Η μαγεία της συγγραφής: συνέντευξη με τον Χρήστο Κεσκίνη

68425346_361595384519899_4451188012608389120_n.jpg

Ο Κεσκίνης Χρήστος γεννήθηκε, σπούδασε και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη, 11 αιώνες μετά την εποχή που θα ήθελε. Από μικρός έγραφε ιστορίες και στίχους. Μελετά τους μύθους και τις παραδόσεις για να τις χρησιμοποιήσει μέσα στις ιστορίες του. Έργα του: “Bifrost-The Path of Warriors” (2016), “Beer-o Quest” (2018). Συμμετοχή σε ανθολογίες: «Οι θρύλοι του Σύμπαντος V», «Η πτώση των Θεών», «Το ξύπνημα», «Το έπος της φαντασίας Ι, ΙΙ & ΙΙΙ» και «Ζυθολογοτεχνία». Δημοσιεύει ιστορίες και αρθρογραφεί σε ιστοσελίδες. Διατελεί ενεργό μέλος των Συλλόγων: Φίλων Heavy Metal και Λογοτεχνίας του Φανταστικού Excalibur Thessaloniki και Φίλων Tolkien Ελλάδος The Prancing Pony και είναι μέλος της Οργανωτικής Επιτροπής του Fantasmagoria Festival καθώς και του ομώνυμου συλλόγου από το 2018

EXO_BEER-1.jpg

Η μυθοπλασία του φανταστικού είναι αδιαμφισβήτητα μια περίπλοκη διαδικασία. Πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η σύστασή της για το δικό σας συγγραφικό έργο και σε ποια πεδία κινείται η έρευνα σας για τη συνέπεια της;

Κ.Χ. Συνήθως έχω τόσες πολλές ιδέες, που ξέρω πως οι περισσότερες θα καταφέρουν απλά να περάσουν από το μυαλό μου στα – πολλά – σημειωματάριά μου. Από εκεί και πέρα ξεκινάει το πραγματικό έργο της συγγραφής για εμένα: η έρευνα. Ανάλογα με το θέμα, κρατάει από μερικές εβδομάδες έως και… χρόνια. Κι όμως, υπάρχει μια ιστορία στο μυαλό μου που, αν και είναι απίστευτα ολοκληρωμένη και ξέρω ακριβώς πού θέλω να καταλήξει, φοβάμαι να την γράψω, μιας και η έρευνα συνεχίζεται μετά από σχεδόν 2 χρόνια. Φυσικά και υπάρχουν άλλες ιστορίες που βγαίνουν σχεδόν αβίαστα. Όποτε η σωστή απάντηση είναι ανάλογα με το θέμα. Προτιμώ να μην γράψω κάτι, παρά να μην έχει συνέπεια. Ακόμη και αν έχει να κάνει με έναν δικό μου φανταστικό κόσμο, εγώ και οι ήρωές μου ξέρουμε πώς πρέπει να είναι τα πράγματα. Οι κόσμοι μου υπάρχουν! Θα μπορούσαν να είναι στο παρελθόν, σε ένα παράλληλο σύμπαν ή στο μέλλον του δικού μας. Όσο για τα πεδία, κυρίως αυτά είναι η Ιστορία και η Μυθολογία, αν και όχι μόνο αυτά.

Πώς αντιλαμβάνεστε την άποψη πως η συγγραφή είναι μια πνευματική διαδικασία;

Κ.Χ. Συμφωνώ 100%. Ο καθένας έχει διαφορετικό τρόπο για να γράφει, βέβαια. Τον δικό του τρόπο. Με απόλυτη ησυχία ή με δυνατή μουσική. Σε ένα απομακρυσμένο βουνό ή σε μια πολυσύχναστη πόλη. Ο καθένας από εμάς «μπαίνει» στο δικό του καταφύγιο και δεν θέλει να βγει παρά μόνο όταν τελειώσει. Ή τουλάχιστον αυτό συμβαίνει με μένα. Δεν θα μπορούσα να αλλάξω την πνευματική αυτή διαδικασία. Όταν το προσπάθησα (για διάφορους λόγους), έχασα ένα κομμάτι του εαυτού μου ή του κειμένου που είχα σκεφτεί στην αρχή να γράψω. Οπότε προσπαθώ να κρατήσω, όσο μπορώ, ίδιες τις συνθήκες κάθε φορά που γράφω. Και φυσικά, όταν δεν είμαι απόλυτα ήρεμος, δύσκολα θα μπορέσω να γράψω αυτά που θέλω.

