Αποκλειστικό: Συνέντευξη με τη Robin Hobb, μια μεγάλη κυρία του επικού fantasy
Η Robin Hobb είναι συγγραφέας του φανταστικού, γεννημένη στην Καλιφόρνια. Το 1960 μετακόμισε με την οικογένεια της στην Αλάσκα, και αυτή τη στιγμή ζει και εργάζεται στην Ταχόμα της Ουάσινγκτον. Έχει γράψει την παγκοσμίου φήμης σειρά βιβλίων The Farseer Trilogy, ενώ ξεκίνησε τη συγγραφική και εκδοτική της δραστηριότητα από την ηλικία των δεκαοχτώ χρόνων. Στην αρχή έγραφε με το όνομα Megan Lindholm για τοπικές εφημερίδες, παιδικά περιοδικά όπως το Highlights for Children και Jack and Jill∙ έγραφε επίσης διηγήματα για παιδιά, με σκοπό να συμπεριληφθούν στη σχολική ύλη. Το 1980 ξεκίνησε να γράφει μικρές ιστορίες του φανταστικού. Άλλοι τίτλοι που κυκλοφόρησαν με το όνομα Lindholm είναι: The Reindeer People, Wizard of the Pigeons και ClovenHooves.
Το Assassin’s Apprentice, το πρώτο της βιβλίο που υπέγραψε ως Robin Hobb, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Bantam Books το 1995. Έκτοτε έχει γράψει τις λογοτεχνικές σειρές The Liveship Traders Trilogy, The Tawny Man Trilogy, The Soldier Son Trilogy και την τετραλογία The Rain Wilds Chronicles, ενώ πρόσφατα ολοκληρώθηκε και η Fitz and The Fool Trilogy, με την κυκλοφορία του τελευταίου βιβλίου της σειράς, Assassins Fate. Τα έργα της έχουν μεταφραστεί σε είκοσι γλώσσες, κι έχουν αποσπάσει πολλά βραβεία παγκοσμίως.
Με απεριόριστη χαρά και τιμή φιλοξενούμε τη συνέντευξη μίας από τις καλύτερες γυναίκες συγγραφείς του φανταστικού.
Γ.Χ. Σε νεαρή ηλικία, τι είδους βιβλία απολαμβάνατε να διαβάζετε; Ποιος ήταν ο αγαπημένος σας συγγραφέας και η πηγή έμπνευσης που σας ώθησε να ξεκινήσετε να γράφετε κι εσείς;
R.H. Τα πρώτα βιβλία που διάβασα ήταν αυτά της οικογενειακής βιβλιοθήκης. Υπήρχαν βιβλία με παλιά παραμύθια, όπως το East of the Sun and West of the Moon. Είχαμε επίσης τα βιβλία του Oz, του Frank L. Baum. Η γιαγιά μου είχε μικρές κόκκινες δερματόδετες εκδόσεις με ποίηση του Shakespeare και του Kipling. Όταν μεγάλωσα λίγο, ανακάλυψα το Jungle Book του Kipling και άλλες ιστορίες. Ήταν ο αγαπημένος μου για πάρα πολύ καιρό. Είχαμε επίσης κλασικά βιβλία, όπως το Treasure Island, το 20,000 Leagues Under the Sea, τον Tom Sawyer και το Kidnapped.
Αλλά η καθοριστική αναγνωστική εμπειρία της ζωής μου ήταν όταν έπιασα στα χέρια μου τα βιβλία The Hobbit και The Lord of the Rings. Δεν είχα διαβάσει ποτέ τίποτα παρόμοιο. Όταν τα τελείωσα, ξεκίνησα αμέσως να τα διαβάζω ξανά. Ήξερα από καιρό πως ήθελα να γίνω συγγραφέας. Αυτά τα βιβλία με βοήθησαν να ανακαλύψω το είδος της λογοτεχνίας που ήθελα να γράφω.
