Η μαγεία της συγγραφής: συνέντευξη με τη Στεφανί Ιακώβου
Η Στεφανί Ιακώβου γεννήθηκε και µεγάλωσε στην Κύπρο. Σπούδασε στο Παιδαγωγικό Τµήµα Δηµοτικής Εκπαίδευσης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστηµίου Αθηνών. Αργότερα σπούδασε στο Πανεπιστήµιο του Μάντσεστερ, όπου και πήρε το µεταπτυχιακό της δίπλωµα στις Ψηφιακές Τεχνολογίες, Επικοινωνία κι Εκπαίδευση. Σήµερα ζει κι εργάζεται στην Πάφο. Κυκλοφορεί το μυθιστόρημα της Ημίφως: Το Κάστρο του Τύμβρη, πρώτο μέρος τριλογίας, από τις εκδόσεις Πηγή.
Η μυθοπλασία του φανταστικού είναι αδιαμφισβήτητα μια περίπλοκη διαδικασία. Πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η σύστασή της για το δικό σας συγγραφικό έργο και σε ποια πεδία κινείται η έρευνα σας για τη συνέπεια της;
Σ.Ι. Είναι, πράγματι, πολύπλοκη διαδικασία. Παρόλο που το «Ημίφως» διαδραματίζεται σε ένα παράλληλο, φανταστικό σύμπαν, πράγμα το οποίο επιτρέπει διάφορες ελευθερίες, εν τούτοις ποτέ δεν ήθελα να είμαι αυθαίρετη σε ορισμένα πράγματα –ήθελα πίσω από κάθετι που έγραφα να υπάρχει μια συγκεκρικέμενη «λογική». Οπότε συχνά, καθόλη τη διάρκεια της συγγραφής του «Ημίφωτος», χρειαζόμουν να ανατρέξω σε διάφορες πηγές για να αποκτήσω περισσότερες πληροφορίες. Αυτό δεν μπορώ να πω ότι με δυσκόλευε (γιατί το έβρισκα τρομερά ενδιαφέρον), αλλά καθυστερούσε τη συγγραφή, που γινόταν ολοένα και πιο περίπλοκη, αλλά και πιο βαθιά και με γερές βάσεις. Περνούσα λοιπόν πολύ χρόνο διαβάζοντας δοξασίες και θρύλους για φαντάσματα, μελετούσα την ελληνική μυθολογία, η οποία ανέκαθεν υπήρξε πηγή έμπνευσης για μένα και της οποίας είμαι λάτρης, αλλά και μυθολογία άλλων χωρών, όπως αυτή των Σκανδιναβών. Επίσης, καθώς ένα σημαντικό μέρος των χαρακτήρων μου έζησε πριν από πολλά χρόνια, χρειάστηκε επίσης να μελετήσω τις συνήθειες των ανθρώπων εκείνη την εποχή, τους τρόπους, το ντύσιμο, τα αντικείμενα της καθημερινότητάς τους, κι ό,τι άλλο χρειαζόμουν για να εντάξω στο βιβλίο. Η έρευνά μου χρειάστηκε να επεκταθεί επίσης και σε ορισμένα κεφάλαια της Ιστορίας και της Φυσικής.
Πώς αντιλαμβάνεστε την άποψη πως η συγγραφή είναι μια πνευματική διαδικασία;
Σ.Ι. Η συγγραφή δεν θα μπορούσε να είναι τίποτα άλλο από πνευματική –αλλά και ψυχολογική– διαδικασία. Είναι μια διανοητική διαδικασία, η οποία μάλιστα είναι και αδιάκοπη, καθώς ο εγκέφαλος μας, ακόμη και κατά τη διάρκεια του ύπνου, εργάζεται πάνω σε κάτι που την επόμενη μέρα μπορεί να είναι αυτό που θα μας δώσει τη λύση σε κάποιο πρόβλημα –και ειδικά σε ένα αδιέξοδο της συγγραφής.
