Οι Λαοί των Δέντρων: πλάσματα και πνεύματα των δέντρων από την παγκόσμια λαογραφία
Με την ευκαιρία της κυκλοφορίας του βιβλίου μας, Ιστορίες της Γιαγιάς Ιτιάς και με αφορμή ποικίλες συζητήσεις που ξεκίνησαν γύρω από αυτό, θεωρήσαμε πως θα ήταν ενδιαφέρουσα ιδέα να εξετάσουμε το ευρύτερο γενεαλογικό δέντρο (ναι, το λογοπαίγνιο είναι απολύτως σκόπιμο) της γηραιάς μας αφηγήτριας. Ανέλαβα λοιπόν να το κάνω εγώ, και ήδη από τις πρώτες ώρες της έρευνας και των σκαριφημάτων του άρθρου, διαπίστωσα πόσο μπλεγμένα είναι τα κλαδιά της συγκεκριμένης θεματικής.
Τα δέντρα περιβάλλουν τον άνθρωπο από τότε που επινόησε τις πρώτες του ιστορίες, παρέχοντάς του στέγη και τροφή ή φυτρώνοντας –σχεδόν μαγικά, θαρρείς- εκεί που έθαβε τους νεκρούς του.
Οι μύθοι, τα παραμύθια και ό,τι απομένει από τις αρχέγονες αφηγήσεις σχετικά με τα δέντρα, χαμένες στα βάθη του χρόνου, είναι κυριολεκτικά αναρίθμητα. Η Γιαγιά Ιτιά, όμως, εμπίπτει σε μια ιδιαίτερη (πλην αρκούντως ευρεία) κατηγορία και αυτή είναι εν προκειμένω που μας ενδιαφέρει. Έτσι λοιπόν, θα ξεκινήσω λίγο παράδοξα, από αυτά που άφησα έξω!
Καταρχάς, ονοματολογικά και μόνο προβληματίστηκα: το «ζωντανά ή έμβια δέντρα» είναι προφανώς ένας τετριμμένος πλεονασμός. Tο «νοήμονα δέντρα» ίσως όχι τετριμμένος, αλλά πλεονασμός και πάλι, καθότι ποικίλες μελέτες έχουν δείξει πως στον φυσικό κόσμο υπάρχει κάποιο είδος φυτικής νοημοσύνης. Τυπικά σωστό είναι το «έμψυχα δέντρα», όρος με τον οποίο συζητήθηκε η ιδέα του άρθρου και αυτόν είχα κατά νου όταν ξεκίνησα την έρευνά μου. Ωστόσο, πέραν του ότι ακούγεται ίσως υπερβολικά τυπικός τίτλος σε ένα site για fantasy, γεννά άλλα προβλήματα.
Η έννοια του «έμψυχου» -κατ’ επέκταση, άλλωστε, και της ψυχής γενικότερα- είναι ζήτημα ανθρώπινης αντίληψης και πίστης. Από τη μία, στο διάβα του χρόνου γέννησε τις αναρίθμητες ανιμιστικές θρησκείες και κουλτούρες, στις οποίες, υπερ-απλουστευμένα, ισχύει «η πεποίθηση περί ύπαρξης πνευματικών οντοτήτων που εμψυχώνουν κάθε μορφή και εκδήλωση του φυσικού κόσμου». Είναι κάτι που συναντάμε στον σαμανισμό, τον τοτεμισμό και τον φετιχισμό (με την παραδοσιακή, ανθρωπολογική έννοια του όρου και όχι τη σύγχρονη χρήση του), που συνήθως συνδέεται με τους αρχέγονους, ιθαγενείς λαούς ανά τον κόσμο. Στον ελλαδικό χώρο, για παράδειγμα, το συναντάμε στα ποικίλα ιερά δέντρα, ιδίως των μαντείων (όπως π.χ. η Ιερή Βελανιδιά της Δωδώνης). Από την άλλη, στο καθαρά ανθρώπινο επίπεδο, όταν το παιδί βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της λεγόμενης «μαγικής σκέψης» (τυπικά από 2 ως 7 ετών), αποδίδει «έμψυχα» κίνητρα σε καθημερινά αντικείμενα. Για παράδειγμα, αν χτυπήσει το πόδι του σε ένα τραπέζι, μετά αρχίζει να χτυπάει το τραπέζι εν είδει «αντιποίνων».
Όλα αυτά, φυσικά, ακόμα κι αν αφορούσαν τη θεματολογία μας, το καθένα θ’ απαιτούσε από έναν τόμο εύλογου μεγέθους για να αναλυθεί. Τα αφήνουμε λοιπόν κατά μέρος.
Παρά το δέλεαρ που ασκούν στον γράφοντα, έξω θα πρέπει περαιτέρω να αφήσουμε τα κάθε λογής κοσμικά δέντρα, όπως το Yggdrasil των Σκανδιναβών (παρόλο που, όντας φράξος ή μελιά, θα συναντήσουμε παρακάτω ορισμένες μακρινές συγγενείς του), τα κινεζικά Jian Mu (το «Θεμέλιο Δέντρο), Da Tao Mu (η «Γιγάντια Ροδακινιά» και Fu Sang (η «Γερτή Μουριά»), το προκολομβιανό Καπόκ ή Μεταξόδεντρο από τη μυθολογία των Maya, το ινδικό Kalpavriksha κ.α., καθώς και τα εβραϊκά Δέντρα της Ζωής και της Γνώσης. Ο λόγος είναι πως συνδέονται με ολόκληρες λατρείες και μυθολογίες, παρά με μεμονωμένους μύθους, κι επομένως θα ήταν χωρικά ασύμφορο να τα αναλύσουμε όλα σε ένα μόνο άρθρο. Περαιτέρω, αυτά που μας ενδιαφέρουν κατ’ ουσία είναι τα δέντρα με κάποιον ανθρωπομορφικό συσχετισμό –π.χ. που κατοικούνται από ανθρώπινες ψυχές, ή ανθρωποειδή πλάσματα, ή ενεργούν ως τέτοια, ακόμα και διατηρώντας τη φυτική μορφή τους.
