκείνο που δεν μισούσε, αλλά μάλλον λάτρευε, ήταν τα χρήματα. Ήταν η μοναδική σταθερή αξία στη ζωή του. Μάλιστα, ήταν αδύνατον να χωρέσει το μυαλό του για ποιον λόγο οι άνθρωποι μπορούσαν να ξοδεύουν με τόσο ασυδοσία.

Ζούσε μόνος σε ένα μεγάλο σπίτι. Δεν χρειαζόταν κανέναν. Κανένας δεν τον καταλάβαινε και ήταν καλά έτσι. Τι να τους κάνεις τους ανθρώπους, άλλωστε; Το μόνο που κάνουν είναι να ζητάνε… Να ζητάνε και να θέλουν.

Ο Ebenezer είχε κάποτε έναν φίλο και συνέταιρο. Συμφωνούσαν σε όλα με τον Jacob Marley και η επιχείρησή τους πήγαινε καλά. Δάνειζαν χρήματα και τα έπαιρναν πίσω με μεγάλο τόκο. Ήταν μάλιστα οι πιο σκληροί δανειστές στο Λονδίνο και τους έτρεμαν όλοι. Είχαν και οι δύο καταφέρει να κάνουν πολύ μεγάλες περιουσίες, μέχρι που ο Jacob έφυγε από τη ζωή, αφήνοντας τον Ebenezer μόνο.

Εκείνος είχε πια έναν υπάλληλο που δούλευε μαζί του στο παγωμένο του γραφείο. Ο Ebenezer είχε συνηθίσει τόσο την παγωμένη του καρδιά, που το κρύο δεν του έκανε καμία εντύπωση. Επτά χρόνια μετά τον θάνατο του συνεταίρου του παρέμενε ο ίδιος και απαράλλακτος Ebenezer Scrooge, που δεν ήθελε να βλέπει ανθρώπου πρόσωπο μπροστά του. Τα χρήματα ήταν πιο σημαντικά και κάπου μέσα του ήξερε πως όποιος τον πλησίαζε, θα του ζητούσε κάτι.

Έτσι απέρριπτε κάθε χρόνο την πρόσκληση του ανιψιού του στο παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο δείπνο. Ο ανιψιός ήταν γιος της μικρότερης αδερφής του Ebenezer, που έφυγε από τη ζωή πολύ νωρίς. Τίποτα όμως δεν συγκινούσε τον πρωταγωνιστή μας και οι προσπάθειες του χαρούμενου και πάντα ευδιάθετου ανιψιού να πλησιάσει τον θείο του έπεφταν πάντα στο κενό.

Επτά χρόνια, λοιπόν, μετά τον θάνατο του φίλου και συνεταίρου του. Αυτό από μόνο του δεν ήταν κάτι αξιοσημείωτο. Το αξιοσημείωτο ήταν αυτό που άρχισε να συμβαίνει στον Ebenezer την Παραμονή των Χριστουγέννων…

Επιστρέφοντας στο σπίτι του, είδε κάτι που τον τάραξε πολύ (βέβαια, όχι αρκετά για να τον ταρακουνήσει). Το ανάγλυφο πρόσωπο στο χερούλι της κεντρικής εισόδου πήρε τη μορφή του Jacob και άρχισε να του μιλάει. Ο Ebenezer, ως σωστός πραγματιστής όμως φρόντισε -αφού ξεπέρασε την αρχική του τρομάρα- να το εκλογικεύσει και να το σπρώξει κάτω από το χαλί. Αυτό βέβαια, αφού έλεγξε όλους τους χώρους του σπιτιού του για οποιαδήποτε παρουσία…

Η νύχτα όμως δεν θα τελείωνε έτσι απλά και ευχάριστα. Τον περίμενε άλλη μία έκπληξη και αυτή τη φορά δεν θα τον άφηνε τόσο εύκολα η ταραχή του.

