Edmund Dulac, ο "Άγγλος" εικονογράφος των παραδοσιακών παραμυθιών
Το όνομα Edmund Dulac είναι ξακουστό και γνώριμο στους κύκλους της λογοτεχνίας και της τέχνης. Όμως, έξω από αυτούς τους χώρους, σχεδόν κανείς δεν αναγνωρίζει αυτή την προσωπικότητα. Όπως και οι σημερινοί ομόλογοί του, Chris Riddell, John Howe ή Jackie Morris, έτσι και ο Edmund Dulac υπήρξε ένας καλλιτέχνης par excellence.
Γεννημένος τον Οκτώβριο του 1882 στην Τουλούζη της Γαλλίας, ο Dulac θεωρούνταν από πολύ μικρός ως αγγλόφιλος. Υιοθέτησε τον αγγλικό τρόπο ντυσίματος και τη συμπεριφορά, σε τέτοιο βαθμό που στο σχολείο ήταν γνωστός και ως «ο άγγλος». Είχε ταλέντο στη ζωγραφική από την εφηβεία, και ειδικά στις νερομπογιές. Στην ηλικία των δεκαέξι, ήταν σε θέση να κάνει έργα της art nouveau σαν επαγγελματίας.
Παράτησε τις σπουδές του πάνω στον νόμο, πριν ακόμη τις τελειώσει, επειδή πίστευε ότι ήταν βαρετές, για να εγγραφεί στη σχολή Καλών Τεχνών της Τουλούζης, όπου κέρδισε και βραβεία. Αργότερα, πήρε υποτροφία για ένα μικρό χρονικό διάστημα στην Ακαδημία Julian στο Παρίσι. Αλλάζοντας το όνομά του από Edmond σε Edmund, κατέληξε τελικά στο Λονδίνο το 1904 και βρήκε σύντομα δουλειά ως εικονογράφος. Τότε, μόλις στα 22 του χρόνια, ο εκδότης J. M. Dent τού εμπιστεύτηκε για πρώτη φορά την εικονογράφηση ενός έργου 60 σελίδων με νερομπογιά, δηλαδή τα μυθιστορήματα των αδερφών Brontë -τη Jane Eyre και άλλους εννέα τόμους.
Εκείνες οι εικονογραφήσεις, όπως έχει επισημάνει και κάποιος ειδικός, σημάδευσαν την αρχή μιας μακράς ενασχόλησης με τα μπλε χρώματα. Ο Dulac είχε δείξει τόσο μεγάλο ενδιαφέρον πάνω στον πλούτο και τη φινέτσα του μπλε, που διακρινόταν για τα επόμενα χρόνια και στη δουλειά του. Είχε «μανία» με το μπλε όχι μόνο λόγω της απόχρωσης, αλλά και λόγω του λογοπαίγνιου που είχε δημιουργηθεί από το όνομά του: bleu du lac (μπλε της λίμνης). Οι πίνακές του από αυτή την εποχή, τη μπλε περίοδο, χαρακτηρίζονται από σκοτεινούς, ξάστερους ουρανούς, σκηνές λυκόφωτος και παγωμένα, γαλάζια τοπία.
Έπειτα, του ζητήθηκαν και άλλα έργα, ανάμεσα σε αυτά εικονογραφήσεις και καρικατούρες για το περιοδικό Pall Mall Magazine, όπου ο Dulac ήρθε σύντομα σε επαφή με δουλειές άλλων εικονογράφων, όπως των Arthur Rackham, William Heath Robinson και Edmund Sullivan. Μετά από αυτήν την άμεση επιτυχία, εντάχθηκε στο London Sketch Club και πιο μετά στο St. John's Art Club. Τον Απρίλιο του 1911 παντρεύτηκε την Elsa Bignardi, ένα χαριτωμένο και ντροπαλό κορίτσι με ιταλικές και γερμανικές ρίζες.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε το νόημα της χρονικής στιγμής της άφιξης του Dulac στο Λονδίνο. Μέχρι τα μέσα του 1890, δεν υπήρχε κάποια οικονομική μέθοδος για την αναπαραγωγή έγχρωμων εικόνων. Εκείνο τον καιρό, οι τρόποι τυπώματος ποίκιλλαν από τυπογράφο σε τυπογράφο, ήταν συχνά κατοχυρωμένοι και εξελίσσονταν συνεχώς. Η εφεύρεση της διεργασίας που τώρα αποκαλούμε «color separation» (διαχωρισμός χρωμάτων) κατέστησε ικανή τη μαζική παραγωγή έγχρωμων εικόνων, και κατά το 1905 κατάφεραν να δημιουργήσουν εικόνες που έμεναν «πιστές» στο πρωτότυπο. Το μόνο μειονέκτημα ήταν ότι αυτές οι εικόνες έπρεπε να τυπωθούν σε ειδικό επιχρισμένο χαρτί, και έτσι δεν μπορούσαν να δεθούν στα βιβλία μαζί με τις υπόλοιπες σελίδες. Γι’ αυτό, έπρεπε να τις κολλήσουν μετά. Ένα από τα πρώτα βιβλία που βλέπουμε με αυτή την τεχνική είναι το Rip Van Winkle του Arthur Rackham. Αυτό το εικονογραφημένο gift book γεννήθηκε μόλις ο Edmund Dulac έφτασε στο Λονδίνο, ενώ ο Rackham βρισκόταν εδώ και δέκα χρόνια στον χώρο της εικονογράφησης.