Δεδομένου αυτού, όμως, πρέπει να μείνει έξω άλλη μία κατηγορία, που αποτελείται από φύλακες των δασών «βιολογικά» ανεξάρτητους από τα ίδια τα δέντρα -όπως ο Humbaba στο κεδρόδασος του Gilgamesh ή ο Grand Veneur, το φάντασμα του δάσους του Fontainebleau- και από γενικευμένες ανθρωπομορφικές εκφράσεις της φύσης και της εναλλαγής των εποχών -όπως ο Πράσινος Άνθρωπος (Green Man – μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα στο άρθρο της Γιώτας Τσιμπαλίδη) και οι Oak King και Holly King (ο Βασιλιάς των Βελανιδιών και ο Βασιλιάς των Αρκουδοπούρναρων).
Τέλος, κατά μέρος θα πρέπει να αφήσουμε επίσης τις διάφορες ποιητικές μεταφορές και εμψυχώσεις που απαντώνται στη λαογραφία, όπου είτε γυναίκες περιγράφονται ως δέντρα (συχνά με κατά τι πονηρό περιεχόμενο, όπως π.χ. στο «Νεραντζούλα Φουντωτή»), είτε ο ποιητής μεταφέρει τα συναισθήματα για την αγαπητικιά του στο δέντρο κάτω από το οποίο κρύβονταν οι δυο τους (όπως συμβαίνει σε πάμπολλες ουαλικές μπαλάντες με τη σημύδα, π.χ. “The Birch-wood Bower”, “The Poet’s Arbour in the Birch-wood” κ.α.).
Μικρή εξαίρεση, εδώ, αποτελεί το μοτίβο που απαντάται σε πολλά δημοτικά τραγούδια (π.χ. «Η Τριανταφυλλένη» και οι διάφορες παραλλαγές της «Λυγερής»), όπου δύο ερωτευμένοι νέοι πεθαίνουν και γίνονται δέντρα, συχνά κάπως έτσι:
Σ’ ένα μνημειό τους βάλανε, σ’ ένα προσκεφαλάκι
Η κόρη βγήκε λεμονιά κι ο νειός κυπαρισσάκι.
-«Τριανταφυλένη», Νισύρου Λαογραφικά
Ανάλογα με την παραλλαγή, μπορεί να υπάρχει ένα επιπλέον δίστιχο όπου τα δέντρα γέρνουν να φιληθούν όπως όταν ήταν άνθρωποι.
Το μοτίβο του νεκρού που γίνεται δέντρο (ευρύτερο από το προηγούμενο) απαντάται σε πάρα πολλούς λαούς, τόσο στους μύθους, όσο και στα παραμύθια. Ανάλογα με το είδος της ιστορίας, το δέντρο μπορεί να συνεχίσει να αλληλεπιδρά με τους ζωντανούς. Μερικά παραδείγματα είναι τα ακόλουθα:
Στον Οβίδιο [Μεταμορφώσεις, Βιβλίο 8ο, στ. 611-724] συναντάμε την ιστορία του Φιλήμονα και της Βαυκίδας, ενός φτωχού ζευγαριού στα Τίανα της Φρυγίας, που προσφέρουν εν αγνοία τους φιλοξενία στον Δία και τον Ερμή. Από ολόκληρη την πόλη είναι οι μόνοι που το κάνουν, και έτσι ο Δίας τους προειδοποιεί να φύγουν, διότι θα πνίξει την πόλη για την ασέβειά της. Όταν φτάνουν σε μια κορφή, σε απόσταση «ριξιάς ενός βέλους», στρέφονται και βλέπουν τα Τίανα πνιγμένα, ενώ το φτωχό καλύβι τους έχει μετατραπεί σε ναό. Ο Δίας τους ορίζει ιερείς και τους λέει πως θα πραγματοποιήσει όποια χάρη του ζητήσουν. Αυτοί ζητούν να πεθάνουν ταυτόχρονα, όταν έρθει η ώρα τους και ο Δίας πραγματοποιεί την επιθυμία αυτή με πολύ ιδιαίτερο τρόπο: όταν έρχεται η ώρα, οι δύο γέροντες μεταμορφώνονται σε δύο δέντρα με πλεγμένους κορμούς –ο Φιλήμων σε βελανιδιά και η Βαυκίς σε φλαμουριά.
Ο Οβίδιος κατέγραψε τον μύθο αυτό περί τον 1ο μ.Χ. αιώνα, ενώ δεν μοιάζει να απαντάται αλλού στην ελληνική μυθολογία. Είναι, λοιπόν, πολύ πιθανό να εμπνεύστηκε από την παρόμοιας υφής (ως ένα σημείο) ιστορία του Λοτ, η οποία εμφανίζεται στο κατά αιώνες παλαιότερο εβραϊκό Torah.
Ο μόνος συγγενής ελληνικός μύθος είναι αυτός του Δημοφώντα (γιου του Θησέα) και της Φυλλίδας, πριγκίπισσας της Θράκης. Εδώ επίσης αποτελεί πηγή (πλην όχι αποκλειστική) ο Οβίδιος, στα επιστολικά ερωτικά του ποιήματα, Ηρωίδες. Σύμφωνα με μια εκδοχή του μύθου, ο Δημοφών παντρεύεται τη Φυλλίδα κατά την επιστροφή του από τον Τρωικό Πόλεμο, όμως πρέπει να αναχωρήσει την επομένη του γάμου, δίνοντας υπόσχεση να επιστρέψει το συντομότερο δυνατόν. Σε ποικίλες παραλλαγές και για ποικίλους λόγους, ο Δημοφών δεν επιστρέφει, ενώ η Φυλλίς πηγαίνει εννιά φορές στην ακρογιαλιά για να δει αν έρχεται το πλοίο του. Εν καιρώ, η κοπέλα είτε πεθαίνει από το μαράζι, είτε αυτοκτονεί και στο σημείο όπου τη θάβουν φυτρώνει μια αμυγδαλιά. Όταν κάποτε επιστρέφει ο Δημοφών, βρίσκει μέχρι και το δέντρο πάνω από τον τάφο της ξεραμένο. Τότε αγκαλιάζει την αμυγδαλιά κλαίγοντας κι εκείνη αμέσως ανθίζει. Λέγεται πως η αρχαία αθηναϊκή αποικία των Εννέα Οδών στην περιοχή της Αμφίπολης πήρε το όνομά της από τις εννιά φορές που πήγε η Φυλλίς στην ακρογιαλιά.