Γ.Χ. Υπάρχει κάποιος νέος συγγραφέας που θεωρείτε πως ξεχωρίζει από το πλήθος; Αν ναι, ποιος και γιατί;
R.H. Νέος, όπως «καινούργιος συγγραφέας» ή νέος στην ηλικία; Φοβάμαι πως πλέον δεν θεωρώ «νέο» οποιονδήποτε εκδίδει βιβλία εδώ και περίπου μια δεκαετία! Ο Jay Kristoff είναι ένας συγγραφέας που αξίζει να διαβάσετε, αν δεν είχατε την ευκαιρία ως τώρα. Αρχίστε με το Nevernight. Επίσης υπάρχει η Laura Lam. Το πρώτο της βιβλίο, Pantomine, εκδόθηκε το 2013, και προτείνω να ξεκινήσετε με αυτό. Ορίστε, λοιπόν, σας είπα δύο.
Γ.Χ. Ο κόσμος των Elderlings είναι ένα μέρος γεμάτο θαύματα. Πότε και πώς δημιουργήθηκε η αρχική σύλληψη στο μυαλό σας;
R.H. Οι ιδέες για τα βιβλία μου μού έρχονται αργά, και συνήθως παίρνει χρόνια να αναπτυχθούν. Επεξεργαζόμουν την ιδέα της Ικανότητας (Skill) για κάμποσα χρόνια, πριν ξεκινήσει η ιστορία να διαμορφώνεται γύρω από τους χαρακτήρες. Πιστεύω πως η μαγεία στο φανταστικό πρέπει να έχει όρια και κανόνες, οπότε αυτά ίσως να είναι που χρειάζονται χρόνο για να αναπτυχθούν. Τα μαγικά τεχνάσματα που χρησιμοποιώ σ’ αυτά τα βιβλία έχουν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν: η Ικανότητα (Skill) είναι παραπλήσια της τηλεπάθειας, ενώ η Γνώση (Wit) θυμίζει όλες τις ιστορίες ηρώων που μπορούν να επικοινωνήσουν με τα ζώα. Απόλαυσα πραγματικά το να παίρνω παλιές ιδέες, σχεδόν στερεοτυπικές, και να προσπαθώ να τις παρουσιάσω ανανεωμένες και φρέσκιες.
Γ.Χ. Έχετε αναφέρει πως όλοι οι χαρακτήρες σας ασκούν σημαντική επιρροή σε εσάς, ότι ζείτε τα γεγονότα μέσα από αυτούς. Ποιοι ήρωες αντιπροσωπεύουν περισσότερο τη Megan (RobinHobb);
R.H. Προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πως όλοι οι χαρακτήρες μου είναι εντελώς ανεξάρτητοι από εμένα. Αλλά η αλήθεια είναι πως οι χαρακτήρες κάθε συγγραφέα γεννιούνται από το δικό του μυαλό. Αναπόφευκτα, λοιπόν, κάθε ένας θα φέρει μια πτυχή του συγγραφέα. Αν θα έπρεπε να περιοριστώ σε έναν χαρακτήρα, πιθανότατα η Patience μου μοιάζει περισσότερο. Είναι εσωστρεφής, ακατάστατη, επιπόλαια στα ενδιαφέροντα της, δημιουργεί πάντα σύγχυση και αταξία. Αυτή είμαι εγώ!
Γ.Χ. Σας απευθυνόμαστε ως Megan, παρ’ όλα αυτά οι αναγνώστες σας γνωρίζουν ως Robin Hobb. Μπορείτε να μας εξηγήσετε πώς επιλέξατε αυτό το λογοτεχνικό ψευδώνυμο;
R.H. Ξεκίνησα να γράφω βιβλία του φανταστικού ως Megan Lindholm. Έγραφα για θέματα σχετικά με όλο το φάσμα του είδους: sword and sorcery, ιστορική, αστική και επιστημονική φαντασία. Ο τότε ατζέντης μου, μου είπε πως ήταν σαν να έγραφα κάθε φορά το πρώτο μου βιβλίο, καθώς μεταπηδούσα τόσο πολύ μέσα στις επιμέρους κατηγορίες του είδους.
