Η μαγεία της συγγραφής: συνέντευξη με τη Ναταλία Βαϊοπούλου
Η Ναταλία Βαϊοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1994. Από μικρή έδειξε ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία και κυρίως για το είδος του φανταστικού. Μεγαλώνοντας, λάτρεψε τα βιβλία επιστημονικής φαντασίας και τα δυστοπικά μυθιστορήματα, καθώς συνήθως προβληματίζονται με τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ τεχνολογίας, κοινωνίας και εξουσίας. Γράφει από νεαρή ηλικία και έχει συνεργαστεί με το λογοτεχνικό blog Moonlight Tales. Είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη σε θέματα διακρίσεων και ρατσισμού. Στόχος της με τη συγγραφή είναι να μεταδώσει τις ανησυχίες της για τα κοινωνικά ζητήματα στους αναγνώστες.
Το πρώτο μέρος της σειράς επιστημονικής φαντασίας με τίτλο Μετάλλαξη είναι το πρώτο της μυθιστόρημα (Εκδόσεις Πηγή, 2019)
Η μυθοπλασία του φανταστικού είναι αδιαμφισβήτητα μια περίπλοκη διαδικασία. Πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η σύστασή της για το δικό σας συγγραφικό έργο και σε ποια πεδία κινείται η έρευνα σας για τη συνέπεια της;
N. B. Σίγουρα η μυθοπλασία του φανταστικού παίρνει χρόνο για την ολοκλήρωσή της. Όταν έχεις να φτιάξεις έναν κόσμο από το μηδέν, πρέπει να ξέρεις πώς ακριβώς δουλεύει αυτός πριν μπεις στη διαδικασία να τον παρουσιάσεις γραπτώς, αλλιώς κινδυνεύεις να μπερδέψεις τον αναγνώστη και να κάνεις σημαντικά λάθη στην υπόθεση. Για τη Μετάλλαξη συγκεκριμένα, που ανήκει στο είδος της επιστημονικής φαντασίας, ήταν αρκετά δύσκολη. Χρειάστηκε να επιστημονική έρευνα, να κατανοήσω τις πληροφορίες που είχα διαβάσει και να τις συνδέσω προσεκτικά με την υπόθεση. Επίσης, παρακολουθούσα τις τεχνολογικές εξελίξεις προκειμένου να αντλήσω έμπνευση για τις τεχνολογίες που έχουν μπει στο βιβλίο.
Πώς αντιλαμβάνεστε την άποψη πως η συγγραφή είναι μια πνευματική διαδικασία;
N. B. Εξαρτάται από την ερμηνεία της φράσης «πνευματική διαδικασία». Δεν πιστεύω πως η συγγραφή είναι ένα μαγικό χάρισμα του πνεύματος που κατέχουν λίγοι. Ούτε βέβαια στο γεγονός πως οι ιστορίες χτίζονται από μόνες τους και το μόνο που χρειάζεται είναι φαντασία και έμπνευση. Για να μπορέσει να ολοκληρωθεί ένα βιβλίο και να βγάζει νόημα πρέπει να έχει γίνει κατάλληλη δουλειά από πίσω, πράγμα που χρειάζεται συμμετοχή της λογικής και του ορθολογισμού. Από την άλλη, σίγουρα είναι μία διαδικασία που χρειάζεται πολλή σκέψη αλλά και επαφή με τον προσωπικό συναισθηματικό κόσμο του καθενός. Αν ορίσουμε, λοιπόν, το πνεύμα σαν σκέψη και συναίσθημα τότε σίγουρα είναι μία «πνευματική διαδικασία».
Υπάρχουν σκηνές στα βιβλία σας τις οποίες «κόβετε» στην επιμέλεια;
N. B. Πριν αρχίσω το γράψιμο του βιβλίου έχω φροντίσει να έχω περιλήψεις για το κάθε κεφάλαιο ξεχωριστά, ώστε να μπορώ να οργανώσω τη δουλειά μου. Έτσι, όταν έρχεται η ώρα να γράψω, ξέρω ακριβώς πώς θα κινηθώ. Για αυτό συνήθως δεν χρειάζεται να κόψω σκηνές στην επιμέλεια, γιατί ότι είναι να διώξω έχει ήδη φύγει από τον σχεδιασμό. Θα έλεγα πως συνήθως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Όταν γράφω, συχνά βρίσκω πως χρειάζομαι μερικές έξτρα σκηνές για να βγάζει νόημα η υπόθεση.
Κρύβετε στα βιβλία σας μυστικά τα οποία μόνο ελάχιστοι αναγνώστες θα καταφέρουν να ανακαλύψουν;
N. B. Ποιος ξέρει; Κρύβω άραγε;
Ως αναγνώστης και δημιουργός του είδους, γιατί πιστεύετε πως μας ελκύει το φανταστικό;
N. B. Το φανταστικό είναι ένα είδος που ξεπερνά τη λογική και έπειτα τη χρησιμοποιεί προκειμένου να εξηγήσει τις ιδιαιτερότητές του. Μας αρέσουν τα πράγματα που δεν καταλαβαίνουμε και καταλαβαίνουμε ταυτόχρονα. Ανοίγει το μυαλό μας σε δυνατότητες και κόσμους που δεν είναι προσβάσιμοι χωρίς κάποια νέα τάξη πραγμάτων που, βεβαίως, δεν είναι οικεία στη δική μας καθημερινότητα. Μας εξιτάρει, όχι μόνο επειδή μας βάζει σε νέους μαγικούς κόσμους που δεν καταλαβαίνουμε, αλλά και γιατί μας δίνει τη δυνατότητα να τους ανακαλύψουμε και να τους αποκωδικοποιήσουμε.