Ο Ebenezer καθόταν μπροστά στο τζάκι του, όπου άναβε μια μικρή φωτιά που ίσα του ζέσταινε τα πόδια, και έτρωγε το βραδινό του. Ξάφνου, άρχισαν δίχως λόγο να χτυπούν όλα μαζί τα καμπανάκια του σπιτιού του. Ο θόρυβος ήταν εκκωφαντικός και όλο αυτό κράτησε μονάχα μια στιγμή, που για τον Ebenezer φάνταζε αιώνας. Έπειτα άρχισε να ακούει βαριές αλυσίδες να σέρνονται και η ταραχή του διαρκώς μεγάλωνε, μέχρι που… μέχρι που εμφανίστηκε μπροστά του ο παλιός του φίλος και συνέταιρος Jacob Marley. Ή μάλλον… ό,τι είχε απομείνει από τον Jacob. Το πνεύμα του έμοιαζε ταλαιπωρημένο και κουρασμένο, σα να μην είχε βρει ησυχία για πολύ καιρό. Έφερε βαριές αλυσίδες και έμοιαζε να υποφέρει.

Art by P.J. Lynch

Art by P.J. Lynch

Ο Ebenezer στην αρχή δυσκολεύτηκε να τον αναγνωρίσει. Λίγο ο φόβος που ένιωθε, λίγο η εμφάνιση του Jacob, που κάθε άλλο παρά ευχάριστη ήταν, και ο πρωταγωνιστής μας έμοιαζε με ζώο στριμωγμένο σε μια γωνιά από κάποιο αρπακτικό. Το πνεύμα όμως ήταν εκεί για έναν πολύ σημαντικό λόγο: ήθελε να ταρακουνήσει τον παλιό του φίλο και να του δείξει την αλήθεια για τις αλυσίδες που σφυρηλατούσε και ο ίδιος μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα και που θα τον βάραιναν για πάντα στην επόμενη ζωή. Ήθελε να του δείξει πόσο μάταια ήταν όλα όσα έκανε, αν δεν φρόντιζε πρώτα να προσφέρει στους άλλους και να αφήσει την παγωμένη του καρδιά να αισθανθεί συμπόνια και αγάπη. Αυτός ήταν και ο λόγος που θα του έκανε ένα σημαντικό δώρο.

Για τον Ebenezer Scrooge ήταν πολύ δύσκολο να δεχτεί όλα αυτά και το μικρό ανθρώπινο μυαλό του αρνούνταν να δεχτεί όσα τα μάτια του και τα αυτιά του τού έλεγαν ξεκάθαρα. Όταν η επίσκεψη του Jacob έφτασε στο τέλος της, εκείνος έφυγε αιωρούμενος από το παράθυρο. Ο Ebenezer κοίταξε πίσω του με τρόμο και είδε ένα σωρό άλλα πνεύματα, εκ των οποίων πολλά μάλιστα είχαν υπάρξει γνωστοί του, να ζητούν συγχώρεση από τους φτωχούς και αδύναμους που δεν είχαν βοηθήσει όσο βρίσκονταν εν ζωή. Είδε τα βάσανα που τον περίμεναν και ήταν αδύνατον να κατευνάσει την απόγνωσή του.

Το δώρο του φίλου του όμως, όπως είπαμε και νωρίτερα, ήταν σημαντικό και είχε μεγάλη δύναμη. Τις επόμενες μέρες ο Ebenezer θα δεχόταν τρεις επισκέψεις. Τρία πνεύματα θα έρχονταν για να του δείξουν την αλήθεια. Τρεις φορές θα είχε την ευκαιρία να δει τη ζωή του και να καταλάβει το κακό που έκανε…

Για αυτά τα πνεύματα θα μάθουμε από εδώ κι έπειτα, και ας ελπίσουμε πως η ιστορία θα ζεστάνει την παγωμένη καρδιά του ήρωά μας…