Υπάρχουν σκηνές στα βιβλία σας τις οποίες «κόβετε» στην επιμέλεια;
Σ.Ι. Στην επιμέλεια περισσότερο δημιουργώ κι άλλες σκηνές, παρά τις κόβω! Ή, για να είμαι πιο ακριβής, επεκτείνω σκηνές που υπάρχουν ήδη. Ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι η επιμέλεια του βιβλίου μου είναι μια διαδικασία που ξεκινάει από την πρώτη μέρα συγγραφής, και μου είναι, συνήθως, σχεδόν ακατόρθωτο να «κόψω» κάτι. Όλες οι σκηνές οι οποίες βρήκαν τον δρόμο τους στο βιβλίο έχουν τη σημασία τους -μεγάλη η μικρή– και οι λεπτομέρειες τους είναι αυτές που κάνουν τη διαφορά. Είναι αλήθεια όμως ότι έχω μικρύνει σημαντικά μερικούς διαλόγους ή περιγραφές στην τελική-τελική επιμέλεια του βιβλίου (με μεγάλη δυσκολία, είναι η αλήθεια), οι λεπτομέρειες των οποίων θεωρούσα ότι δεν προσέδιδαν κάτι στο τελικό αποτέλεσμα.
Κρύβετε στα βιβλία σας μυστικά τα οποία μόνο ελάχιστοι αναγνώστες θα καταφέρουν να ανακαλύψουν;
Σ.Ι. Πιστεύω πως κάθε βιβλίο στο οποίο ο συγγραφέας έχει σκύψει με μεγάλη αφοσίωση κι επενδύσει ενέργεια για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, σίγουρα κρύβει «μυστικά» τα οποία δεν αποκαλύπτονται με την πρώτη ανάγνωση. Οι αποχρώσεις ενός βιβλίου είναι συχνά λεπτές, και, κάθε φορά που διαβάζεις ένα καλοδουλεμένο βιβλίο, υπάρχει πιθανότητα να ανακαλύψεις καινούρια πράγματα τα οποία δεν είδες την πρώτη φορά. Έτσι και στο «Ημίφως», πιστεύω πως υπάρχουν μυστικά τα οποία θα μπορέσουν να ανακαλύψουν μόνο όσοι αναγνώστες διαβάσουν το βιβλίο περισσότερες από μία φορές.
Ως αναγνώστης και δημιουργός του είδους, γιατί πιστεύετε πως μας ελκύει το φανταστικό;
Σ.Ι. Ένα βιβλίο, φαντασίας ή όχι, είναι για μένα ένα παράθυρο σε έναν άλλο κόσμο. Από μικρό παιδί προτιμούσα όμως να διαβάζω βιβλία φαντασίας, γιατί αυτά με έκαναν να ξεφεύγω για τα καλά από την πραγματικότητα, και με ταξίδευαν σε έναν άλλο σύμπαν, ένα σύμπαν μαγικό. Όλα τα παιδιά έχουν, άλλωστε, μεγάλη φαντασία, και μια ιδιαίτερη ροπή προς αυτή, η οποία όμως, δυστυχώς, σταδιακά χάνεται καθώς μεγαλώνουμε. Πιστεύω λοιπόν ότι όλοι εμείς που αγαπάμε το φανταστικό, είμαστε άνθρωποι που καταφέραμε να διατηρήσουμε το παιδί μέσα μας, και δεν έχουμε ξεχάσει αυτή τη μαγεία, αυτή την ξεχωριστή ομορφιά της φαντασίας, κι έτσι την αποζητάμε. Το φανταστικό μας ελκύει γιατί ξυπνάει το παιδί μέσα μας, μας κάνει να νοσταλγούμε ή να ελπίζουμε, να ερευνούμε το ανεξήγητο και να συγκινούμαστε, να πονάμε αλλά και να λυτρωνόμαστε από τις σκοτούρες της καθημερινότητας, της σκληρής και πεζής καθημερινότητας των μεγάλων.
Ποια η άποψη σας για τη θέση του είδους του φανταστικού στην Ελλάδα, σε όλες του τις πολιτιστικές εκφάνσεις;
Σ.Ι. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, το φανταστικό είναι περιθωριοποιημένο είδος, το οποίο δεν έχει τη θέση που του αξίζει. Όπως και κάθετι που είναι διαφορετικό και ξεφεύγει λίγο από τα συνηθισμένα, έτσι και το φανταστικό, μέχρι τουλάχιστον πριν από μερικά χρόνια, θεωρούνταν παρίας όχι μόνο στη λογοτεχνία, αλλά και αλλού. Θέλω να πιστεύω όμως ότι τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να γνωρίζει άνθιση, κι ότι προόδος έχει επιτευχθεί ώστε να γίνει πιο δημοφιλές στην Ελλάδα, όπως είναι και στο εξωτερικό.