Μετά την επιτυχία του Rip Van Winkle και του Peter Pan in Kensington Gardens, πολλοί εκδότες έψαχναν για καλλιτέχνες, ώστε να δημιουργήσουν τα δικά τους gift books. Οι εκδόσεις Hodder and Stoughton είχαν αναλάβει την έκδοση των βιβλίων του Rackham. Μέσα από κάποιες διασυνδέσεις, ο Dulac ήρθε σε επαφή με τη Leicester Gallery. Έτσι, όταν ο Rackham υπέγραψε συνεργασία με τις εκδόσεις Heinemann, η Leicester Gallery πρότεινε τον Dulac στις Hodder and Stoughton. Με αυτόν τον τρόπο και πενήντα σελίδες νερομπογιές, δημιουργήθηκε το βιβλίο The Arabian Nights. Ο Dulac, αργότερα, θα επαναλάμβανε αυτή τη συμφωνία για χρόνια, με ένα βιβλίο τη φορά.
Το ύφος του Dulac δείχνει ότι προφανώς επηρεάστηκε από τον Arthur Rackham. Αυτή η επιρροή ήταν αμοιβαία, και πιθανότατα και οι δύο μαζί επηρεάστηκαν από τον Σουηδό εικονογράφο, John Bauer. Όπως και να ‘χει, το αποτέλεσμα ήταν ότι ο Rackham και ο Dulac έγιναν οι κυρίαρχες φιγούρες μιας νέας εποχής, δημιουργώντας συγκλονιστικά στυλ εικονογράφησης που εξακολουθούν και σαγηνεύουν τον κόσμο μέχρι και σήμερα.
Αντίθετα με τον Rackham, που δεν μπορούσε να συνηθίσει τις τεχνολογικές αλλαγές και ακόμη χρησιμοποιούσε την παλιά τεχνική, όπου το μαύρο μελάνι «συγκρατούσε» το χρώμα και έκρυβε τα αποτελέσματα της κακής ευθυγράμμισης των έγχρωμων εντύπων, ο Dulac ξεκίνησε και συνέχισε με μια νέα και πιο ακριβή μέθοδο που τον έκανε να δουλεύει χωρίς να χρειάζεται τις γραμμές, χρησιμοποιώντας μόνο νερομπογιά και τέμπερα. Κατάφερνε και έφτιαχνε τους πιο σωστούς τόνους, όπου έκαναν το χρώμα να συγκρατεί τα σχήματα και να τονίζει το εκάστοτε αντικείμενο. Κάποια στιγμή, βέβαια, ζωγράφιζε και με περιγράμματα, όχι τόσο λόγω «μόδας», αλλά λόγω των ορίων στις τεχνικές του.
Ο Dulac και αρκετοί σύγχρονοί του ακολουθούσαν το στενό μονοπάτι μεταξύ ομορφιάς και σκληρότητας, μυστηρίου και απειλής, και πολύς κόσμος αναρωτιέται αν αυτές οι εικόνες είναι φτιαγμένες για παιδιά. Παράλληλα, του άρεσε να μιμείται την παραδοσιακή εικονογράφηση των τόπων όπου διαδραματίζονταν τα παραμύθια, και ήταν ένας από τους πρώτους εικονογράφους που το κατάφεραν.