Το πρώτο πνεύμα που επισκέφθηκε τον Ebenezer ήταν εκείνο των περασμένων Χριστουγέννων. Ήταν ένα πνεύμα καλοσυνάτο με μια φλόγα που έκαιγε δυνατά και φώτιζε τα πάντα γύρω του. Ο Ebenezer, τρομαγμένος όπως ήταν (όσο καλοσυνάτο κι αν έδειχνε, παρέμενε πνεύμα, πώς να το κάνουμε;) αναγκάστηκε να συμμορφωθεί με τις προσταγές του. Δεν τα βάζεις άλλωστε ποτέ με πνεύματα που αποφάσισαν να επισκεφθούν ειδικά εσένα…

Ξεκίνησαν, λοιπόν, μαζί ένα ταξίδι στο παρελθόν του Ebenezer που έμελλε να τον πάει στα βαθύτερα και πιο σκοτεινά σημεία της ψυχής του, εκείνα που είχε θάψει βαθιά, είτε γιατί απλά δεν ήθελε να θυμάται είτε γιατί δεν ήθελε να πληγώνεται στην ανάμνησή τους.

Η πρώτη στάση ήταν τα παιδικά του χρόνια που τα πέρασε μοναχικά, εσώκλειστος σε ένα σχολείο μακριά από την οικογένειά του. Ο πατέρας του δεν τον ήθελε στο σπίτι και αυτός ήταν και ο λόγος που ο Ebenezer έμενε μόνος στις γιορτές σε ένα άδειο κτίριο. Ένα μικρό αγόρι ολομόναχο, την πιο όμορφη και γιορτινή εποχή του χρόνου…

Λίγα χρόνια μετά, το πνεύμα και ο Ebenezer βρέθηκαν ξανά στην ίδια σκηνή. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα ήταν κάπως πιο χαρούμενα. Η μικρότερη αδερφή του Ebenezer ήρθε για να τον πάρει μαζί της στο πατρικό για τις γιορτές. Η χαρά του, νεαρού τότε, αδερφού της ήταν μεγάλη. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια ο Ebenezer θα επέστρεφε μαζί της στο πατρικό και είχε λόγο να γιορτάζει. Αργότερα βρέθηκε συνοδεία του πνεύματος στην πρώτη του δουλειά. Εκεί θυμήθηκε πόσο καλά περνούσε με τον τότε εργοδότη του και πόσο αγνές ήταν οι προθέσεις του στη ζωή.

Δυστυχώς, αυτό δεν κράτησε για πολύ, καθώς ο Ebenezer γνώρισε κάπου εκεί την πρώτη του πραγματικά μεγάλη αγάπη: τα χρήματα. Αρνούνταν να υποχωρήσει και να παραδοθεί ξανά σε μια φτωχική ζωή και άρχισε έτσι από πολύ νωρίς να διώχνει τους ανθρώπους που τον αγαπούσαν από κοντά του. Σημαντικότερη εξ αυτών, η σύντροφός του. Όταν γνωρίστηκαν, ήταν και οι δυο φτωχοί. Ο Ebenezer όμως άλλαξε στην πορεία και ανάγκασε με την αλλαγή του την κοπέλα να βγει από τη ζωή του, καθώς ένιωθε πως δεν μπορούσε να συναγωνιστεί την αγάπη του για τα χρήματα.

Ο Ebenezer του παρόντος, κάπου εδώ άρχισε να νιώθει πόσο πολύ τον βάραιναν οι επιλογές του παρελθόντος του και ζήτησε να επιστρέψει στο παρόν. Κατέληξε έτσι να διώξει με βίαιο τρόπο το πνεύμα που τον καθοδηγούσε φορώντας του το καπέλο του και σβήνοντας τη φλόγα που φώτιζε μέχρι τότε το ταξίδι τους. Βρέθηκε, έτσι, ξανά εξαντλημένος στο υπνοδωμάτιό του, ξαπλωμένος στο κρεβάτι, γνωρίζοντας πως η περιπέτειά του δεν είχε ακόμα τελειώσει…