Ποια η άποψη σας για τη θέση του είδους του φανταστικού στην Ελλάδα, σε όλες του τις πολιτιστικές εκφάνσεις;
N. B. Η Ελλάδα και το φανταστικό είναι ένας περίεργος συνδυασμός. Αυτό γιατί από τη μία υπάρχουν λάτρεις της φαντασίας, αλλά από την άλλη πιστεύουν πως η δημιουργία φανταστικών κόσμων είναι προνόμιο των δημιουργών του εξωτερικού. Αυτό συμβαίνει σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό γιατί οι παλιές γενιές θεωρούν το είδος παιδικό, καθώς δεν ανταποκρίνεται σε ρεαλιστικά γεγονότα. Έτσι, για δεκαετίες είχε εξοστρακιστεί από τα πολιτιστικά δρώμενα της χώρας. Το αποτέλεσμα είναι να έχει γίνει ένα μαύρο πρόβατο, παρόλο που στην πραγματικότητα δίνει σε έναν δημιουργό δυνατότητες να εκφράσει πολλά διαφορετικά πράγματα. Το καλό είναι πως τα τελευταία χρόνια η εικόνα που έχουμε οι Έλληνες για το είδος σιγά-σιγά αλλάζει. Το ίντερνετ μας έχει βοηθήσει να το δούμε με διαφορετική ματιά, αλλά και να καταλάβουμε την πολυπλοκότητά του. Επομένως, αν και έχει πολύ δρόμο μπροστά του για κινήσει την προσοχή που του αξίζει, είμαι αισιόδοξη για το μέλλον του.
Πού βρίσκεται το πρώτο σας draft αυτή τη στιγμή;
N. B. Ειλικρινά δεν έχω ιδέα. Το είχα σε ένα stick usb, αλλά αυτό είναι κάπου κρυμμένο και δεν το βρίσκω. Νομίζω πως το είχα τυπώσει και έχω τις πρώτες σελίδες στην αποθήκη του σπιτιού μου, αλλά και πάλι δεν παίρνω όρκο πως θα το βρει κάποιος εκεί.
Πού συναντάτε τους ήρωες σας; Έρχονται με την ιδέα ή συμβαίνει να προϋπάρχουν και να φέρουν την έμπνευσή της;
N. B. Οι ήρωές μου έχουν επιλεχθεί έτσι ώστε να μπορούν να εκφράσουν αυτό που επιθυμώ. Άρα, θα έλεγα πως έρχονται με την ιδέα και τις αναγκαιότητες της ιστορίας.
Γράφοντας τις ιστορίες σας, έχετε εξαρχής τον επίλογο στο μυαλό σας, ή αφήνετε τους ήρωές σας να σας οδηγήσουν ως το τέλος;
N. B. Γενικά μ’ αρέσει να έχω το τέλος στο μυαλό μου από την αρχή. Αυτό γιατί με βοηθά να χτίσω τα στοιχεία και την υπόθεση με τρόπο που είναι κατανοητός στον αναγνώστη.
Θεωρείτε ότι η οικονομική κρίση έχει πλήξει το βιβλίο και πώς;
N. B. Δυστυχώς, για τους περισσότερους ανθρώπους, η απόκτηση ενός νέου βιβλίου θεωρείται πολυτέλεια. Η αλήθεια είναι πως ένα καλό βιβλίο κοστίζει και σήμερα ο κόσμος δεν θα επιλέξει να διαθέσει τα χρήματά του με αυτό τον τρόπο. Επομένως ναι, η κρίση έχει χτυπήσει την αγορά του βιβλίου. Αλλά δεν είναι η μοναδική υπεύθυνη για το πλήγμα που έχει δεχθεί. Αυτό που παρατηρώ τα τελευταία χρόνια είναι πως, ακόμα και όταν υπάρχει η οικονομική δυνατότητα για την απόκτηση ενός νέου συγγράμματος, το κοινό δεν θα το αγοράσει. Με την άνοδο των social media και του ίντερνετ ο κόσμος βρίσκεται σε μία μόνιμη διαδικασία υπερπληροφόρησης που είναι σε έναν μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για την έλλειψη υπομονής των ανθρώπων. Η ανάγνωση θέλει ηρεμία και προσήλωση, χαρακτηριστικά που, δυστυχώς, όσο περνούν τα χρόνια χάνονται. Ο κόσμος έχει ξεχάσει πώς να διαβάζει.
Πάντως, όπως και να έχει η κατάσταση, δεν πιστεύω πως το βιβλίο θα πάψει ποτέ να υπάρχει. Μπορεί να αλλάξει μορφή και να μην έχει την κλασική έντυπη που έχει ως σήμερα, αλλά η λογοτεχνία είναι σημαντικό κομμάτι του πολιτισμού και πάντα έχει τον τρόπο της να ξεπερνά τις δυσκολίες. Αυτοί που αγαπούν την ανάγνωση και θέλουν να διαβάσουν θα συνεχίσουν να το κάνουν, όπως το κάνουν και σήμερα.
Mια “παραδοσιακή” ερώτηση: Ετοιμάζετε ή έχετε ήδη κάποιο επόμενο βιβλίο στο μυαλό σας;
N. B. Για τα επόμενα χρόνια έχω ήδη πολλή δουλειά με τη σειρά της Μετάλλαξης. Επομένως, θα επικεντρώσω όλη μου την ενέργεια στην ολοκλήρωση αυτής της ιστορίας.
Κλείστε με μία ευχή για το Will o’ Wisps.
N. B. Εύχομαι να συνεχίσετε να αποκαλύπτετε στους ανθρώπους τις κρυμμένες δυνατότητες των φανταστικών κόσμων.
Η σελίδα του βιβλίου & της συγγραφέα στο FB: https://www.facebook.com/metalaksir5/