Υπάρχουν σκηνές στα βιβλία σας τις οποίες «κόβετε» στην επιμέλεια;

Κ.Χ. Το χειρότερο σημείο της συγγραφής. Αλλά και το πιο απαραίτητο. Καλώς ή κακώς, δύσκολα ένα βιβλίο (ή ακόμη και ένα διήγημα) θα γραφτεί από την αρχή μέχρι το τέλος και θα είναι όπως το θέλω, Πολλές φορές «κόβω» ακόμη και ήρωες. Ή έστω τους αλλάζω υπερβολικά. Άλλες φορές πάλι βγάζω σκηνές που τις κρατάω μόνο για τον εαυτό μου.

Κρύβετε στα βιβλία σας μυστικά τα οποία μόνο ελάχιστοι αναγνώστες θα καταφέρουν να ανακαλύψουν;

Κ.Χ. Το δεύτερο βιβλίο μου ‘Beer-o Quest’, είναι γεμάτο τέτοιες σκηνές. Σκηνές που θα κάνουν λίγους και εκλεκτούς να χαμογελάσουν περισσότερο από τους υπόλοιπους. Νομίζω πως είναι αναγκαίο κακό για κάθε συγγραφέα να έχει τέτοιες σκηνές.

Ως αναγνώστης και δημιουργός του είδους, γιατί πιστεύετε πως μας ελκύει το φανταστικό;

Κ.Χ. Πολύ καλή ερώτηση. Προσωπικά πιστεύω ότι μας ανοίγει πύλες για κόσμους και μέρη που δεν μπορούμε να επισκεφτούμε αλλιώς. Ή που ακόμη δεν θέλουμε να επισκεφτούμε παρά μόνο μέσα στην ασφάλεια των σελίδων ενός βιβλίου. Για παράδειγμα, δεν ξέρω πολλούς που θα ήθελαν να ζήσουν στο Westeros (κόσμο του Game of Thrones).

Ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τη δημιουργία. Μας αρέσει να δημιουργούμε κόσμους στους οποίους θα θέλαμε να ζήσουμε και να γράφουμε για περιπέτειες που θα θέλαμε να βιώσουμε, αλλά δεν έχουμε τα κότσια ή την ευλογία των δράκων να φέρουμε σε πέρας στην πραγματική μας ζωή.  

Ποια η άποψη σας για τη θέση του είδους του φανταστικού στην Ελλάδα, σε όλες του τις πολιτιστικές εκφάνσεις;

Κ.Χ. Προσπαθεί. Αυτή είναι η αλήθεια. Κάνει μικρά, αλλά σταθερά βήματα μπροστά. Πριν μερικά χρόνια ονειρευόμασταν φεστιβάλ Φαντασίας και προσπαθούσαμε να παρακολουθήσουμε κάποιο στο εξωτερικό. Πλέον υπάρχουν αρκετά και στη χώρα μας. Για να μην πω για τα φεστιβάλ Comic, έναν χώρο αρκετά κοντινό. Από αυτό και μόνο, καταλαβαίνουμε πως υπάρχει μεράκι. Βέβαια, υπάρχει ακόμη δρόμος για να αναγνωριστεί το αγαπημένο μας είδος. Δρόμος που προσωπικά πιστεύω πως πρέπει όλοι μαζί να περπατήσουμε. Αναγνώστες, συγγραφείς, ακόμη και εκδοτικοί, ενωμένοι πρέπει να πολεμήσουμε για το Φανταστικό.

Πού βρίσκεται το πρώτο σας draft αυτή τη στιγμή;

Κ.Χ. Επόμενη ερώτηση… Πλάκα κάνω. Το σέρνω μαζί μου από υπολογιστή σε υπολογιστή και από μετακόμιση σε μετακόμιση. Ξέρω πως δεν είναι κάτι αξιόλογο, μα είμαι πολύ ρομαντικός για να το πετάξω. Από την άλλη βέβαια, δεν θέλω να το δουν ανθρώπινα μάτια, οπότε δεν το βγάζω και πολύ από το κλειδωμένο μπαούλο μου.

