Edward Robert Hughes, ο συμβολισμός πίσω από τη φαντασία
Πολλοί άνθρωποι ξέρουν τους πίνακές του και κάποιοι λένε ότι έχουν συγκινηθεί από τη διαχρονική ομορφιά τους. Λίγοι, όμως, γνωρίζουν το όνομα του καλλιτέχνη πίσω από τα πινέλα.
Ο Edward Robert Hughes υπήρξε μια πολύ αξιόλογη και σεβάσμια φιγούρα ανάμεσα στη δεύτερη γενιά των Προραφαηλιτών. Ο Hughes, μαζί με κάποιους συγχρόνους του, επηρεάστηκε και συνέχισε να χρησιμοποιεί τις τεχνικές που καθιέρωσαν μέλη της αδελφότητας των Προραφαηλιτών, καθώς και του Αισθητισμού. Όπως ο Millais και ο Holman Hunt, ο Hughes ενδιαφερόταν για την ποιότητα του ρεαλισμού και των φωτεινών χρωμάτων. Φρόντισε, μάλιστα, να διατηρήσει αυτές τις παραδόσεις, μαζί με μία αγάπη για τα ρομαντικά και συμβολικά θέματα.
Ο E.R. Hughes (γνωστός στην οικογένειά του ως «Ted») γεννήθηκε στο Clerkenwell του Λονδίνου το 1851. Κατά τη διάρκεια του 1860, έζησε για κάποιον καιρό με τον ζωγράφο θείο του, Arthur Hughes (γνωστό για τα έργα του: April Love, The Long Engagement και Home from the Sea), και την οικογένειά του, που περιελάμβανε τον Arthur Ford Hughes, επίσης καλλιτέχνη. Αφού είχε ξεκινήσει μια καριέρα ως ζωγράφος πορτρέτων για τις ανώτερες τάξεις και μετά την εκπαίδευση που έλαβε από τον θείο του, έχοντας συνειδητοποιήσει την επιλογή ζωής του, παρακολούθησε μαθήματα προετοιμασίας στο Heatherley's στο Λονδίνο, ώστε να περάσει από επιτροπή για να μπει στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών. Φυσικά, τα κατάφερε και ξεκίνησε να σπουδάζει το 1868.
Ως ένας νέος και ανερχόμενος ζωγράφος, εξέθεσε τα έργα του από νερομπογιές και λαδομπογιές στην γκαλερί Dudley προς τα τέλη του 1860, που ήταν μία από τις λίγες γκαλερί της εποχής που ήταν ανοιχτές για τους καλλιτέχνες καθώς και τη New Gallery. Προς το 1872, ο Hughes έγινε συχνός εκθέτης στη Βασιλική Ακαδημία, όπου είχε το δικό του στούντιο, αλλά συνεργαζόταν πιο στενά με την γκαλερί Grosvenor, όπου εξέθετε τα έργα του το 1880. Εκείνες τις χρονιές γνώρισε το είδωλό του Burne-Jones και τον συγγραφέα-ποιητή George MacDonald.
Επιπλέον, συνεργαζόταν με την Art Workers Guild (όπου υπήρξε μέλος) και τη Royal WaterColour Society, όπου υπήρξε μέλος και κάποια στιγμή αντιπρόεδρος. Το έργο που διάλεξε για να γίνει μέλος στη Royal WaterColour Society ήταν το Oh, What's That in the Hollow?, επηρεασμένο από έναν στίχο ποιήματος της Christina Rossetti, με τον τίτλο Amor Mundi (Love of the World). Όντας μακάβριος, ο πίνακας δεν είναι χαρακτηριστικός της τέχνης του. Οι κριτικοί πιστεύουν ότι τα τριαντάφυλλα συνδέονται με τη σειρά Briar Rose του Burne-Jones, ενώ η φόρμα του πίνακα θυμίζει την Ophelia του Millais. Υπάρχει κάτι αποκρουστικό σε σχέση με το ισχνό πρόσωπο και τα κενά μάτια, αλλά με τον δικό του τρόπο αποτελεί ένα Gothic «memento mori», όπως είναι και τα ποιήματα της Rossetti, αισθητικοποιώντας τον όμορφο θάνατο και δίνοντας, ταυτόχρονα, μια προειδοποίηση. Αυτός ο συνδυασμός της ομορφιάς, του στυλ, της φόρμας, του χρώματος, του Gothic και της θρησκευτικότητας αποτελεί την αποθέωση της τέχνης του Hughes. Επιπλέον, ο πίνακας του A Witch δόθηκε από την Κοινότητα στον King Edward V II και την Queen Alexandra για τη στέψη τους το 1902. Σε αυτούς τους χώρους, η τέχνη του Hughes μπορούσε να ευδοκιμήσει.
