Witch Hunts: Μια αληθινή ιστορία
Μελετώντας την περίοδο αυτή της Μεσαιωνικής ιστορίας της Δύσης που αφορά το κυνήγι των μαγισσών μεταξύ 1500-1700, θα μπορούσε εύκολα ο καθένας να καταλήξει στο εξής συμπέρασμα: οι διώξεις σημειώθηκαν εξαιτίας της δημιουργίας μιας δαιμονολογικής θεωρίας από την μορφωμένη ελίτ, οι οποία επιβλήθηκε στα κατώτερα στρώματα. Το κλίμα πανικού που δημιουργήθηκε, απέφερε τις κατηγορίες για τέλεση μαγείας ανάμεσα στους λαϊκούς και οδήγησε πολλούς ανθρώπους σε δίκη και τέλος, στην πυρά.
Πολλοί ιστορικοί ερευνητές έχουν υποστηρίξει δεόντως τη θεωρία αυτή. Τα κίνητρα που παρουσιάζονται είναι εύλογα και αφορούν ηγεμονικές και θρησκευτικές επιδιώξεις. Η εργαλειοποίηση της μαγείας εκ των άνω αποτελεί γεγονός. Όσο όμως εξαπλωνόταν η δίωξη μάγων και μαγισσών στον χώρο και στον χρόνο, ωσότου οδηγήσει αναπόφευκτα στην εποχή του αποκαλούμενου ‘witch craze’, δημιουργείται το ερώτημα : Σε ποιο βαθμό χειραγωγούσε εν τέλει η ελίτ τον λαό;
Η αποδοχή των μαγικών στερεότυπων της αριστοκρατίας δεν υπήρξε ποτέ ολοκληρωτική. Απόδειξη γι’ αυτό αποτελούν οι καταθέσεις των μαρτύρων όπου ουδέποτε αναφέρονταν αυθόρμητα στο Sabbath, το διαβολικό συμβόλαιο ή τα familiars. Η εκμαίευση τέτοιου είδους πληροφοριών σημειώνεται μετά από την καθοδηγούμενη από τον δικαστή ανάκριση του μάρτυρα. Ο βαθμός αφομοίωσης της δαιμονολογικής θεωρίας σίγουρα ποίκιλλε από τόπο σε τόπο. Επίσης, δεν αμφισβητείται η βαθιά πίστη των λαϊκών στρωμάτων στις μαγικές πρακτικές και ο υπαρκτός φόβος τους μπροστά στην πιθανότητα να πέσουν θύματα μαύρης, βλαπτικής μαγείας.
Δίκες μαγισσών: Η άγνωστη πλευρά
Στη γενικότερη αντίληψη, όταν γίνεται αναφορά σε δίκες μαγισσών είναι αυτονόητο πως συζητάμε για βασανιστήρια, καταδίκες και εκτελέσεις. Και δεν είναι λανθασμένη αυτή η αντίληψη, καθώς όντως αυτή ήταν η πρακτική των κυνηγιών από τον 15ο αιώνα που ξεκίνησαν, και εντεινόταν όσο εξαπλώνονταν. Υπήρχαν όμως και εξαιρέσεις στον κανόνα, κάτι που καταδεικνύει την ενοχή της αριστοκρατίας πάνω στο ζήτημα: η φανατισμένη ή μη συμπεριφορά των κατοίκων ενός χωριού, αλλά περισσότερο η αντιμετώπιση του δικαστηρίου, απλά αντικατοπτρίζουν τα συμφέροντα της ελίτ.
Μια περίπτωση στην οποία διαφαίνεται αυτό, είναι η υπόθεση Appolonia Glaitter, η οποία εκδικάστηκε τον Ιούλιο του 1671 στη λουθηρανική νότια Γερμανία, στο χωριό Windisch- Bockenfenld. H Appolonia ήταν 56 ετών όταν έγινε η επίσημη καταγγελία από τους γείτονες της.