Έτσι ξεκίνησα να γράφω τη Farseer Trilogy, και αποφάσισα πως θα είχα ένα νέο όνομα, με το οποίο θα υπέγραφα όλα τα βιβλία επικής φαντασίας που θα έγραφα έκτοτε. Όταν αποφασίστηκε, έπρεπε να βρω το νέο αυτό όνομα. Ήθελα κάτι που να είναι ανδρόγυνο στο άκουσμα. Ήθελα να είναι σύντομο, έτσι ώστε να μπει το όνομα μου με μεγαλύτερα γράμματα στο εξώφυλλο. Επισκέφτηκα πολλά βιβλιοπωλεία να δω σε ποια ράφια τα βιβλία ήταν στο ύψος του ματιού. Ήταν το ράφι των “H”, με βιβλία των Barbara Hambly, Robert Heinlein και Frank Herbert. Φαινόταν ένα πολύ καλό ράφι για να τοποθετηθεί κανείς. Επέλεξα το επώνυμο Hobb, γιατί μου θύμιζε το περβάζι (hob) του τζακιού, αλλά και τα τελώνια (hobgoblins). Ήταν ταυτόχρονα οικείο και λίγο τρομαχτικό. Επέλεξα το όνομα Robin για την ακουστική του σύνδεση με τους Robin Hood και Robin Goodfellow (Puck). Και μου άρεσε πολύ το πώς ακούγονταν τα δύο μαζί. Robin Hobb.
Γ.Χ. Στα βιβλία σας, το αίμα έχει την ξεχωριστή ιδιότητα να μεταφέρει αναμνήσεις, όπως η πέτρα της πόλης Kelsingra. Πώς εμπνευστήκατε αυτήν την ιδέα;
R.H. Το αίμα με συναρπάζει. Στο αίμα βρίσκεται το DNA μας. Κάθε πληροφορία για εσένα σαν άτομο, άλλα και πολλές για τη γενεαλογία σου. Το αίμα μπορεί να πει από πού προήλθε η οικογένεια σου, γενιές πριν. Μπορεί να κουβαλάει ευαισθησίες, όπως δρεπανοκυτταρική αναιμία, ή και κληρονομημένες ανοσίες, ή θανατηφόρες αλλεργίες. Το αίμα μεταφέρει όλες τις φυσικές μνήμες της γενεαλογίας σου. Υπάρχει και η υπόνοια πως, μέσω του DNA, μεταφέρονται επίσης αναμνήσεις. Αυτό ενδεχομένως το διαπιστώνουμε περισσότερο στα σκυλιά, παρά στους ανθρώπους. Τα τσοπανόσκυλα θέλουν να επιβλέπουν τα κοπάδια, τα ριτρίβερ θέλουν να φέρνουν πίσω πράγματα και τα σπάνιελ αγαπούν το νερό*.
Οπότε, το να πάω αυτές τις σκέψεις ένα βήμα παραπέρα, και να σκεφτώ πως το αίμα μπορεί να μεταφέρει αναμνήσεις, δεν ήταν δα κανένα τεράστιο νοηματικό άλμα.
Γ.Χ. Ο Fool είναι ο αγαπημένος μου χαρακτήρας στο έπος του Fitz. Ποια η δική σας σχέση με τον χαρακτήρα αυτόν και τι μηνύματα ελπίζετε ότι περνάει στους αναγνώστες μέσα από τα βιβλία σας;
R.H. Ω, δεν θα ήθελα κανένας από τους χαρακτήρες μου να περνάει οποιοδήποτε μήνυμα στους αναγνώστες. Έχω διαβάσει υπερβολικά πολλές διαλέξεις μεταμφιεσμένες σε βιβλία του φανταστικού! Συνεπώς, δεν υπήρχε η πρόθεση κανενός μηνύματος. Κανένα επιμύθιο στο τέλος της ιστορίας.
Ο Γελωτοποιός είναι ο Γελωτοποιός. Όπως και με πολλούς από τους χαρακτήρες μου, δεν τον δημιούργησα ενσυνείδητα, ούτε τον σχεδίασα. Απλά εισήλθε στην ιστορία και ανήγγειλε την παρουσία του. Δεν είχε κανένα σεβασμό για τo προσχέδιο μου, ούτε για την πρόθεση μου να είναι δευτερεύων χαρακτήρας.