Όταν ξεκίνησε ο Πρώτος Παγκόσμιος, η εφημερίδα The Daily Telegraph ένωσε τις δυνάμεις μαζί με τις εκδόσεις Hodder and Stoughton, για να μαζέψει χρήματα για τον γαλλικό Ερυθρό Σταυρό. Και ποιος θα ήταν ο πιο κατάλληλος να εικονογραφήσει έναν τόμο παραμυθιών, από τον Edmund Dulac; Φυσικά, δέχτηκε να συμβάλει στην προσπάθεια «ελάφρυνσης» από τον πόλεμο, διαλέγοντας τις πιο γνωστές του εικόνες από παλαιότερα βιβλία, και προσθέτοντας τρεις καινούργιες. Το Picture Book, ήταν το μόνο βιβλίο που δημιουργήθηκε από έναν καλλιτέχνη. Μάλιστα, μέσα στο βιβλίο υπήρχε μια φωτογραφία του και κάποια λόγια, εκ μέρους του, που παρακαλούσαν τον κόσμο να βοηθήσει.
Το τέλος του Πρώτου Παγκόσμιου το 1920, σήμανε το τέλος των gift books και την αρχή της οικονομικής ανασφάλειας του Dulac. Την ίδια χρονιά, το βρετανικό περιοδικό The Outlook σταμάτησε να δημοσιεύει τα cartoons του Dulac, τα οποία αποτελούσαν τη σταθερή πηγή εισοδήματός του. Αν και κατάφερνε να βγάζει τα προς το ζην, είτε ζωγραφίζοντας πορτρέτα και εξώφυλλα για περιοδικά, είτε σχεδιάζοντας γραμματόσημα, το θέμα των χρημάτων συνέχιζε να τον απασχολεί. Αυτή η περίοδος της ζωής του δεν ήταν και πάρα πολύ εύκολη γι’ αυτόν, καθώς τον Αύγουστο του 1923, ο Dulac και η Elsa χώρισαν.
Σε αυτό το σημείο, θα δούμε κάποια παραδείγματα των έργων του που μου έκαναν πιο μεγάλη εντύπωση:
The Arabian Nights
Όταν εκδόθηκε το βιβλίο Sindbad: And Other Stories from the Arabian Nights, παρουσίασε στον κόσμο oriental μοτίβα και πολύ φωτεινά χρώματα. Όπως έχει επισημάνει και ένας συγγραφέας, στα βιβλία The Arabian Nights και Rubaiyat of Omar Khayyam, ο Dulac κάνει υψηλή χρήση του πράσινου-μπλε τόνου του αμερικανού καλλιτέχνη James McNeill Whistler. Το αποτέλεσμα αυτού του τόνου είναι ότι δίνει στις εικονογραφήσεις ένα νυχτερινό σκηνικό, ανάμεσα σε αυγή και σούρουπο, προσθέτοντας ένα μυστήριο και δημιουργώντας ένα συναίσθημα της ώρας που περνάει και του ονείρου που τελειώνει με τον ερχομό της μέρας ή της νυχτερινής λήθης. Τα βιβλία δημοσιεύτηκαν δεμένα με ύφασμα και με περγαμηνή, υπογεγραμμένα από τον καλλιτέχνη. Ήταν το πρώτο από μια σειρά gift books που συνέπιπτε με τις γιορτές των Χριστουγέννων. Φυσικά, επέστρεψε ξανά στις Arabian Nights, για να προσθέσει την Princess Badoura. Το βιβλίο έγινε τόσο γνωστό και κερδοφόρο, όπου για κάποιο καιρό, ο Dulac άκουγε στην προσφώνηση «The Arabian Nights Man.»
Όσο περνούσε ο καιρός, το πάθος του Dulac με το oriental στυλ, ξεκίνησε να επηρεάζει κατά πολύ την τέχνη του. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός πως ένας θείος του ήταν antique dealer της oriental τέχνης, και από μικρή ηλικία ο Dulac είχε ενθουσιαστεί με τον εξωτισμό του συγκεκριμένου σχεδίου. Πρόσεχε τόσο την κάθε λεπτομέρεια που για να ερευνήσει καλύτερα το θέμα, πέρα από την κουλτούρα και την τέχνη, έμαθε αραβικά και κινέζικα. Στην παρουσίαση μιας έκθεσης της δουλειάς του στη Νέα Υόρκη, είχε ειπωθεί για τον καλλιτέχνη ότι «θα μπορούσε να είχε διαλέξει κάποια ονειρεμένη πόλη της Ανατολής για γενέτειρά του, μια πριγκίπισσα της Περσίας για μητέρα του και έναν καλλιτέχνη της δυναστείας Ming για πατέρα του.»
