ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Συνέντευξη με τον Steven Erikson, συγγραφέα της αυτοκρατορίας του Malazan
Ο Steven Erikson γεννήθηκε το 1959 στο Toronto του Καναδά με το όνομα Steve Rune Lundin. Σπουδάζοντας Αρχαιολογία και Ανθρωπολογία, άρχισε να γράφει σύντομες ιστορίες και καθώς η φήμη του ως συγγραφέας μεγάλωσε, με την κυκλοφορία του βιβλίου του This River Awakens το 1998, υιοθέτησε το γνωστό συγγραφικό του ψευδώνυμο. Έκτοτε, έχει χαρίσει στο παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό μια ποικιλία μυθιστορημάτων fantasy, ανάμεσα στα οποία και τα δέκα μέρη της επιτυχημένης και, σύμφωνα με τους κριτικούς, πρωτοπόρας σειράς «Malazan Book of the Fallen».
W.o.W. Όταν ήσασταν μικρός, τι είδους βιβλία σας άρεσε να διαβάζετε; Ποιος ήταν ο αγαπημένος σας συγγραφέας, εκείνος που σας ενέπνευσε να ασχοληθείτε με συγγραφή;
S.E. Τα πρώτα βιβλία που διάβασα ήταν μάλλον η εφηβική σειρά μυστηρίου The Hardy Boys, αν και θυμάμαι ότι κάποια επαναλαμβανόμενα στοιχεία (ο τρόπος που οι χαρακτήρες ξανασυστήνονταν σε κάθε νέο βιβλίο) κατάντησαν σύντομα κουραστικά. Ύστερα, ανακάλυψα τον Edgar Rice Burroughs, κυρίως μέσα από τις επανεκδόσεις των βιβλίων του από τον εκδοτικό οίκο ACE, που τότε κυκλοφόρησαν στα βιβλιοπωλεία, εκείνων με τα εξώφυλλα που είχαν σχεδιαστεί από τον Frank Frazetta. Πριν περάσει πολύς καιρός, είχα όλα τα εβδομήντα-κάτι βιβλία του Burroughs, αρκετά για να διαβάσω και να ξαναδιαβάσω για κάμποσο καιρό. Τα εκπληκτικά εξώφυλλα του Frazetta τότε με οδήγησαν στον Robert E. Howard και ύστερα στον Fritz Leiber και τον Karl Edward Wagner. Λίγο αργότερα, στράφηκα στην Επιστημονική Φαντασία: Leigh Brackett, Andre Norton, Asimov, Clarke, το σύνηθες πλήθος.
Η έμπνευση ήρθε πολύ αργότερα, όταν ήμουν περίπου είκοσι ετών κι όταν η ιδέα να γίνω συγγραφέας άρχισε να με καταλαμβάνει. Οπότε, θεωρείστε οτιδήποτε είχα διαβάσει μέχρι τότε ως ουσιώδες για την έμπνευσή μου και ύστερα προσθέστε τη σειρά high fantasy The Chronicles of Thomas Covenant του Steven R. Donaldson, τις σειρές Dead Empire και Black Company του Glen Cook, καθώς και τους Gustav Hasford, Tim O’Brien, John Gardner, LeGuin…
W.o.W. Η πλειοψηφία του κόσμου σας γνωρίζει ως Steven Erikson και έχετε εκδώσει όλα τα βιβλία της σειράς Malazan Book of the Fallen –καθώς και διάφορα άλλα– χρησιμοποιώντας αυτό το ψευδώνυμο. Ωστόσο, έχετε εκδώσει αρκετά βιβλία και με το κανονικό σας όνομα, Steve Lundin. Τι ήταν αυτό που αρχικά σας οδήγησε να υιοθετήσετε ένα ψευδώνυμο; Πώς επιλέγετε ποιο από τα δύο ονόματα θα χρησιμοποιήσετε για κάθε νέο σας βιβλίο;
S.E. Δεν ήταν εξολοκλήρου ζήτημα επιλογής. Όταν πούλησα το πρώτο μου μυθιστόρημα fantasy, ο εκδότης με τον οποίο είχα μόλις εκδώσει ένα άλλο μυθιστόρημα χρησιμοποιώντας το κανονικό μου όνομα, μου το ζήτησε. Οπότε επέλεξα το πατρικό επώνυμο της εκλιπούσας μητέρας μου, το Erikson (που ήταν για την ακρίβεια Eriksson, αλλά προτίμησα τη σύντομη εκδοχή), αφενός για να τιμήσω τη μνήμη της και αφετέρου επειδή ήταν βιβλιοφάγος (όπως κι εγώ). Πλέον δεν εκδίδω βιβλία ως Steve Lundin –ο τύπος είναι ερασιτέχνης, ή τουλάχιστον έτσι έχω ακούσει.
