Η μαγεία της συγγραφής: συνέντευξη με τον Ελευθέριο Κεραμίδα

23666337_10213758464252281_925252682_n.jpg

O Ελευθέριος Κεραμίδας γεννήθηκε το 1977. Μεγάλωσε στην Ιθάκη και είναι διπλωματούχος Μηχανικός Η/Υ & Πληροφορικής με μεταπτυχιακές σπουδές στην Τεχνητή Νοημοσύνη. Εργάζεται στο Δημόσιο.

Αυτή την περίοδο γράφει άρθρα για τη λογοτεχνία του φανταστικού στην ιστοσελίδα του μουσικού διαδικτυακού σταθμού amagi, μαζί με την Ευθυμία Ε. Δεσποτάκη.

Για τα βιβλία του, διατηρεί ιστολόγιο και σελίδα στο facebook.

 

23667162_10213758463852271_1974765507_n.jpg

Η μυθοπλασία του φανταστικού είναι αδιαμφισβήτητα μια περίπλοκη διαδικασία. Πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η σύστασή της για το δικό σας συγγραφικό έργο και σε ποια πεδία κινείται η έρευνα σας για τη συνέπεια της;

Λ.Κ. Η κοσμοπλασία είναι το άλφα και το ωμέγα στο φανταστικό, το διαχωρίζει από το ιστορικό μυθιστόρημα, τον σουρεαλισμό και τον μαγικό ρεαλισμό. Όταν έχει ασυνέπειες η κοσμοπλασία σου, δυσφημίζεις τον χώρο -δεν είναι λίγοι εκείνοι που μας κατηγορούν πως με δικαιολογία τη φαντασία γράφουμε ό,τι μας κατέβει.

Από τη μια υπάρχει το υπερφυσικό στοιχείο. Η παράδοσή μας, από την αρχαία μυθολογία ως τα νεοελληνικά παραμύθια, δε θα πω ότι είναι από τις πλουσιότερες του κόσμου, αλλά σίγουρα είναι από τις πιο αναξιοποίητες. Εντάξει οι πήγασοι και οι μινώταυροι, εντάξει και οι νεράιδες, αλλά δεν είναι κρίμα να μην ξέρει κανείς τι εστί κατάδεσμος, ποια ήταν η Μαξιμώ, τι είναι ο Ήταυρος; Υπάρχουν βιβλία γεμάτα με ιδέες που περιμένουν να τις ανακαλύψει κάποιος, όπως οι Παραδόσεις του Νικολάου Πολίτη με τα εκπληκτικά παραρτήματά τους, τα έργα της Αναστασίας Βακαλούδη για τη μαγεία και τη θεουργία στην αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο, τα Ξωτικά του Φίλιππου Μανδηλαρά, τα Ελληνικά λαϊκά παραμύθια του Κώστα Καφαντάρη. Και, βέβαια, οι πηγές, τα ομηρικά έπη, ο Ερωτόκριτος, ο Διγενής. Πριν δεκαπέντε χρόνια που άρχισα να ψάχνω, δεν ήξερα από πού να ξεκινήσω κι ήταν δύσκολο να διακρίνω ποια βιβλία άξιζαν τον κόπο (και το χρήμα) και ποια ήταν δυσνόητες επιστημονικές εργασίες ή αναμασήματα. Σήμερα υπάρχουν κριτικές, είναι πολλές οι επιλογές και προσιτές οι τιμές, πολλά τα βρίσκεις στα παζάρια. Έχω μαζέψει υλικό για να γράψω μπόλικες τριλογίες, βρίσκω ακόμα νέα πράγματα και απορώ γιατί δεν τα εκμεταλλεύονται κι άλλοι.

