Βρικόλακες: αναδρομή στις κλασικές λογοτεχνικές αποτυπώσεις τους

Βρικόλακες. Σκοτεινοί, μυστηριώδεις, αισθαντικοί, συναρπαστικοί. Πλάσματα κυρίαρχα, αλλά και διφορούμενα, στον τομέα της φαντασίας.

Τα τελευταία δέκα χρόνια, οι αγγελιοφόροι αυτοί της νύχτας έχουν πλέον μετατραπεί σε αυτό που θα αποκαλούσε κανείς ‘mainstream’. Πρωταγωνιστές κυρίως στο είδος των εφηβικών ρομαντικών μυθιστορημάτων φαντασίας, τα οποία μέσα σε αυτό το διάστημα έχουν σωρηδόν πλημμυρίσει την αγορά, μοιάζουν πια να διατηρούν ελάχιστα από τα σκοτεινά κι επιβλητικά χαρακτηριστικά για τα οποία διακρίνονταν. Έχουν χαθεί από τη σκηνή του τρόμου, η οποία κάποτε τους ανέδειξε σε σταρ, έχοντας καταλήξει απλοί συμμετέχοντες σε κοινότυπες, θα λέγαμε, ρομαντικές ιστορίες.

Όταν κάποιος θέλει να γνωρίσει τις λογοτεχνικές απαρχές του είδους, καταφεύγει συνήθως στο κλασσικότερο και δημοφιλέστερο σχετικό ανάγνωσμα, λίγο πολύ γνωστό σε όλους μας: Dracula, του Bram Stoker. Η τρομακτική, μα και θλιβερή ιστορία του Κόμη Δράκουλα των Καρπαθίων παραμένει ακόμη και σήμερα σταθμός στην ιστορία της λογοτεχνίας, ενώ ήταν χωρίς αμφιβολία το σημείο από όπου ξεκίνησε η αφύπνιση του ενδιαφέροντος του κοινού στο συγκεκριμένο είδος, έχοντας εμπνεύσει αμέτρητους καλλιτέχνες έκτοτε, σε όλες τις εκφάνσεις και τις μορφές της τέχνης.

Όπως συμβαίνει συχνά, ωστόσο, ο δημοφιλέστερος εκπρόσωπος ενός είδους δεν είναι και ο πρωτεργάτης του.

Από πού άντλησε ο Stoker έμπνευση για τη συγγραφή του προσωπικού του αριστουργήματος; Τι μεσολάβησε ανάμεσα στον Κόμη Δράκουλα του 1897 και στις σύγχρονες μορφές των βρικολάκων που κατακλύζουν πλέον όχι μόνο το λογοτεχνικό στερέωμα, αλλά και το κινηματογραφικό και τηλεοπτικό πάνθεον; Τι επιλογές έχει κάποιος που θέλει να ασχοληθεί ουσιαστικά με το είδος, είτε για καθαρή, ατόφια διασκέδαση είτε για ερευνητικούς σκοπούς;

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, πάντα χωρίς spoilers, για μερικά καθοριστικά, μα πλέον παραμελημένα λογοτεχνικά δημιουργήματα, στα οποία μπορεί να ανατρέξει ένας λάτρης του κόσμου της νύχτας, ή ακόμα και όποιος θέλει να ξεκινήσει τη γνωριμία του με το είδος:

 

the-vampyre-a-tale.jpg

The Vampyre – John William Polidori (1819)

Σε ένα μικρό διήγημα που θεωρείται το πρώτο καταγραμμένο λογοτεχνικό ανάγνωσμα όπου κάνει την εμφάνισή του ένας βρικόλακας με τη μορφή που επιβίωσε αργότερα στη λογοτεχνία, ο νεαρός Aubrey συναντάει τον λόρδο Ruthven, έναν μυστηριώδη Άγγλο ευγενή που μόλις έχει κάνει την εμφάνισή του στην υψηλή κοινωνία του Λονδίνου. Κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού προς τη Ρώμη, στο οποίο τυγχάνουν συνταξιδιώτες, ο Aubrey αρχίζει να αντιλαμβάνεται το ποιόν του συντρόφου του και τον εγκαταλείπει, κατευθυνόμενος ο ίδιος προς την Ελλάδα. Όμως ο Λόρδος Ruthven δεν έχει πει ακόμα την τελευταία του λέξη…

Καθότι πολύ μικρό σε έκταση κείμενο, δεν μπορούμε να πούμε και πολλά χωρίς να προδώσουμε τις ανατροπές. Μακάβριο, σκοτεινό και αγωνιώδες, κρατάει τα πρωτεία στη δημιουργία του αιμοβόρου πλάσματος που ενέπνευσε τόσους μετέπειτα συγγραφείς. Αμιγώς πρώιμη, ρομαντική ατμόσφαιρα, πραγματικά εκπληκτικά δοσμένη για τα δεδομένα της εποχής. Συνίσταται απόλυτα για τους λάτρεις του είδους.