W.o.W. Εργάζεστε στο σύμπαν της αυτοκρατορίας του Malazan για σχεδόν δύο δεκαετίες τώρα. Η ολοκληρωμένη αυθεντική σειρά Malazan Book of the Fallen αποτελείται από δέκα μυθιστορήματα, έχετε εκδώσει τα δύο πρώτα βιβλία της prequel τριλογίας The Kharkanas Trilogy και –όπως διαβάζουμε– ήδη σχεδιάζετε όχι μόνο το τρίτο από αυτά, αλλά και μια καινούρια σειρά, sequel της αυθεντικής δεκαλογίας. Επιπρόσθετα, ο φίλος και συνεργάτης σας Ian Cameron Esslemont γράφει επίσης μυθιστορήματα τα οποία εντάσσονται στον κανόνα του ίδιου σύμπαντος. Αισθάνεστε ποτέ πιεσμένος από όλη αυτή την «ιστορία» και την πληθώρα πληροφοριών; Πώς κρατάτε τα πάντα κατά νου, ώστε να μην δημιουργηθούν plot-holes στα μυθιστορήματά σας;
S.E. Δεν νομίζω ότι ποτέ ούτε εγώ ούτε ο Cam αισθανθήκαμε πιεσμένοι από τον κόσμο της αυτοκρατορίας του Malazan. Είχαμε παίξει σε αυτόν, άλλωστε. Για χρόνια. Τον γνωρίζαμε σε προσωπικό επίπεδο. Τώρα, όσον αφορά την αποφυγή πιθανών plot-holes, συχνά επικοινωνούμε για τέτοια ζητήματα. Νομίζω ότι αυτό που βοηθάει είναι ότι όλα αυτά που παίξαμε, αποτέλεσαν τη βάση των γεγονότων για τα βιβλία που χτίσαμε στην πορεία. Μονάχα τώρα ο Cam πλησίασε της ιστορίες που όντως παίξαμε, με τη σειρά του Path to Ascendancy. Την ίδια στιγμή εγώ έκανα ένα ταξίδι πίσω στον χρόνο με την τριλογία Kharkanas, πράγμα που μου επέτρεψε να δημιουργήσω κατά βούληση. Οπότε είχαμε την ιστορία εδραιωμένη, και η σειρά μου Book of the Fallen καθώς και οι ιστορίες του Cam (τα πρώτα του έξι μυθιστορήματα) στηρίχτηκαν πάνω σε αυτή την κοινή πηγή γνώσης.