Το 1874, ο Hughes αρραβωνιάστηκε τη Mary MacDonald, κόρη του συγγραφέα-ποιητή George MacDonald. Δυστυχώς, αυτός ο αρραβώνας δεν κράτησε πολύ, καθώς η Mary πέθανε τέσσερα χρόνια μετά. Ο Hughes δεν αποθαρρύνθηκε και το 1883 παντρεύτηκε την Emily Eliza Davies, όμως δεν απέκτησε ποτέ απογόνους. Απεβίωσε το 1914 από ένα χειρουργείο σκωληκοειδίτιδας, λίγο πριν το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου.
Όταν πέθανε, φάνηκε πόσο αγαπητός ήταν σε φίλους και συνεργάτες, καθώς οι φίλοι του έκαναν κάτι πολύ συγκινητικό. Διοργάνωσαν ένα μνημόσυνο ειδικά γι’ αυτόν, όπου συγκέντρωσαν γύρω στα 13.000 pounds και αγόρασαν δύο πίνακες από τη χήρα του Hughes, Emily Eliza, και τους δώρισαν. Ο πίνακας Night with Her Train of Stars δωρίθηκε στην πόλη του Birmingham, ενώ ο πίνακας Blondel’s Quest δόθηκε στο Ashmolean Museumn της Οξφόρδης.
Φίλος του Hughes και μέντοράς του σε θέματα τέχνης, υπήρξε ο William Holman Hunt. Μάλιστα, στη νεκρολογία του στους Times, ο Hughes αναφέρεται και ως «γιος» του Hunt. Όταν η όραση του Hunt ξεκίνησε να ατονεί προς το τέλος της ζωής του, ο Hughes δούλεψε γι’ αυτόν ως βοηθός του και ήταν υπεύθυνος για την ολοκλήρωση της life-size τελικής εκδοχής του The Light of the World, έργο το οποίο πλέον βρίσκεται στον καθεδρικό του Αγίου Παύλου, και του The Lady of Shalott, το οποίο βρίσκεται στο Wadsworth Atheneum.
Ο Hughes, επίσης, είχε επηρεαστεί καλλιτεχνικά και στιλιστικά από πολλούς ζωγράφους και περιόδους της τέχνης, όπως είναι η πρώιμη Αναγέννηση, η Gothic εποχή, ο Edward Burne-Jones, ο Dante Gabriel Rossetti, ο William Holman Hunt και ο John Everett Millais. Ήταν γνωστός για τους μυστικιστικούς πίνακές του με τις νεράιδες, τις παρθένους, τις μυθολογικές φιγούρες, τα ιστορικά θέματα και την ιταλική λογοτεχνία, τα οποία περιτριγυρίζονταν από ένα λαμπερό φως. Η τέχνη του είχε επηρεαστεί και από πολλούς συγγραφείς. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν οι Goethe, Edward Bulwer-Lytton, John Keats, Shakespeare, Coventry Patmore, Charles Dickens, Tennyson, Dinah Maria Mulock.
Συνήθως χρησιμοποιούσε νερομπογιά (gouache) και πειραματίστηκε με πολλές τεχνικές. Κάποια από τα πιο γνωστά του έργα είναι τα Midsummer Eve και Night With Her Train of Stars. Οι ιστορικοί της τέχνης αναφέρουν ότι άρεσε πολύ στον Hughes να χρησιμοποιεί στις σκηνές του μπλε τόνους. Οι σκηνές ολοκληρώνονταν συνήθως με δραματικά υφάσματα, χρυσές ανταύγειες και μια συνολική μυστικιστική αύρα.
Ένας άλλος χαρακτηριστικός πίνακάς του είναι ο Valkyrie’s Vigil που δείχνει μία από τις war-maidens του Odin που στη σκανδιναβική μυθολογία πετούσαν πάνω από τα πεδία μάχης και διάλεγαν τους πολεμιστές που ήταν να πεθάνουν και τους οδηγούσαν προς τη Valhalla. Ο συγκεκριμένος πίνακας είναι εμποτισμένος με έναν αξιοσημείωτο και φαντασμαγορικό χαρακτήρα, και μπορούμε να τον εκλάβουμε ως μια Εδουαρδινή συνεισφορά στον ευρωπαϊκό Συμβολισμό. Ο Hughes σίγουρα είχε επηρεαστεί από ένα συγκεκριμένο θέμα, στο οποίο επέστρεφε ανά περιόδους: τη δεύτερη όπερα από το Der Ring des Nibelungen (The Ring of the Nibelung), την Die Walkure του Richard Wagner, η οποία διεξήχθη πρώτη φορά το 1882 στο Λονδίνο.
Ο Hughes δεν είχε επιτυχία μόνο στην Αγγλία. Πολλές γκαλερί σε Γερμανία, Αυστρία και Βενετία λάτρευαν τις τεχνικές του. Είχε γίνει μάλιστα αρκετά γνωστός για τους αποκαλυπτικούς πίνακές του και ήταν πολύ περήφανος γι’ αυτούς. Έκανε τρομερή έρευνα και μελέτη πάνω στην ανθρώπινη ανατομία και παρατηρούσε τη φύση και κάθε της λεπτομέρεια, καθώς μοναδικό του «ελάττωμα» υπήρξε η σχολαστικότητα, μια ιδιότητα η οποία χαρακτήριζε έναν αληθινό Προραφαηλίτη.