The Ice-Maiden
Μια όμορφη νεαρή γυναίκα, ντυμένη στα λευκά, περπατάει μέσα στο χιόνι και στον πάγο, συνοδευόμενη από δύο πολικές αρκούδες που φαίνονται να είναι υπάκουες και πιστές. Η ιστορία πίσω από αυτόν τον πίνακα βρίσκεται στο βιβλίο The Dreamer of Dreams, του 1915 από τον εκδοτικό οίκο Hodder & Stoughton. Αυτό το μυθιστόρημα φαντασίας γράφτηκε από τη βασίλισσα Marie της Ρουμανίας. Ένα χρόνο μετά, ο Dulac εικονογράφησε και ένα δεύτερο βιβλίο της, το The Stealers of Light. Το βιβλίο Dreamer of Dreams μιλάει για την ιστορία του Eric Gundian, ενός ζωγράφου που δούλευε πάνω σε έναν μεγάλο πίνακα στο βασιλικό παλάτι, αλλά δεν μπορούσε να τελειώσει το πρόσωπο της τελευταίας γυναίκας. Μετά από ένα όραμα, ο Eric φεύγει από το παλάτι προς αναζήτηση των τέλειων ματιών. Η Ice-Maiden, ουσιαστικά, είναι μια όμορφη ξένη που συναντάει σε ένα χιονισμένο βασίλειο. Η εικόνα του Dulac απεικονίζει την πρώτη στιγμή που τη βλέπει: όλο το μεγαλείο της νύχτας, την εκπληκτική λάμψη, το χιόνι και τα χιλιάδες αστέρια. Όλα πάνω της είναι λευκά, γυαλίζουν και λαμπυρίζουν. Η Ice-Maiden είναι το καλύτερο δείγμα της δουλειάς του και της χρυσής εποχής της εικονογράφησης.
Firebird
Η καταγωγή αυτού του παραμυθιού είναι ρώσικη. Στη σκηνή που βλέπουμε τον πρίγκιπα Ivan να ανακαλύπτει την πριγκίπισσα Vasilisa, υπάρχουν κάποιες επιρροές από τη ρωσική κουλτούρα. Τα ρούχα είναι αυτά που θα φορούσε η βασιλική οικογένεια, και η αρχιτεκτονική των κτιρίων μάς θυμίζει τη Μόσχα. Χρησιμοποιώντας νερομπογιές, αντί για τη μέθοδο του μαύρου μελανιού, ο Dulac αποφασίζει προσεκτικά πού θα βάλει «ήσυχα» χρώματα, τα οποία μπορούμε να δούμε στα πρώιμα έργα του, και πού θα βάλει πιο «σκληρά». Μόνο με τη χρήση κόκκινης μπογιάς, η προσοχή πηγαίνει κατευθείαν στον πρωταγωνιστή του βιβλίου. Ενώ, στην πλειοψηφία της εικονογράφησης χρησιμοποιούνται χρώματα από την «οικογένεια» του μπλε, η χρωματική του παλέτα έχει αρχίσει να επηρεάζεται από πιο φωτεινά χρώματα.
The Story of Bashtechelik
Αυτή η εικονογράφηση προέρχεται από ένα σέρβικο παραμύθι και απεικονίζει τον ήρωα του τίτλου να απαγάγει την όμορφη πριγκίπισσα από το παλάτι της. Αυτή η πράξη συμβαίνει συνεχώς μέσα στο βιβλίο. Η χρήση των μουντών χρωμάτων δίνει την εντύπωση ότι η εικόνα δημιουργήθηκε στα πρώιμα χρόνια της δουλειάς του ως εικονογράφος. Επίσης, αντί τα μαλλιά της πριγκίπισσας να είναι ξανθά, όπως λέει το παραμύθι, ο Dulac τα ζωγράφισε μελαχρινά, για να δώσει ένα πιο παραδοσιακό ύφος και να ταιριάζει με τη σέρβικη κουλτούρα.
The Serpent Prince
Σε αυτή την εικονογράφηση του Dulac, τα φωτεινά χρώματα και η ασιατική επιρροή που βλέπουμε σε μετέπειτα έργα του, είναι παρόντα εδώ. Ενώ η πριγκίπισσα, για την οποία τρέφει αισθήματα ο Serpent Prince, είναι ντυμένη με τα παραδοσιακά ρούχα της ιταλικής αριστοκρατίας, οι ελέφαντες από πίσω δίνουν ένα πιο oriental στοιχείο. Η χρήση φωτεινών χρωμάτων από νερομπογιές, όπως του κόκκινου και του μωβ, δίνουν μια δυναμικότητα σε σχέση με τους μπλε χρωματισμούς, σε προηγούμενα έργα του.