Στις πιο σκοτεινές εκδοχές της Σταχτοπούτας («Σταχτομάρω», «Σταχταδράχτω», «Αθοκάτσουλο» κ.α.), τρεις πεινασμένες αδερφές κι η μάνα τους αποφασίζουν να γνέσουν κι όποια γνέσει λιγότερο ή της σπάσει η κλωστή κλπ. να φαγωθεί από τις υπόλοιπες. Σε κάθε περίπτωση, η χαμένη είναι η μάνα, την οποία οι δύο μεγαλύτερες αδελφές μαγειρεύουν. Την ώρα του φαγητού, η μικρότερη κόρη είναι η μόνη που αρνείται να φαει από τη μαγειρεμένη μάνα της, παρά μαζεύει κρυφά τα κόκαλα κι ύστερα πάει και τα θάβει. Εκεί που τα θάβει μεγαλώνει ένα δέντρο, κατά περίπτωση καρυδιά, μηλιά ή κάτι άλλο, που της χαρίζει τρεις καρπούς. Στις περισσότερες εκδοχές, μέσα σε κάθε καρπό κρύβεται ένα φουστάνι για τον αντίστοιχο βασιλικό χορό, ή άλλου είδους βοήθεια προκειμένου η κοπέλα να κερδίσει την καρδιά του βασιλόπουλου.
Στην Ιαπωνία υπάρχει η ιστορία της Goban Zakura (κυριολεκτικά «Η Κερασιά της Σκακιέρας Go», ή «Η Κερασιά Γκο», παρόλο που ως μετάφραση πάσχει από το γεγονός ότι δεν έχουμε το παιχνίδι αυτό στη Δύση, που μοιάζει με υβρίδιο ταβλιού, ντάμας και σκακιού). Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη αφήγηση, κάποτε ζούσε στην Ιαπωνία ένας άρχοντας ονόματι Oda Sayemon, ο οποίος ήταν εξαιρετικά γενναίος πολεμιστής, πλην ολοκληρωτικά ανίκανος στο παιχνίδι του Go, ενώ ήταν επίσης διαβόητος για τα βίαια ξεσπάσματα οργής όποτε έχανε -πράγμα σύνηθες. Οι φίλοι, οι συμπολεμιστές και υποτακτικοί του, προκειμένου να αποφύγουν την οργή του, τον άφηναν πάντα να κερδίζει, με αποτέλεσμα αυτός να χειροτερεύει. Μια μέρα, όμως, κάθεται να παίξει μαζί του ο πιο παλιός και πιστός συμπολεμιστής του, ο Saito Ukon, ο οποίος δεν τον αφήνει να κερδίσει ούτε μία φορά. Όταν ο Sayemon ξεσπά, ο Ukon του αρπάζει το χέρι και τον ψέγει για την απαράδεκτη συμπεριφορά του. Ο Sayemon πετάγεται όρθιος, έτοιμος να τον αποκεφαλίσει και συνειδητοποιεί πως ο Ukon έχει ήδη κόψει κρυφά το στομάχι του εν είδει τελετουργικής αυτοκτονίας (seppuku), προκειμένου να μιλήσει στον κύριό του κατ’ αυτόν τον τρόπο. Σε μια τελευταία έξαρση οργής, ο Sayemon κόβει κατά λάθος στα δύο τη σκακιέρα του Go και τότε πλέον συνειδητοποιεί το μέγεθος της θυσίας του Ukon. Ξεψυχώντας εκείνος, υπόσχεται να συντροφεύει μετά θάνατον τον κύριό του, όσο αυτός παραμένει εν ζωή. Έκτοτε ο Sayemon αλλάζει τελείως συμπεριφορά και θάβει τον πιστό πολεμιστή με τη σκακιέρα στον κήπο του. Λίγο καιρό αργότερα, από τον τάφο φυτρώνει μία κερασιά. Τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Ukon, στις 3 Μαρτίου, η κερασιά ξαφνικά ανθίζει και ο Sayemon βλέπει μια αχνή μορφή να στέκεται στη σκιά του κορμού της. Αναγνωρίζει την ψυχή του Ukon κι όταν πάει να ποτίσει την κερασιά, βλέπει πως στα μισά του κορμού της έχουν σχηματιστεί μικρά εξογκώματα, σαν τα τετράγωνα της σκακιέρας. Όσο ήταν εν ζωή ο Sayemon, η ψυχή του Ukon εμφανιζόταν πλάι στην κερασιά κατά την επέτειο του θανάτου του.
Η κερασιά παίζει συχνά το ρόλο του «σκεύους ψυχής» στα ιαπωνικά παραμύθια. Δύο ακόμη παραδείγματα μας παρέχει ο Λευκάδιος Χερν στη συλλογή Kwaidan. Το πρώτο είναι το “Ubazakura” («Η Κερασιά της Τροφού»), όπου η τροφός O-Sode προσεύχεται στον θεό Fudo-sama να πάρει τη δική της ζωή αντί του άρρωστου παιδιού της οικογένειας. Η οικογένεια εκπλήρωσε έπειτα το τάμα της τροφού να φυτέψει μια κερασιά στον κήπο του ναού Saihoji, η οποία άνθιζε πάντοτε κατά την επέτειο του θανάτου της, τη δέκατη έκτη ημέρα του δεύτερου μήνα (σύμφωνα με το Σεληνιακό Ημερολόγιο). Το δεύτερο παράδειγμα είναι η ιστορία “Jyuu-Roku-Zakura” («Η Κερασιά της Δέκατης Έκτης Ημέρας», γεγονός που αποκαλύπτει ένα ενδιαφέρον ημερολογιακό μοτίβο), όπου αυτή τη φορά ένας γέροντας ανταλλάζει τη ζωή του για να σωθεί η ίδια η προγονική κερασιά της οικογένειας, με την ψυχή του να κατοικεί μες στον κορμό της και ν’ ανθίζει την ημέρα του θανάτου του.
