Vodyanoy, το αθάνατο μυθικό πλάσμα των βάλτων, των ποταμών και των λιμνών
Αν και δεν είναι επιβεβαιωμένη η ακριβής καταγωγή του Vodyanoy, ο θρύλος του προέρχεται από τη Ρωσία, την Ουκρανία, τη Λευκορωσία, την Πολωνία, τη Βουλγαρία, την Κροατία, την Τσεχία και τη Βαλτική.
Η σύνδεσή του με τα υδάτινα σώματα και η τάση του να καταστρέφει οτιδήποτε μπορεί να εμποδίσει τη ροή του νερού, όπως τα φράγματα, τους μύλους, και τους άμοιρους ψαράδες, τον κάνουν τον προστάτη των ποταμιών, των ρεμάτων και των λιμνών που βρέχουν τη σλαβική ύπαιθρο.
Οι τοπικοί άνθρωποι τον αποκαλούν grandfather (παππούς) ή forefather (προπάτωρ). Τον συναντάμε με τα ονόματα: Vodyanoi ή Vodyanoy ή Vodianoi (νερό ή νερουλός, Ρωσία), Deduska Vodyanoy (Water-Grandfather, Ρωσία), Vadziank (Ουγγαρία), Vodianyk ή Vodyanik (Ουκρανία), Wodnik (Υδροχόος, Πολωνία), Topielec (αυτός που πνίγει, Πολωνία), Vodník (Τσεχία, Σλοβακία), Povodni mož (The Water Man, Σλοβενία),Vodnik (Βουλγαρία), Vadanoj και Vodanjak (Κροατία) ή Vodenjak (Υδροχόος, Βοσνία και Σερβία), Vodeni Moz (Σερβία), Vodianoi-chert (Water Devil), Bolotnyi (πράσινος βάλτος), Vadzianik (Λευκορωσία). Στη Νορβηγία αποκαλείται και Havmannen. Στη σλαβική, νορβηγική και τσέχικη μυθολογία, ο Vodyanoy παρουσιάζεται ως το ίδιο πλάσμα με τον Wassermann των γερμανικών παραμυθιών ή το Nix. Επιπλέον, ο Bolotnyi, από τη λέξη boloto που σημαίνει βάλτος στα ρωσικά, είναι πιθανή παραλλαγή του Vodyanoy που ζει στους βάλτους.
Ο Vodyanoy λένε ότι εμφανίζεται ως ένας γυμνός και γέρος άντρας με πρόσωπο που παραπέμπει σε βάτραχο, πρασινωπή γενειάδα και μακριά μαλλιά, σώμα καλυμμένο με φύκια και μούχλα, καθώς και με μαύρα λέπια ψαριού. Τα χέρια του μοιάζουν με βατράχου, έχει ουρά ψαριού και μάτια που καίνε σαν καυτά, κόκκινα κάρβουνα. Συνήθως τον βρίσκουμε να κόβει βόλτες στα ποτάμια, πάνω σε ένα ημιβυθισμένο κούτσουρο, κάνοντας δυνατούς και θορυβώδεις παφλασμούς.
Στο τσέχικο, σλοβενικό και σλοβακικό φολκλόρ, τα χαρακτηριστικά του παρουσιάζουν αρκετές αξιοσημείωτες διαφορές από την ανατολικοσλαβική αντίληψη. Ο Vodník εμφανίζεται με ανθρώπινο σώμα και συνήθειες, σαν ένας κανονικός άνθρωπος. Όμως είναι εύκολο να τον διαφοροποιήσεις από τους ανθρώπους, καθώς έχει βράγχια, δάχτυλα ενωμένα με μεμβράνες και το δέρμα του έχει το χρώμα του πράσινου των φυκιών, όπως και τα μαλλιά του, που συνηθίζεται να έχουν πιο ανοιχτό χρώμα. Το γενικότερο ντύσιμο και η εμφάνισή του είναι τόσο περίεργα, που φέρει ομοιότητα με έναν χωρικό: πιτσιλωτά ή πολύχρωμα ρούχα και παράξενα καπέλα –συχνά ψάθινα με μακριές χρωματιστές κορδέλες. Μπορεί να αντέξει έξω από τις λίμνες για πολλές ώρες. Και όταν κάθεται έξω, μπορείς αναμφίβολα να τον ξεχωρίσεις, από τις βρεγμένες ουρές του σακακιού του, που συνεχίζουν να στάζουν ό,τι και να γίνει. Το πρόσωπό του είναι αξύριστο και δεν θεωρείται ασυνήθιστο να παρουσιάζεται με βρεγμένη, μακριά και μπερδεμένη γενειάδα.
