Στρίγκα: Από την ευρωπαϊκή λαογραφία στο σύμπαν του “The Witcher”
«Μια τρομερή, ανατριχιαστική, ξέφρενη κραυγή έσκισε τη νύχτα, διαπέρασε τους παλιούς τοίχους, συνέχισε να δυναμώνει, να χαμηλώνει, να πάλλεται». - Η τελευταία ευχή, Andrzej Sapkowski
Όταν κάποιος αρχίσει να περιπλανιέται στο γοητευτικό σύμπαν του The Witcher (Γητευτή), σίγουρα δεν θα θελήσει να το αφήσει σύντομα. Είτε μέσα από τις σελίδες των βιβλίων που περιγράφουν με άφταστη γλαφυρότητα τις περιπέτειες του κεντρικού ήρωα, είτε μέσα από τις ζωντανές εικόνες του role-playing game, καλούμαστε να περιπλανηθούμε σε μια φαντασιακή κοσμική σύμπραξη που σίγουρα, σε όσους το έχουν επιχειρήσει, έχει μένει αξέχαστη.
Ομολογώ πως μέχρι πρόσφατα είχα έρθει σ’ επαφή με τον κόσμο του Γητευτή μόνο μέσα από την καταπληκτική μουσική που συνέθεσαν για τα ομώνυμα παιχνίδια οι Marcin Przybyłowicz και Mikołaj Stroiński –η οποία περιλαμβάνει πολλά στοιχεία από την παραδοσιακή μουσική της Πολωνίας– αλλά και μέσα από την ομότιτλη σειρά. Οι ιστορίες που συνοδεύουν την πορεία του Γκέραλντ από τη Ρίβια, περιλαμβάνουν ομολογουμένως όλα αυτά τα στοιχεία που χρειάζονται για να ικανοποιηθεί ακόμη και ο πιο απαιτητικός θιασώτης του fantasy. Ένας αμείλικτος και πανούργος κεντρικός χαρακτήρας με μεταφυσικές ικανότητες, που επαναφέρει όταν χρειάζεται στη μνήμη και στη ζωή του ψήγματα από τα ιπποτικά ιδεώδη, αισθησιακές αλλά και ψυχρά ανελέητες γυναικείες υπάρξεις, ξωτικά, νάνοι, δράκοι, τροβαδούροι και πολλοί άλλοι χαρακτήρες, συνθέτουν έναν άκρως ακαταμάχητο φανταστικό κόσμο.
Ωστόσο, αξίζει να παρατηρήσει κανείς τις επιρροές που έχει ασκήσει στο έργο του αξιόλογου Πολωνού συγγραφέα η ίδια η λαογραφία της πατρίδας του αλλά και του εν γένει σλαβικού κόσμου. Αυτές φανερώνονται καλύτερα μέσα από τη μελέτη των ονομάτων και των τοπωνύμιων, αλλά κυρίως μέσα από τις αναφορές σε πλάσματα που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τις παραδόσεις και τις δεισιδαιμονίες των λαών της Πολωνίας, της Σερβίας, της Ρωσίας και πολλών άλλων σλαβόφωνων κρατών. Πλάσματα όπως η ρουσάλκα (rusałka), το βόντνικ (vodník), η κικιμόρα (кики́мора) αλλά και τα κεντροευρωπαϊκά κόμπολντ (cobold) διασταυρώνουν τις ζωές τους με εκείνες των βασικών ηρώων του κόσμου του Γητευτή, κυρίως μέσα από την κακοποιό τους δράση, η οποία φυσικά τιμωρείται ανάλογα.
Ένα από τα πλέον επικίνδυνα αυτά πλάσματα είναι σαφέστατα και η αιμοδιψής Στρίγκα (strzyga), με την οποία θ’ ασχοληθούμε εκτενώς σε αυτό το άρθρο. Παράλληλα όμως, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι παρά την αδιαμφισβήτητα απειλητική φύση του, το συγκεκριμένο πλάσμα γεννά ίσως και κάποιο αμυδρό αίσθημα συμπόνιας στον μελετητή του φανταστικού. Αυτό έγκειται στην αδυναμία της Στρίγκα να ελέγξει ουσιαστικά την ίδια της τη φύση, καθώς αποτελεί δημιούργημα κάποιας μαγικής παρέμβασης. Στο βιβλίο Η Τελευταία Ευχή, μας παρουσιάζεται λεπτομερώς η ιστορία της δημιουργίας και της καταγωγής της, μέσα από τις πληροφορίες που δίνονται στον Γκέραλντ από τον Βέλεραντ, τον καστελάνο της Βιζίμα αλλά και τον ίδιο τον φερόμενο ως πατέρα της Στρίγκα, βασιλιά Φόλτεστ.