Από την άλλη, εξίσου σημαντικό είναι να είσαι ακριβής σε όσα δεν ανήκουν στη σφαίρα του υπερφυσικού. Θέλω να πω ότι αν ο ήρωας φτάνει σε ένα χωριό καρβουνιάρηδων, κάθομαι και ψάχνω πώς έκαναν τα ξυλοκάρβουνα. Κι όταν ο ήρωας βλέπει ένα τρωκτικό στην εξοχή και είναι άνθρωπος που θα ήξερε τι ζώο είναι, δε θα σκεφτόταν απλά «ένα τρωκτικό». Έστω πως το κλίμα της περιοχής όπου διαδραματίζεται η σκηνή είναι όπως της Μακεδονίας. Κάθομαι και ψάχνω τι τρωκτικά ζουν στη Μακεδονία, ποια ζουν στο έδαφος και ποια πάνω σε δέντρα (ανάλογα τι περιγράφω), τι τρώνε, πώς είναι, μήπως την εποχή που διαδραματίζεται η σκηνή πέφτουν σε νάρκη. Μερικές φορές σκαλώνω στη μέση του γραψίματος και περνάω μισή ώρα και βάλε στο διαδίκτυο μέχρι να καταλήξω σε μια τόσο μικρή λεπτομέρεια. Αλλά δε θεωρώ πως είναι χαμένος χρόνος. Δε θα με ικανοποιούσε κάτι λιγότερο, με ευχαριστεί η ιδέα πως κάποιος που γνωρίζει το θέμα μπορεί να διαβάσει το κείμενό μου και να χαρεί με την ακρίβειά μου κι ας μην το μάθω ποτέ. Κι αν ο αναγνώστης γνωρίσει κάτι καινούριο που του φανεί ενδιαφέρον και το ψάξει λίγο περισσότερο, κέρδος κι αυτό.

Ένα ζήτημα με το οποίο ασχολούμαι χρόνια, και θέλω να το τονίσω γιατί βλέπω πολλές ανακρίβειες σε βιβλία του φανταστικού, είναι οι μάχες. Βλέπεις τύπους πανοπλίας που είναι αδύνατον να συνυπάρξουν γιατί η μια είναι πολύ κατώτερη από την άλλη, βλέπεις ξακουστούς πολεμιστές με όπλα άβολα για μονομαχίες και τα οποία, ιστορικά, χρησιμοποιήθηκαν μόνο σε μάχες εκ παρατάξεως. Βλέπεις τραύματα πάντα στα ίδια σημεία και χωρίς καμία επίδραση στις ικανότητες του τραυματία. Μπορεί σε μια ταινία ή σ’ ένα παιχνίδι να μην έχουν σημασία αυτά, αλλά στα βιβλία δεν έχουμε το πλεονέκτημα της εικόνας. Και όσο τα ψάχνει κανείς, βρίσκει ιδέες κρυμμένες μέσα στα στοιχεία που δεν υπάρχει περίπτωση να τις σκεφτεί από μόνος του.

 

Πώς αντιλαμβάνεστε την άποψη πως η συγγραφή είναι μια πνευματική διαδικασία;

Λ.Κ. Για να γράψεις ένα καλό βιβλίο απαιτείται προσήλωση. Πρέπει να έχεις διαβάσει καλά βιβλία και κακά βιβλία και να έχεις κατανοήσει γιατί ήταν καλά ή κακά. Πρέπει να έχεις ζήσει πράγματα και να τα έχεις επεξεργαστεί μέσα σου, πρέπει να βάλεις την ψυχή σου για να μην είναι ψεύτικο το κείμενο. Κάθε καλό βιβλίο είναι αποτέλεσμα ήθους, νου, καρδιάς, ένας θρίαμβος του πνεύματος. Το ταλέντο είναι κάπου μέσα μας, δεν μπορείς να το εντοπίσεις κάπου στο σώμα. Δε χρειάζεται καν γερό σώμα για να αλλάξεις τον κόσμο μ’ ένα βιβλίο. Η Έλεν Κέλερ ήταν τυφλή και κωφάλαλη, ο Ζαν-Ντομινίκ Μπομπί έγραψε ένα ολόκληρο βιβλίο κουνώντας μόνο το αριστερό του βλέφαρο.