Δεν είναι ο μοναδικός χαρακτήρας που αποφάσισε να χαράξει τη δική του πορεία. Όταν έγραφα ως Megan Lindholm, η Cassie στο Wizard of the Pigeons έμοιαζε να έχει τις δικές τις απόψεις πάνω στο πώς έπρεπε να εξελιχθεί η πλοκή.
Γ.Χ. Στον μοναδικό κόσμο των βιβλίων σας, η μαγεία εκδηλώνεται με έναν πολύ ξεχωριστό τρόπο. Για παράδειγμα, η Γνώση επιτρέπει στον Fitz να συνδεθεί τηλεπαθητικά και συναισθηματικά με τον Νυχτερίτη (Nighteyes) και να ζει μαζί του χαρούμενες και δραματικές στιγμές. Πώς το σκεφτήκατε αυτό;
R.H. Βασικά, η ιδέα πως κάποιοι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να επικοινωνούν με τα ζώα είναι πολύ παλιά. Υπάρχει σε πολλά παραμύθια. Ένας χαρακτήρας κάνει μια καλόκαρδη πράξη για ένα ζώο, και ανταμείβεται με την ικανότητα να καταλαβαίνει τις λαλιές του ζωικού βασιλείου. Ή κάποιος κάνει ένα ξόρκι, ώστε να καταλαβαίνει τα ζώα.
Εξέλιξα λίγο την ιδέα, δίνοντας μεγαλύτερο βάθος σε αυτή την ικανότητα, αποδίδοντας τη ως έναν δεσμό με ένα επιλεγμένο ζώο-σύντροφο. Στη ζωή μου είχα σκύλους από διάφορες ράτσες και πάντα ένιωθα πως ήταν κάτι παραπάνω από κατοικίδια για μένα∙ νομίζω πως πολλοί άνθρωποι νιώθουν έτσι για έναν σκύλο, μια γάτα ή ένα άλογο. Αυτό λοιπόν το ενσωμάτωσα στη μαγεία, ώστε να δώσω στον Fitz έναν σύντροφο που θα μπορούσε να τον καταλαβαίνει περισσότερο από οποιονδήποτε άνθρωπο-φίλο.
Γ.Χ. Ο θάνατος ενός αγαπημένου λογοτεχνικού χαρακτήρα μπορεί να σημαδέψει βαθιά τον αναγνώστη. Ποια τα συναισθήματα σας για το τέλος χαρακτήρων που παίζουν τον ρόλο του κακού, όπως ο Regal Farseer ή ο Hest Finbok;
R.H. Οι χαρακτήρες συναντούν το τέλος τους στα βιβλία, όπως ακριβώς χάνουμε φίλους (ή εχθρούς) στην πραγματική ζωή. Νιώθω πως, όταν διαβάζω ένα βιβλίο, μπορώ να καταλάβω αν ο συγγραφέας ακολουθεί την πλοκή και επιτρέπει στην ιστορία να ξεδιπλωθεί ή ζορίζει καταστάσεις για να κατευθύνει στην πλοκή σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, αποκλειστικά και μόνο για να προκαλέσει δραματικό αντίκτυπο.
Όταν γράφω, προσπαθώ να ακολουθώ το ρεύμα της ιστορίας και αφήνω τα γεγονότα να λαμβάνουν χώρα φυσικά. Έτσι, όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά για τους χαρακτήρες μου, ανταγωνιστές ή πρωταγωνιστές, νιώθω τα ίδια συναισθήματα με τους αναγνώστες μου. Υπάρχουν κάποιες σκηνές που είναι πολύ δύσκολο για μένα να τις γράψω, ή ακόμη και να τις διαβάσω ξανά. Δένομαι βαθιά με τους χαρακτήρες μου, ασχέτως αν είναι ήρωες ή κακοί. Αυτό ειδικά ισχύει για όσους μοιράζομαι την αφηγηματική οπτική τους. Αν έχω γράψει για παράδειγμα ως Hest, έχω μοιραστεί τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς του, έχω πιστέψει ό,τι πιστεύει για αυτές τις παραγράφους, έχω αποδεχτεί για αυτές τις σελίδες όσα έχει κάνει ως δικαιολογημένα∙ τότε μόνο ο χαρακτήρας εξελίσσεται όπως θα έπρεπε πραγματικά. Κι αυτό που συμβαίνει, είναι η φυσιολογική εξέλιξη του τι πρέπει να συμβεί. Νιώθω πως είμαι περισσότερο μάρτυρας, παρά συγγραφέας. Κι όταν συμβαίνουν πράγματα, νιώθω τα συναισθήματα που θα έπρεπε να προκαλούν τα γεγονότα αυτά.