Ο Vodyanoy έχει πολλές διαφορετικές εμφανίσεις, καθώς έχει την ικανότητα να αλλάζει μορφή. Καμιά φορά τον βλέπουμε μπλε και γλοιώδη, με μεγάλη μύτη, πρησμένο και στεφανωμένο με καλάμια. Ίσως τον δεις ως έναν όμορφο άντρα του χωριού, μισό ψάρι και μισό άνθρωπο, ψάρι καλυμμένο με βρύα, σολομό, κύκνο ή ένα μπουκέτο λουλούδια στο ποτάμι. Στην πόλη Smolensk, ο Vodyanoi είναι καμπούρης κι έχει πόδια και ουρά αγελάδας, ενώ στη Vologda είναι ένα κούτσουρο με μικρά φτερά που πετάει πάνω από το νερό. Χρησιμοποιεί αυτά τα κόλπα για να ξεγελάσει τα ανυποψίαστα θύματά του και να τα πνίξει ή να τα κάνει σκλάβους του -καθώς δεν έχει υπηρέτες, εκτός από κάποια ψάρια-πνεύματα.
Πιστεύεται ότι είναι μεταγενέστερη ενσάρκωση ενός από τους πολλούς παγανιστικούς δαίμονες που συνδέονται με το νερό. Μέχρι τον 19ο αιώνα, οι άνθρωποι στη Ρωσία, την Ουκρανία, τη Σερβία και άλλες σλαβικές χώρες συνέχιζαν να κάνουν θυσίες στον Vodyanoy, αποδεικνύοντας ότι αυτά τα πιστεύω υπήρχαν παράλληλα με τον Χριστιανισμό για αρκετούς αιώνες. Σύμφωνα με την τελευταία επανερμηνεία του πλάσματος, ο Vodyanoy, είναι ένας δαίμονας, ο οποίος έπεσε από τον παράδεισο μέσα στο νερό και περιγράφεται να έχει κέρατα, οπλές και τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του Chort (βλ. The Witcher 3: Wild Hunt).
Οι Vodyany-ye (πληθυντικός) είναι αθάνατοι, αλλά γίνονται νεότεροι ή γηραιότεροι με βάση το φεγγάρι. Είναι αδύναμοι στη γη, αλλά ανίκητοι μέσα στο νερό, και δεν τους αρέσει να απομακρύνονται από τις όχθες των ποταμών ή τους νερόμυλους. Κάποιοι Vodyany-ye αρνούνται να βγουν τελείως από το ποτάμι και έτσι αναδύονται μέχρι τη μέση.
Λένε ότι η παρουσία τους στην αγορά αποτελεί οιωνό. Αν ένας Vodyanoy αγοράσει καλαμπόκι σε υψηλές τιμές, η συγκομιδή δεν θα πάει καλά. Αν όμως το αγοράσει πιο φθηνά, οι καλλιέργειες προβλέπονται άφθονες. Ο Vodyanoy πιστεύεται ότι έχει τον ρόλο του βοσκού των ψαριών, ελέγχοντας και φροντίζοντας τα ψάρια, τα ζώα του νερού, τα φυτά και όλες τις φυσικές διαδικασίες του νερού.