 

La Morte Amoureuse (Η Νεκρή Ερωμένη) – Theophile Gautier (1836)

Στην αισθαντική νουβέλα του Theophile Gautier, στη Γαλλία του δέκατου ένατου αιώνα, γνωρίζουμε έναν νεαρό ιερέα, τον Romuald, ο οποίος την ημέρα της χειροτονίας του αντικρίζει στην εκκλησία την Clarimonde, μία πανέμορφη, σκοτεινή, βαθιά μυστηριώδη γυναίκα με πολλά μυστικά, την οποία ερωτεύεται παράφορα. Ένα γρήγορο και συναρπαστικό ανάγνωσμα, όπου σε πρώτο πλάνο φιγουράρει όχι μόνο το σκοτάδι και το πάθος, αλλά και το ηθικό δίλημμα του πρωταγωνιστή ανάμεσα στον απόλυτο έρωτα με την πρώτη ματιά, ένα συναίσθημα που βιώνει για πρώτη φορά στη ζωή του, και στα θρησκευτικά και ηθικά του πιστεύω.

Σηματοδοτώντας την επίσημη εισβολή της λογοτεχνίας του φανταστικού στη Γαλλία, ο Gautier αιχμαλωτίζει από την πρώτη στιγμή τον αναγνώστη με τη βαθιά ευαισθησία, τις αξιόλογες γνώσεις, τη λατρεία του για την ομορφιά έξω από τα στενά ηθικά πλαίσια της κοινωνίας του, τη λυσσαλέα του αντίσταση απέναντι στον θάνατο, και φυσικά, την αστείρευτη φαντασία του.

 

Carmilla - Art by Michael Fitzgerald

Carmilla - Art by Michael Fitzgerald

Carmilla – Joseph Sheridan le Fanu (1871)

Εδώ ταξιδεύουμε στη βικτωριανή εποχή, και συγκεκριμένα στη Στυρία της Αυστρίας, μία τοποθεσία σαγηνευτική, πλημμυρισμένη από απαλή ομίχλη, άγρια, καταπράσινα δάση, και διάσπαρτες απομονωμένες επαύλεις και κάστρα αξιωματούχων και ευγενών.

Στο ειδυλλιακό αυτό περιβάλλον κατοικεί η έφηβη Laura με τον πατέρα της, έναν πλούσιο Άγγλο χήρο, πρώην αξιωματούχο στις αρχές της Αυστριακής Αυτοκρατορίας. Μοναδικό παράπονο στην ήρεμη και ειρηνική ζωή της, η έλλειψη συντροφιάς. Τη λύση έρχεται να δώσει ένα ατύχημα, που θα φέρει στη ζωή της την Carmilla. Στο πρόσωπο της άγνωστης κοπέλας, η Laura βρίσκει τη φίλη που λαχταρούσε εδώ και πολύ καιρό. Τα πράγματα όμως δεν είναι όπως φαίνονται. Η Carmilla δεν μπήκε τυχαία στις ζωές τους, και δεν ζητά από τη Laura τη φιλία της, αλλά κάτι ανείπωτο, πολύ πιο τρομακτικό.

Η ιστορία που ενέπνευσε τον Bram Stoker για τη συγγραφή του Dracula είναι το δίχως άλλο ένα πολύ δυνατό ανάγνωσμα, με εκπληκτικά δοσμένη, ατόφια γοτθική ατμόσφαιρα που κερδίζει από την αρχή τον αναγνώστη. Το βιβλίο κυνηγήθηκε, πολεμήθηκε, κρίθηκε ακατάλληλο, ανήθικο, κατηγορήθηκε έντονα για τον ομοερωτισμό που το περιρρέει. Παρότι ο Le Fanu παρουσιάζει τη σεξουαλικότητα του θηλυκού βαμπίρ με την ανάλογη λεπτότητα και κομψότητα που θα περίμενε κανείς από μία νουβέλα εκείνης της εποχής, είναι αρκετά σαφές πως υπάρχει κάποιου είδους, έστω και λανθάνουσα, ερωτική έλξη μεταξύ των δύο κοριτσιών, κάτι ιδιαιτέρως τολμηρό για την αυστηρή βικτωριανή κοινωνία της Αγγλίας.