Οι δουλειές του χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Works (1899-1948) και Personal (1818, 1889-1926). Το πρώτο παιδικό βιβλίο που εικονογράφησε ο Dulac ήταν το Fairies I Have Met της Rodolph Stawell που εκδόθηκε το 1907 και επανεκδόθηκε το 1920 με τον τίτλο My Days with the Fairies. Μέσα στα έργα του διακρίνουμε και το βιβλίο Lyrics Pathetic and Humorous from A to Z. Πρόκειται για ένα έγχρωμο βιβλίο της αλφαβήτου με κωμικά πεντάστιχα.
Άλλα γνωστά του έργα είναι τα εξής: Tanglewood Tales, The Daughter of the Stars, The Tempest, The Kingdom of the Pearl και The Bells and Other Poems του Edgar Allan Poe. Συγκεκριμένα, τα βιβλία Sleeping Beauty και Hans Andersen’s Fairy Tales ξεχωρίζουν για τη χρήση πλούσιων χρωμάτων.
Επίσης, συνεργάστηκε με τους φίλους του W. B. Yeats και Sir Thomas Beecham σε διάφορα θεατρικά έργα. Το 1920 συνέθεσε μουσική για μια παραγωγή του Yeats στο θέατρο Hawk's Well. Ο Yeats, ο Dulac, και ο Ezra Pound ανέβασαν στη σκηνή ιαπωνικό θέατρο Nō, με τον Dulac να σχεδιάζει τα κοστούμια και τα σκηνικά, να συνθέτει μουσική και να φροντίζει το μακιγιάζ. Όμως, η συνεργασία του με τον Yeats δεν σταμάτησε εκεί. Το 1937 συνεργάστηκαν για ένα πρόγραμμα του ραδιοφωνικού σταθμού του BBC, My Own Poetry. Ο Yeats διάλεξε επτά από τα αγαπημένα του ποιήματα, και ο Dulac συνέθεσε τη μουσική που συνόδευε τα ποιήματα και κάποια ιντερλούδια. Ο Yeats αφιέρωσε το βιβλίο του The Winding Stair στον Dulac, κι εκείνος με τη σειρά του, σχεδίασε ένα μνημείο για την τελευταία κατοικία του φίλου του.
Κάτι που δεν θα περίμενε κανείς είναι ότι ο Dulac σχεδίαζε κάρτες μενού, τραπουλόχαρτα, κουτιά για σοκολατάκια και ετικέτες βιβλίων. Και όχι μόνο αυτό, οι δουλειές και οι ασχολίες του περιελάμβαναν απεικονίσεις ζώων, θεατρικά προγράμματα, άρθρα, κριτικές βιβλίων, σημειώσεις πάνω στην τέχνη, τη φιλοσοφία, τη θρησκεία και τον συμβολισμό. Μέσα στα αντικείμενά του, βρίσκουμε και παρτιτούρες για πιάνο ή φωνητικά, συγκεκριμένα το κομμάτι «The Twelve Days of Christmas»
Ο Dulac έκανε εικονογραφήσεις και εξώφυλλα για την εφημερίδα The American Weekly, με τον τίτλο Bible Scenes and Heroes, αλλά και για το περιοδικό Country Life της Βρετανίας. Έτσι, το Country Life Limited του Λονδίνου, δημοσιοποίησε το βιβλίο Gods and Mortals in Love το 1935 με εικονογραφήσεις του.