Το δεύτερο πνεύμα που επισκέφθηκε τον Ebenezer ήταν εκείνο των παρόντων Χριστουγέννων. Βρέθηκε στο σπίτι του να κάθεται πάνω σε έναν τεράστιο ψηλό θρόνο, που αποτελούνταν από χριστουγεννιάτικα εδέσματα. Ό,τι μπορεί να βάλει ανθρώπου νους και ανήκει σε ένα πλούσιο γεύμα είχε επιστρατευθεί για να δημιουργήσει τον θρόνο του πνεύματος με τη βροντερή φωνή και τη χαρμόσυνη διάθεση. Ντυμένο με μια μακριά χρυσοκέντητη πράσινη φορεσιά και ένα στεφάνι στο κεφάλι, κοίταζε τον Ebenezer και τον πρόσταζε να πλησιάσει.

Ξεκίνησε κάπως έτσι το δεύτερο ταξίδι. Αυτήν τη φορά, στο παρόν˙ εκεί όπου ο Ebenezer δεν ήθελε να βρεθεί, εκεί όπου οι άνθρωποι χαμογελούσαν ο ένας στον άλλο και εύχονταν καλές γιορτές, ακόμα κι αν δεν γνωρίζονταν καν μεταξύ τους. Βρέθηκαν κάπως έτσι στο σπίτι του ανιψιού του Ebenezer, στο γεύμα που ο πικρόχολος θείος είχε νωρίτερα αρνηθεί να παρευρεθεί. Αναγκάστηκε, έτσι, να ακούσει τη γνώμη που είχαν οι παρευρισκόμενοι για τον ίδιο. Διόλου θετική η γνώμη τους για τον στριμμένο θείο, αλλά ο ανιψιός επέμενε να θέλει τον θείο του παρών. Αφενός τον λυπόταν, αφετέρου δεν έχανε ποτέ την ελπίδα πως η καρδιά του θείου του μια μέρα θα μαλάκωνε.

Art by P.J. Lynch

Art by P.J. Lynch

Επόμενος σταθμός, η οικία του υπαλλήλου του Ebenezer. Η οικία της οικογένειας Cratchit. Οι Cratchit είχαν πολλά παιδιά. Ήταν φτωχοί αλλά πολύ αγαπημένοι και φρόντιζαν πάντα να γιορτάζουν τα Χριστούγεννα μαζί. Το μικρότερό τους παιδί, ο Tim, ήταν άρρωστο και αδύναμο. Ο Ebenezer λυπήθηκε πολύ για τον μικρό Tim. Ρώτησε, λοιπόν, το πνεύμα, αν η ιστορία του παιδιού θα είχε καλό τέλος. Η απάντηση του πνεύματος ήταν δυσοίωνη… Αν οι συνθήκες παρέμεναν ίδιες, ο μικρός Tim δεν θα ζούσε άλλα Χριστούγεννα.

Ο Ebenezer λυπήθηκε ακόμα περισσότερο. Το πνεύμα, όμως, ήταν σκληρό απέναντί του. Φρόντισε να επαναλάβει μια φράση που ο συνοδοιπόρος του είχε νωρίτερα πει σε κάποιον καλό κύριο που είχε τολμήσει να του ζητήσει χρήματα για μια δωρεά: πως με το να φεύγουν οι φτωχοί από τη ζωή θα λυνόταν επιτέλους(!) το πρόβλημα του υπερπληθυσμού.

Αλήθεια, πόσο σκληρή πρέπει να είναι η καρδιά σου για πεις ποτέ κάτι τέτοιο ή έστω να το σκεφτείς;

Το τρίτο πνεύμα ήταν εκείνο των μελλοντικών Χριστουγέννων. Ήταν το πνεύμα που ο Ebenezer φοβόταν περισσότερο από όλα.