Παρ’ όλα αυτά, η νουβέλα ευτυχώς επέζησε της κριτικής, και κυκλοφορεί μέχρι σήμερα, έχοντας μάλιστα αρχίσει τα τελευταία χρόνια να γίνεται όλο και πιο γνωστή στο ευρύ κοινό.

 

The Family of the Vourdalak – Aleksey Konstantinovich Tolstoy (1884)

Ένας Γάλλος διπλωμάτης, ταξιδεύοντας στη Σερβία, φιλοξενείται σε ένα χωριό στο σπίτι ενός χωρικού με το όνομα Gorcha. Ο πατέρας της οικογένειας και οικοδεσπότης λείπει, έχοντας φύγει δέκα ημέρες πριν μαζί με άλλους άνδρες για να κυνηγήσουν έναν Τούρκο εγκληματία. Οι δύο γιοι του είναι ιδιαίτερα ανήσυχοι. Η εντολή του πατέρα τους ήταν, αν εμφανιζόταν έστω και ένα λεπτό μετά την ολοκλήρωση της δέκατης ημέρας της απουσίας του, να τον σκοτώσουν χωρίς δεύτερη σκέψη με έναν πάσσαλο στην καρδιά, γιατί δεν θα ήταν πλέον άνθρωπος.

Η γοτθική νουβέλα του Tolstoy γράφτηκε το 1839 στα γαλλικά, δημοσιεύθηκε όμως εννέα χρόνια μετά τον θάνατό του, μεταφρασμένη στα ρωσικά, το έτος 1884. Μία τρομακτική, παραστατική ιστορία προερχόμενη από έναν Ρώσο συγγραφέα, άριστο γνώστη των σλαβικών και βαλκανικών παραδόσεων και δεισιδαιμονιών.

 

Lilith – George MacDonald (1895)

Lilith - Art by John Bell

Lilith - Art by John Bell

Με βάση την αρχαία εβραϊκή μυθολογία, η πρώτη γυναίκα του Αδάμ δεν ήταν η Εύα. Το θηλυκό πλάσμα που προέκυψε μετά τον διαχωρισμό του σώματός του, αφού συνευρέθηκε με τον Σατανά, απέκτησε διαβολικά χαρακτηριστικά που αναμείχθηκαν με τη διάφανη ομορφιά του, όπως στη συνέχεια και οι απόγονοί του.

Lilith: το πρώτο βαμπίρ.

Ο MacDonald, σε ένα όμορφο μα και δύσκολο ανάγνωσμα, αναπτύσσει τη δική του Lilith μέσα από το αρχέγονο σχήμα της. Ένα πλάσμα που κυριαρχεί στον κόσμο της νύχτας, πανέμορφο, ελκυστικό, μα και επικίνδυνο όσο λίγα. Ο κύριος Vane, ο πρωταγωνιστής, σε ένα μαγικό ταξίδι μέσα στον χρόνο, θα τη συναντήσει σε ένα παράλληλο σύμπαν, σε μία απόλυτα σουρεαλιστική διάσταση, σε στοιχειωμένα δάση, ανάμεσα σε παραφυσικά όντα των χειρότερων ανθρώπινων εφιαλτών. Θα γίνει μάρτυρας, μπροστά στις πύλες της Κολάσεως, της αιώνιας κι ατέλειωτης διαμάχης του καλού με το κακό.

Πρόκειται για μία μακριά, παραβολικού τύπου αφήγηση. Μία έντονη αλληγορία, συνυφασμένη σε μεγάλο βαθμό με το συμβολισμό του Χριστιανισμού της Βικτωριανής εποχής. Όπως είπα, πρόκειται για ένα δύσκολο ανάγνωσμα που δεν θα αγαπήσει ο καθένας, με έντονα μηνύματα, τα οποία όμως δεν γίνονται εύκολα κατανοητά. Θα κερδίσει αναγνώστες που τους αρέσουν οι προκλήσεις, που δεν βολεύονται στα συνηθισμένα, που αγαπούν τον σουρεαλισμό, το απόκοσμο, και την αναλυτική σκέψη.

 

Salem's Lot – Stephen King (1975)

Ο βασιλιάς του τρόμου μας μεταφέρει στο συγκεκριμένο βιβλίο του στο Salem’s Lot, μία μικρή πόλη στη Νέα Αγγλία. Παραδοσιακά σπίτια και συνοικίες, παλιές κι επιβλητικές εκκλησίες, πράσινο, και τα συνηθισμένα πράγματα που ολοκληρώνουν τη σύνθεση της κοινωνίας μίας τέτοιας περιοχής: κουτσομπολιό για όλους και για όλα, μικρά ερωτικά σκάνδαλα, γνωστά-άγνωστα τραγικά ενδοοικογενειακά περιστατικά για τα οποία κανείς δεν μιλάει παρότι όλοι γνωρίζουν, και σχεδόν παράλογη λατρεία σε ό,τι θεωρείται «παράδοση». Θρύλοι για στοιχειώματα και τρομακτικές ιστορίες πηγαίνουν κι έρχονται, στον αναμενόμενο βαθμό για μια επαρχιακή πόλη.