Κλείνοντας το θέμα των, ούτως ειπείν, «νεκρόδεντρων», δεν μπορούμε να παραλείψουμε μια εξαιρετικά αλλόκοτη καταγραφή, πάλι από την Ιαπωνία, το επονομαζόμενο Jubokko («Παιδί του Δέντρου»). Το Jubboko μπορεί να είναι οποιοδήποτε δέντρο τυγχάνει να φύεται κοντά σε τόπο μεγάλης αιματοχυσίας, ώστε οι ρίζες του απορροφούν το αίμα. Έκτοτε αποκτά δίψα γι’ αυτό και γίνεται η μοναδική του τροφή. Αν τύχει κάποιος να περάσει από κοντά, το δέντρο απλώνει τα κλαδιά του, τον αρπάζει κι ύστερα με άλλα, κούφια κλαδιά αρχίζει να τον τρυπά και να ρουφά το αίμα του, αφήνοντας μονάχα ένα αφυδατωμένο κουφάρι. Λέγεται επίσης πως αν τραυματίσει κάποιος τον κορμό του δέντρου, από μέσα βγαίνει αίμα. Παρά ορισμένες βάσιμες υποψίες πως το εν λόγω δέντρο είναι επινόηση του δημιουργού manga Shigeru Mizuki (1922-2015), υπάρχουν αρκετά είδη δέντρων ανά τον κόσμο που έχουν κόκκινο χυμό και αρκετοί μύθοι που εισήχθησαν σκόρπιοι από την Κίνα στην Ιαπωνία, ώστε να δικαιολογούν μια εξίσου βάσιμη εικασία πως η ιστορία εμπνεύστηκε από κάποια αρχαία παράδοση.
Αφού λοιπόν αναφερθήκαμε σε όλα αυτά και αφήσαμε κατά μέρος άλλα τόσα, τι μένει; Η απάντηση είναι: πάρα πολλά.
Πριν προχωρήσουμε, ας βγάλουμε επίσης από τη μέση τις κακόβουλες ή θεϊκές μεταμορφώσεις ανθρώπων και ανθρωποειδών. Τέτοια παραδείγματα μπορούμε να δούμε στην ελληνική μυθολογία σε περιπτώσεις όπως της Δάφνης, της Σύριγγας (Καλαμιά), του Τιτάνα Συκέα τον οποίο η Γαία μεταμόρφωσε σε συκιά για να τον γλιτώσει από τον Δία, καθώς και πολλών άλλων, που συχνά όμως εμπίπτουν στην μετά θάνατον μεταμόρφωση (Μίνθη, Νάρκισσος, Υάκινθος κ.α.). Στους αδελφούς Grimm, μια τέτοια μεταμόρφωση συναντάμε στην ιστορία “The Old Woman in the Wood” («Η Γριά του Δάσους»), όπου η νεαρή υπηρέτρια δέχεται επανειλημμένα βοήθεια από ένα λευκό περιστέρι, πάντα με τη διαμεσολάβηση του κορμού ενός δέντρου. Αποδεικνύεται πως τόσο το περιστέρι, όσο και το δέντρο είναι ένα βασιλόπουλο το οποίο έχει καταραστεί μια μάγισσα. Στο Faerie Queene, ρομαντικό ποίημα φαντασίας με το οποίο ο Edmund Spenser (1552-1599) υμνεί τη Βασίλισσα Ελισάβετ Α’ και τους Τυδώρ, ο Redcross Knight συναντά τον Fradubio (Book 1, Canto 2) τον οποίο επίσης μια μάγισσα έχει μετατρέψει σε δέντρο.
Η επόμενη κατηγορία που μας ενδιαφέρει είναι αυτό που προαναφέρθηκε και συνήθως νοείται ως «έμψυχα δέντρα», κοινώς εκείνα που έχουν μια πραγματικά ανθρωπομορφική έκφραση.
Ξεκινώντας από τα καθ’ ημάς, έχουμε καταρχάς όλα εκείνα (ή, πιο σωστά, όλες εκείνες) που νοούνται αληθινά ως Λαός των Δέντρων. Καταρχήν έχουμε τις Δρυάδες, Νύμφες οι οποίες κατοικούσαν μέσα σε κορμούς βελανιδιών και ονομασία η οποία έχει καταλήξει (στο εξωτερικό, τουλάχιστον) να χαρακτηρίζει γενικόλογα όλα τα θηλυκά πνεύματα του δάσους. Οι Νύμφες στο σύνολό τους ήταν δαιμόνια (δαίμων=πνεύμα) της φύσης, στενά συνδεδεμένα με τον φυσικό κόσμο, συμβολισμός της ομορφιάς και συνάμα των κινδύνων του. Οι διάφορες Νύμφες των δασών κατοικούσαν κοντά στα αγαπημένα τους δέντρα, ζούσαν μέσα σε αυτά, έπαιρναν τη μορφή τους, ή ακόμα και ταξίδευαν από κορμό σε κορμό. Κατ’ αναλογία με τις Δρυάδες υπήρχαν οι Καρυάτιδες για τις καρυδιές, οι Επιμηλίδες για τις μηλιές (και, παραδόξως, για τα πρόβατα, καθότι «μήλον» στα αρχαία ελληνικά είναι τόσο το φρούτο, όσο και το πρόβατο), που φημίζονταν για τα λευκά, αέρινα μαλλιά τους, πιθανώς και άλλες για τις οποίες όμως δεν υπάρχουν πολλές αναφορές.
Δύο ιδιαίτερες κατηγορίες Νυμφών ήταν οι Αμαδρυάδες και οι Μελίες. Οι Αμαδρυάδες, σύμφωνα με την αρχαία ετυμολογία, ήταν τόσο Νύμφες, όσο και δέντρα, πράγμα που σήμαινε πως αν έκοβε κανείς το δέντρο τους, πέθαιναν μαζί του. Στη Βιβλιοθήκη του Απολλόδωρου και στα Σχόλια εις Λυκόφρονα του Ιωάννη Τζέτζη (1110-1180), αναφέρεται πως ο Αρκάς, γιος της Καλλιστούς, έσωσε το δέντρο της Αμαδρυάδας Χρυσοπέλειας και από αυτήν απέκτησε δύο γιους, τον Έλατο και τον Αφείδα.
