Οι λαοί των Επτά Βασιλείων και η βρετανική ανθρωπογεωγραφία
Ανάμεσα στους τίτλους που έχει συσσωρεύσει η Νταινέρυς Ταργκάρυεν, φέρει κι εκείνον των προγόνων της που κατείχαν τον Σιδερένιο Θρόνο:
Βασίλισσα των Άνταλ και των Ρόυναρ και των Πρώτων Ανθρώπων
Τι σημαίνουν αυτά τα ονόματα; Πώς σχετίζονται μεταξύ τους; Όσοι έχουν διαβάσει και τα βιβλία του G.R.R. Martin, διαθέτουν σαφέστερη εικόνα από εκείνους που απλά παρακολουθούν την τηλεοπτική σειρά A Game of Thrones. Αλλά, για τους κατοίκους του αγγλόφωνου κόσμου, η εικόνα είναι χίλιες φορές πιο ξεκάθαρη. Πέρα από την ομοιότητα των χαρτών του Γουέστερος (της ηπείρου που φιλοξενεί τα Επτά Βασίλεια) με τους χάρτες της Βρετανίας, το κείμενο περιέχει άφθονα κλεισίματα του ματιού για να αντιληφθούν τις αντιστοιχίες τόπων και ανθρώπων με όσα έχουν μάθει στο σχολείο.
Δεν υπονοώ ότι ο συγγραφέας πήρε το βρετανικό παρελθόν κι άλλαξε απλώς τα ονόματα. Έχει δηλώσει: «Διαβάζω πολλή Ιστορία, κι αντλώ από ‘κει καλό υλικό, αλλά μ’ αρέσει επίσης να φτιάχνω και μωσαϊκά. Δηλαδή δεν κάνω σκέτες μεταφυτεύσεις όπως κάνουν μερικοί συγγραφείς, οπότε δεν μπορείς να πεις ότι το Χ στο Γουέστερος είναι το Ψ στον πραγματικό κόσμο. Συχνότερα, το Χ στο Γουέστερος είναι το Ψ και το Ω στον πραγματικό κόσμο, με πινελιές από το Π, το Λ και το Α».
Και να μην τα είχε πει όλα αυτά ο Martin, αρκεί μια ματιά στην έρημο του Ντορν για να καταρρεύσει οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι τα Επτά Βασίλεια είναι 100% η Βρετανία. Παρ’ όλ’ αυτά, αξίζει να εξετάσουμε τις ομοιότητες· το επιπλέον υπόβαθρο, που για τους αγγλόφωνους είναι προφανές, κάνει πλουσιότερη την εμπειρία της ανάγνωσης και της θέασης.
Σημείωση 1: στην Ελλάδα συγχέουμε την Αγγλία με τη Βρετανία. Η Αγγλία είναι το νοτιοανατολικό κομμάτι του νησιού Βρετανία, πάνω στο οποίο βρίσκονται επίσης η Σκωτία κι η Ουαλία.
Σημείωση 2: Για τα ονόματα και την ορολογία ακολουθώ τη μετάφραση των βιβλίων στα ελληνικά.
***
Οι γηγενείς κάτοικοι του Γουέστερος ήταν τα παιδιά του δάσους, μικρόσωμα ανθρωποειδή πλάσματα με τέσσερα δάχτυλα, δέρμα κηλιδωτό σαν το τρίχωμα του ζαρκαδιού, μάτια σχιστά και μαγικές δυνάμεις.
Φαντάζει εκ πρώτης όψεως αδύνατο να ταυτίσουμε τέτοια όντα με κάποιον ιστορικό λαό. Πρέπει να έχουμε, όμως, υπόψη μας ότι ο συγγραφέας θέλει να προξενήσει την αίσθηση οικειότητας στον αναγνώστη και δεν ακολουθεί αυστηρά την ιστορική ακρίβεια. Ενίοτε στηρίζεται στην εντύπωση που έχει ο μέσος άνθρωπος για ορισμένα ζητήματα, κι ας είναι λαθεμένη.