Σε αυτές τις συνθήκες, ο Ben Mears, ένας ευκαταφρόνητα πετυχημένος συγγραφέας, επιστρέφει στη γενέτειρά του με μόνο σκοπό να γράψει ένα βιβλίο βασισμένο σε προσωπικές του εμπειρίες, σε μία απόπειρα να ξορκίσει τους τρόμους που τον στοιχειώνουν από την παιδική του ηλικία. Περισσότερο απ’ όλα δε, ένα συμβάν που συνέβη σε ένα πολύ συγκεκριμένο σπίτι, όπου διαμένει πλέον ένας νέος κάτοικος, πρόσφατα αφιχθείς στην πόλη. Ένας άνδρας που προκαλεί στον Ben κάποιου είδους δυσφορία, καθώς παράξενα πράγματα αρχίζουν να συμβαίνουν στην πόλη: ένα παιδί εξαφανίζεται, ένας σκύλος βρίσκεται βάναυσα σκοτωμένος. Τίποτα το πρωτάκουστο, αρχικά. Η λίστα όμως συνεχίζει να μεγαλώνει, και πολύ σύντομα, ο εφιάλτης εκδηλώνεται ανοιχτά, και κανείς δεν είναι σίγουρος για το αν και πώς θα μπορέσουν να τον σταματήσουν…

Ένα από τα πιο αγωνιώδη και τρομακτικά μυθιστορήματα του Stephen King, γραμμένο γύρω από τη γενικευμένη ιδέα του ποιος θα ήταν ο στόχος ενός αντίστοιχου Κόμη Δράκουλα αν αυτός επέστρεφε σε μια πιο σύγχρονη κοινωνία και εποχή. Μάστορας στη δημιουργία ατμόσφαιρας, εικόνων και αισθήσεων, καθώς και στη δημιουργία χαρακτήρων που «μένουν μαζί σου», καθότι εύκολα μπορεί κανείς να ταυτιστεί, ο King δημιουργεί το μακράν τρομαχτικότερο βιβλίο της λίστας, κρατώντας τον αναγνώστη σε επιφυλακή καθ’ όλη τη διάρκεια.

Το βιβλίο έχει μεταφερθεί στη μικρή οθόνη με τη μορφή miniseries δύο φορές, το 1979 και το 2004.

 

382450.jpg

Fevre Dream (Το Όνειρο του Μισισιπή) – George R.R. Martin (1982)

Ο Abner Marsh είναι ένας εξαιρετικά ικανός καπετάνιος ατμόπλοιων που διασχίζουν τον Μισισιπή. Ταλανίζεται από μεγάλα οικονομικά προβλήματα (επίκαιρο λοιπόν το βιβλίο), καθώς ο εμπορικός στολίσκος έχει σχεδόν αφανιστεί από την ορμή του παγωμένου χειμώνα του 1857. Υπό αυτές τις συνθήκες, μοιάζει να του χαμογέλασε η τύχη όταν τον προσεγγίζει ένα πλούσιος, ευγενικός αριστοκράτης, με σκοπό να του κάνει μία ιδιαίτερα συμφέρουσα πρόταση. O Joshua York, αφύσικα χλωμός, με διαπεραστικά, αλύγιστα γκρίζα μάτια, δεν φαίνεται καθόλου προβληματισμένος σχετικά με την κακή οικονομική κατάσταση του Marsh. Υπόσχεται να χρηματοδοτήσει την κατασκευή ενός σπουδαίου ποταμόπλοιου, μεγαλύτερου και γρηγορότερου από οποιοδήποτε άλλο, και θέλει για καπετάνιο του τον Abner. Το μόνο που ζητά, είναι ο καπετάνιος να μην ασχοληθεί ποτέ με το γιατί ο ίδιος θέλει να ταξιδέψει στον Μισισιπή, όσο παράξενες ή εκκεντρικές κι αν του φανούν οι ενέργειές του.