Ρωτάς γιατί;

Αν η καρδιά σου ήταν τόσο σκληρή όσο η δική του κι αν δεν είχες αισθανθεί ή δείξει συμπόνια σε κανέναν για πολλά-πολλά χρόνια, τότε κι εσύ θα φοβόσουν εκείνα που σε περιμένουν. Ακόμα κι αν ένα κομμάτι σου ήθελε να ελπίζει πως οι αμαρτίες σου θα συγχωρεθούν, ένα άλλο, πιο ανθρώπινο, θα ήξερε πολύ καλά πως μια σκληρή ζωή πληρώνεται με έναν σκληρό και μοναχικό θάνατο.

Έτσι κι έγινε. Εκείνα που ο Ebenezer είδε, δεν ήταν αυτά που θα ‘θελε να είχε δει. Είδε κάποιον να κείτεται νεκρός σε ένα κρεβάτι με ένα σάβανο να τον καλύπτει. Δεν τόλμησε να κοιτάξει από κάτω. Έπειτα είδε να μιλούν για έναν νεκρό που κανείς δεν νοιάστηκε να θρηνήσει ή να παραστεί στην κηδεία του. Είδε, επίσης, πως είχαν λεηλατήσει το νεκρό σώμα και το σπίτι και πως ο νεκρός όχι απλά δεν είχε κανέναν να τον κλάψει, αλλά είχε προκαλέσει μεγάλη ανακούφιση ή ακόμα και χαρά, με τον θάνατό του. Τέλος, είδε τον τάφο του. Είδε την τελική του κατοικία και ο τρόμος τον συνεπήρε όταν πάνω στον τάφο είδε γραμμένο το όνομα “Ebenezer Scrooge”.

Πώς ξεφεύγεις από τέτοια μοίρα; Πώς αλλάζεις τον ρου της ιστορίας; Αν με την ίδια τη ζωή σου έχεις χαράξει το σκοτεινό μονοπάτι που σε περιμένει, πώς μπορείς να ξεφύγεις από αυτό;

Ο Ebenezer είχε τη χειρότερη εμπειρία της ζωής του. Είδε να τον περιμένει το δριμύτερο σενάριο και ένιωσε τα χέρια του δεμένα. Παρακάλεσε… Ικέτευσε το πνεύμα να του πει αν μπορεί να αλλάξει την πορεία της ζωής του, μα απάντηση δεν πήρε. Μόνο απόγνωση, που έμοιαζε με τη χειρότερη πληρωμή για μια ζωή γεμάτη λάθος επιλογές.

Ξύπνησε στο κρεβάτι του, στο κρύο του δωμάτιο. Στο ίδιο εκείνο κρεβάτι που λίγο πριν ήταν το νεκροκρέβατο του μελλοντικού εαυτού του.

Ήταν μέρα. Ο ήλιος έξω έλαμπε και γέμιζε την κάμαρά του με φως. Την κάμαρα που νωρίτερα ήταν σκοτεινή, κρύα και καταθλιπτική. Κάτι όμως ήταν διαφορετικό. Ο Ebenezer αισθανόταν για πρώτη φορά μετά από χρόνια πραγματικά ζωντανός, πραγματικά ευγνώμων. Ήταν μάλιστα τόσο χαρούμενος γι’ αυτό, που δεν ήξερε τι να κάνει με τη χαρά του κι έτσι άρχισε να χορεύει και να τραγουδάει. Έπειτα άνοιξε το παράθυρο και ρώτησε ένα περαστικό αγόρι τι μέρα ήταν.

Χριστούγεννα!

Ω του θαύματος! Τα πνεύματα είχαν όλα έρθει μέσα στην ίδια νύχτα! Δεν του στέρησαν τα Χριστούγεννα, του επέτρεψαν να τα ζήσει!