Μ’ αυτό το σκεπτικό, τα «παιδιά» είναι οι νεολιθικοί άνθρωποι της Βρετανίας, που έχτισαν το Στόουνχεντζ. Δεν εξαφανίστηκαν όταν ήρθαν στο νησί άλλοι λαοί από την ηπειρωτική Ευρώπη - υπήρχαν παράλληλα μ’ αυτούς για μεγάλο διάστημα. Σύμφωνα με κάποιες θεωρίες, ο διαφορετικός τρόπος ζωής τους γέννησε τους μύθους για νεράιδες και ξωτικά στα βρετανικά δάση. Ο Martin αναφέρει ρητά ότι τα παιδιά του δάσους δε γνωρίζουν τη μεταλλουργία και τον αργαλειό, ούτε κι έχουν πόλεις. Αυτός δεν είναι ο συντομότερος ορισμός που μπορούμε να δώσουμε για τους πρωτόγονους; Επιπλέον, οι περισσότεροι έχουμε θολή στο μυαλό μας τη διάκριση του προϊστορικού ανθρώπου με τα παλιότερα ανθρώπινα είδη (Νεάντερταλ, Κρο Μανιόν, Χόμο Σάπιενς κτλ.), που ήταν όλα κοντύτερα από μας.
Μάλιστα, στη Βρετανία είναι σημαντικό στοιχείο της παράδοσης οι Δρυίδες και τα ιερά τους δέντρα. Με βάση τα λίγα που γνωρίζουμε, οι Δρυίδες κληρονόμησαν μέρος των πεποιθήσεων και των μνημείων τους από τους παλαιότερους κατοίκους του τόπου. Αντίστοιχα, τα παιδιά του δάσους άφησαν τη θρησκεία τους και τα μαγικά τους άλση στους επιγόνους τους, τους Πρώτους Ανθρώπους.
Αυτοί ήρθαν από την απέναντι μεγάλη ήπειρο στο Γουέστερος, όπως οι Κέλτες πέρασαν από την κυρίως Ευρώπη στη Βρετανία. Και οι δύο μεταναστεύσεις συνοδεύτηκαν από τη διάδοση της γραφής, της μεταλλουργίας και της εκτεταμένης καλλιέργειας της γης. Σταδιακά, εξαπλώθηκαν σε όλο το νησί.
Αποτελεί δεδομένο για τους Βρετανούς ότι ο καθένας τους έχει κάποια δόση κελτικού αίματος. Μια εξαίρεση είναι οι Σκωτσέζοι, οι οποίοι, αντί για αυτή τη «δόση», κατάγονται άμεσα –γενετικά και πολιτισμικά– από τους Κέλτες. Τα ίδια ακριβώς ισχύουν για το «σύγχρονο» Γουέστερος και τους Πρώτους Ανθρώπους. Αν και παντού υπάρχουν τα ίχνη τους, στον Βορρά ζουν οι απευθείας απόγονοί τους.
Οι Βόρειοι του Martin είναι τραχείς άνθρωποι, λιγομίλητοι, πιστοί στην παράδοση και στον λόγο της τιμής τους, φτωχοί αλλά φιλόξενοι. Ζουν σ’ έναν κρύο τόπο, δασωμένο, με πολλούς λόφους και βουνά, που αποτελεί το ένα τρίτο όλης της χώρας αλλά είναι αραιοκατοικημένος, με λίγες «εστίες πολιτισμού» και πολλά απομονωμένα χωριά. Ενδεικτικά, η πυκνότητα του πληθυσμού στη Σκωτία, είναι το ένα έβδομο αυτής στην Αγγλία.
Ο χρόνος μοιάζει να έχει ξεχάσει τα πιο μακρινά μέρη του Βορρά στο Γουέστερος (στη μάχη του Culloden, το 1746, ένας στους πέντε Σκωτσέζους πήγε να πολεμήσει τα τουφέκια των Άγγλων με μεσαιωνικό σπαθί και ασπίδα). Οι Βόρειοι θυμούνται και τηρούν παλιές συμμαχίες και μακρινές συγγένειες (όπως έκαναν οι σκωτσέζικες πατριές, τα γνωστά clan). Κατά το πρότυπο της Σκωτίας, σχεδόν ο κάθε οικογενειάρχης στον Βορρά φέρει κάποιον τίτλο, αφού είναι άρχοντας του υποστατικού του. Εν ολίγοις, οι Βόρειοι είναι τόσο αρχετυπικά Σκωτσέζοι, που μόνο η καρό φούστα τούς λείπει.