W.o.W. Γνωρίζουμε ότι σας έχουν ρωτήσει και στο παρελθόν σχετικά με τη συνεργασία σας με τον Ian Cameron Esslemont, με τον οποίο συνδημιουργήσατε το σύμπαν της αυτοκρατορίας Malazan, αλλά και πάλι μας προκαλεί τρομερή εντύπωση: Πόσο εύκολο (ή δύσκολο) είναι να συνδημιουργήσεις και κατόπιν να μοιραστείς ένα φανταστικό σύμπαν; Έχουν προκύψει ποτέ αντιπαραθέσεις σχετικά με τις πιο θεμελιώδεις λειτουργίες και την εξέλιξη του;
S.E. Μπορεί να φανεί περίεργο, αλλά όχι, δεν προέκυψε ποτέ καμία αντιπαράθεση για το σύμπαν της αυτοκρατορίας του Malazan. Ποτέ. Έχει να κάνει με τον σεβασμό μας γι’ αυτό που δημιουργήσαμε, αλλά και τον σεβασμό του ενός για τον άλλο. Καθώς μεγαλώνουμε, συνειδητοποιούμε ότι πολλές από τις συζητήσεις μας για το κοινό μας φανταστικό σύμπαν, έχουν να κάνουν με τις προσπάθειες μας να θυμηθούμε τις λεπτομέρειες των παιχνιδιών ρόλων μας τόσα χρόνια πριν. Αλλά αυτή είναι μια συλλογική δουλειά και, συχνά, αρκετά διασκεδαστική.
W.o.W. Πολλοί συγγραφείς, αλλά και αναγνώστες, λατρεύουν τη λογοτεχνία επικής φαντασίας επειδή τους μεταφέρει σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο, έναν κόσμο χωρίς τα προβλήματα και τα ελαττώματα του δικού μας. Πιστεύετε ότι οι συγγραφείς του φανταστικού (κι εσείς ο ίδιος) έχουν αυτόν τον διαχωρισμό κατά νου, όταν δημιουργούν έναν φανταστικό κόσμο, για να ευχαριστήσουν τους αναγνώστες;
S.E. Σε καμία περίπτωση. Αν η φυγή είναι ο απώτερος στόχος σας, τότε ο κόσμος της αυτοκρατορίας Malazan δεν είναι για εσάς. Σαφώς υπάρχει περιπέτεια κι ενθουσιασμός (ελπίζω!), μαγεία και τέρατα και θεοί και όλα αυτά τα καθοριστικά στοιχεία της Επικής Φαντασίας, αλλά αποτελούν όλα μεταφορικές αντανακλάσεις του δικού μας κόσμου. Η λογοτεχνία του Φανταστικού είναι ένας διάλογος με την πραγματικότητα, με τον πραγματικό κόσμο και τις εμπειρίες μας σε αυτόν. Ένας φανταστικός κόσμος δίχως ελαττώματα και προβλήματα πιθανόν να μην είχε λόγο να διαβαστεί. Κάθε είδους μυθοπλασία, απευθύνεται στην ανθρώπινη κατάσταση. Είναι δεδομένο, καθότι τόσο ο συγγραφέας όσο και το κοινό είναι άνθρωποι. Οι μόνες πτυχές «φυγής» που μπορώ να διακρίνω στο είδος σχετίζονται κυρίως με τα φανταστικά στοιχεία που είναι συχνά σε πολλά λογοτεχνικά είδη και όχι μόνο (π.χ. αθάνατοι ήρωες, μαγικά χαρίσματα και υπερ-δυνάμεις των ηρώων κτλ.) και τα οποία, κατά τη γνώμη μου, είναι τα πιο τρωτά σημεία κάθε ιστορίας. Δεκτό, μπορεί να ευχόμαστε για τέτοιου είδους ουτοπίες, ακόμα κι αν ξέρουμε ότι δεν είναι εφικτές, και μπορεί να υπάρχει και κάποια ψυχολογική ανταμοιβή να τις συνοδεύει, αλλά ακόμα κι αν τούτο ισχύει, μου φαντάζει μάλλον ως κάτι στιγμιαίο και εφήμερο.