 

Υπάρχουν σκηνές στα βιβλία σας τις οποίες «κόβετε» στην επιμέλεια;

Λ.Κ. Συνήθως το αντίθετο μου συμβαίνει, να πρέπει να προσθέσω σκηνές για να αναπτύξω καλύτερα ένα θέμα ή να το προοικονομήσω σωστότερα! Συγχωνεύω σκηνές, όταν δεν δικαιολογείται η ύπαρξη και των δύο. Και κόβω μεγάλα κομμάτια, που γράφω μετά κάτι άλλο στη θέση τους. Για παράδειγμα, αλλάζω μια φράση που δε μου ταιριάζει να τη λέει κάποιος χαρακτήρας και μετά ολόκληρος ο διάλογος από εκεί και κάτω παίρνει άλλο δρόμο. Μπορεί να καταλήξει στο αντίθετο απ’ αυτό που γινόταν αρχικά -δυο άνθρωποι που στην αρχική γραφή είχαν καταλήξει σε συμφωνία, να τσακωθούν ή δυο άνθρωποι που είχαν τσακωθεί, να καταλήξουν σε συμφωνία.

Ο λόγος που σπάνια απορρίπτω ολόκληρες σκηνές χωρίς να τις αντικαταστήσω είναι πως προσπαθώ η κάθε μία να μην εξυπηρετεί έναν σκοπό και μόνο. Δηλαδή, δε θέλω να δείξω έναν χαρακτήρα να νικά σε μια αψιμαχία μόνο για να φανεί πόσο ικανός πολεμιστής είναι. Πρέπει το περιστατικό να έχει θέση στο σύνολο, π.χ. να έπαιζαν ρόλο στο σχέδιο άλλου χαρακτήρα οι άνθρωποι που σκοτώθηκαν και η απώλειά τους να περιπλέκει τα πράγματα. Οπότε, αν κόψω τελείως μια σκηνή, θα πρέπει να πάρει κάτι άλλο τη θέση της.

 

Κρύβετε στα βιβλία σας μυστικά τα οποία μόνο ελάχιστοι αναγνώστες θα καταφέρουν να ανακαλύψουν;

Λ.Κ. Νομίζω όλοι οι συγγραφείς το κάνουν. Το ζητούμενο είναι να το καταφέρεις έτσι που να μην ξενίσει εκείνους που δε θα λύσουν το «γρίφο»· να μη διαβάσει ο αναγνώστης το συγκεκριμένο κομμάτι και πει: «κάτι έχει εδώ που δεν το καταλαβαίνω».

 

Ως αναγνώστης και δημιουργός του είδους, γιατί πιστεύετε πως μας ελκύει το φανταστικό;

Λ.Κ. Το φανταστικό έχει αμέτρητα πρόσωπα, ένα για κάθε άνθρωπο που το προσεγγίζει και άλλοι τόσοι είναι οι λόγοι που μπορεί να ελκύει. Άλλοι θέλουν να ξεχαστούν, άλλοι να δουν το Καλό να νικά το Κακό, άλλοι να ζήσουν για λίγο πράγματα για τα οποία δεν έχει χώρο ο κόσμος μας. Σ’ αυτό το τελευταίο θέλω να σταθώ λίγο. Αν προσέξουμε, όλο και περισσότερες δημιουργίες (βιβλία, ταινίες κτλ.) τα τελευταία χρόνια περιέχουν φανταστικά στοιχεία, χωρίς να ανήκουν ξεκάθαρα στο φανταστικό ή να απευθύνονται αποκλειστικά στο κοινό του φανταστικού. Ο ρεαλισμός περνάει περίοδο ύφεσης. Από τη μια, παρουσιάζει τα ίδια που βλέπουμε παντού γύρω μας και δεν υπάρχει λόγος να τα βλέπουμε και στην ψυχαγωγία μας. Από την άλλη, στερεύουν οι πιθανές πλοκές που μπορεί να γράψει κανείς χωρίς να δώσει κάτι που να έχει ήδη ξαναγίνει (συνήθως καλύτερα) και χωρίς να ξεφύγει στον χώρο του απίθανου. Αλήθεια, τώρα, είναι ο κύριος Γκρέι από τις 50 αποχρώσεις του Γκρι πιο πιστευτός από τους δράκους στο Game of Thrones;