Οι Μελίες Νύμφες, από την άλλη (ειδολογικά μακρινές εξαδέλφες του προαναφερθέντος Yggdrasil, αφού και το δικό τους δέντρο είναι ο φράξος ή μελιά), ήταν ακόμη πιο ξεχωριστή περίπτωση, καθότι γεννήθηκαν όταν το αίμα του Ουρανού (τον οποίο ευνούχισε ο Κρόνος με την Άρπη), πιτσίλισε τη Γαία. Καταρχάς, σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησίοδου αυτό τις καθιστά κατά μία έννοια αδελφές της Αφροδίτης (που γεννήθηκε από τον αφρό της θάλασσας όταν έπεσαν μέσα τα γεννητικά όργανα του Ουρανού), καθώς και των Ερινυών, των Γιγάντων, και των αρματωμένων Κουρητών. Περαιτέρω, οι Μελίες ήταν κατά μία εκδοχή εκείνες που ανέθρεψαν τον Δία στην Κρήτη μαζί με τους Κούρητες, καθώς και οι σύζυγοι του Αργυρού Γένους των Ανθρώπων. Από αυτές γεννήθηκε το πολεμοχαρές Μπρούτζινο Γένος, το οποίο αργότερα κατέστρεψε ο Δίας με τον Κατακλυσμό του Δευκαλίωνα.
Εδώ θα συμπεριλάβουμε τέλος και τις Ηλιάδες, παρόλο που εμπίπτουν στην κατηγορία των θεϊκών μεταμορφώσεων. Ήταν κόρες του Ήλιου και της Ωκεανίδας Κλυμένης, αδελφές του Φαέθοντα και μεταξύ άλλον ετεροθαλείς αδελφές του Προμηθέα και του Άτλαντα. Όταν ο Φαέθων πήρε το Άρμα του Ήλιου κι έχασε τον έλεγχο, ο Δίας αναγκάστηκε να τον σκοτώσει με τον κεραυνό του για να μην καταστρέψει τη Γη. Όταν πέθανε ο Φαέθων, οι Ηλιάδες θρηνούσαν για τέσσερις ολόκληρους μήνες, ώσπου οι θεοί τις μεταμόρφωσαν σε λεύκες και τα δάκρυά τους σε κεχριμπάρι.
Η ιδέα του ανθρωπόμορφου πνεύματος, του θεού ή της θεάς στο δέντρο είναι διαδεδομένη σε πολλές κουλτούρες ανά τον κόσμο. Στη Σκοτία λέγονται αντικρουόμενες ιστορίες για το Ghillie Dhu («Μικρός Μαυρομάλλης»), το οποίο είναι ένα μικροσκοπικό ανθρωπάκι με μαύρα μαλλιά, ντυμένο με βρύα και φύλλα, που κατοικεί κυρίως σε δάση με σημύδες. Στη μία εκδοχή είναι καλοπροαίρετο και φιλικό προς στα παιδιά, στην άλλη οργίζεται εύκολα και κάνει τους διαβάτες να χάνονται στα δάση.
Στις σκανδιναβικές χώρες συναντάμε τη Skogsrå («Πνεύμα ή Φύλακας του Δάσους») ή Huldra, η οποία παίρνει τη μορφή μικρόσωμης, όμορφης γυναίκας. Σε κάποιες εκδοχές είναι πραγματικά φιλική αν της φερθούν με σεβασμό, σε άλλες απλά όποιος την ακολουθεί εξαφανίζεται.
Στη Βιρμανία βρίσκουμε τα Nat Sein («Πράσινο Πνεύμα») ή Yokkaso («Θεότητα του Δέντρου»), ελάσσονα πνεύματα της φύσης. Στην Ιαπωνία, το καμφορόδεντρο θεωρείται προσωρινή κατοικία των θεών επί γης, το ίδιο και μια ολόκληρη κατηγορία ποικίλων δέντρων που αποκαλούνται Goshinboku («Τιμημένο Ιερό Δέντρο»). Εκεί θα συναντήσουμε επίσης τα Kodama («Ψυχές των Δέντρων», φημισμένες πλέον χάρη στην απεικόνισή τους από τον Hayao Miyazaki στο Mononoke Hime), καθώς και τα Ki no Ko ή Ki no Kami («Παιδιά ή Θεοί των Δέντρων»), που έχουν γενικά πολύ λιγότερη αλληλεπίδραση με τον άνθρωπο. Μια ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί το Bashō no Sei (το «Πνεύμα της Μπανανιάς»). Σύμφωνα με την παράδοση, αν το αντίκριζε μια κοπέλα βράδυ στο δάσος, είτε ως όμορφο νεαρό, είτε ως τέρας, αμέσως έμενε έγκυος κι έκτοτε κάθε χρόνο γεννούσε ένα τερατώδες μωρό με χαυλιόδοντες. Αν τολμούσε κανείς να φυτέψει μπανανιές γύρω από το σπίτι του, σύντομα θα δεχόταν διαρκείς επιθέσεις από όμορφες και τερατώδεις γυναίκες.
Παραμένοντας λίγο ακόμα στην Ιαπωνία, συναντάμε τρεις ακόμα εξαιρετικά ενδιαφέρουσες αφηγήσεις. Η πρώτη, με τον παραπλανητικό τίτλο «Πριγκίπισσα Παιωνία», αφορά μια κοπέλα που λίγο πριν το γάμο της ερωτεύεται έναν πανέμορφο, μυστηριώδη άντρα, ο οποίος εμφανίζεται μονάχα φευγαλέα στον κήπο του αρχοντικού της οικογένειας. Όταν ανατίθεται στον βετεράνο αξιωματικό Maki Hiogo να τον αρπάξει την επόμενη φορά που θα εμφανιστεί, αυτός τα καταφέρνει, όμως ο νεαρός μοιάζει να γίνεται υδρατμός και ο samurai βρίσκεται να κρατάει μονάχα μια παιωνία. Η πριγκίπισσα έκτοτε συνέρχεται και φροντίζει την παιωνία η οποία δεν μαραίνεται, παρά την ημέρα του γάμου της κοπέλας.