W.o.W. Η συγκεκριμένη ερώτηση μπορεί να σας φανεί ιδιαίτερα συγκεκριμένη, αλλά πρέπει να ρωτήσουμε. Πώς γεννήθηκε στον νου σας ο χαρακτήρας Tehol Beddict, ίσως ο πιο τρελά ιδιοφυής χαρακτήρας στην ιστορία της λογοτεχνίας;
S.E. Έπρεπε να δημιουργήσω τρεις αδερφούς. Είχα ήδη δημιουργήσει τον Hull και τον Brys και ήθελα ο τρίτος αδερφός να έρθει σε πλήρη αντίστιξη μαζί τους. O Hull ήταν πληγωμένος, ο Brys ήταν συντηρητικός και εγκλωβισμένος στο σύστημα, επομένως ο Tehol έπρεπε να είναι φιλελεύθερος, αδέσμευτος και άτρωτος. Στην πραγματικότητα, σχηματίστηκε στο χαρτί, με τη σκηνή με τη σκεπή και την κουβέρτα (η οποία δημιουργήθηκε «εν κινήσει») και τότε ο Bugg βάδισε μέσα και όλα βρήκαν τη θέση τους. Ξάφνου ήξερα αυτούς τους δύο (αν και αρχικά δεν γνώριζα ποιος θα αποκαλυπτόταν στην πορεία ότι ήταν ο Bugg στην πραγματικότητα), και αν οι τρείς αδερφοί Beddict σχημάτιζαν ένα τρίγωνο, δεν θα ήταν ο Hull (ο πρωτότοκος) στην κορυφή, αλλά ο Tehol.
W.o.W. Κάποιοι Έλληνες θαυμαστές σας, έχουν παρατηρήσει ορισμένες ομοιότητες ανάμεσα στον Tehol Beddict και τον Captain Hadrian Sawback από τη σειρά σας Willful Child. Εσείς έχετε παρατηρήσει ποτέ κάποια τέτοια ομοιότητα; Ήταν σκόπιμη;
S.E. Χα! Αν όντως ισχύει, είναι τυχαία, πιθανότατα επειδή όταν στρεβλώνω την αίσθηση του χιούμορ μου με έναν συγκεκριμένο τρόπο, κάνουν την εμφάνιση τους ασεβείς χαρακτήρες, με ένα χαμόγελο κι ένα νεύμα που όχι, μάλλον δεν μπορείς να εμπιστευτείς. Βέβαια, ένας από αυτούς είναι εξυπνότερος από τον άλλο (Tehol: «Ω, μα φυσικά ο Hadrian είναι εξυπνότερος από εμένα». Hadrian: «Μην είσαι γελοίος. Ο Tehol είναι ιδιοφυία!» Χαμογελούν ο ένας στον άλλο κι ύστερα σφίγγουν τα χέρια). Η βασική διαφορά ανάμεσα τους είναι ότι ο Hadrian βρίσκεται εξωθημένος στα όρια, στον μέγιστο βαθμό που μπορούσα να τον εξωθήσω: είναι αρκετά πιο ακραίος από τον Tehol (Ο Tehol γνέφει βιαστικά. Ο Hadrian σμίγει τα φρύδια του σε βαθιά περισυλλογή).
[Και ναι, η ερώτηση σας και αυτή η συνέντευξη σηματοδοτεί την πρώτη και τελευταία φορά στη λογοτεχνική ιστορία που ο Tehol και ο Hadrian μοιράζονται το φως του σκηνικού προβολέα].