Οι τσέχικες, σλοβένικες και σλοβάκικες ιστορίες περιλαμβάνουν και καλούς και κακούς Vodyany-ye που προσπαθούν να πνίξουν όποιον περάσει ή πάει να κολυμπήσει στην περιοχή τους. Σίγουρα δεν συμπαθούν τους ανθρώπους που έχουν έπαρση και αν θυμώσεις έναν Vodyanoy, μπορεί να καταστρέψει φράγματα, να πλημμυρίσει μύλους και να πνίξει ό,τι βρει μπροστά του. Οι τοπικοί πνιγμοί λέγεται ότι συνδέονται έντονα με τον Vodyanoy ή τη Rusalka. Ο Vodyanoy μπορεί να κρατήσει κακία, αλλά και να δείξει ευγνωμοσύνη. Αν τον βοηθήσεις να παλέψει με έναν αντίπαλο, τότε υπόσχεται να μην σε πνίξει ποτέ.
Ο κίνδυνος να συναντήσεις αυτό το πλάσμα αυξάνεται αν επιχειρήσεις να κολυμπήσεις στις 12 το μεσημέρι ή το βράδυ ή μετά τη δύση του ηλίου. Πρέπει να είσαι έξυπνος όμως και να μην πέσεις στις παγίδες που θα σου στήσει. Ο Vodyanoy πολλές φορές τοποθετεί δελεαστικά αντικείμενα, όπως είναι οι κορδέλες και τα καθρεφτάκια, δίπλα στις όχθες των ποταμών ή των λιμνών για να προσελκύσει τους ψαράδες, κάνοντας μια γρήγορη και αθόρυβη επίθεση που μοιάζει με αυτή του κροκόδειλου.
Ο Vodyanοy συνηθίζει να αποθηκεύει τις ψυχές των πνιγμένων σε πορσελάνινες κούπες που κλείνουν με καπάκι. Θεωρεί ότι οι κούπες αυτές είναι τα πιο πολύτιμα αντικείμενα που έχει στην κατοχή του, καθώς επιδεικνύουν τη «δουλειά» του, τον πλούτο του, και το status του ανάμεσα στους υπόλοιπους Vodyany-ye. Αν το καπάκι ανοίξει για κάποιο λόγο, η ψυχή που βρίσκεται μέσα -σε μορφή φούσκας- θα δραπετεύσει και θα ελευθερωθεί.
Κατά τη διάρκεια της ημέρας, οι Vodyany-ye βρίσκονται στις κατοικίες τους. Μετά τη δύση του ηλίου, βγαίνουν και αρχίζουν να παραμονεύουν, ελπίζοντας να βρουν κάποιον άνθρωπο και να τον τραβήξουν μέσα στο νερό, όταν τους δοθεί η ευκαιρία. Προσβάλλονται έντονα αν κάποιος προσπαθήσει να πάρει πίσω τα σώματα των πνιγμένων, αφού τα αντιμετωπίζουν ως περιουσία τους.
Σε κάποια μέρη, η παρουσία τους αποτελεί μεγάλη απειλή. Μία λίμνη στο Olonets φιλοξενούσε κάποτε μια οικογένεια Vodyany-ye που ζητούσε συνέχεια μια μεγάλη ποσότητα σωμάτων για να μπορεί να τρέφεται. Οι κάτοικοι της περιοχής έμαθαν να αποφεύγουν τη λίμνη, μέχρι που η οικογένεια αναγκάστηκε να βρει ένα νέο μέρος για να ζήσει.
Ο Vodyanoy κατοικεί σε λίμνες, ποτάμια, νερόλακκους και άλλα σώματα νερού. Τα σπίτια του, βέβαια, ποικίλλουν. Μπορεί να είναι ταπεινές κατοικίες από άμμο και γλοιώδη κούτσουρα ή κρυστάλλινα παλάτια, διακοσμημένα με χρυσό και ασήμι, κλεμμένα από ναυάγια και φωτισμένα από μια μαγική πέτρα που λάμπει πιο πολύ και από τον ήλιο. Λένε ότι πέφτει σε λήθαργο κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ο οποίος καταλαμβάνει το 90% της χρονιάς στη Ρωσία. Όταν ξυπνήσουν, σπάνε τον πάγο από το ποτάμι και τον διασκορπίζουν.