Όταν τελικά το Fevre Dream (το όνομα του πλοίου, που είναι και ο αρχικός τίτλος του βιβλίου) ξεκινά τελικά το παρθενικό ταξίδι του, ο Marsh συνειδητοποιεί ότι άθελά του έχει γίνει συνένοχος σε έναν σκοπό πιο καταχθόνιο κι από τον πιο απίθανο εφιάλτη του, και παραδόξως, με έναν περίεργο τρόπο, ίσως περισσότερο πολύπλοκο απ’ όσο θα μπορούσε κανείς να δει με μια πρώτη ματιά…

Οι περισσότεροι σίγουρα γνωρίζουν τον George Martin χάρη στην εξαιρετικά επιτυχημένη και πολυαγαπημένη σειρά βιβλίων φαντασίας “A Song of Ice and Fire”, που αποτελεί την πηγή της σειράς-φαινόμενο Game of Thrones. Έπεσα εντελώς τυχαία πάνω στο Fevre Dream, ανατρέχοντας στη βιβλιογραφία του Martin. Ως λάτρης των σκοτεινών ιστοριών εδώ και χρόνια, και ιδιαίτερα των βαμπιρικών, δεν μπορούσα φυσικά να το αφήσω να μου ξεφύγει.

Εξεπλάγην ιδιαίτερα και πολύ ευχάριστα διαπιστώνοντας ότι αυτό που είχα στο μυαλό μου όταν ξεκίνησα την ανάγνωση, δεν είχε καμία σχεδόν σχέση με την κατάληξη. Πέραν της ζωντανής γραφής και αφήγησης και των τόσο καλοφτιαγμένων χαρακτήρων, η ιστορία έχει επίσης να προσφέρει μία πανέξυπνη και ανατρεπτική εξέλιξη, που ξεφεύγει σχεδόν από όλα τα κοινά στοιχεία της πλοκής των υπόλοιπων ιστοριών του είδους. Ο Martin χρησιμοποιεί όλα του τα ατού με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, συνθέτοντας μία πολύ δυνατή εξαιρετικά περιπετειώδη ιστορία.

 

Vampyrrhic – Simon Clark (1998)

197397.jpg

Σε μία μικρή, απομονωμένη κωμόπολη, οι άνθρωποι πάσχουν από μία πάθηση κατά την οποία ο οργανισμός πέφτει σε κόμμα, αν δεν καταναλώνει καθημερινά μία ποσότητα… αίματος. Ένας κάτοικος της πόλης, βλέποντας τη ζωή του να πλησιάζει στο τέλος της, νιώθοντας το βάρος της αδικίας να τον πλακώνει ασφυκτικά, σχεδιάζει μία πράξη εκδίκησης: να στρέψει τους νεκρούς ενάντια στους ζωντανούς, και εντέλει, όλος ο κόσμος να βιώσει τη δυστυχία που ο ίδιος και οι συμπολίτες του είναι αναγκασμένοι να υφίστανται για τόσα χρόνια.

Κρίνοντας μόνο από τον τίτλο και το εξώφυλλο, όπως είναι αναμενόμενο, το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό είναι μία ακόμη ιστορία με άφθονο gore, καθαρά για να περνάει η ώρα, ή στην καλύτερη περίπτωση, μία αντιγραφή του Salem’s Lot.

Μέγα λάθος.

Ο Clark τολμάει -σε όλους τους τομείς. Παίρνει ρίσκα και ξαφνιάζει με την επιλογή του να παρουσιάσει τον μύθο του βρικόλακα από διαφορετική οπτική γωνία, συνδέοντάς τον με αρχαία μαγεία και νορβηγικούς θρύλους. Και παραδόξως, όχι απλά δουλεύει, αλλά είναι και συναρπαστικό. Είναι μία απόδειξη πως οποιαδήποτε ιδέα μπορεί να δουλέψει, όταν τη χειριστεί ένα ικανό μυαλό. Και αυτό το δηλώνει ένα άτομο που απεχθάνεται όσο τίποτα τα plot twists, καθώς θεωρώ ότι στη συντριπτική πλειοψηφία τους δεν εξυπηρετούν τίποτα και γίνονται απλά χάριν εντυπωσιασμού.

Ο ρυθμός της ιστορίας είναι υποδειγματικός, όπως και η ισορροπία. Δεν στερεί από τον αναγνώστη σκηνές που παγώνουν το αίμα και «μένουν» στη μνήμη, χωρίς ωστόσο το gore να ξεφεύγει σε τραγικά επίπεδα. Η σεμνοτυφία, ωστόσο, δεν έχει καμία θέση στο συγκεκριμένο βιβλίο. Πολλές οι τολμηρές σκηνές, ομολογουμένως. Χαρακτηριστικό της γραφής του Clark είναι τα cliffhanger, γεγονός που το κάνει σχεδόν αδύνατο να αφήσει κανείς το βιβλίο την άκρη. Ευτυχώς, τα χρησιμοποιεί μόνο από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, και όχι από βιβλίο σε βιβλίο.