 

Ποια η άποψή σας για τη θέση του είδους του φανταστικού στην Ελλάδα, σε όλες του τις πολιτιστικές εκφάνσεις;

Λ.Κ. Νομίζω υπάρχουν συμπαγείς και δραστήριοι πυρήνες δημιουργών και θιασωτών σε κάθε είδος τέχνης και κάθε τρόπο ψυχαγωγίας. Το πρόβλημα είναι πως οι πυρήνες αυτοί είναι μικροί και ξένοι μεταξύ τους, σκόρπιες νησίδες, ακόμα κι όταν ασχολούνται με τα ίδια πράγματα. Δυστυχώς, μικροπρέπειες, ιδιοτέλεια, δογματικές απόψεις και περιφρόνηση απέναντι σε ό,τι δεν είναι ακριβώς αυτό που αρέσει σ’ εμάς μας κρατούν χωρισμένους. Είμαστε που είμαστε λίγοι, γυρνάμε ο ένας την πλάτη στον άλλο ή επιμένουμε πως η δική μας έκφανση του φανταστικού υπερέχει της δικής του.

Οι πρόσφατες εξελίξεις είναι θετικές. Η δημιουργία μεγάλων εξειδικευμένων εκδηλώσεων (ΦantastiCon, AthensCon, Fantasmagoria) και η εμφάνιση όλο και περισσότερων ιστοσελίδων που ασχολούνται με το φανταστικό εν μέρει ή αποκλειστικά (όπως το Will o’ Wisps και η Nyctophilia) είναι ελπιδοφόρες κινήσεις. Μας φέρνουν όλους λίγο πιο κοντά. Θα φανεί, όμως, αν μπορούμε να γίνουμε μια ενωμένη γροθιά και να γίνουμε σεβαστοί όπως όσοι ασχολούνται με το αστυνομικό -δεν πάει πολύς καιρός που μοιραζόμασταν την ίδια γωνιά (της παραλογοτεχνίας) στα βιβλιοπωλεία και την ίδια απόρριψη πως «καλοί είμαστε για να περάσει η ώρα στο πλοίο των διακοπών, μια φορά τον χρόνο».

23667089_10213758463892272_1917733435_n.jpg

Πού βρίσκεται το πρώτο σας draft αυτή τη στιγμή;

Λ.Κ. Γράφω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου να διαβάζει. Συνήθως ξεκινούσα όλο ενθουσιασμό, έγραφα μέχρι να πιαστεί το χέρι μου και μετά δεν τα ξανάπιανα ποτέ να τα συνεχίσω. Στο Λύκειο έγραψα κάμποσα διηγήματα, τα πιο πολλά φαντασίας. Δυστυχώς, δεν έχει διασωθεί σχεδόν τίποτα απ’ όλα αυτά. Πετούσα όλα τα παλιά κάθε φορά που πίστευα πως μεγάλωσα και ωρίμασα. Από τα φοιτητικά χρόνια, που άρχισα να γράφω στον υπολογιστή, έχω κρατήσει τα πάντα, αν και δε νομίζω πως θα ασχοληθώ ξανά μαζί τους.

Την πρώτη φορά που είπα πως θα στρωθώ σοβαρά και θα γράψω κάτι μεγάλο, προέκυψε το κείμενο που έσπασε τελικά στα τρία πρώτα βιβλία των Γιων της Στάχτης. Αλλά το πρώτο βιβλίο που υπέβαλα προς έκδοση ήταν ένα μυθιστόρημα Τρόμου που διαδραματίζεται στην Ελλάδα· έχει τα χάλια του, αλλά είναι χτισμένο γύρω από μια ιδέα που αξίζει να την κάνω κάτι -κάποια στιγμή.