W.o.W. Πώς αποφασίσατε να γράψετε το βιβλίο Willful Child και το sequel του, δυο βιβλία άκρως διαφορετικά από τη σειρά σας, Malazan Book of the Fallen; Πολλοί συγγραφείς δυσκολεύονται να αποστασιοποιηθούν από ένα φανταστικό σύμπαν το οποίο δημιούργησαν και μέσα στο οποίο δούλεψαν για τόσα χρόνια, πόσο μάλλον να προχωρήσουν σε κάποιο νέο πρότζεκτ· εσείς, ωστόσο, γράψατε το βιβλίο Willful Child ενόσω ακόμη σχεδιάζατε και γράφατε τα βιβλία της σειράς Malazan. Πόσο δύσκολο ήταν αυτό;
S.E. Πραγματικά ευχαριστήθηκα τη συγγραφή αυτών των βιβλίων (και του τρίτου της σειράς που δεν έχει ακόμη κυκλοφορήσει). Το Fantasy περιορίζει έναν συγγραφέα –κυρίως σε σχέση με το ύφος, αλλά επίσης σε σχέση με το στυλ και τη φωνή. Τα βιβλία Willful Child είναι πολύ πιο ήρεμα, δίχως συμβατικούς περιορισμούς ή ακόμη και αφηγηματική δομή (συχνά παρουσιάζουν μετα-αφήγηση), και ο μετρητής της σάτιρας χτυπάει κόκκινο. Μια στο τόσο χρειάζομαι να απελευθερώνομαι και να αφήνω τα πράγματα να εκφραστούν ανεμπόδιστα.
W.o.W. Τι θα συμβουλεύατε νέους και φιλόδοξους συγγραφείς που μόλις τώρα ξεκινούν την καριέρα τους;
S.E. Να τελειώνεις ό,τι ξεκινάς. Κάθε φορά που ξεκινάς μια ιστορία, γεμάτος ενέργεια και δημιουργικότητα, και σταδιακά τα πράγματα δυσκολεύουν, αν την παρατήσεις (γιατί, έλα τώρα, δεν είναι τόσο διασκεδαστικό πια) και ξεκινήσεις κάτι εντελώς καινούριο, τότε δεν έμαθες τίποτα. Γιατί ήταν τόσο εύκολη η αρχή της ιστορίας; Επειδή ήξερες πώς να το κάνεις αυτό –σε καθοδηγούσε η μέθη της έμπνευσης. Δεν μαθαίνεις τίποτα καινούριο πέρα από αυτά που ήδη ξέρεις. Αρχίζεις να μαθαίνεις, και βελτιώνεσαι, συνεχίζοντας να προσπαθείς ακόμα κι όταν η δημιουργικότητα σου αγγίζει το χαμηλότερο της σημείο, τελειώνοντας αυτό που ξεκίνησες. Η διαδικασία αυτή είναι που θα σε κάνει συγγραφέα, γιατί σε αυτή τη διαδικασία, όλες αυτές οι αρετές που χρειάζεσαι μέσα σου έρχονται στο προσκήνιο: πειθαρχία, αποφασιστικότητα, αυτοπεποίθηση, ακεραιότητα (κάθε φορά που παρατάς μια ιστορία στη μέση για να ξεκινήσεις μια καινούρια, κλονίζεις την ακεραιότητα σου και συνεπώς βλάπτεις την αυτοπεποίθηση σου), ταπεινότητα και πίστη. Θα το πω ξανά: ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙΣ ΟΤΙ ΞΕΚΙΝΑΣ.
W.o.W. Κάντε μια ευχή για το Will o’ Wisps.
S.E. Ειρήνη στη Γη.
• English Version •
Steven Erikson was born in 1959 in Toronto, Canada, as Steve Rune Lundin. Studying Archaeology and Anthropology, he began writing short stories and as his fame as an author grew, he adopted his famous literary pseudonym, along with the publication of his novel This River Awakens (1998). Since then, he has gifted the world with a large variety of fantasy novels, among which the bestselling and -according to critics- highly innovative series “Malazan Book of the Fallen”.
W.o.W. When you were young, what kind of books did you enjoy reading? Who was your favorite writer and the source of inspiration that made you start writing as well?