Το όριο της γης τους είναι το Τείχος. Πέρα απ’ αυτό, απλώνεται αιώνιος πάγος, κυκλοφορούν μαμούθ και γίγαντες, ενεδρεύουν οι Άγριοι. Ο συγγραφέας δεν κρύβει πως το Τείχος το έχει εμπνευστεί από το αληθινό Τείχος του Αδριανού στη Σκωτία, είναι ολοφάνερο κι από τον χάρτη ότι βρίσκονται στο ίδιο σημείο.
Το ρωμαϊκό Τείχος είχε χτιστεί από θάλασσα σε θάλασσα (και με οχυρά σε διάφορα σημεία, σαν το Τείχος του Γουέστερος), με σκοπό να προστατεύει τις ρωμαϊκές κτήσεις από τα βάρβαρα φύλα που ζούσαν βορειότερα, ιδίως τους Πίκτες ή Πίκτους. Αν και έχει αμφισβητηθεί κατά πόσον αποτελούσαν αρκετά μεγάλη απειλή ώστε να απαιτούνται τόσο ακραία αμυντικά μέτρα, στη ρωμαϊκή συνείδηση οι τόποι πέρα από το Τείχος του Αδριανού αποτυπώθηκαν με τα μελανότερα χρώματα. Έλεγαν πως οι κάτοικοί τους ήταν άνομοι και έμεναν σε τσαντίρια, ενώ ο βυζαντινός ιστορικός Προκόπιος, πάνω από έναν αιώνα μετά την αποχώρηση των Ρωμαίων από τη Βρετανία, έγραψε ότι η ανθρώπινη επιβίωση πέρα από το Τείχος του Αδριανού είναι αδύνατη, εξαιτίας του ανθυγιεινού κλίματος και των άγριων θηρίων.
Προ Χριστού, οι Πίκτες, συγγενείς από κάθε άποψη με τους υπόλοιπους κελτικούς πληθυσμούς του νησιού, ήταν μια χαλαρή ομοσπονδία φυλών. Η κάθε φυλή είχε λίγα μέλη, που κατοικούσαν σε μικρά χωριά με καλύβες και μετακινούνταν εποχιακά. Ήταν κτηνοτρόφοι, γεωργοί και τροφοσυλλέκτες.
Ο τρόπος ζωής των Άγριων στο Γουέστερος –οι οποίοι κατάγονται από τους «Κέλτες» Πρώτους Ανθρώπους– διαφέρει από των αρχαίων Πικτών μόνο στη γνώση της μεταλλουργίας. Η διαφορά αυτή δικαιολογείται, εφόσον το Τείχος χτίστηκε τουλάχιστον έξι χιλιάδες χρόνια πριν και εγκλώβισε τους Άγριους στην Εποχή των Παγετώνων, τόσο χωροταξικά όσο και χρονικά. Τα γειτονικά τους Επτά Βασίλεια έφτασαν στον Ύστερο Μεσαίωνα, ενώ αυτοί δεν κατόρθωσαν να προοδεύσουν κοινωνικά ή τεχνολογικά. Οι πόροι που έχουν στη διάθεσή τους είναι ελάχιστοι, ενώ όλη τους η ενέργεια αναλώνεται σε προσπάθειες επιβίωσης στο εξαιρετικά αντίξοο περιβάλλον τους – για να μην αναφέρουμε και τους νεκροζώντανους που καραδοκούν. Όπως και να ‘χει, οι επιδρομές και η βαρβαρότητα των Άγριων ταιριάζουν τόσο με την εσωτερική λογική του φανταστικού κόσμου που δημιούργησε ο Martin στα βιβλία του, όσο και με την εντύπωση που είχαν οι Ρωμαίοι για τους Πίκτες.