Η γυναίκα του είναι γνωστή ως Vodianikha, και παρουσιάζει κάποιες ομοιότητες με τη Rusalka. Ο Vodyanoy συνηθίζει να παντρεύεται αποκληρωμένα ή πνιγμένα κορίτσια, γνωστά και ως Potopelnytsia, καθώς ο Vodianyk αναγνωρίζεται και ως Potopelnyk. Αν και πιο συχνά προτιμάει ευτυχισμένες, παντρεμένες γυναίκες.
Πέρα από τους πνιγμούς, ο Vodyanoy διασκεδάζει και με πολλά άλλα πράγματα. Παίζει χαρτιά, καπνίζει μια ξύλινη πίπα και καβαλάει γατόψαρα. Δεν συνηθίζει να είναι φιλόξενος με τους ψαράδες και τους μυλωνάδες, εξαιτίας της σχέσης τους με το νερό. Ο Vodyanoy έχει αδυναμία στους νερόμυλους, κι αν τύχαινε να δει υδροφράκτες, τους κατέστρεφε για να αφήνει το νερό να ρέει ανεμπόδιστα. Γι’ αυτό, οι μυλωνάδες, θέλοντας να διατηρούν καλές επαφές μαζί του, έβαζαν ψωμί, αλάτι, βότκα, μαύρες γουρούνες και κεφάλια κριαριών στις όχθες του νερού σαν οφειλές για το Vodyanoy και προσέφεραν μαύρους κόκορες όταν έχτιζαν καινούργιο μύλο. Κάποιοι μυλωνάδες, μάλιστα, είχαν πολύ καλή σχέση με τους τοπικούς Vodyany-ye και καμιά φορά δειπνούσαν μαζί τους. Βέβαια, πρόσεχαν να μην αναφέρουν το όνομά τους για λόγους φόβου και σεβασμού.
Οι ψαράδες, από την άλλη, έριχναν βούτυρο ή καπνό στο νερό, λέγοντας «εδώ έχω λίγο καπνό για σένα, Vodyanoy, δώσε μου ένα ψάρι». Και ο ευχαριστημένος Vodyanoy έβαζε ένα ψάρι στα δίχτυα του. Άλλες φορές, αν ήταν σε καλή διάθεση, τους προειδοποιούσε και για τον καιρό. Επίσης, οι μελισσοκόμοι κρατούσαν καλές σχέσεις μαζί τους, προσφέροντάς τους μέλι και κερί, και τα υδάτινα πνεύματα, ως αντάλλαγμα, προλάμβαναν την υγρασία από το να καταστρέψουν τα μελίσσια.
Ένα όχι και τόσο fun fact είναι ότι κόσμος νόμιζε πως το μπλαβί χρώμα των πνιγμένων αντρών οφειλόταν στα δαγκώματα και στις πατημασιές του πλάσματος κατά τη διάρκεια πάλης. Πάντως, όπως και τα υπόλοιπα κακόβουλα πνεύματα, ο Vodyanoy μπορεί να εξαφανιστεί με εξορκισμό. Ένας άλλος τρόπος είναι να τον πυροβολήσεις με κουμπιά.
Πιστεύω ότι όλοι θα συμφωνήσουν πως ο Vodyanoy, με τα φλεγόμενα μάτια του και τα δοχεία με τις ψυχές, είναι ένα αρκετά περίεργο πλάσμα. Γι’ αυτό, δεν μας κάνει εντύπωση που και η χρήση του στην τέχνη είναι και αυτή επίσης περίεργη.