Γ.Χ. Στο τελευταίο σας βιβλίο, Assassins Fate, οι ιστορίες πολλών αγαπημένων χαρακτήρων φαίνεται να οδεύουν προς την ολοκλήρωση τους. Είναι πιθανό να υπάρξει μελλοντικά μία ακόμη σειρά βιβλίων, στην οποία θα μπορέσουμε να δούμε την εξέλιξη των υπολοίπων ηρώων;
R.H. Πιστεύω πως όλες οι ιστορίες τελειώνουν στο σημείο απ’ όπου θεωρητικά θα ξεκινούσε η επόμενη η ιστορία. Έτσι, ενώ οι ιστορίες κάποιων χαρακτήρων πλησιάζουν στο τέλος τους, οι ζωές κάποιων άλλων συνεχίζονται. Ίσως τους συμβούν συναρπαστικά γεγονότα στη συνέχεια, ίσως όχι. Κάποιοι χαρακτήρες, ακριβώς όπως και κάποιοι άνθρωποι, ζουν συνηθισμένες ζωές γεμάτες τετριμμένα, καθημερινά περιστατικά. Από κάτι τέτοιο δεν θα προέκυπτε ένα ιδιαίτερα συναρπαστικό βιβλίο.
Δεν θα ήθελα να πάρω μια πλοκή που θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε και να την τοποθετήσω βιαίως στον κόσμο μου, στριμώχνοντας τους χαρακτήρες μου σε καλούπια, έτσι ώστε να χωρέσουν στην ιστορία. Δεν θα ήθελα να γράψω ένα βιβλίο απλά και μόνο για να διηγηθώ μια ιστορία που απλά διαδραματίζεται στον ίδιο κόσμο.
Αλλά αν υπάρχουν χαρακτήρες για τους οποίους θα ήθελα να γράψω, ακόμη κι αν δεν είχα γράψει τίποτα, ποτέ, αυτό θα μου έδινε το θέμα του βιβλίου που θα έγραφα. Μένει λοιπόν να δούμε τι θα συμβεί.
Γ.Χ. Πιθανότατα σας έχουν κάνει αυτήν την ερώτηση πολλές φορές: θα σας άρεσε να γίνουν τα βιβλία σας τηλεοπτική σειρά κάποια στιγμή;
R.H. Για την ώρα, δεν με εκπροσωπεί ατζέντης που να ασχολείται με δικαιώματα για τηλεοπτική ή κινηματογραφική μεταφορά, κι αυτό δε μ’ ενοχλεί καθόλου. Τα βιβλία μου είναι πολύ ευτυχισμένα όντας βιβλία. Δεν μπορώ να αποφασίσω αν θα ήταν διασκεδαστικό ή τρομακτικό το να προσαρμοστούν σε σενάριο για τον κινηματογράφο ή την τηλεόραση. Οι ιστορίες αλλάζουν όταν τις διηγείσαι οπτικά αντί στο χαρτί. Χάνονται πολλά πράγματα, παρακάμπτονται κομμάτια της πλοκής και των χαρακτήρων, και γίνονται προσθήκες για να κρατήσουν το ενδιαφέρον του θεατή. Έτσι λοιπόν ξέρω πως, αν κάποιος ήθελε να γυρίσει μια τηλεοπτική σειρά ή μια ταινία βασισμένη στα βιβλία μου, πολλά πολλά πράγματα θα άλλαζαν. Δεν θα ήταν πια η ιστορία μου πραγματικά. Θα ήταν η εμπειρία ενός τρίτου, πάνω στην ανάγνωση του βιβλίου μου..
Οπότε, φροντίζω σθεναρά να μη δεσμευτώ για κάτι τέτοιο.