Καθότι όλη αυτή η συζήτηση ξεκίνησε με αφορμή τη Γιαγιά Ιτιά του βιβλίου μας, πρέπει να αναφερθεί πως η ιτιά κατέχει εξέχουσα θέση ανάμεσα στους Λαούς των Δέντρων της Ιαπωνίας. Η μία ιστορία, σε διάφορες παραλλαγές, είναι αυτή της Willow Wife («Σύζυγος Ιτιά»). Η πιο γνωστή εκδοχή θέλει τον νεαρό Hiroshi να νιώθει μια βαθιά αγάπη για την τεράστια ιτιά του χωριού του, δίνοντας μάλιστα χρήματα στους προεστούς του χωριού για να μην την κόψουν. Όταν έπαψε πια να είναι νέος, πλάι στην ιτιά γνώρισε μια όμορφη κοπέλα ονόματι Kaori. Κάποτε, οι δυο τους ερωτεύτηκαν, παντρεύτηκαν και απέκτησαν έναν γιο, τον Daiki. Εν καιρώ, όμως, δεν μπόρεσε να σταματήσει τους προεστούς δεύτερη φορά, οι οποίοι έκοψαν την ιτιά για να τη στείλουν ως συνεισφορά στο χτίσιμο ενός σημαντικού ναού –η ειρωνεία είναι πως επρόκειτο για τον ναό της Kwannon, της θεάς του ελέους. Καθώς έκοβαν την ιτιά, η Kaori ένιωθε κάθε χτύπημα στο κορμί της, πέθανε στην αγκαλιά του Hiroshi και μετατράπηκε σ’ ένα κομμένο κλαδί ιτιάς.
Η δεύτερη ιστορία αφορά τον Gobei Yuasa, κληρονόμο μιας σπουδαίας οικογένειας, ο οποίος όμως ενδιαφερόταν μονάχα για τη ζωγραφική και κατά τα άλλα ζούσε σπαταλώντας την κληρονομιά του. Όταν τα οικονομικά της οικογένειας έφτασαν στα μη περαιτέρω, άκουσε τους υποτακτικούς του να μιλάνε για ένα πνεύμα που εμφανιζόταν κοντά στη γηραιά ιτιά του σπιτιού. Όταν αποφάσισε να το ερευνήσει ο ίδιος, το πνεύμα εμφανίστηκε με τη μορφή όμορφης γυναίκας και του μίλησε. Του είπε πως τη φύτεψε εκεί ο πρόγονός του πριν από εξακόσια χρόνια, ως σημάδι για έναν θησαυρό που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει η οικογένεια σε στιγμή ανάγκης. Πράγματι, σκάβοντας εκεί που υπέδειξε το πνεύμα της ιτιάς, ο Gobei και οι άντρες του βρήκαν τον θησαυρό, καθώς κι ένα αυστηρό μήνυμα από τον πρόγονό του. Έκτοτε ο Gobei άλλαξε τον έκλυτο βίο του και ζωγράφισε μια εικόνα του πνεύματος της ιτιάς για να την κρεμάσει στο δωμάτιό του κι έτσι να θυμάται πάντα το καλό που του έκανε. Η ιστορία λέει πως το συγκεκριμένο έργο βρίσκεται ακόμη κρεμασμένο στους Κήπους Yuasa και πως αποτελεί το πρότυπο για όλες τις μεταγενέστερες απεικονίσεις πνευμάτων της ιτιάς.
Ένας ενδιαφέρων μύθος γύρω από την ιτιά εμφανίζεται επίσης στη φυλή Osage (Όου-σεϊ) των Ινδιάνων της Βορείου Αμερικής. Σύμφωνα με την αφήγηση, ο Μικρούλης (“Little One”) πρέπει ν’ αναζητήσει τις αλήθειες της ζωής κάνοντας ένα πνευματικό ταξίδι. Σύντομα, στη διάρκεια του ταξιδιού, νιώθει αδυναμία από την πείνα και παλεύει να πάρει τον δρόμο του γυρισμού. Τότε είναι που σκοντάφτει αποκαμωμένος στις ρίζες μια γηραιάς ιτιάς. «Παππού», λέει, «δεν μπορώ να προχωρήσω άλλο. Δεν με βαστούν τα πόδια μου». Τότε ο Παππούς Ιτιά αρχίζει και του μιλάει, δίνοντάς του κουράγιο να συνεχίσει και λέγοντάς του πως οι μεγάλες, ζαρωμένες ρίζες του, είναι σημάδι της ηλικίας, αλλά και της αντοχής του. Όταν καταφέρνει να επιστρέψει στο χωριό, ο Μικρούλης βλέπει το όραμα ενός γηραιού άντρα και μιλάει μαζί του. Ο γηραιός άντρας είναι ο ίδιος ο Μικρούλης σε μεγάλη ηλικία και η συζήτηση φέρνει γαλήνη στο ανήσυχο πνεύμα του.
Δεν αποκλείεται η Disney να χρησιμοποίησε έναν τέτοιο μύθο ως έμπνευση για την Grandmother Willow της κατά τα άλλα αξιόμεμπτης ταινίας Pocahontas. Αυτό όμως είναι άλλη συζήτηση…
Αυτού του είδους οι μύθοι και οι θρύλοι πέρασαν στη λαϊκή παράδοση και δεισιδαιμονία με τις αφηγήσεις περί μαγεμένων ή καταραμένων δέντρων, μέσα στα οποία κατοικούσαν συνήθως νεράιδες ή δαίμονες (με την εβραιοχριστιανική σημασία της λέξης).
Παραδείγματα μπορεί κανείς να βρει πολλά, όπως π.χ. στις Παραδόσεις του Νικόλαου Πολίτη, στις ενότητες 15. Φυτά και 21. Στοιχειά και Στοιχειωμένοι Τόποι. Δεν αναπαράγονται εδώ, διότι δεν παρουσιάζουν τόσο μεγάλο ενδιαφέρον. Κατά κανόνα, όποιος πειράξει ή πλησιάσει στοιχειωμένο δέντρο υφίσταται κατάρες, εμφανίζεται κάποια νεράιδα και τον σκοτώνει και ούτω καθεξής.
Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα του μοτίβου αυτού εμφανίζεται στη μανιάτικη (απ’ όσο γνωρίζω, τουλάχιστον) εκδοχή της ιστορίας «Ο Νικολός και οι Νεράιδες». Στην ιστορία αυτή, η δεύτερη συνάντηση με τις αιμοβόρες νεράιδες λαμβάνει χώρα καθώς το φεγγάρι λούζει με ασημένιο φως τα πλατάνια κι αυτές βγαίνουν μέσα από τους κορμούς τους.