Ο Walter Crane, ο οποίος γνώριζε τον Hughes από το 1860 όταν ήταν μαζί εκθέτες στη γκαλερί Dudley, έγραψε για τον φίλο του: «Ο Edward Robert Hughes έχει κερδίσει επάξια τη θέση του ως ζωγράφος, συνεχίζοντας τη δουλειά του θείου του και τις παραδόσεις των Προραφαηλιτών. Ως μέλος της Κοινότητας και αντιπρόεδρος, τα έργα του βρίσκονται πάντοτε σε περίοπτη θέση, συχνά έχουν ως θέμα τον ρομαντισμό και τη φαντασία, με τη διακοσμητική τους αξία αναμφισβήτητη, έχοντας γίνει σε αυτά μια καλή επεξεργασία διάφανου χρώματος (An Artist’s Reminiscences, 1907, page 88).
Πλέον, μπορεί κάποιος να δει τα έργα του σε δημόσιες συλλογές όπως είναι οι εξής: Bradford Museums and Galleries, Cambridge & County Folk Museum, Maidstone Museum, Bruce Castle Museum, Kensington & Chelsea Local Studies, Birmingham Art Gallery, Ashmolean Museum, Oxford, Harris Museum & Art Gallery, Preston, και το National Trust for Scotland. Το Birmingham Museum & Art Gallery, μάλιστα, φιλοξενούσε μια έκθεση προς τιμήν του από το 2015 μέχρι το 2016 με τον τίτλο «Enchanted Dreams: The Pre-Raphaelite Art of E.R. Hughes».
Σύμφωνα με την έφορο του Birmingham Museum and Art Gallery, Victoria Osborne, ο Hughes αποτέλεσε έναν πρώιμο, Ευρωπαίο Συμβολιστή. Όσο ζούσε, όμως, το έργο του δεν είχε εκτιμηθεί σωστά και έπρεπε να περάσουν 60 χρόνια για να αναγνωριστεί. Μετά τον θάνατό του, ο Hughes κατέληξε στην αφάνεια και οι κριτικοί αποφάνθηκαν ότι ο Προραφαηλιτισμός πέθανε μαζί του και ίσως έπρεπε να γίνει έτσι, καθότι η Αδελφότητα δεν είχε να δώσει πια κάτι άλλο. Ο κόσμος άλλαζε, ο πόλεμος άρχιζε και η περίοδος του Μοντερνισμού ερχόταν δυναμικά. Αφηγηματικά, λογοτεχνικά και λεπτομερή, τα έργα του Hughes μπορεί να αποπνέουν κάτι παλιό, όμως αν τα παρατηρήσεις προσεκτικά, υπάρχει μια μοντέρνα προσέγγιση στη φόρμα και στα χρώματα που χρησιμοποιεί. Τελικά, καινοτόμος και οραματιστής ή συντηρητικός και οπισθοδρομικός; Αυτό θα το αφήσω στη δική σας κρίση…
Πηγές
http://www.leicestergalleries.com/19th-20th-century-paintings/d/edward-robert-hughes/13158
https://cultureandanarchy.org/2012/11/30/edward-robert-hughes/
https://www.pictorem.com/profile/Edward.Robert.Hughes
http://www.muddycolors.com/2017/01/artist-spotlight-edward-robert-hughes/
https://www.findagrave.com/memorial/135634091/edward-robert-hughes
http://www.wikiwand.com/en/Edward_Robert_Hughes
https://www.fulcrumgallery.com/a101803/Edward-Robert-Hughes.htm
https://www.artexpertswebsite.com/pages/artists/hughes.php
http://www.hellenicaworld.com/Art/Paintings/en/EdwardRobertHughes.html
http://www.historyofpainters.com/hughes.htm
Guest Post
Η Μυρτώ Μαραγκού γεννήθηκε στην Αθήνα το 1993. Σπούδασε Γλωσσολογία στο τµήµα Μεσογειακών Σπουδών, στην πόλη της Ρόδου. Η επιλογή των σπουδών, εν µέρει καρµική, οφείλεται στο µεγάλο της ενδιαφέρον για τις γλώσσες. Κληρονόµησε από την οικογένειά της το µικρόβιο της αγάπης για τα βιβλία και έκτοτε δεν µπορεί να τα αποχωριστεί. Η συγγραφή βιβλίων ξεκίνησε κατά τα φοιτητικά της χρόνια και όχι από τότε που θυµάται τον εαυτό της. Όµως, κατέληξε να γίνει ανάγκη και τρόπος έκφρασης. Έχει παρακολουθήσει σεµινάρια γραφολογίας, επικοινωνίας και αυτογνωσίας. Όταν δεν γράφει, της αρέσει να µελετά αρχαία κείµενα και ψυχολογία, να ζωγραφίζει Pop Art, να κάνει χειροτεχνίες, καθώς και να χάνεται µε τις ώρες σε ατελείωτο gaming και διάβασµα.