Πού βρίσκεται το πρώτο σας draft αυτή τη στιγμή;
Σ.Ι. Kαλά φυλαγμένο στον υπολογιστή μου, όπως και στην καρδιά μου.
Πού συναντάτε τους ήρωες σας; Έρχονται με την ιδέα ή συμβαίνει να προϋπάρχουν και να φέρουν την έμπνευσή της;
Σ.Ι. Ψήγματα των χαρακτήρων μου υπάρχουν μέσα μου, και είναι κομμάτια της δικής μου προσωπικότητας (ή του alter ego μου). Συνεπώς κυρίως προϋπάρχουν μέσα μου, κι απλά η πλοκή τους βγάζει προς τα έξω. Τους δίνει πρόσωπο, τους κάνει να μιλούν, πλάθει περισσότερο τον χαρακτήρα τους, τις πράξεις τους και τις επιλογές τους. Συμβαίνει όμως, με όλους τους χαρακτήρες μου, να αποκτήσουν τόση δύναμη κατά τη διάρκεια της συγγραφής, που πλέον «μιλάνε» μέσα μου, και –κάποιες φορές– διαμαρτύρονται έντονα εάν ζητηθεί από αυτούς να κάνουν κάτι που κανονικά δεν θα έκαναν. Η ιστορία λοιπόν είναι δική τους, κι αρκετές φορές είναι αυτοί που τη γράφουν.
Γράφοντας τις ιστορίες σας έχετε εξαρχής τον επίλογο στο μυαλό σας, ή αφήνετε τους ήρωες σας να σας οδηγήσουν ως το τέλος;
Σ.Ι. Οι ήρωες μου, όπως προανέφερα, έχουν σημαντική δύναμη κι έλεγχο μέσα στο βιβλίο, αλλά όχι αρκετό ώστε να αλλάξουν ολοκληρωτικά την πλοκή ή το τέλος του. Πιο συγκεκριμένα, το τέλος του βιβλίου «Ημίφως» (του πρώτου τουλάχιστον μέρους της τριλογίας), είχε γραφτεί από την αρχή, πριν καν ξεκινήσει το ίδιο το βιβλίο, και οι χαρακτήρες μου ήταν όλοι –σχεδόν– έρμαια αυτού του τέλους. Μου είναι δύσκολο να εξηγήσω το πώς γίνεται να ξέρω εξαρχής το πού θα οδηγηθούν οι χαρακτήρες μου με τις πράξεις τους, πριν καν κι εγώ η ίδια καλά-καλά τους γνωρίσω, αλλά συχνά νιώθω πως η ιστορία τους βρισκόταν ήδη γραμμένη στο μυαλό μου καιρό πριν αποφασίσω να τη γράψω, κι ότι απλά κατά τη συγγραφή έπρεπε να την ξεθάψω από τη σκονισμένη γωνία του μυαλού μου στην οποία βρισκόταν και να τη μεταφέρω στο χαρτί.
Θεωρείτε ότι η οικονομική κρίση έχει πλήξει το βιβλίο και πώς;
Σ.Ι. Σαφώς και το έχει πλήξει. Η αγορά του βιβλίου πιστεύω πως ήταν από τους πρώτους τομείς που πλήγηκαν με την κρίση, η οποία, πέρα από οικονομική, έγινε και πολιτιστική. Πώς άλλωστε να επενδύσει κανείς χρήματα σε ένα τέτοιο έξοδο (το οποίο συνήθως θεωρείται περιττό), όταν δυσκολεύεται να καλύψει τα βασικά; Η έλλειψη χρόνου αλλά και ενδιαφέροντος, οι οποίες είναι απότοκα της κρίσης, συνέβαλαν επίσης ώστε το βιβλίο να μη θεωρείται προτεραιότητα από πολλούς.
Mια “παραδοσιακή” ερώτηση: Ετοιμάζετε ή έχετε ήδη κάποιο επόμενο βιβλίο στο μυαλό σας;
Σ.Ι. Έχω, φυσικά, στα σκαριά τα επόμενα δύο βιβλία της τριλογίας, τα οποία ευελπιστώ να ολοκληρωθούν σύντομα.
Κλείστε με μία ευχή για το Will o’ Wisps.
Σ.Ι. Εύχομαι το Will o’ Wisps να συνεχίσει να μεγαλώνει, να δημιουργεί και να προωθεί το φανταστικό στην Ελλάδα, ένα είδος που όλοι έχουν ανάγκη, ακόμη κι αυτοί που δεν το ξέρουν!