Γ.Χ. Ποια συμβουλή θα δίνατε στους νέους, ανερχόμενους συγγραφείς, που μόλις ξεκινάνε την καριέρα τους;
R.H. Να γράφετε. Κι έπειτα, να γράφετε λίγο περισσότερο. Ξέρω, είναι η κοινότυπη συμβουλή που δίνουν οι συγγραφείς, αλλά αυτό συμβαίνει ακριβώς επειδή δουλεύει. Ένας άνθρωπος μαθαίνει να γράφει μόνο γράφοντας. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για να γραφτεί ένα βιβλίο ή μία ιστορία. Όλα δημιουργούνται γράμμα το γράμμα, με το πάτημα ενός πλήκτρου τη φορά. Ανεξαρτήτως του πόσο καλός είναι ένας συγγραφέας, αυτή η διαδικασία μένει πάντοτε η ίδια.
Και να διαβάζετε. Να διαβάζετε πολύ. Διαβάστε και σκεφτείτε τι είναι αυτό που σας αρέσει κι αυτό που δεν σας αρέσει στα βιβλία που διαβάζετε. Βαρεθήκατε, ενοχληθήκατε ή νιώσατε μια συναισθηματική ανάταση στο τέλος; Να γνωρίζετε τι είδους ιστορίες σας αρέσουν, και μετά γράψτε τις δικές σας ιστορίες, μέσα από την ψυχή σας. Πρέπει να νοιάζεστε για τους χαρακτήρες σας. Αν δεν το κάνετε εσείς, κανένας άλλος δεν πρόκειται να νοιαστεί.
Γ.Χ. Κλείστε με μία ευχή για το Will o’ Wisps.
R.H. Μία ευχή; Σας εύχομαι να συνεχίσετε με επιτυχία να φέρνετε σε επαφή συγγραφείς με τους αναγνώστες τους! Σας ευχαριστώ για την ευκαιρία να απευθυνθώ στους Έλληνες αναγνώστες.
• English Version •
Robin Hobb is a fantasy novelist born in California. She moved to Alaska with her family in the early 1960s and currently lives in Tacoma, Washington. Author of the world-famous The Farseer Trilogy, she has been actively writing and published since she was eighteen years old. She started writing under the name Megan Lindholm for local newspapers and children’s magazines, such as “Highlights for Children” and “Jack and Jill”. She also created short fiction for children, to be used in the SRA programmed reading material. In the 1980s, she began to write short fantasy. Other works under the Lindholm name include The Reindeer People, Wizard of the Pigeons and Cloven Hooves.
Assassin’s Apprentice, her first work under the name Robin Hobb, was published by Bantam Books in 1995. She has since written The Liveship Traders Trilogy, The Tawny Man Trilogy, The Soldier Son Trilogy and the four volume tale, The Rain Wilds Chronicles. Her latest work, The Fitz and the Fool Trilogy, recently completed with Assassin’s Fate, returns to the world of the Farseers and the realm of the Elderlings. Her works have been translated into over twenty languages, winning multiple awards globally.
It is a great pleasure and honor to interview one of the best fantasy female authors.
G.Ch. When you were young, what kind of books did you enjoy reading? Who was your favorite writer and the source of inspiration that made you start writing as well?
R.H. The first books I read were the ones in my family’s library. There were books of old fairy tales, like East of the Sun and West of the Moon. We also had the Oz books by Frank L. Baum. My grandmother had little red leather bound books of Shakespeare, and Kipling’s poetry. As I got a bit older, I discovered Kipling’s Jungle Book and other stories. He was my favorite for a long time. We also had the classics such as Treasure Island, and 20,000 Leagues Under the Sea and Tom Sawyer and Kidnapped.
But the biggest fiction event in my life came when I was a teenager and encountered The Hobbit and then The Lord of the Rings. I had never read anything like it. When I finished it, I immediately read it again. I had known for some time that I wanted to be a writer. Those were the books that let me know what sort of literature I wanted to write.
G.Ch. Is there any young writer who you think stands out from the crowd? If so, who and why?