 

Cover_InterviewWithTheVampireLrg.jpg

The Vampire Chronicles (Τα Χρονικά των Βαμπίρ) – Anne Rice (1976 – …)

Εδώ δε θα μιλήσουμε για ένα συγκεκριμένο βιβλίο, αλλά για σειρά βιβλίων.

Πολύ πριν τις new age ελαφρότητες του «Λυκόφωτος», υπήρχε ένα γοητευτικό παραμύθι μπαρόκ αισθητικής, με πρωταγωνιστές πραγματικούς βρικόλακες, τους πρώτους ίσως που ασχολήθηκαν με το βαθύτερο νόημα της ύπαρξης και της φύσης τους. Ο λόγος για το περίφημο, αλλά πλέον ξεχασμένο βιβλίο της Anne Rice Interview with the Vampire. Στο πρώτο βιβλίο της σειράς, ένας νεαρός ρεπόρτερ συναντά έναν γοητευτικό, παράξενο άντρα, τον Louis, ο οποίος ισχυρίζεται ότι είναι βρικόλακας, και του ζητάει να τον αφήσει να του διηγηθεί την ιστορία της ζωής του. Από περιέργεια και μόνο, ο ρεπόρτερ δέχεται.

Λογοτεχνικός σταθμός από πολλές απόψεις, το παρθενικό μυθιστόρημα της Rice, το οποίο μεταφέρθηκε το 1994 στη μεγάλη οθόνη με μεγάλη επιτυχία, ήταν το πρώτο μίας σειράς βιβλίων που συνεχίζεται εδώ και σαράντα ολόκληρα χρόνια! Πώς συμβαίνει αυτό; Η απάντηση είναι πολύ απλή. Το κάθε βιβλίο αποτελεί μία αυτοτελή ιστορία. Το γεγονός αυτό αφενός γλιτώνει τον αναγνώστη από τα εκνευριστικά cliffhangers, και αφετέρου και τον συγγραφέα από την πίεση του αναγνωστικού κοινού, το οποίο σήμερα έχει φτάσει πλέον σε σημείο να θεωρεί «υποχρέωση» του συγγραφέα να τους τροφοδοτήσει άμεσα με το επόμενο βιβλίο, απαιτώντας συνεχώς, με τη δικαιολογία ότι “τους έχει αφήσει σε κρίσιμο σημείο”. Οι πρωταγωνιστές, ως απέθαντοι και αγέραστοι, είναι πάντα εκεί, συνεπώς κατά τη διάρκεια των βιβλίων, μέσα από την προσωπική ιστορία του καθενός, τους βλέπουμε σε μία τεράστια ποικιλία ιστοριών, αλλά και ιστορικών περιόδων: αρχαία Αίγυπτος και Ρώμη, Μεσαίωνας, Αναγέννηση, αποικιακή και βικτωριανή εποχή, 20ος αιώνας, μέχρι και τις μέρες μας.

Τα βαμπίρ της Anne Rice διαφέρουν με πολλούς τρόπους, τόσο από τους σημερινούς διαδόχους τους στη λογοτεχνία, όσο και από τις πολύ παραδοσιακές μορφές τύπου Κόμη Δράκουλα -αν και σαφώς πλησιάζουν πολύ περισσότερο τις δεύτερες. Αποτελούν, όπως η ίδια έχει τονίσει στο παρελθόν, «μία μεταφορά για τις χαμένες ψυχές», για όλους τους ανθρώπους που αισθάνονται χαμένοι. Μέσα από τους συναρπαστικούς χαρακτήρες της και τις περιπέτειές τους, παρουσιάζονται τα διλήμματα της ζωής. Οι υπερφυσικοί χαρακτήρες, άλλωστε, ήταν πάντα ένας εξαιρετικός τρόπος να μιλήσει κανείς για τη ζωή, τον θάνατο και την πραγματικότητα. Τα φιλοσοφικά ζητήματα που τίθενται με έμμεσο τρόπο, προβληματίζουν και δίνουν τροφή για σκέψη.

Αξιοθαύμαστος είναι o τρόπος με τον οποίο η συγγραφέας είναι ικανή να αποδώσει αριστοτεχνικά οποιοδήποτε είδος ατμόσφαιρας ταιριάζει στην περίπτωση: τρόμος, ερωτισμός, συγκίνηση, ένταση, τα πάντα στο μάξιμουμ. Η γραφή είναι τόσο έντονη και μαγευτική που, μόλις κάποιος ξεκινήσει, είναι πολύ δύσκολο να αφήσει το βιβλίο στην άκρη.