Ο Ebenezer σχεδόν πετούσε από τη χαρά του και αν τον έβλεπε κανείς, θα πίστευε πως πρόκειται για ένα μικρό παιδί εγκλωβισμένο στο σώμα ενός μεγάλου, που δεν είχε όμως σε τίποτα να ζηλέψει την ενέργεια και τη διάθεση άλλων παιδιών.

Ανέθεσε στο περαστικό αγόρι να πάει και να αγοράσει τη μεγαλύτερη γαλοπούλα και να του τη φέρει. Μάλιστα, του έδωσε γερό χαρτζιλίκι για να το ανταμείψει. Το αγόρι επέστρεψε μετά από λίγο μαζί με τον κρεοπώλη και ο Ebenezer του νοίκιασε τότε ολόκληρη άμαξα για να μεταφέρει το πτηνό στη οικία της οικογένειας Cratchit. Στο σπίτι του μικρού Tim.

Ο Ebenezer το ένιωθε, το ήξερε. Δεν θα άφηνε από εδώ και πέρα ούτε στιγμή να πάει χαμένη, ούτε λεπτό να περάσει ανεκμετάλλευτο. Θα ζούσε κάθε στιγμή και θα φρόντιζε να προσφέρει όσο περισσότερα μπορούσε σε εκείνους που τον χρειάζονταν. Είχε πια πάρει το μάθημά του και δε θα γύριζε ποτέ ξανά πίσω. Η πόλη θα γνώριζε έναν άλλο Ebenezer Scrooge, έναν άνθρωπο που θα ζούσε για να προσφέρει και να κάνει τη ζωή των συνανθρώπων του καλύτερη με όποιον τρόπο μπορούσε.

Έτσι κι έγινε. Ο Ebenezer άνοιξε την καρδιά του και έγινε ο καλός Σαμαρείτης για όποιον βρισκόταν σε ανάγκη. Για τον ίδιο τον μικρό Tim έγινε δεύτερος πατέρας και βρήκε το χαμένο νόημα τόσων χρόνων που του χάρισε και πάλι το χαμόγελο.

Δεν ήταν, όμως, μόνον αυτό το μικρό θαύμα που έγινε εκείνα τα Χριστούγεννα. Ο Ebenezer βρήκε το θάρρος, αν και ομολογουμένως δεν ήταν καθόλου εύκολο, να πάει στο δείπνο όπου τον είχε καλέσει ο ανιψιός του. Βλέπεις, δεν είναι εύκολο να ξεπεράσεις μήτε τον εγωισμό μήτε την περηφάνια σου, ειδικά όταν γνωρίζεις πως έχεις σφάλει, αλλά για τον φίλο μας είχε γίνει και αυτό πλέον εφικτό. Είχε πια καταλάβει πως το μόνο που έχει τελικά είναι εκείνη η μία στιγμή στο εδώ και στο τώρα. Το τι κάνουμε με αυτήν τη στιγμή, όμως, καθορίζει τα πάντα. Έτσι λοιπόν, αποφάσισε να χτυπήσει την πόρτα του ανιψιού του και ανταμείφθηκε για το θάρρος του. Βρήκε με αυτήν την κίνηση την οικογένεια που είχε πάντα τόση ανάγκη και δεν πέρασε άλλα μοναχικά και κρύα Χριστούγεννα, ούτε και φοβήθηκε ποτέ ξανά μην τύχει και τον επισκεφθούν τα πνεύματα.