S.E. The first books I ever read were probably The Hardy Boys, though I recall that the repetitive stuff (the way the characters were reintroduced with every book) got stale pretty quickly. Then I discovered Edgar Rice Burroughs, primarily through the ACE edition re-issues that hit the book stands at the time, the ones with the Frazetta covers. It wasn’t long before I had all seventy-odd Burroughs books, enough to settle in for many re-reads. Frazetta’s amazing covers then led me to Robert E. Howard, and from there, Fritz Leiber and Karl Edward Wagner. Shortly thereafter, I shifted over to Science Fiction: Leigh Brackett, Andre Norton, Asimov, Clarke, the usual crowd.
Inspiration came much later, in my early twenties, when the notion of being a writer finally took hold. So, consider everything I’d read to that point as essential to my inspiration, and then add Steven R. Donaldson’s Chronicle of Thomas Covenant, Glen Cook’s Dread Empire and Black Company series, Gustav Hasford, Tim O’Brien, John Gardner, LeGuin…
W.o.W. The majority of the world knows you as Steven Erikson and you have published all Malazan-related books (as well as some others) under that pseudonym. Still, you have also published a handful of novels under your birth-given name, Steve Lundin. What was it that initially drove you to adopt a pseudonym? How do you choose which of the two names will you publish a book as?
S.E. It wasn’t entirely by choice. When I sold the first Fantasy novel, the publisher with whom I had just had a novel released under my original name, made the request. So I selected my later mother’s maiden name, Erikson (which was actually Eriksson, but I preferred the shorter version), both to honour her memory and because she was a voracious reader (just like me). I don’t publish as Steve Lundin any more –the guy’s a hack, or so I’ve heard.
W.o.W You’ve been working in your Malazan-related book series for nearly two decades now. The finished original series Malazan Book of the Fallen comprises 10 novels, you’ve published the first two novels of the prequel trilogy The Kharkanas Trilogy and –as we read- you are already planning not only the third of them, but also a new sequel series. To add to that, your friend and colleague Ian Cameron Esslemont is also writing canon novels set in the same universe. Does all this piling “history” and information ever feel overwhelming? How do you keep everything in mind, so as not “befall” in plot-holes in your novels?
S.E. I don’t think either me or Cam has ever felt overwhelmed by the Malazan world. We’d gamed it, after all. For years. We knew it intimately. As for avoiding plot-holes, we do communicate often on such matters. I think what helps is that what we gamed provided the foundation events on which the novels were later built. Only now has Cam approached the stories we actually gamed, with his Path to Ascendancy series. While I jumped way back with my Kharkanas trilogy, which allowed me to invent at will. So, we had the history firmly established, and my Book of the Fallen and Cam’s Tales (his first six novels) were founded upon that shared knowledge-base.
W.o.W. I know you’ve been asked in the past, concerning your collaboration with Ian Cameron Esslemont, with whom you essentially co-created the Malazan universe, but it still amazes me: How easy (or difficult) is it, to co-built and then share a fictional universe? Have any arguments concerning its most fundamental processes and development ever surfaced?
S.E. This may surprise you, but no, not one argument on the Malazan universe. Ever. It comes down to respecting what we created, and each other. As we get older, we’re finding that many of our Malazan-related conversations relate to trying to remember the details of what we’d gamed all those years ago! But that’s a collaborative effort, and often a lot of fun.
W.o.W. Many authors and readers alike take a liking in high-fantasy literature just because it transports them to a completely different world, lacking the problems and flaws of our own. Do you think fantasy authors (you included) have this distinction in mind when creating a fictional world, so as to please readers?
S.E. Not at all. If you’re looking for escapism, you won’t find it in the Malazan world. Sure, there’s adventure and excitement (one hopes!), magic and monsters and gods, and all those defining elements of Epic Fantasy, but they’re all metaphorical reflections of this world. Fantasy fiction is a dialogue with reality, with this world and our own life experiences. A fantasy world without flaws and problems would probably be unreadable. All fiction addresses the human condition. It’s a given as both author and audience are human. The only aspects of ‘escapism’ that I can see in the genre mostly relate to fictional elements that are common across many genres and media (ie un-killable heroes, unearned gifts of magic or super-powers, etc) that to my mind are a story’s weakest points. Granted, we may wish for such unrealities, even as we know that they are impossible, and there may be some psychological reward that comes with that, but if so, it strikes me as momentary and ephemeral.