Στην επικράτεια του Rothenburg, όπου ανήκε το εν λόγω χωριό, οι δίκες μαγείας ήταν ελάσσονος αυστηρότητας, αλλά μακράς διάρκειας δικαστικά επεισόδια και μόλις τρεις εκτελέσεις σημειώνονται την περίοδο 1500-1750. Πρόκειται για ενδημικές περιπτώσεις, κι όχι επιδημικές. Αυτό συνέβη επειδή τα κατώτερα στρώματα δεν έδειξαν μεγάλο ενθουσιασμό στο να συμμετέχουν στη δίωξη μαγισσών. Από την άλλη πλευρά, η ελίτ διακατεχόταν από μεγάλη επιφυλακτικότητα στη δίωξη της μαγείας.
Στην υπόθεση της Appolonia, τρεις από τους μάρτυρες χαρακτηρίστηκαν ως άτομα μελαγχολικά ή χαμηλής διανοητικότητας. Ο πάστορας της περιοχής μετέφερε στις αρχές ότι η κατηγορούμενη για πολύ καιρό είχε τη φήμη της μάγισσας, παρόλο που δεν υπήρχε τίποτε το κατακριτέο στη συμπεριφορά της, κατά τη γνώμη του. Το μόνο της παράπτωμα ήταν η ατυχία της να παραβρίσκεται κοντά σε λεχώνες, εφόσον τις βοηθούσε στην επιλόχεια περίοδο. Μετά τον θάνατο ενός βρέφους, και σε συνδυασμό με την αστήρικτη υποψία των γειτόνων ότι η Appolonia εξασκούσε μαύρη μαγεία, ήταν φυσικό επόμενο να στραφούν εναντίον της. Όμως οι αρχές είχαν την ορθή κρίση να αναζητήσουν τεκμήρια και να συμβουλευτούν το νομικό τμήμα του πανεπιστημίου του Tubingen πριν καταλήξουν στην ετυμηγορία. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία των δικών μαγείας της πόλης που μια τέτοια συμβολή έλαβε χώρα.
Δύο μήνες αργότερα η Appolonia απαλλάχτηκε από το δικαστήριο, διότι δεν υπήρχαν αποδείξεις για τα όσα της είχαν προσάψει. Η τύχη της μετά την αθώωσή της μας είναι άγνωστη. Τα όσα γνωρίζουμε όμως από την πορεία της υπόθεσης της καταδεικνύουν τον σκεπτικισμό και την επιφυλακτικότητα των επίσημων φορέων εξουσίας και δικαιοσύνης απέναντι σε τέτοια επεισόδια.
Είκοσι χρόνια μετά, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και συγκεκριμένα στη Μασαχουσέτη, έλαβε χώρα διαδοχικά σε διάφορες περιοχές της επαρχίας το περιστατικό που έμεινε στην ιστορία ως “η δίκη των μαγισσών του Σάλεμ”, που οδήγησε σε ικανές σε αριθμό καταδίκες και εκτελέσεις. Θα ήταν πολύ απλό να δικαιολογήσουμε την έξαρση αυτή, τόσα χρόνια μετά την ύφεση στον πυρήνα των κυνηγιών, ως καθυστερημένη αντίδραση στις περιοχές της Νέας Αγγλίας. Η αλήθεια είναι όμως πως, όσο οι άνθρωποι διατηρούσαν την πίστη στο μαγικό σύμπαν -με το οποίο γαλουχήθηκαν πριν την καθιέρωση της εκάστοτε επίσημης θρησκείας στις εσχατιές του εκάστοτε βασιλείου- τόσο ευκολότερο ήταν για την ελίτ να το χειριστεί σαν μοχλό εκφοβισμού και πίεσης, χωρίς καν να το στρέψουν πάνω τους: απλά τοποθετώντας το στα χέρια τους.
Όσο ο κόσμος όδευε προς την αστικοποίηση και την εκβιομηχανοποίηση του, οι πεποιθήσεις αυτές μπήκαν στο παρασκήνιο, καθιστώντας τες άχρηστες και ως καθημερινή πρακτική και ως όπλο θρησκευτικού φανατισμού και διευκόλυνσης της κυβερνητικής παρείσφρησης στις προσωπικές ελευθερίες του ατόμου.
Αντικαταστάθηκαν από άλλα βέβαια, λιγότερο... “μαγικά” μέσα.
Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία...
Πηγές:
Rowlands Alison, Past and Present, “Witchcraft and Old Women in Early Modern Germany”, No 173, 2001, p. 50-89