Μέσα από την ιστορία, μας αποκαλύπτεται ότι ο Φόλτεστ και η αδερφή του, πριγκίπισσα Άντα, διατηρούσαν κάποιον παράνομο δεσμό, καρπός του οποίου ήταν η Στρίγκα. Η ίδια η διαδικασία δημιουργίας όμως του τρομερού πλάσματος έγκειται σε ένα ξόρκι που συντελέστηκε από κάποιον αντίζηλο του βασιλιά Φόλτεστ, ο οποίος εποφθαλμιούσε επίσης την πριγκίπισσα και καταράστηκε το παιδί της. Σύμφωνα με το βιβλίο λοιπόν, η πριγκίπισσα Άντα έφερε στον κόσμο ένα θνησιγενές κορίτσι το οποίο αρχικά τοποθετήθηκε στη σαρκοφάγο της μητέρας του. Αργότερα όμως μετατράπηκε σε μια πανίσχυρη, δαιμονική παρουσία με τρομερή σωματική δύναμη, τεράστια γαμψά νύχια και κοφτερά δόντια η οποία άφηνε την κρυψώνα της τις βραδινές ώρες για ν’ αναζητήσει τα υποψήφια θύματα της. Ωστόσο, ο βασιλιάς και πατέρας της δεν επιθυμούσε το χαμό της αλλά αναζητούσε κάποιον τρόπο για να την επαναφέρει στην ανθρώπινη μορφή της. Αυτό μπορούσε να επιτευχθεί μόνο εάν η Στρίγκα έμενε έξω από τη σαρκοφάγο της μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, οπότε και θα μετατρεπόταν πάλι σε άνθρωπο. Παρόλα αυτά, ακόμη και αν η μεταμόρφωση της ολοκληρωνόταν με επιτυχία, η πριγκίπισσα θα είχε τις πνευματικές ικανότητες ενός μικρού παιδιού ηλικίας τριών ή τεσσάρων χρόνων και θα χρειαζόταν την κατάλληλη καθοδήγηση. Επίσης, προκειμένου να μην μετατραπεί πάλι σε Στρίγκα, θα ήταν υποχρεωμένη να φορά για όλη της τη ζωή ένα φυλαχτό από ασήμι –καθώς αυτό θεωρούταν πως περιόριζε τις δυνάμεις των μαγικών πλασμάτων– με ένα σμαράγδι, στην καρδιά του οποίου έπρεπε να υπάρχει εγκλωβισμένη μια μικρή ποσότητα αέρα. Επιπλέον, στο τζάκι του δωματίου της θα έπρεπε να καίγονται καθημερινά μερικά εξαγνιστικά βότανα όπως άρκευθος, ασπάλαθος και λεύκα.
Ο Γκέραλντ καταφέρνει τελικά να νικήσει τη Στρίγκα μετά από μια περιπετειώδη μάχη, κατά την οποία χρησιμοποιεί σαν δόλωμα για να την προσεγγίσει τον ίδιο το δημιουργό της κατάρας που την εγκλώβισε σε αυτή την εφιαλτική μορφή: το μάγο Όστριντ, Χάρη σε ένα πολύ έξυπνο κόλπο του Γητευτή, το τέρας δεν καταφέρνει να επιστρέψει στη σαρκοφάγο του αλλά μένει να περιφέρεται απελπισμένο μέχρι το πρώτο φως της ημέρας. Από εκείνη τη στιγμή παρουσιάζεται πλέον με την ανθρώπινη μορφή του, αυτή ενός αδύναμου, δεκατετράχρονου κοριτσιού. Έτσι λοιπόν εξελίσσεται η συναρπαστική ιστορία της Στρίγκα, όπως αυτή μας παρουσιάζεται μέσα από την πένα του Andrzej Sapkowski.
Για ν’ ανακαλύψουμε όμως περισσότερα για το θρυλικό της λίκνο θα πρέπει να ταξιδέψουμε μέχρι τα Βαλκάνια. Εκεί, μέσα στα ομιχλώδη αποτυπώματα των θρύλων θα προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τα σκοτεινά λημέρια των αιμοδιψών, ρουμάνικων Στριγγόι, της αρχαιοελληνικής Στρίγξ αλλά και της ανθρωποφάγου Στρίγγλας της νεοελληνικής λαογραφίας…
Η Στριγξ, ένα από τα πιο σκοτεινά πλάσματα της ελληνικής μυθολογίας, σχετιζόταν με τα νυκτόβια ζώα και θεωρούταν προπομπός κακών οιωνών. Σύμφωνα με το μύθο, η μητέρα της Πολυφόντη, σύντροφος της θεάς Αρτέμιδος, ερωτεύτηκε έναν άντρα που είχε την ικανότητα να μεταμορφώνεται σε αρκούδα και έφερε στη ζωή δυο παιδιά. Αυτά συνήθιζαν να κυνηγούν ανθρώπινα όντα κι έτρωγαν τις σάρκες τους για να επιβιώσουν. Έτσι οι θεοί αποφάσισαν να τα τιμωρήσουν και τα μεταμόρφωσαν σε ζώα. Το ένα από αυτά λοιπόν μεταμορφώθηκε σε Στριγξ, παίρνοντας τη μορφή ενός ζώου που μοιάζει με μεγάλη γκρίζα κουκουβάγια. Σύμφωνα με μια θεωρία, η Στριγξ ξεκοίλιαζε τα θύματα της –ανάμεσα στα οποία δεν αποκλείεται να συμπεριλαμβάνονταν και ανθρώπινα βρέφη– κι έπινε το αίμα τους.