R.H. Young as in ‘new to writing’ or young as in age? I’m afraid I think of anyone who has been published for ten years or less as ‘new’! Jay Kristoff is an author to try, if you haven’t experienced his books yet. Start with Nevernight. Then there is Laura Lam. Her first novel, Pantomine, was published in 2013, and I recommend you start with that one. So there are two for you.
G.Ch. The world of Elderlings is a place full of miracles. When and how did this inception occur in your mind?
R.H. Book ideas come to me slowly and often take years to grow. I carried the idea for the Skill for some years before the story began to form up around the characters. I think the magic in fantasy has to have limits and rules, so often that is what takes some time to grow. The magic I used for those books have been used before; the Skill is similar to telepathy, and the Wit is very like all the tales of heroes who can talk with animals. I really enjoyed taking older ideas that were almost clichés and trying to make them new and fresh again.
G.Ch. You’ve mentioned that all of your characters play a major role to you, and you’re living the events through them. Which of the heroes reflects Megan (Robin Hobb) the most?
R.H. I pretend to myself that all of my characters are completely independent of me. But the truth is that every writer’s characters come out of the writer’s mind, and each one will have some aspect of the writer. If I had to narrow it down to one character, Patience is probably most like me. She’s an introvert, untidy, flighty in her interests, a creator of clutter and disorder. That’s me!
G.Ch. We address you as Megan, however your fans know you as Robin Hobb. Could you explain to us how you chose this pen name?
R.H. I first began writing fantasy as Megan Lindholm. I wrote all over the fantasy spectrum: swords and sorcery, historic fantasy, urban fantasy, SF. My agent at the time told me that it was as if I were always writing my first novel, as I moved around so much in the genre.
So when I began writing the Farseer Trilogy, I decided that I would have a new name and use it for all books that I wrote that were epic fantasy. Once decided, I had to find a new name. I wanted something that was androgynous. I wanted it to be short, so my name would be in large letters on the cover. I went to several book stores to see what books were on eye level on the shelves. It was the “H” shelf, with books by Barbara Hambly, Robert Heinlein and Frank Herbert. That seemed like a very nice shelf to be on. I chose the last name Hobb, for it reminded me of the hob by the hearth, as well as hobgoblin. It was both cozy and a bit scary. I chose the name Robin for the nuances such as Robin Hood and Robin Goodfellow (Puck). And I liked how the two names sounded together. Robin Hobb.
G.Ch. In your books, blood has the special property of transfering memories, such as the stone in the city Kelsingra. How did you come up with this idea?
R.H. Blood fascinates me. In our blood is our DNA. Every bit of information about you as an individual, as well as a great deal of your family ancestry. Blood can tell where you family originated generations ago. It may carry vulnerabilities, such as sickle cell anemia, or inherited immunities, or deadly allergies. Blood carries all the physical memories of your genealogy. And there is some indication that the DNA in blood carries memories as well. We see that more clearly in dogs perhaps than we do in humans. Shepherd dogs want to herd; retrievers want to fetch, and spaniels love the water.
So to take those thoughts one step more, and think of blood being able to transfer memories was not a huge leap for me.
G.Ch. The Fool is my favorite character from the Fitz. What’s your view on that character, and what messages do you believe he sends to the readers?
R.H. Oh, I would not want any of my characters to send any messages to my readers. I have read far too many heavy-handed lectures disguised as fantasy books! So no message was intended. No moral at the end of the story.
The Fool is the Fool. As with many of my characters, I did not consciously create him or plan him. He simply stepped into the story and announced himself. He had no respect for my outline, or my assertion that he was to be a minor character.
He isn’t the only character who has decided to chart his own course. When I was writing as Megan Lindholm, the character Cassie in Wizard of the Pigeons seemed to have her own thoughts on how the plot should go.
G.Ch. In the unique world of your books, magic is expressed in a very special way. For example, the Wit allows Fitz to connect telepathically and emotionally with Nighteyes and experience together happy and tragic moments. How did you come up with this idea?
R.H. The idea of humans being able to communicate with animals is actually a very old one. It’s in many fairy tales. A character does a kindness to an animal and is rewarded with the ability to understand the tongues of animalkind. Or perhaps one works a spell, to gain the ability to understand animals.