Η διχοτόμηση των Πρώτων Ανθρώπων σε Άγριους και πολιτισμένους έπαψε να έχει σημασία, πάντως, όταν εμφανίστηκαν οι ψηλοί και ξανθοί Άνταλ. Ήρθαν κι αυτοί από την απέναντι ήπειρο, αλλά γνώριζαν να κατεργάζονται το σίδερο κι όχι μόνο τον χαλκό. Μέσα σε λίγους αιώνες, εξαπλώθηκαν σε όλο το Γουέστερος, εκτός από τον Βορρά και το Ντορν. Αναμίχθηκαν με τους ντόπιους, κυριάρχησαν πάνω τους με τα όπλα ή με επιγαμίες, άρχισαν να ενώνουν τις μικρές επικράτειες σε μεγαλύτερα και ισχυρότερα βασίλεια. Επέβαλλαν σταδιακά τη γλώσσα, το αλφάβητο και τη θρησκεία τους. Σε σχέση με τους Πρώτους Ανθρώπους, υπερείχαν σε πολιτισμό, σε δυναμισμό, σε τεχνολογία – σε όλα, εκτός από το ήθος.
Λέξη προς λέξη, αυτή είναι και η ιστορία της μετανάστευσης των Σαξόνων στη Βρετανία, και η σχέση τους με τους Κέλτες που βρήκαν εκεί. Μάλιστα, οι Αγγλοσάξονες είχαν και επτά βασίλεια, γνωστά «η Επταρχία». Μια διαφορά τους με τους Άνταλ είναι πως στα Επτά Βασίλεια του Martin συνυπολογίζεται και ο Βορράς, ενώ η Σκωτία δεν ανήκε στην Επταρχία. Μια δεύτερη διαφορά είναι πως οι Άνταλ πίστευαν ήδη στους Επτά όταν πήγαν στο Γουέστερος, ενώ οι Σάξονες εκχριστιανίστηκαν λίγα χρόνια μετά την άφιξή τους.
Η ομοιότητα της Πίστης των Επτά με τον δυτικό χριστιανισμό είναι μάλλον προφανής - με την ιεραρχία, τους μοναχούς, τα στρατιωτικά μοναστικά τάγματα, τα εκκλησιαστικά δικαστήρια, τους καθεδρικούς, την τελευταία ημέρα της εβδομάδας αφιερωμένη στη θρησκεία κτλ. Μάλιστα, οι Άνταλ λατρεύουν τους «Επτά που είναι Ένας», δηλαδή όψεις μίας και μοναδικής θεότητας, όπως η Αγία Τριάδα.
Η εκκλησία στο Γουέστερος είναι τόσο ισχυρή, ακόμη και σε κοσμικά θέματα, ώστε αναγκάστηκαν να τη σεβαστούν ακόμη κι οι επόμενοι κυρίαρχοι της χώρας, οι Ταργκάρυεν. Αυτοί δεν είναι λαός, αλλά μια οικογένεια ευγενών καταγόμενη από τη μακρινή Βαλύρια. Με τους δράκους τους, τα μαγικά τους χαρίσματα και τα πλατινέ μαλλιά τους, περισσότερο θυμίζουν τους Μελνιμπονιανούς συγγενείς του Έλρικ, παρά οποιαδήποτε εθνότητα του κόσμου μας. Κι όμως, εδώ βρίσκεται η άκρη του κουβαριού από την οποία ξεκινούν οι αγγλόφωνοι αναγνώστες να αντιλαμβάνονται τις αντιστοιχίες.
Οι Ταργκάρυεν αποβιβάστηκαν στο Γουέστερος από μια κοντινή ακτή και κατέκτησαν σχεδόν όλη τη χώρα μέσα σε ελάχιστο χρόνο, αν και ο στρατός τους ήταν πολύ μικρός. Μάλιστα, ελάχιστοι από τους άντρες τους ήταν συμπατριώτες τους - οι περισσότεροι ήταν σύμμαχοι και μισθοφόροι. Ο θρίαμβός τους οφείλεται εν μέρει στους δράκους, αλλά μεγάλο ρόλο έπαιξε και η άρνηση των αρχόντων των Επτά Βασιλείων να συνεργαστούν εναντίον τους, ενώ ορισμένοι υποτάχτηκαν χωρίς έστω μια υποτυπώδη αντίσταση.