Με την πάροδο των χρόνων και λόγω των διάφορων γλωσσολογικών αλλά και λαογραφικών εξελίξεων, η Στριγξ έδωσε τη θέση της στην εξίσου φρικτή απόγονό της, τη Στρίγγλα. Η μορφή της Στρίγγλας απαντάται σε πολλούς ελληνικούς θρύλους και παρουσιάζει πολυάριθμες παραλλαγές ανά περιοχή, με κοινό όμως γνώμονα τη φρικιαστική συνήθεια της να αποξηραίνει ανθρώπινα εντόσθια, τις μαγικές ικανότητες της –στις οποίες περιλαμβάνεται και η δυνατότητα μεταμόρφωσης της σε πουλί– και τη δίψα της για βρεφικό αίμα. Κατά την παράδοση, οι Στρίγκλες μπορούσαν να προξενήσουν μεγάλο κακό σε κάποιον, απλά και μόνο μέσω της αναπνοής τους, ενώ συνήθιζαν να δίνουν το αίμα τους στα νεογέννητα, με αποτέλεσμα αυτά να παραμένουν καχεκτικά για όλη τους τη ζωή. Στην Καρδαμύλη Οιτύλου μάλιστα, υπήρχε κάποτε ένα χωρίο που ονομαζόταν Πραστείο ή Στριγκλοχώρι, γιατί λεγόταν πως σε αυτό ζούσαν πολλές Στρίγγλες οι οποίες συνήθιζαν να κλέβουν τις βάρκες των ντόπιων ψαράδων και να ταξιδεύουν σε μακρινά μέρη όπου έβρισκαν σπάνια συστατικά για τα μαγικά τους φίλτρα.
Οι κάτοικοι της Κορώνης, διηγούνταν παλαιότερα μια ακόμη πιο ζοφερή ιστορία: «Δύο άνθρωποι γύριζαν στο χωριό τους, και στο δρόμο εκεί κοντά σε ένα ερημοκλήσι, είδαν τέσσερις γυναίκες ασπροφορεμένες που βαστούσαν ένα παιδί σχισμένο στη μέση. Ήταν φοβερό πράμα, γιατί του τραβούσαν τα συκώτια και τ’ άντερα. Μόλις τους είδαν αυτές, τους κυνήγησαν αλλά εκείνοι πρόφτασαν και μπήκαν μέσα στο ερημοκλήσι. Ύστερα από ώρα βγήκαν από το εκκλησάκι και πήγαν στο χωριό τους. Ο ένας τους δεν βρήκε το παιδί του και αμέσως του μπήκε στο νου ότι κάτι κακό συνέβη. Έτσι έτρεξε στο μέρος όπου είδε τις ασπροφόρες και βρήκε το παιδί του πεθαμένο, γιατί αυτό ήταν το παιδί που είχε δει να σπαράζουν».
Αφήνοντας πίσω μας τα αποτρόπαια κατορθώματα της Στρίγγλας, θα κατευθυνθούμε προς την καρδιά των Καρπαθίων για να συναντήσουμε τα Στριγκόι, τα βαμπιρικά, νυκτόβια όντα που μέχρι πρότινος στοίχειωναν τη σκέψη αλλά και την καθημερινότητα των κατοίκων της ρουμανικής επαρχίας. Κάποιοι θρύλοι παρουσιάζουν τα Στριγκόι ως ζωόμορφους δαίμονες που εκμεταλλεύονταν το σκοτάδι της νύχτας για ν’ αναζητήσουν τα θύματα τους, ενώ σε άλλους εντοπίζουμε μια διαφορετική φυσιογνωμική τους προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία διατηρούν μεν την ανθρώπινη μορφή τους αλλά διαθέτουν επίσης και υπερφυσικές ικανότητες.