 

Πού συναντάτε τους ήρωές σας; Έρχονται με την ιδέα ή συμβαίνει να προϋπάρχουν και να φέρουν την έμπνευσή της;

Λ.Κ. Μερικές φορές, ο ήρωας είναι η ιδέα. Χαρακτήρες που έχουν επιθυμίες και φιλοδοξίες και κάτι που τους κάνει ξεχωριστούς είναι επαρκής αφετηρία για να γράψεις, σε πάνε από μόνοι τους κάπου.

Άλλες φορές έχω μια κατάσταση στο μυαλό και αναρωτιέμαι μέσα από τις περιπέτειες ποιου θα την παρουσιάσω και θα την επεξεργαστώ. Τότε μπορεί να μου έρθει στο μυαλό ένας αχρησιμοποίητος χαρακτήρας που είχα εμπνευστεί από κάτι που διάβασα, είδα ή έζησα, και να είναι ο κατάλληλος, να «παντρευτεί» τέλεια με την ιδέα. Μπορεί, όμως, και να φτιάξω εκείνη τη στιγμή κάποιον. Ξέρω, ας πούμε, πως θέλω έναν έμπειρο στρατιωτικό ή μια νεαρή πριγκίπισσα ή έναν ηλικιωμένο καλόγερο. Σκέφτομαι στα γρήγορα τέσσερα πράγματα, μ’ αυτή τη σειρά: τι τον ξεχωρίζει από τους άλλους ανθρώπους που είναι στην ίδια θέση γύρω του -τι τον κάνει τυπικό για τη θέση που έχει- πώς είναι οπτικά και πώς μιλά -τι προσπαθεί να κάνει και πώς αυτό δένει στην πλοκή. Αν τα ξέρεις αυτά, ξέρεις πού πατάς και μπορείς να προχωρήσεις. Αλλιώς, θα βγει κάτι άχρωμο ή ασυνεπές.

Όπως και να έχω δημιουργήσει έναν χαρακτήρα, αφού έχω γράψει μερικές σκηνές στις οποίες εμφανίζεται και τον έχω μάθει καλά, αρχίζω να αναρωτιέμαι τι του αρέσει και τι όχι, τι άλλο έχει κάνει στη ζωή του εκτός από τα προφανή, με τι ασχολείται εκτός από το βασικό του κίνητρο. Όλα αυτά πρέπει να μπουν σε διάφορα σημεία από την αρχή του κειμένου κι όχι εκεί που θα τα πρωτοσκεφτώ ή από εκεί και κάτω· στόχος είναι να ζωντανέψει ο χαρακτήρας και να γίνει πολυδιάστατος, όχι να ξεγελάσω τον αναγνώστη πως δήθεν δεν είναι μονοδιάστατος.

 

Γράφοντας τις ιστορίες σας έχετε εξαρχής τον επίλογο στο μυαλό σας, ή αφήνετε τους ήρωές σας να σας οδηγήσουν ως το τέλος;

Λ.Κ. Ξέρω πάντα πού θα πάει μια ιστορία, πολλές φορές και την τελευταία φράση ή παράγραφο. Ξέρω από πού ξεκινούν οι ήρωες και πού θα καταλήξουν, τι θα τους έχει συμβεί για να στέκει το τέλος. Τα ενδιάμεσα δεν τα ξέρω, δεν έχω δουλέψει ως τώρα με πλήρες πλάνο πλοκής. Αφήνω τα πράγματα να ξεδιπλωθούν, προσθέτω σταδιακά τις ιδέες που έχω, γεννάω άλλες που μπορεί να εξελιχθούν σε σημαντικότερες από τις προγραμματισμένες. Το ίδιο γίνεται και με νέα πρόσωπα. Αλλά πότε δεν ξεχνάω τον προορισμό μου και βασικό μου μέλημα είναι να φτάσω εκεί με έναν τρόπο που ενώ θα είναι απρόβλεπτος εκ των προτέρων, εκ των υστέρων θα φαντάζει αναπόφευκτος. Αν κατορθώσω να πει ο αναγνώστης με ικανοποίηση «ε, τι άλλο θα μπορούσε να συμβεί;» έχω πετύχει. Ενώ αν του περνά από το μυαλό κάποια άλλη λύση του δράματος, εξίσου πιθανή ή καλύτερη, ή αν είναι εξόφθαλμα ορατές οι παρεμβάσεις που έκανα για να φτάσουμε εκεί, έχω αποτύχει.