Δύο ακόμα παραδείγματα εντοπίζουμε σε παραμύθια από την εβραϊκή παράδοση. Το πρώτο, “The Bleeding Tree” («Το Δέντρο που Αιμορραγούσε») εμπίπτει στην κατηγορία του «απρόσωπου στοιχειώματος». Το δέντρο αιμορραγεί πριν το αγγίξει ο ξυλοκόπος κι όταν τρέχει να φύγει, αφήνει πίσω το τσεκούρι του. Όταν πάει να το πάρει, αυτό μοιάζει καλυμμένο με αίμα κι όταν το πιάνει, η θέληση του δέντρου το κάνει να φύγει από τα χέρια του, να πετάξει στον αέρα και να τον σκοτώσει.
Στο δεύτερο, “The Demon in the Tree” («Η Δαιμόνισσα του Δέντρου»), βρίσκουμε ένα μοτίβο πολύ πιο κοντά στις Δρυάδες, αλλά και πολύ πιο κακόβουλο. Ένα παιδί, την ώρα που παίζει κρυφτό μ’ έναν φίλο του, βρίσκει ένα δέντρο απ’ όπου εξέχει ένα κομματάκι ξύλο σαν δάχτυλο. Παίζοντας, βάζει το δαχτυλίδι του στο ξυλαράκι και προφέρει τους όρκους του γάμου. Τότε το ξύλο τραβιέται μέσα στον κορμό μαζί με το δαχτυλίδι κι από μέσα εμφανίζεται το πρόσωπο μιας γυναίκας με φρικτό χαμόγελο. Το παιδί το βάζει στα πόδια και δεν λέει τίποτα σε κανέναν. Χρόνια αργότερα, όταν έρχεται καιρός να παντρευτεί, την πρώτη μέρα που η σύζυγός του επιθεωρεί την αυλή του σπιτιού, η Δαιμόνισσα του Δέντρου τραβάει ένα κλαδί, το λυγίζει και το τινάζει στο πρόσωπό της, με αποτέλεσμα να τη σκοτώσει. Το ίδιο συμβαίνει με τη δεύτερη σύζυγο. Η τρίτη, που είναι πιο ξύπνια, τη γλιτώνει και για ένα διάστημα εξαγοράζει τη δαιμόνισσα με… μαρμελάδα (δεν τα βγάζω από το μυαλό μου, αλήθεια). Όταν, δε, η γυναίκα μένει έγκυος, έρχεται σε συμφωνία με τη δαιμόνισσα, να μοιράζεται τον άντρα της για μία ώρα κάθε μέρα. Αυτό κρατάει εφτά χρόνια και με το πέρας τους, η δαιμόνισσα επιστρέφει το δαχτυλίδι και τους αφήνει στην ησυχία τους.
Στους σλαβικούς λαούς, για την αυθεντική μυθολογία των οποίων δεν διαθέτουμε δυστυχώς πολλά στοιχεία, υπάρχει το Leshy, που είναι πιθανώς παραφθορά του θεού Boruta («Εκείνος των Πεύκων»), και συχνά αναφέρεται ως κακόβουλο πνεύμα του δάσους, όπως και το Samodiva («άγριο, ξέφρενο πνεύμα»).
Κλείνοντας πλέον αυτό το αρκετά εκτενές άρθρο, θα κάνουμε και μια σύντομη αναφορά στους «δεντρογέννητους», κοινώς ανθρώπους (και πιο σπάνια θεούς ή ήρωες) που γεννιούνται με θεϊκή παρέμβαση από φυτά, αλλά μέχρι το τέλος της ιστορίας τους παύουν να έχουν σχέση μαζί τους. Ευρύτερα, οι ιστορίες αυτές ανήκουν στον παραμυθιακό τύπο 407Α της κατάταξης Aarne-Thompson. Στον ελληνικό κατάλογο, ως αρχετυπική ιστορία αναφέρεται «Το Δαφνοκούκουτσο», στον διεθνή “The Bayberry Child”.
Το μοτίβο εξελίσσεται ως εξής: ένα άκληρο ζευγάρι, τυπικά εύχεται να του δώσει ο Θεός, η Παναγία, οι θεοί κλπ. ένα παιδί «κι ας είναι και…» Στην αρχετυπική εκδοχή είναι δαφνοκούκουτσο κι από αυτό φυτρώνει μια δάφνη, απ’ όπου βγαίνει το κορίτσι. Από εκεί και πέρα υπάρχουν πάμπολλες παραλλαγές: βερικοκιά, βασιλικός, χουρμάς κ.α. και ακολουθεί μια διαδοχή μοτίβων για την εξασφάλιση του συζύγου και την επιβίωση από διάφορες δοκιμασίες. Το Κουκουτσάκι του Χουρμά είναι μια κινεζική εκδοχή που θυμίζει επίσης τον Τοσοδούλη.
Συγγενής παραμυθιακός τύπος είναι και ο AT 408, «Τα Τρία Χρυσά Κίτρα» (επίσης λεμόνια, πορτοκάλια, μήλα κλπ.), όπου το βασιλόπουλο πρέπει να κλέψει ή να κερδίσει τρία μαγικά φρούτα, το καθένα από τα οποία περιέχει μία πανέμορφη κοπέλα. Οι δύο πάντα χάνονται (πεθαίνουν, εξαϋλώνονται, φεύγουν κλπ.) και καταφέρνει να κρατήσει μόνο την τελευταία.
Κάπου ανάμεσα στις δύο αυτές κατηγορίες πέφτει και ο Ιάπωνας ήρωας Momotarō, τον οποίο βρήκε μια άκληρη γριά μέσα σ’ ένα γιγάντιο ροδάκινο που παράσερνε ο ποταμός.
Εν κατακλείδι, καθίσταται φανερό πως ο ανθρωπομορφικός χαρακτήρας των φυτών, και των δέντρων ειδικότερα, εμφανίζεται στους μύθους και τα παραμύθια των λαών ανά τον κόσμο με ποικίλες εκφράσεις, οι οποίες αντανακλούν τις διδαχές, τις δοξασίες, τις δεισιδαιμονίες και πάνω από όλα, το δέος του κάθε λαού για τον φυσικό κόσμο που τον περιβάλλει.