Αφού τελείωσε η χρυσή εποχή των εικονογραφήσεων, ο Dulac έβαλε πλώρη για άλλες θάλασσες. Στις αρχές του 1940, ετοίμασε μια δουλειά για την τράπεζα της Πολωνίας (Bank Polski). Αυτή η δουλειά ήταν ο σχεδιασμός του πολωνικού τραπεζογραμματίου των 20 zlotych, Τελικά, δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Επίσης, σχεδίασε γραμματόσημα και τραπεζογραμμάτια για την ελεύθερη Γαλλία κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου. Μοντέλο για τα γραμματόσημα Marianne de Dulac ή de Londres ήταν η γυναίκα του φίλου του Dulac. Ονομάστηκαν έτσι επειδή τυπώθηκαν στο Λονδίνο, αλλά φυσικά δεν κυκλοφόρησαν λόγω του πολέμου. Ήταν η πρώτη φορά που έργο του είχε την υπογραφή του γαλλικού ονόματός του. Ο Dulac συνείσφερε σε κάποια μετάλλια και σχέδια γραμματοσήμων που κυκλοφόρησαν για να τιμήσουν τους θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1848 και το φεστιβάλ της Βρετανίας το 1951, καθώς και αυτά που γιόρταζαν τη στέψη του βασιλιά Γεώργιου VI το 1937.
Ο Dulac ήταν ένας από τους σχεδιαστές των γραμματοσήμων «Wilding Series» για τη βασιλεία της βασίλισσας Ελισάβετ και αυτών για τη στέψη της. Στο τέλος της καριέρας του, επέστρεψε στην εικονογράφηση παιδικών βιβλίων, με την ίδια τελειότητα που χαρακτήριζε και τις πρώτες του δουλειές. Δυστυχώς, «έφυγε» πριν προλάβει να ολοκληρώσει τα έργα του, στην ηλικία των 70, από το τρίτο του έμφραγμα.
Από όλους τους εικονογράφους των gift books, ο Dulac παρέμεινε ο πιο ενεργός και δραστήριος σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Τα έργα του δεν ήταν τόσο φανταχτερά και συχνά, αλλά τα The Green Lacquer Pavilion, Treasure Island, A Fairy Garland, The Daughters of the Stars, The Golden Cockerel, The Marriage of Cupid and Psyche και Comus ξεπέρασαν κατά πολύ τις δουλειές των συγχρόνων του. Ο κριτικός R. H. Wilenski, έγραψε μετά τον θάνατό του ότι «ο Edmund Dulac έφτιαχνε συλλεκτικά έργα: Στόχευε, μέσα στα όριά του, στην τελειότητα, και μέσα σε αυτά τα όρια, συνήθως το επιτύγχανε.»
ΥΓ. Μια όμορφη ανακάλυψη κατά τη διάρκεια της αναζήτησης του Edmund Dulac, υπήρξε το βιβλίο του, Fairy tales of the Allied nations. Μπορείτε να το αναζητήσετε στον παρακάτω σύνδεσμο:
https://archive.org/stream/edmunddulacsfair00dularich#page/n39/mode/2up)
Πηγές:
http://www.bpib.com/illustrat/dulac.htm
http://linesandcolors.com/2006/07/23/edmund-dulac/
https://www.jonkers.co.uk/blog/edmund-dulac-dreamer-of-dreams
https://library.tulane.edu/exhibits/exhibits/show/fairy_tales/edmund_dulac
http://poulwebb.blogspot.gr/2013/12/edmund-dulac-part-1.html
http://www.stephenongpin.com/DULAC-Edmund-DesktopDefault.aspx?tabid=45&tabindex=44&artistid=128288
http://norman.hrc.utexas.edu/fasearch/findingAid.cfm?eadid=00317
https://www.dailykos.com/stories/2017/6/15/1671475/-FreeWriters-Artist-Series-Edmund-Dulac-1882-1953
Guest Post
Η Μυρτώ Μαραγκού γεννήθηκε στην Αθήνα το 1993. Σπούδασε Γλωσσολογία στο τµήµα Μεσογειακών Σπουδών, στην πόλη της Ρόδου. Η επιλογή των σπουδών, εν µέρει καρµική, οφείλεται στο µεγάλο της ενδιαφέρον για τις γλώσσες. Κληρονόµησε από την οικογένειά της το µικρόβιο της αγάπης για τα βιβλία και έκτοτε δεν µπορεί να τα αποχωριστεί. Η συγγραφή βιβλίων ξεκίνησε κατά τα φοιτητικά της χρόνια και όχι από τότε που θυµάται τον εαυτό της. Όµως, κατέληξε να γίνει ανάγκη και τρόπος έκφρασης. Έχει παρακολουθήσει σεµινάρια γραφολογίας, επικοινωνίας και αυτογνωσίας. Όταν δεν γράφει, της αρέσει να µελετά αρχαία κείµενα και ψυχολογία, να ζωγραφίζει Pop Art, να κάνει χειροτεχνίες, καθώς και να χάνεται µε τις ώρες σε ατελείωτο gaming και διάβασµα.