Λόγος αξίζει να γίνει και για τον ερωτισμό στη γραφή: με δυο λέξεις, δυνατός και διάχυτος. Δεν υπάρχουν πουριτανισμοί, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι τα πράγματα γίνονται προκλητικά ή ιδιαιτέρως τολμηρά. Επιπλέον, θέματα ταμπού, όπως ο ρατσισμός και ο ομοερωτισμός, αγγίζονται με ιδιαίτερη λεπτότητα κι ευαισθησία, περνώντας το ξεκάθαρο μήνυμα πως κανένα είδος πραγματικής αγάπης δεν είναι κατακριτέο με κανέναν τρόπο. Η αγάπη είναι απλά αγάπη, ένα αίσθημα ανώτερο από κάθε άλλο και από κάθε πραγματικότητα και κοινωνική επιταγή. Οι χαρακτήρες είναι ελεύθεροι να τη βιώσουν χωρίς καμία τύψη κι ενοχή, χωρίς το φύλο να έχει πάντα ιδιαίτερη σημασία, καθώς πολλοί χαρακτήρες θα λέγαμε πως τείνουν προς την αμφιφυλοφιλία.

Κεντρικός πρωταγωνιστής στις περισσότερες ιστορίες μετά τη Συνέντευξη μ’ ένα Βρικόλακα είναι ο Lestat De Lioncourt, ένας Γάλλος αριστοκράτης που μετατράπηκε σε βαμπίρ τον 18ο αιώνα. Πρόκειται για μία μορφή κλασσικού αντιήρωα, από τις αρτιότερες μάλιστα της κατηγορίας. Πρόκειται για έναν χαρακτήρα που είναι σχεδόν ακατόρθωτο να μη λατρέψει ο κάθε αναγνώστης. Μέσω του Lestat μας συστήνονται σταδιακά οι περισσότεροι άνθρωποι και βαμπίρ που θα μας απασχολήσουν, ενώ στην πορεία η Rice ξεφεύγει από τις ιστορίες που τον αφορούν και εξερευνά τις υποτιθέμενες απαρχές της δημιουργίας των βρικολάκων, συστήνοντάς μας ακόμα και βρικόλακες κατά χιλιετίες αρχαιότερούς του.

Η σειρά αποτελείται, μέχρι στιγμής, από δεκατέσσερα βιβλία:

 

· Interview with the Vampire - Συνέντευξη με τον Βρικόλακα (1976)

· The Vampire Lestat - Ο Βρικόλακας Λεστάτ (1985)

· The Queen of the Damned - Η Βασίλισσα των Καταραμένων (1988)

· The Tale of the Body Thief (1992)

· Memnoch the Devil - Μέμνοχ ο Διάβολος (1995)

· The Vampire Armand (1998)

· Pandora - Πανδώρα (1998)

· Vittorio the Vampire (1999)

· Merrick (2000)

·  Blood and Gold (2001)

· Blackwood Farm (2002)

· Blood Canticle (2003)

· Prince Lestat (2014)

· Prince Lestat and the Realms of Atlantis (2016)

 

Δυστυχώς, μόνο τέσσερα εξ’ αυτών έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά προς το παρόν (Συνέντευξη με τον Βρικόλακα, Ο Βρικόλακας Λεστάτ, Μέμνοχ ο Διάβολος, Πανδώρα). Δεδομένου όμως ότι ο Βρικόλακας Λεστάτ, ένα βιβλίο του 1985, μεταφράστηκε μόλις πριν πέντε χρόνια, τίποτα δεν είναι απίθανο, ειδικότερα τώρα, που όπως ψιθυρίζεται, ετοιμάζεται μεγάλου βεληνεκούς τηλεοπτική παραγωγή βασισμένη στο γοητευτικό βαμπιρόκοσμο της Anne Rice. Ήδη οι λεπτομέρειες που μαθαίνονται μαρτυρούν την προετοιμασία μιας τεράστιας παραγωγής, γεγονός που είναι πολύ ευχάριστο, δεδομένου ότι μετά την ταινία Interview with the Vampire του 1994, η επόμενη απόπειρα που έγινε να μεταφερθεί στο σινεμά βιβλίο της σειράς (το Queen of the Damned), αν και φιλόδοξη, μάλλον θα χαρακτηριζόταν αποτυχημένη σχεδόν από κάθε άποψη.

Και καθώς και αυτό το σύντομο χρονικό φτάνει στο τέλος του, είναι νομίζω η ώρα να καλησπερίσω -ή να καληνυχτίσω-, και να ευχηθώ, αν κάποια στιγμή επιλέξετε να διαβάσετε κάποιο από τα παραπάνω βιβλία, καλές βόλτες στον ονειρικό, σαγηνευτικό κόσμο της νύχτας, παρέα με τα αλαφροπάτητα, σκοτεινά της πλάσματα.