Σύμφωνα με τη ρουμάνικη παράδοση, ένας άνθρωπος μπορούσε να μεταμορφωθεί σε Στριγκόι αν έτρωγε εν αγνοία του ανθρώπινη σάρκα ή αν πέθαινε προτού παντρευτεί. Κατά έναν περίεργο τρόπο, σε αυτές τις περιπτώσεις το πτώμα του νεκρού μπορεί να νυμφευόταν με έναν άλλο ανύπαντρο ζωντανό άνθρωπο, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο της μεταμόρφωσης του. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις, επικρατούσε η άποψη ότι οι Στριγκόι μπορεί να επέστρεφαν και να προσπαθούσαν να συνάψουν ερωτικές σχέσεις με τον ή την πρώην σύζυγο τους. Για ν’ αποφευχθεί αυτό το ενδεχόμενο, οι άνθρωποι κάρφωναν πολλές φορές το πτώμα του ανύπαντρου με ένα παλούκι και πραγματοποιούσαν κάποιες εξαγνιστικές τελετές που περιελάμβαναν τη χρήση καυτού λαδιού με το οποίο περιέχυναν τον υποψήφιο… βρικόλακα αλλά και διάφορων άλλων απωθητικών μέσων όπως η τοποθέτηση καρφιών κάτω από τις παλάμες αλλά και μέσα στον αφαλό του νεκρού. Επιπλέον, πολλοί ήταν εκείνοι που έθαβαν στον χώρο του νεκροταφείου ένα μπουκάλι κρασί, το οποίο ξέθαβαν έπειτα από δυο με τρεις μήνες και μοιράζονταν το περιεχόμενο του με τους συγγενείς του νεκρού, εφόσον πίστευαν πως αυτοί που θα έπιναν από το συγκεκριμένο κρασί ενδεχομένως να γλύτωναν από την επίσκεψη των Στριγκόι.
Κατά τον Μεσαίωνα, οι Στριγκόι θεωρήθηκαν συγγενή όντα των incubi και succubi, των ανθρωπόμορφων δαιμόνων, οι οποίοι πιστεύεται πως εκμεταλλεύονταν τις στιγμές που άνθρωποι κοιμούνταν προκειμένου να συνευρεθούν μαζί τους και έτσι να τραφούν κατά κάποιον τρόπο από τη ζωτική τους ενέργεια. Αυτό που φαίνεται πως ασκούσε μεγάλη επιρροή στη δύναμη αυτών των όντων, αφού κατάφερνε θεωρητικά να τη μειώνει, ήταν το ασήμι. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι άνθρωποι συνήθιζαν να εφοδιάζονται με ένα, έστω και μικρό, κομμάτι αυτού του πολύτιμου μετάλλου προκειμένου να τα κρατήσουν μακριά τους. Κατά τον ίδιο τρόπο, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, χρησιμοποιείται η δύναμη του συγκεκριμένου μετάλλου και στον κόσμο του Γητευτή, στην περίπτωση της μάχης του με τη Στρίγκα αλλά και σε άλλες περιπτώσεις καταπολέμησης μαγικών πλασμάτων.
Ίσως όμως το ασήμι ν’ αποδειχθεί τελικά το συστατικό που ενώνει άθελα μας τον κόσμο των απανταχού μαγικών πλασμάτων με τον δικό μας, καθώς τυλίγει κι ενδυναμώνει την ατελείωτη κλωστή της φαντασίας μας, χάρη στην οποία δεν θα σταματήσουμε ποτέ να υφαίνουμε θρύλους, παραδόσεις, αριστουργηματικά διηγήματα, μελωδίες και υπέροχους κόσμους γεμάτους από φρίκη και φως. Γιατί είναι η ίδια που στη δική μας περίπτωση απωθεί το «τέρας» της ανίας και τους «βρικόλακες» της αυστηρής μας αυτοκριτικής, αποδεικνύοντάς μας πως η δύναμη της ανθρώπινης έμπνευσης είναι η πιο θαυμαστή όλων των θαυμάτων.
Πηγές:
Sapkowski, Andrzej. The Last Wish. Orion Publishing, 2007 (via https://archive.org/details/OceanofPDF.com1TheLastWishAndrzejSapkowski/page/n23/mode/2up)
Montague, Charlotte. VAMPIRES-The Complete Guide to Vampire Mythology. Omnipress Limited, 2010.
Πολίτης Γ. Νικόλαος. Παραδόσεις, τόμος Β’. Ειδική έκδοση για την εφημερίδα «Το Βήμα», 2015.
Έμπνευση:
The Witcher 3: Wild Hunt Soundtrack (Full) https://www.youtube.com/watch?v=0J4h0xdY78A&t=6168s
Transylvanian music from the late 17th century (Codex Caioni)
https://www.youtube.com/watch?v=SeBjmSQ4E4g