I went a bit farther with that idea, making that ability go deeper, into a bond with a chosen animal companion. I’ve had dogs of various kinds throughout my life, and I’ve always felt that they were more than mere pets to me, and I think many people feel that way about a dog, or a cat, or a horse. So I incorporated that into the magic, to give Fitz a companion that could understand him far better than any human friend.
G.Ch. The death of a beloved book character can leave the readers with a deep scar. How do you feel about the end of heroes who play the bad guys, such as Regal Farseer or Hest Finbok?
R.H. Characters meet ends in books, just as we lose friends (or enemies) in real life. I feel that when I read a book, I can tell if the author follows the events and allows the story to unfold or if the author forces events to go in a certain direction solely for dramatic impact.
When I write, I try to follow the current of the story and let the events play out in a natural way. So when things befall my characters, antagonists or protagonists, I feel emotions, the same emotions my readers feel. There are some scenes that are very hard for me to write, or even hard for me to re-read. I become deeply attached to my characters, regardless of whether they are heroes or villains. This is especially true of the characters whose viewpoints I have shared. If I have written as Hest and shared his thoughts and attitudes, believed for those paragraphs what he believes, accept for those shared pages that what he does is justified, then the character moves forward as he actually would. And what happens is a normal unfolding of what must happen. I feel like I’m more of a witness than a writer. And when things happen, I feel the emotions those events would trigger.
G.Ch. In your last book, Assassin’s Fate, the story of many favorite heroes appears to draw to an end. Is a future series possible where we could see the fate of the rest of the heroes?
R.H. I think that all stories end where the next tale would logically begin. So as the tales of some characters draw to a close, the lives of others would continue. They may or may not have compelling events in their lifetime. Some characters, just like some people, live ordinary lives full of mundane, day to day happenings. That would not make a very exciting book.
I wouldn’t want to take a story that could happen anywhere, and force it to fit into my world, and push my characters into a mold to make them fit into the story. I would not want to write a book simply for the sake of telling a story set in the same world.
But if there are characters I’d want to write about, even if I’d never written a book before, then that would be a book I’d write. It remains to be seen if that will happen.
G.Ch. You’ve probably been asked this question many times; would you like to see your novels transferred into a TV series, one day?
R.H. For now, I don’t have a film rights agent, and I’m fine with that. My books are very happy being books. I can’t decide if it would be fun or terrifying to have them translated to film or TV. Stories change when you tell them visually instead of in print. Things are lost, there are shortcuts in plot and character, and things are added, to keep the viewer engaged. So I know that if someone wanted to make a TV series or a movie based on one of my books, many many things would change. It wouldn’t really be my story anymore. It would be someone else’s experience of reading my book.
So, I’m firmly uncommitted.
G.Ch. What advice would you give to young, aspiring writers who are just starting their career?
R.H. Write. Then write some more. I know, it’s the same advice writers always give but that is because it is what really works. One learns to write by writing. There are no short cuts to writing a book or a story. They are all written one letter, one key press at a time. No matter how good the writer is, that part always stays the same.
And read a lot. Read and think about what you like or dislike about the books you read. Were you bored, or irritated or did your heart lift at the end? Know what sorts of stories you love, and then write your own stories, from your very bones. You have to care about your characters. If you don’t care, no one will.
G.Ch. Give a wish to Will o’ Wisps.
R.H. A wish? I wish you continued success, in helping writers connect with their readers! I thank you for this opportunity to reach out to Greek readers.
*Golden Retriever: από το αγγλικό retrieve = ανακτώ, επαναφέρω.
Cocker Spaniel: ράτσα που χρησιμοποιούνταν στο κυνήγι υδρόβιων πτηνών, κυρίως ανέσυραν τα χτυπημένα θηράματα από το νερό.
Συνέντευξη: Γιώργος Χατζής - Μαριλένα Μέξη
Μετάφραση: 'Αρτεμις Βελούδου
Επιμέλεια: 'Αρτεμις Βελούδου - Ανδρέας Μιχαηλίδης
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση της συνέντευξης, για οποιαδήποτε κοινοποίηση ή χρήση του περιεχομένου, παρακαλούμε επικοινωνήστε με τη συγγραφική ομάδα του Will o' Wisps.gr.