Η πρώτη μπαλάντα από τη Σλοβενία, γραμμένη το 1826, από τον Σλοβένο εθνικό ποιητή France Prešeren, έχει τον τίτλο The Water Man (Povodni mož), και μιλάει για την Urška, μία καθόλου σεμνότυφη δεσποινίδα από τη Ljubljana, που κατέληξε στα χέρια ενός όμορφου άντρα που έτυχε να είναι Vodyanoy. Βασίστηκε σε μια ιστορία από το βιβλίο The Glory of Carniola, που μιλάει για έναν χορό στην Old Square της Ljubljana τον Ιούλιο του 1547, όταν η Urška Šefer μαγεύτηκε από έναν Vodyanoy, ο οποίος την έσυρε μέχρι τον ποταμό Ljubljanica. Ο Prešeren έγραψε το ποίημα λόγω του ανεκπλήρωτου έρωτά του για τη Zalika Dolenc. Στην πρώτη έκδοση του ποιήματος η Urška λεγόταν Zalika.
Επίσης, ο περίεργος αυτός γέρος εμφανίζεται και στο μυθιστόρημα του 2017 από τον Larry Correia, Monster Hunter Siege. Στο μυθιστόρημα Perdido Street Station του China Miéville, οι Vodyanoy-ye αποτελούν μια φυλή ανθρώπων-ψαριών που μπορούν και χειρίζονται το νερό. Το συγκεκριμένο πλάσμα εμφανίζεται και στην τριλογία της C. J. Cherryh's, Rusalka, όπως και στην όπερα του Antonín Dvořák, με το ίδιο όνομα. Φαίνεται, τελικά, ότι η Rusalka και ο Vodyanoy είναι αρκετά συχνά μαζί.
Στον χώρο της τηλεόρασης, τον βλέπουμε στο σοβιετικό animated film του 1979, The Flying Ship, όπου τραγουδάει για τη μοναξιά του και την ανάγκη του να μιλήσει σε κάποιον. Επιπλέον εμφανίζεται στα anime Mahou Tsukai no Yome (The Ancient Magus’ Bride) και στο Shaman King με άλλες μορφές. Για όποιον προτιμάει τα θρίλερ, θα τον συναντήσετε στο Croaker του 2013 από τον Fred Terling.
Φτάνοντας στον χώρο του gaming, ο Vodyanoy εμφανίζεται στο MMO game, Final Fantasy XIV, στο video game The Witcher, και ως τέρας στην πρώτη έκδοση Fiend Folio του Advanced Dungeons & Dragons. Η φήμη του φτάνει μέχρι και τα smartphone games.
Μπορεί, τελικά, ο πρασινωπός γεράκος, Vodyanoy, να μην είναι το πιο διάσημο και όμορφο πλάσμα στη σλαβική μυθολογία. Όμως, όπως κι αν τον θεωρείτε, καλό ή κακό, σοφό ή πονηρό, το status του ως φύλακα και προστάτη του υγρού στοιχείου είναι σίγουρα αδιαμφισβήτητο.
Πηγές:
https://www.britannica.com/topic/vodyanoy
https://www.wattpad.com/128591707-mythical-beasts-vodyanoy-slavic-mythology
https://abookofcreatures.com/?s=vodyanoy
https://comicvine.gamespot.com/vodyanoy/4005-11661/issues-cover/
Guest Post
Η Μυρτώ Μαραγκού γεννήθηκε στην Αθήνα το 1993. Σπούδασε Γλωσσολογία στο τµήµα Μεσογειακών Σπουδών, στην πόλη της Ρόδου. Η επιλογή των σπουδών, εν µέρει καρµική, οφείλεται στο µεγάλο της ενδιαφέρον για τις γλώσσες. Κληρονόµησε από την οικογένειά της το µικρόβιο της αγάπης για τα βιβλία και έκτοτε δεν µπορεί να τα αποχωριστεί. Η συγγραφή βιβλίων ξεκίνησε κατά τα φοιτητικά της χρόνια και όχι από τότε που θυµάται τον εαυτό της. Όµως, κατέληξε να γίνει ανάγκη και τρόπος έκφρασης. Έχει παρακολουθήσει σεµινάρια γραφολογίας, επικοινωνίας και αυτογνωσίας. Όταν δεν γράφει, της αρέσει να µελετά αρχαία κείµενα και ψυχολογία, να ζωγραφίζει Pop Art, να κάνει χειροτεχνίες, καθώς και να χάνεται µε τις ώρες σε ατελείωτο gaming και διάβασµα.