W.o.W. You may find this question unusually specific, but we have to ask. How did you come up with the character of Tehol Beddict, perhaps the most madly genius character ever written?
S.E. I had three brothers to create. I’d done Hull and Brys and wanted the third brother to be a sharp counterpoint to those two. Hull was broken, Brys was conservative and trapped within the system, and Tehol therefore had to be liberal, unfettered, and unbreakable. He actually formed on the page, with the roof-top scene and the blanket (all invented on the fly, as it were) and then Bugg stepped in and suddenly it all fell into place. Suddenly, I knew these two (though initially I didn’t know who Bugg would turn out to be), and if the three Beddict brothers formed a triangle, it wasn’t Hull (the eldest) at the peak, it was Tehol.
W.o.W. Some Greek fans have noted similarities between Tehol Beddict and Willful Child’s own Captain Hadrian Sawback. Have you ever noticed such a resemblance and was it intentional?
S.E. Hah! If so, then it’s unintentional, probably because when I twist my sense of humour one particular way, irreverent characters show up, with a smile and a wave and no, you can’t quite trust that smile or that wave. That said, one of them’s smarter than the other one (Tehol: “Oh, of course Hadrian’s smarter than me.” Hadrian: “Don’t be ridiculous. Tehol’s a genius!” They smile at each other and then shake hands.) The main difference between the two is that Hadrian is pushed as far as I could possibly push him: he’s much more over-the-top than Tehol (Tehol quickly nods. Hadrian frowns thoughtfully).
[And yes, your question and this interview has marked and will mark the only time in literary history that Tehol and Hadrian share the stage.]
W.o.W. How did you decide to write Willful Child and its sequel, two novels worlds apart from your Malazan series? Many authors find it hard to distance themselves from a fictional universe they created and worked on for so many years, let alone move on to a next project; yet you wrote Willful Child while still plotting and writing novels set in the Malazan universe. How difficult was that?
S.E. It was a joy to write those books (and the third one, not yet out). Fantasy imposes constraints on a writer – diction in particular, but also style and voice. The Willful Child novels are much more relaxed, unconstrained by convention or even narrative structure (they go meta all the time), and the satire meter is pushed all the way 11 on the dial (every dial needs and 11 setting). I need to shake loose every now and then and just let things rip.
W.o.W. What advice would you give to young, aspiring writers who are just starting their career?
S.E. Finish what you start. Every time you start a story with all kinds of energy and creativity, only to find it slowly grinding to a halt, if you then drop it (because hey, it’s not as much fun anymore!) and start up something entirely new, well, you’ve learned nothing. Why was the opening of the story so easy? Because you knew how to do that –you were riding the creative high. You don’t learn anew what you already know. You only begin to learn, to get better, by pushing through that creative low, by finishing what you started. That process is what will make you a writer, because in that process all those qualities you need within yourself are brought to the fore: discipline, determination, self-belief, integrity (every time you abandon a story halfway done to start a new one you fail your integrity and thereby damage your self-belief), humility and faith. I’ll say it again: FINISH WHAT YOU START.
W.o.W. Make a wish to Will o’ Wisps.
S.E. Peace on Earth.
Συνέντευξη: Γιώργος Αγγελίδης - Δημήτρης Τρίττης
Μετάφραση: Γιώργος Αγγελίδης
Επιμέλεια: 'Αρτεμις Βελούδου
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση της συνέντευξης, για οποιαδήποτε χρήση του περιεχομένου, παρακαλούμε επικοινωνήστε με τη συγγραφική ομάδα του Will o' Wisps.gr.