 

Θεωρείτε ότι η οικονομική κρίση έχει πλήξει το βιβλίο και πώς;

Λ.Κ. Σαφώς το έχει πλήξει, ιδίως σε είδη με μικρό σχετικά κοινό, όπως το φανταστικό.

Οι εξειδικευμένοι εκδοτικοί οίκοι κλείνουν ή φυτοζωούν. Ο μέσος άνθρωπος δεν έχει χρήματα να αγοράσει τα βιβλία που θα ήθελε, μερικούς τους δυσκολεύουν και οι έγνοιες να συγκεντρωθούν στην ανάγνωση. Για να μειωθεί το κόστος των βιβλίων, τυπώνονται σε χαρτί κακής ποιότητας, με μικρά γράμματα και ελάχιστα περιθώρια στη σελίδα, με αποτέλεσμα να είναι ακαλαίσθητα, έτοιμα να διαλυθούν και κουραστικά.

Οι παραδοσιακοί εκδότες δεν έχουν περιθώρια να επενδύσουν σε κείμενα που δεν είναι βέβαιο πως θα τους αποφέρουν κέρδη (=βιβλία πρωτοεμφανιζόμενων Ελλήνων, ειδικά του φανταστικού), οπότε η αυτοέκδοση/συνέκδοση τείνει να γίνει κανόνας και η συγγραφή χόμπι για όσους μπορούν να βάλουν το χέρι στην τσέπη.

Θα μπορούσα να πω ένα σωρό πράγματα ακόμα. Αλλά προτιμώ να κλείσω με ένα θετικό. Έχω την αίσθηση πως, την τελευταία πενταετία, ο κόσμος στην Ελλάδα διαβάζει περισσότερο απ’ ό,τι τα προηγούμενα χρόνια, έστω κι αν αναγκάζεται να προμηθεύεται βιβλία από τα μεταχειρισμένα.

 

Mια “παραδοσιακή” ερώτηση: Ετοιμάζετε ή έχετε ήδη κάποιο επόμενο βιβλίο στο μυαλό σας;

Λ.Κ. Το τρίτο βιβλίο των Γιων της Στάχτης είναι ήδη ολοκληρωμένο και του κάνω διορθώσεις ώστε να είναι έτοιμο για έκδοση το επόμενο φθινόπωρο και να κλείσει η πρώτη τριλογία. Έχω πολλά ακόμα πράγματα στο μυαλό μου, αλλά δεν ξέρω ακόμη με ποιο από αυτά θα ασχοληθώ αμέσως μετά.

 

Κλείστε με μία ευχή για το Will oWisps.

Λ.Κ. Εύχομαι να συνεχίσει να φωτίζει τον δρόμο για πολλά, πολλά χρόνια, γιατί το έχουμε ανάγκη στον χώρο του φανταστικού.

 

Έργα του συγγραφέα:

Βέλη και κρόκινες φλόγες, εκδόσεις mamaya, 2017

Κοράκι σε άλικο φόντο, νέα, αναθεωρημένη έκδοση, εκδόσεις mamaya, 2017

Φαρμάκι, συμμετοχή στην ανθολογία Εφαρμοσμένη Μυθομηχανική, εκδόσεις sff.gr/press, 2014

Κοράκι σε άλικο φόντο, εκδόσεις Πατάκη, 2010

Η τέχνη του μάγου, συμμετοχή στην ανθολογία Θρύλοι του Σύμπαντος Ι, εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές, 2007