Φυσικά, όλα όσα ανέφερα επ’ ουδενί δεν εξαντλούν το θέμα, αλλά θαρρώ πως παρέχουν έναν αρκετά εκτενή «χάρτη» για να κάνετε τις δικές σας μυθικές αναζητήσεις στο φυτικό βασίλειο, ή να επινοήσετε τις δικές σας μορφές και ιστορίες, όπως έκανε ο παππούς μας ο Tolkien με τα Ents.
Εμείς, από τη μεριά μας, προσθέσαμε στο πελώριο αυτό οικογενειακό δέντρο (είπαμε, το λογοπαίγνιο είναι σκόπιμο) τη δική μας Γιαγιά Ιτιά…
Βιβλιογραφία και Ηλεκτρονικές Πηγές:
Ελληνική Μυθολογία, Ι.Θ. Κακριδή, Εκδοτική Αθηνών, 1986.
Ελληνικά Παραμύθια, Γ.Α. Μέγας, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», 2010.
Ελληνικά Παραμύθια Α’ – Οι Παραμυθοκόρες, Άννα Αγγελοπούλου, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», 2002.
Επεξεργασία Παραμυθιακών Τύπων και Παραλλαγών, Α. Αγγελοπούλου, Μ. Καπλάνογλου, Ε. Κατρινάκη, ΙΑΕΝ, 2007.
Ιστορίες Φαντασμάτων από την Ιαπωνία, Lafcadio Hearn, μτφρ. Μαρία Γιακανίκη, Κώστας Κώτσιας, Πέρη Κώτσια, Ειρήνη Μαντά, Ανδρέας Μιχαηλίδης, Ars Nocturna, 2017.
Μύθοι και Θρύλοι των Λαών: Ιαπωνία, μτφρ. Γιώργος Μπαρουξής, Το Ποντίκι, 2007.
Νεοελληνικά Λαογραφικά Κείμενα, Δημήτριος Σ. Λουκάτος, Ι.Ν. Ζαχαρόπουλος, 1955.
Νισύρου Λαογραφικά, Γεώργιος Ν. Καζάβης. D.C. Divry Inc. Publishers, 1940.
Παραδόσεις, Νικόλαος Γ. Πολίτης, Γράμματα, 1994.
Παραμύθια από την Κίνα, μτφρ. Γιάννης Βαλούρδος, Απόπειρα, 1994.
Παραμύθια της Χίου, Δέσποινα Δαμιανού, Ομήρειο Πνευματικό Κέντρο Χίου, Βιβλιοπωλείο «Πυξίδα», 2002.
Τα Παραμύθια των Αδελφών Γκριμ, Β’ Τόμος, μτφρ. Μαρία Αγγελίδου, Άγρα, 1995.
1000 Symbols: What shapes mean in Art and Myth, Rowena and Rupert Shepherd, Thames & Hudson, 2002.
A Celtic Miscellany, translation by Kenneth Hurlstone Jackson, Penguin Classics, 1971.
Apollodorus: The Library of Greek Mythology, translation by Robin Hard, Oxford University Press, 1998.
The Complete, Illustrated Works of the Brothers Grimm, Bounty Books, 2006.
Dictionnaire des Yokai Intégrale, Shigeru Mizuki, traduction par Satoko Fujimoto et Patrick Honnoré, Pika Editions, 2015.
La France enchantée: Légendes de nos Régions, Edouard Brassey, Editions de la Martinière, 2011.
Lilith’s Cave: Jewish Tales of the Supernatural, Howard Scwartz, Oxford University Press, 1988.
The Metamorphoses, Ovid, translation by Allen Mandelbaum, Every man’s Library, 2013.
First People > Legends > The Wisdom of the Willow Tree
perseus.tufts.edu > Hesiod> Theogony
spenserians.cath.vt.edu > The Faerie Queene
Wikipedia
Cover art by Art by Jean-Baptiste Monge
Ο Ανδρέας Μιχαηλίδης είναι μεταφραστής, συγγραφέας και αφηγητής, ενώ στο παρελθόν έχει εργαστεί ως δημοσιογράφος και φωτογράφος. Ανά τα χρόνια έχει γράψει πληθώρα άρθρων γύρω από τα comics και την κουλτούρα τους, ξεκινώντας από το περιοδικό «9» της Ελευθεροτυπίας και το Comicdom.gr.
Έχει μεταφράσει, από τα αγγλικά και τα γαλλικά, βιβλία εκλαϊκευμένης επιστήμης, ιστορίας και λογοτεχνίας (μεταξύ των οποίων, Ο Ιππότης των Επτά Βασιλείων και Τα Ταξίδια του Ταφ του George R.R. Martin, τα Χρονικά της Τσακισμένης Θάλασσας του Joe Abercrombie και τη σειρά με τις Περιπέτειες του Νεαρού Σέρλοκ Χολμς του Andrew Lane). Έχει συμμετάσχει με αστυνομικά διηγήματα σε ανθολογίες όπως: Οικοεγκλήματα, Είσοδος Κινδύνου, Ελληνικά Εγκλήματα 4, Κλέφτες και Αστυνόμοι.
Τα τελευταία χρόνια συμμετέχει σε φεστιβάλ comics της Ελλάδας και του εξωτερικού με αυτοεκδόσεις, σε συνεργασία με τη Βάλια Καπάδαη, τον Παύλο Παυλίδη (Νέκυια, Iasis, Last Flight of the Swordbreaker κ.α.) και άλλους καλλιτέχνες, στην πλοκαμοφόρο κολεκτίβα LarLarLar Comics.
Μέχρι σήμερα έχει γράψει τρία βιβλία: Το Αμόνι που Τραγουδά (Εκδόσεις Mamaya) και δύο νουβελέτες στη σειρά Ο Εθισμός του Κριστιάν Αμπρόζ (Εκδόσεις Nightread). Είναι ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας και της Στέγης Προφορικότητας και Παράδοσης «Μυθολόγιο».
Κατά βάση είναι παραμυθάς, χωμένος συνήθως σε μια σπηλιά φτιαγμένη εξ’ ολοκλήρου από βιβλία.