Η ιστορία του Ebenezer είναι ένα μάθημα για όλους μας. Σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι σκέφτονται το συμφέρον τους και ξεχνούν πως ο τρόπος που ζουν καθορίζει την ίδια τους την ευτυχία, έχουμε χάσει το νόημα της προσφοράς και της ευγνωμοσύνης. Έχουμε ξεχάσει πόσο σημαντικό ρόλο παίζει το να δίνουμε ό,τι μπορούμε, ακόμα κι αν αυτό είναι ένα απλό χαμόγελο. Έχουμε ξεχάσει να νοιαζόμαστε και έχουμε κλειστεί στον μικρόκοσμό μας από φόβο, μην τυχόν και χάσουμε αυτά που έχουμε. Το θέμα όμως είναι πως τα πάντα σε αυτή τη ζωή είναι δανεικά, ακόμα και το σώμα που κατοικούμε, και πως όσα κάνουμε επηρεάζουν και τους άλλους με τρόπους που ούτε καν φανταζόμαστε. Είμαστε απλά περαστικοί και εκείνοι που νομίζουν πως θα ζήσουν για πάντα ή πως θα τα πάρουν όλα μαζί τους, είναι γελασμένοι.

Η αλήθεια είναι πως μια πραγματικά ευτυχισμένη και γεμάτη ζωή είναι η ζωή που μοιράζεται και σκορπά χαρά και αγάπη.

Τα Πνεύματα ξέρουν και μπορούν να σου δείξουν την αλήθεια. Το θέμα είναι… πρέπει να σε επισκεφθούν;

 

Για την ιστορία

Η παραπάνω ιστορία αποτελεί μία από τις δημοφιλέστερες και πιο αγαπημένες χριστουγεννιάτικες ιστορίες του δυτικού κόσμου. Ποιος από εμάς δεν έχει “γνωρίσει” κάποια στιγμή στη ζωή του τον φανταστικό χαρακτήρα του Ebenezer Scrooge, είτε μέσα από την ίδια τη νουβέλα A Christmas Carol, που γράφτηκε από τον Κάρολο Ντίκενς και κυκλοφόρησε το 1843 είτε μέσα από κάποια εκδοχή των αντίστοιχων ταινιών που γυρίστηκαν μέσα στα τόσα χρόνια.

Περισσότερα για τον ίδιο τον Κάρολο Ντίκενς και άλλα πολύ γνωστά του έργα διαβάσαμε νωρίτερα αυτόν τον μήνα στο αντίστοιχο άρθρο του Γιώργου Χατζηκυριάκου Charles Dickens, ο μάγος των Χριστουγέννων.

 

Πηγές:

Charles Dickens, A Christmas Carol, Project Gutenberg

Charles Dickens, ο μάγος των Χριστουγέννων

Cover art by J. Kirk Richards

 

Συγγραφέας. Blogger. Podcaster. Η Φιλιώ (Φύλλις) Γαβριηλίδου ανήκει στην κατηγορία των ανθρώπων που δεν μπορούν να σταθούν ακίνητοι. Ζει για να γράφει, είτε αυτό αφορά το blog της είτε το επόμενο βιβλίο της. Σπούδασε Γερμανική Φιλολογία και το κομμάτι εκείνο της φιλολόγου δε λέει να την αφήσει σε ησυχία· αποτυπώνεται στην αγάπη της για τα βιβλία και τη διαρκή αναζήτηση. Έχει αστείρευτη δίψα για γνώση και τόσο τα ενδιαφέροντά της όσο και οι ενασχολήσεις της περιστρέφονται γύρω από τη δημιουργικότητα και την ανθρώπινη ψυχολογία. Πιστεύει πως η δημιουργικότητα είναι το μονοπάτι προς την ευτυχία και πως ο πιο σύντομος δρόμος για να φτάσουμε εκεί είναι μέσα από το εσωτερικό μας παιδί.

Το 2017 εκδόθηκε το πρώτο της βιβλίο με τον τίτλο Ονειρόκοσμος: Το Μέσο Φάσμα, ο Κρύσταλλος και ο Εφιάλτης ενώ θα τη βρείτε να αρθρογραφεί καθημερινά στο blog της "Φάε τη σοκολάτα σου" ή να συζητά στην εκπομπή της Phyllisophies με του καλεσμένους της για ιδέες και ιστορίες που έχουν τη δύναμη να εμπνεύσουν και να παρακινήσουν.

Website: www.phyllisgabriel.com