Πού συναντάτε τους ήρωες σας; Έρχονται με την ιδέα ή συμβαίνει να προϋπάρχουν και να φέρουν την έμπνευσή της;

Κ.Χ. Συνήθως για εμένα, οι ήρωες προϋπάρχουν. Δημιουργώ ήρωες κάθε μέρα. Απλά κάποιοι είναι πολύ ντροπαλοί για να πουν την ιστορία τους. Κάποιους δεν θέλω να τους αφήσω να πουν την ιστορία τους. Ξέρουν πολλά για εμένα.

Γράφοντας τις ιστορίες σας έχετε εξαρχής τον επίλογο στο μυαλό σας, ή αφήνετε τους ήρωες σας να σας οδηγήσουν ως το τέλος;

Κ.Χ. Πάντα έχω ένα προσχέδιο για το πού θέλω να καταλήξει η ιστορία. Αλλά πολλές φορές αφήνω τους ήρωες να με πάνε εκεί, ακόμη και αν ήθελα να πω κάτι άλλο στην αρχή της ιστορίας μου. Είναι και κάποιες φορές που, ενώ έχω προετοιμάσει μια σκηνή για το τέλος, οι ήρωές μου με πάνε σε άλλο τέλος. Γενικά με κάνουν ό,τι θέλουν. Συνήθως γράφω για πολεμιστές ή αρχαίους Θεούς. Δεν είναι να τους πιέζω!

Θεωρείτε ότι η οικονομική κρίση έχει πλήξει το βιβλίο και πώς;

Κ.Χ. Είναι πώς θα το δεις νομίζω. Πλέον όλο και περισσότερα βιβλία κυκλοφορούν από Έλληνες συγγραφείς. Βιβλία που παλιότερα δεν θα έβλεπαν ποτέ τον δρόμο τους για τα ράφια. Άρα από αυτήν την πλευρά η κρίση βοήθησε. Βέβαια πλέον τα βιβλία συχνά πουλιούνται με το κιλό, λες και είναι φρούτα. Ευτυχώς το ίντερνετ φέρνει πιο κοντά τους συγγραφείς με τους αναγνώστες. Σαν βιβλιοφάγος πρώτα και μετά σαν συγγραφέας, νιώθω πως η κρίση ένωσε τον κόσμο. Τουλάχιστον όσο αφορά το φανταστικό. Σίγουρα, βέβαια, η κρίση έχει και αρνητικά, αλλά προσπαθώ να βλέπω τη θετική πλευρά σε όλα.   

Mια “παραδοσιακή” ερώτηση: Ετοιμάζετε ή έχετε ήδη κάποιο επόμενο βιβλίο στο μυαλό σας;

Κ.Χ. Πάντα. Γράφω ήδη το επόμενο βιβλίο μου και είναι μία πρόκληση για μένα, καθώς ασχολούμαι με κάτι που είναι αρκετά διαφορετικό από τα δύο πρώτα μου βιβλία. Επίσης, από το καλοκαίρι με τον εκδοτικό Allbooks προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μία σειρά ανθολογιών από Έλληνες συγγραφείς, που για πρώτη φορά θα πληρώνονται για το διήγημά τους. Μπορείτε να βρείτε περισσότερες πληροφορίες στο παρακάτω link: https://www.allbooks.gr/a/

Κλείστε με μία ευχή για το Will o’ Wisps.

Κ.Χ. Σας ευχαριστώ για την πολύ όμορφη και διαφορετική συνέντευξη. Χαίρομαι που υπάρχουν site σαν το Will o’ Wisps, που υποστηρίζουν το Φανταστικό έμπρακτα. Εύχομαι να συνεχίσετε για πολλά χρόνια και, γιατί όχι, να γίνετε ακόμη μεγαλύτεροι. Επίσης, μια και μου δίνεται η δυνατότητα, να ευχηθώ το ίδιο και για τον Παραμυθένιο Κήπο, ένα φεστιβάλ που πραγματικά μας κάνει να αισθανόμαστε ξανά παιδία. Δεν είχα την χαρά να έρθω τα προηγούμενα χρόνια λόγω δουλειάς και ζήλευα βλέποντας τι έχει δημιουργήσει το Will o’ Wisps, μα φέτος υπόσχομαι πως θα κάνω τα αδύνατα δυνατά για να είμαι εκεί.