Στον πραγματικό κόσμο, οι Νορμανδοί, κάτοικοι της βόρειας γαλλικής ακτής, πέρασαν τη Μάγχη τον Σεπτέμβρη του 1066 και υπέταξαν την Αγγλία (όχι ολόκληρη τη Βρετανία) μέσα σε τρεις μήνες, με λιγότερους από δεκαπέντε χιλιάδες άντρες, κάμποσοι από τους οποίους ήταν Φλαμανδοί ή από άλλες γαλλικές περιοχές, όπως η Βρετάνη. Ο Martin, για να είναι απολύτως βέβαιος ότι ακόμη κι ο πιο αφηρημένος αναγνώστης θα αντιληφθεί την αναλογία, έδωσε στον πρώτο Ταργκάρυεν ηγεμόνα τον τίτλο «ο Κατακτητής», που απέκτησε κι ο Γουλιέλμος, ο αρχηγός των Νορμανδών, μετά τη νίκη του. Για τους αγγλόφωνους, ο συνειρμός είναι τόσο ισχυρός, όσο το «ο Μακεδών» = «Αλέξανδρος» για μας.
Η μικρή, απομονωμένη περιοχή του Γουέστερος που δεν υποτάχθηκε άμεσα στους Ταργκάρυεν, το Ντορν, φαίνεται εκ πρώτης όψεως δύσκολο να χωρέσει στη θεματική του παρόντος άρθρου. Πολλοί το παρομοιάζουν με την Ισπανία την εποχή που τελούσε υπό μαυριτανική κατοχή. Οι κάτοικοί του, παρότι έχουν αναμιχθεί σε κάποιο βαθμό με Άνταλ και Πρώτους Ανθρώπους, κατάγονται κυρίως από τους Ρόυναρ, σχετικά πρόσφατους μετανάστες στο Γουέστερος – η άφιξή τους χρονολογείται μόλις χίλια χρόνια πριν, ενώ των Πρώτων Ανθρώπων έλαβε χώρα πάνω από 12.000 έτη πριν.
Όταν προσπάθησαν να εισβάλουν οι Ταργκάρυεν, οι κάτοικοι του Ντορν τούς αντιμετώπισαν με ανταρτοπόλεμο, αξιοποιώντας τους φημισμένους τοξότες τους και τα βουνά που αποτελούν το φυσικό τους σύνορο. Σε επόμενη επίθεση, οι Ταργκάρυεν κατόρθωσαν να τους υποτάξουν, αλλά αυτοί επαναστάτησαν σύντομα και τους έδιωξαν. Στο τέλος, εντάχθηκαν στα Επτά Βασίλεια, διατηρώντας έναν βαθμό αυτονομίας, με τον ηγεμόνα τους να φέρει τον τίτλο του Πρίγκιπα. Έχουν διαχρονικά την τάση να παίρνουν το μέρος κάθε επαναστάτη ενάντια στον Σιδερένιο Θρόνο.
Αυτή, πάνω-κάτω, είναι και η Ιστορία της Ουαλίας, της πραγματικής πατρίδας του φημισμένου αγγλικού τόξου. Παίδεψε τους Νορμανδούς, κατακτήθηκε προσωρινά, τη διοικούσαν και μετά την προσάρτησή της ντόπιοι Πρίγκιπες, με τους παραδοσιακούς νόμους της περιοχής. Ντορν και Ουαλία έχουν την ίδια πορεία στον χρόνο, μετά την άφιξη του τελευταίου κατακτητή, έστω κι αν δεν είναι τόσο ξεκάθαρη η σχέση των κατοίκων τους, όπως με τους άλλους λαούς του Γουέστερος και το συμμετρικό τους στον αληθινό κόσμο. Πάντως, υπάρχουν ευκρινείς παράλληλοι μεταξύ Ρόυναρ και Ουαλών.
Οι Ουαλοί έχουν κελτική καταγωγή, συγγενεύουν με τους Σκωτσέζους, όμως η τοπική διάλεκτός τους είναι αρχαΐζουσα, βαριά και δύσκολη. Μιλιέται κυρίως στα παράλια, όπως στο Ντορν οι πιο καθαρόαιμοι Ρόυναρ ζουν κυρίως κοντά στην ακτογραμμή. Οι μεθοριακές περιοχές ονομάζονται Marches, τόσο στην Ουαλία, όσο και στο Ντορν, κι έχουν την ίδια γεωγραφία και στρατηγική αξία. Οι άρχοντες της ουαλικής μεθορίου ήταν γνωστοί ως Marchers. Τον ίδιο όρο χρησιμοποιεί και ο Martin (στη μετάφραση των βιβλίων, τα Marches αποδίδονται ως «Μεθόριος»).