 

Βιβλιογραφία – Πηγές

Polidori, John William, The Vampyre; A Tale, Forgotten Books, London, 2008.

Gautier, Theophile, Η Νεκρή Ερωμένη, μτφ. Καραβασίλη Γ., ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ, Αθήνα, 1995.

Sheridan Le Fanu, Joseph, Καρμίλλα, μτφ. Γιακανίκη Μ., Ars Nocturna, Αθήνα, 2008.

MacDonald, George, Λίλιθ, μτφ. Κονδύλης Φ., Εκδόσεις Αίολος, Αθήνα, 1994.

King Stephen, Salem’s Lot, μτφ. Αναστοπούλου Γ., Λιβάνης – Το Κλειδί, Αθήνα, 1992.

Martin R.R. George, Το Όνειρο του Μισισιπή, μτφ. Αρβανίτη Γ., Μεταίχμιο, 2015.

Clark, Simon, Βαμπιρίκ, μτφ. Τσαλικίδου Χ., Άγνωστη Καντάθ, 2007.

Rice, Anne, Interview with the Vampire, Little, Brown Book Group, London, 1981.

Rice, Anne, The Vampire Lestat, Little, Brown Book Group, London, 2008.

Rice, Anne, Queen of the Damned, Little, Brown Book Group, London, 2008.

Rice, Anne, The Tale of the Body Thief, Ballantine Books Inc., New York, 2003

Rice, Anne, Μέμνοχ ο Διάβολος, μτφ. Σακελλαροπούλου Χ., Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα, 1996.

Rice, Anne, The Vampire Armand, Ballantine Books Inc., New York, 2000.

Rice, Anne, Πανδώρα, μτφ. Ιωαννίδου Λ., Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα, 1999

Rice, Anne, Vittorio the Vampire, Alfred A. Knopf, New York, 1999.

Rice, Anne, Merrick, Cornerstone, London, 2010.

Rice, Anne, Blood and Gold, Arrow, 2001.

Rice, Anne, Blackwood Farm, Arrow, 2003.

Rice, Anne, Blood Canticle, Arrow, 2004.

Rice, Anne, The Prince Lestat, Alfred A. Knopf, New York, 2014.

Rice, Anne, The Prince Lestat and the Realms of Atlantis, Alfred A. Knopf, New York, 2016.

https://americanliterature.com/author/alexei-tolstoy/short-story/the-family-of-the-vourdalak

Cover art by Marilena Mexi

 Ελπίδα Κανελλίδου γεννήθηκε στη Βέροια, το 1994. Φρέσκια απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, με κατεύθυνση στην αρχαιολογία, καθώς ήταν ό,τι κοντινότερο μπορούσε να βρει στο επάγγελμα που ήθελε να κάνει από μικρή: εξερευνήτρια. Έχει επίσης αποφοιτήσει με άριστα από τη σχολή Hogwarts για Μαγείες και Ξόρκια. Σήμερα ζει πότε στη Θεσσαλονίκη, πότε στο Westeros, στη Μέση Γη, στον Πύργο των Avengers, στη Γκόθαμ Σίτυ, και κάθε καλοκαίρι, ανελλιπώς μία εβδομάδα στο Νησί των Πυροτεχνημάτων, και σε ένα Γαλαξία πολύ-πολύ μακριά.

Από τότε που θυμάται τον εαυτό της, άκουγε να της διηγούνται ιστορίες και παραμύθια. Στα εννιά της ανέλαβε πλέον μόνη της την ανάγνωση λογοτεχνίας, και από τα δώδεκα ξεκίνησε να αφηγείται γραπτώς τις δικές της ιστορίες.

Ως φοιτήτρια παρακολούθησε μαθήματα στο σεμινάριο δημιουργικής γραφής Imaginarium. Το 2018 έλαβε το 5ο βραβείο στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Διηγήματος Φαντασίας του 2ου Φεστιβάλ Φαντασίας (Fantasmagoria) στη Θεσσαλονίκη, με το διήγημά της «Το Δάσος». Την ίδια χρονιά συμμετείχε στη συλλογή διηγημάτων «Ιστορίες του Άλλοτε», των εκδόσεων Πηγή iWrite, με το διήγημα «Οι Κουρσάροι της Γοργόνας».

Ως αγαπημένους της συγγραφείς κατονομάζει τον Σαίξπηρ, τον Oscar Wilde, τον Edgar Allan Poe, την J.K. Rowling, τον George R.R. Martin, τον Stephen King, τον George Orwell, τον Μανώλη Καραγάτση και τον Ευγένιο Τριβιζά.