Για να ανακεφαλαιώσουμε, Πρώτοι Άνθρωποι κατοικούν στον Βορρά (υπήκοοι των Σταρκ, αλλά και πέρα από το Τείχος), Ρόυναρ κατοικούν στο Ντορν (υπήκοοι των Μαρτέλ). Οι υπήκοοι των Λάννιστερ, των Ταϊρέλ, των Τάλλυ και των Μπαράθηον έχουν ανάμεικτη καταγωγή από τους Πρώτους Ανθρώπους και τους Άνταλ, με τον πολιτισμό κυρίως των δεύτερων.
Και oι σιδεράνθρωποι;
Αν προσέξουμε ότι τα νησιά τους βρίσκονται δυτικά του Γουέστερος, το οποίο με τη σειρά του βρίσκεται δυτικά μιας μεγάλης ηπείρου αντί για βόρειά της, τότε στον χάρτη του πραγματικού κόσμου θα πρέπει να αναζητήσουμε το αντίστοιχο των σιδερανθρώπων πάνω από τη Βρετανία. Κι εκεί θα βρούμε τις Ορκάδες Νήσους, που τις δέρνει ο άνεμος όλο το έτος κι έχουν άγριο τοπίο, με γρανιτένια βράχια, σχιστόλιθους και εύθρυπτο ψαμμίτη. Το όνομά τους αναφέρεται στα γραπτά του αρχαίου θαλασσοπόρου Πυθέα του Μασσαλιώτη, ο οποίος είχε φτάσει πιθανότατα ως τη Σκωτία.
Σήμερα, το νησιωτικό αυτό σύμπλεγμα φιλοξενεί μόλις 22.000 άτομα, αλλά τον Μεσαίωνα υπήρξε αποικία και σταθμός για τις επιδρομές των Βίκινγκ στη Βρετανία, ειδικά των Νορβηγών. Και, μιας και ο Martin δανείζεται επίσης από τη μυθολογία εκτός από την Ιστορία, αξίζει να αναφερθεί ότι στην πιο διάσημη σύγχρονη εκδοχή του Αρθουριανού Μύθου, τον «Παντοτινό Βασιλιά» του Τ.Χ. Γουάιτ, οι Ορκάδες είναι αντίπαλος της Αγγλίας, ο τόπος καταγωγής του μοχθηρού Μόρντρεντ και της μάγισσας μητέρας του.
Με τέτοιο παρελθόν, δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι αποτέλεσαν έμπνευση για τα Σιδερένια Νησιά. Επιμέρους λεπτομέρειες ενισχύουν τη σύνδεση. Οι κάτοικοι των Ορκάδων ήταν πικτικής καταγωγής, οι σιδεράνθρωποι είναι Πρώτοι Άνθρωποι. Σύμφωνα με τη λαογραφία των Ορκάδων, όταν πρωτοπάτησαν οι πρόγονοί τους στο κεντρικό νησί, βρήκαν μια άδεια πόλη (όλο το σύμπλεγμα είναι γεμάτο με καλοδιατηρημένα μνημεία της Εποχής του Λίθου). Κατ’ αναλογία, οι σιδεράνθρωποι, όταν έφτασαν στα δικά τους νησιά, βρήκαν έτοιμο τον θρόνο που χρησιμοποιεί ο ηγεμόνας τους. Ο χριστιανισμός άργησε να ριζώσει στις Ορκάδες, κι αντίστοιχα τα Σιδερένια Νησιά διατηρούν μια ολότελα δική τους πίστη, με τον Πνιγμένο Θεό.
Τέλος, μπορεί οι κάτοικοι των Ορκάδων να μην κατείχαν ποτέ μεγάλο κομμάτι της βρετανικής ενδοχώρας (όπως κατείχαν οι σιδεράνθρωποι τμήμα του Γουέστερος), αλλά τα νησιά τους αποτέλεσαν καίριο βήμα στα σχέδια του Δανού ηγεμόνα Κανούτου του Μεγάλου. Αυτός κατέκτησε για ένα διάστημα την Αγγλία, αλλά με τον θάνατό του χάθηκε η σκανδιναβική επιρροή στη χώρα και 30 χρόνια μετά ήρθαν οι Νορμανδοί. Ακόμη κι εδώ μπορούμε να εντοπίσουμε κάποια ομοιότητα: ο Χάρρεν ο Μαύρος, ο νησιώτης τύραννος που κατέλαβε το κέντρο του Γουέστερος και έχτισε το γιγαντιαίο κάστρο Χάρρενχαλ, σημαντική τοποθεσία στα βιβλία και στην τηλεοπτική σειρά, εξοντώθηκε από τον ίδιο τον Κατακτητή και τον δράκο του.
***
Μια προσεκτική ανάγνωση των βιβλίων, σε συνδυασμό με καλύτερη γνώση της Βρετανίας από τη δική μου, θα εντοπίσει κι άλλες αναλογίες. Επίσης, τα Επτά Βασίλεια μπορούν να παραλληλιστούν με βρετανικά γεωγραφικά διαμερίσματα ή με επικράτειες του παρελθόντος, ενώ συγκεκριμένοι χαρακτήρες παραπέμπουν σε ιστορικά ή μυθικά πρόσωπα.
Στην αντίθετη κατεύθυνση, όσο προχωρά η πλοκή βιβλίων και σειράς, προστίθενται και στοιχεία που θολώνουν την εικόνα, ακόμη και στο επίπεδο της χρονικής αλληλουχίας. Για παράδειγμα, η Βαλύρια, από την οποία κατάγονται οι Ταργκάρυεν, δεν έχει τίποτε το νορμανδικό. Μοιάζει πολύ με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, που είχε προσαρτήσει τη Βρετανία πολύ πριν τον Μεσαίωνα, πριν καν την εμφάνιση των Σαξόνων. Οι Ρόυναρ έκαψαν τα πλοία τους όταν έφτασαν στο Γουέστερος, ώστε να μην έχουν δυνατότητα υποχώρησης – όπως έκαναν οι μυθικοί, θεϊκοί πρόγονοι των Ιρλανδών, όχι των Ουαλών. Και, φυσικά, υπάρχουν πολλοί ακόμη λαοί που μετανάστευσαν στη Βρετανία ή πέρασαν για ένα διάστημα απ’ αυτή, όπως οι συγγενείς των Σαξόνων, Φρίσιοι.
Όμως ενώ οι περισσότεροι φανταστικοί κόσμοι παρουσιάζουν μονολιθικές χώρες, με τους κατοίκους κάθε μίας να είναι όλοι ίδιοι μεταξύ τους, δίχως ανάμιξη πληθυσμών ή εθίμων, στο Γουέστερος δεν ισχύει αυτή η απλοποίηση. Ο Martin έθεσε ένα ακόμη επίπεδο ερμηνείας ανάμεσα στο ατομικό και το εθνικό: το τοπικό. Όταν τσακώνονται ένας Σταρκ κι ένας Λάννιστερ, δεν είναι θέμα μόνο εξουσίας και προσωπικής αντιδικίας, αλλά και διαφορετικής οπτικής, διαφορετικού τρόπου ζωής. Όχι τόσο διαφορετικού ώστε να θεωρούνται αλλοεθνείς μεταξύ τους, αλλά όπως η ομιλία κι οι συνήθειες ενός Κρητικού ξενίζουν έναν Πόντιο, και το ανάποδο.
Υπό αυτή την οπτική, η χρήση ακόμη και εξόφθαλμων ομοιοτήτων με την πραγματική Ιστορία και μυθολογία δεν είναι αθέμιτη στη λογοτεχνία φαντασίας, ούτε σημαίνει ότι ο συγγραφέας είναι τεμπέλης. Αντίθετα, αν κάνει τη δουλειά του σωστά ο δημιουργός, με λίγες λέξεις μπορεί να εκμεταλλευτεί τα αρχέτυπα, ώστε ολόκληρη τη ζωή του αναγνώστη να αποτελεί εισαγωγή στο δικό του έργο.