Princess Mononoke: η ταινία-σταθμός της ιαπωνικής anime αισθητικής, ένα αλληγορικό ταξίδι αναζήτησης
Βρισκόμαστε στην Ιαπωνία κατά την περίοδο Muromachi (1338–1573). Πρόκειται για μια εποχή γεμάτη πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές. Συγχρόνως, όμως, αποτελεί και μια χρονική περίοδο κατά την οποία στην Ιαπωνία συντελούνται μεγάλες αλλαγές, λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων που άρχισαν να αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι της τότε εποχής ταξίδευαν και επικοινωνούσαν. Μάλιστα, πρόκειται για την εποχή κατά την οποία η Ιαπωνία έχει την πρώτη της επαφή με τα πυροβόλα όπλα, λόγω των εμπορικών της συναλλαγών με την Κίνα. Θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί κάτι ανάλογο με τη βιομηχανική επανάσταση, λαμβάνοντας υπόψη τις κοινωνικές, αλλά και περιβαλλοντικές αλλαγές που συντελούνταν τότε και παίζουν σημαντικό ρόλο στην ταινία Πριγκίπισσα Mononoke.
Ένα απομακρυσμένο χωριό βρίσκεται σε κίνδυνο. Ένας δαίμονας πλησιάζει με άγριους σκοπούς. Πρόκειται για ένα αγριογούρουνο που έχει για κάποιον λόγο καταληφθεί από μίσος. Ο πρίγκιπας Ashitaka, τελευταίος πρίγκιπας της αρχαίας φυλής Emishi, σκοτώνει τον δαίμονα. Μετά από μια σύντομη μάχη καταφέρνει να τον νικήσει, αλλά η νίκη του -και μαζί με αυτήν η σωτηρία της φυλής του- έχει μεγάλο κόστος. Ο δαίμονας τον μολύνει, πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, με την κατάρα που έφερε και ο ίδιος. Κατάρα που προφανώς σχετίζεται με τη σιδερένια σφαίρα που βρέθηκε μέσα στο κουφάρι του δαίμονα. Το συμβούλιο της φυλής καταλήγει πως ο Ashitaka πρόκειται να βιώσει έναν επίπονο θάνατο, καθώς η μόλυνση θα προχωρά. Έχει δύο επιλογές. Να υπομείνει το βάσανο ώσπου να αφήσει την τελευταία του πνοή ή να αφήσει πίσω του τη φυλή και να προσπαθήσει να βρει από πού ήρθε ο δαίμονας και πώς έφτασε στο σημείο να μολυνθεί από τόσο μίσος.
Λίγο πριν εγκαταλείψει τη φυλή του για να εξοριστεί μια για πάντα, κόβει τα μαλλιά του, σύμβολο της μόνιμης αναχώρησής του. Ξεκινά έτσι ένα ταξίδι απρόβλεπτο, ένα ταξίδι που δεν ξέρει πού θα τον βγάλει και πώς θα καταλήξει. Μέσα του υπάρχει μια κρυφή ελπίδα πως θα καταφέρει να βρει τρόπο να αναιρέσει την κατάρα και να πάρει πίσω τη ζωή του.
Σύντομα βρίσκεται αντιμέτωπος με μια καινούργια πρόκληση. Βλέπει samurai να σκοτώνουν και να κακοποιούν φτωχούς και άοπλους ανθρώπους της υπαίθρου. Η αντίδρασή του είναι άμεση και τότε είναι που συνειδητοποιεί για πρώτη φορά πως ο δαίμονας, μαζί με την κατάρα, του έδωσε και υπερφυσικές δυνάμεις. Καταφέρνει έτσι με το τόξο του να σκοτώσει με ευκολία κάποιους από τους samurai και τους αναγκάζει να τραπούν σε φυγή.
Στο χωριό που βρίσκει μπροστά του αμέσως μετά, γνωρίζει έναν μοναχό, τον Jigo ή Jikobo. Εκείνος τον βοηθά σε μια συναλλαγή και γίνονται φίλοι, αλλά ο Jigo φαίνεται να κρύβει κάτι. Καταλαβαίνει αμέσως την καταγωγή του Ashitaka και του λέει πως το σίδερο που βρήκε μέσα στο αγριογούρουνο και που κατά πάσα πιθανότητα ευθύνεται για την κατάρα, προέρχεται από ένα μέρος που λέγεται Iron Town και βρίσκεται δίπλα σε ένα δάσος όπου κυριαρχεί ο Shishigami, ή αλλιώς το Πνεύμα του Δάσους. Πρόκειται για ένα μέρος επικίνδυνο για ανθρώπους, αλλά ο Ashitaka αποφασίζει να δοκιμάσει την τύχη του, θέλοντας να μάθει τι συνέβη στο αγριογούρουνο που τον μόλυνε.
Οι δρόμοι τους χωρίζουν και μετά από λίγο ο Ashitaka βρίσκεται σε αυτό το δάσος, το οποίο είναι γεμάτο ζώα-θεούς. Πέφτει τότε πάνω σε μια μάχη μεταξύ της Lady Eboshi και των ακολούθων της, ενάντια στη Moro και τα παιδιά της. Η Lady Eboshi είναι εκείνη που ηγείται του Iron Town, που εξορύσσει σίδηρο και καταστρέφει το δάσος για να το κάνει. Η Moro είναι μια λύκαινα-θεότητα που μάχεται για τη σωτηρία της φυλής της, της ίδιας και των τριών παιδιών της.
Κάπου εδώ εμφανίζεται και η San, δηλαδή η πριγκίπισσα Mononoke. Αφού η Lady Eboshi καταφέρνει να πληγώσει με το όπλο της τη Moro, ο Ashitaka βλέπει για πρώτη φορά τη San να ρουφάει το αίμα της Moro για να της καθαρίσει την πληγή. Η San είναι άνθρωπος, μεγαλωμένη από βρεφική ηλικία με τους λύκους, και μισεί τους ανθρώπους για την καταστροφή που προκαλούν. Λίγο μετά την πρώτη τους συνάντηση και αφού ο Ashitaka προσπάθησε μάταια να επικοινωνήσει με τους λύκους και τη San, εκείνος σώζει δύο από τους ακολούθους της Lady Eboshi, που λίγο έλειψε να χάσουν τη ζωή τους στην πρότερη μάχη, πράγμα που του δίνει το εισιτήριο για το Iron Town.
Αφού περνάει μέσα από το δάσος, παρά τις παρακλήσεις των συνοδοιπόρων του που φοβούνται τα πνεύματα και κυρίως τον Shishigami, ο οποίος είναι και ο θεός της ζωής και του θανάτου, καταφέρνει να φτάσει λόγω των υπερφυσικών του δυνάμεων πολύ σύντομα στο χωριό. Εκεί τους υποδέχονται με μεγάλη χαρά, καθώς είχε θεωρηθεί από τους συγχωριανούς τους πως οι δύο ακόλουθοι της Lady Eboshi είχαν σκοτωθεί. Ο Ashitaka γίνεται φιλοξενούμενος του χωριού, αποδέκτης ευγνωμοσύνης από τους κατοίκους και κυρίως από τις γυναίκες του χωριού, οι οποίες έχουν το πάνω χέρι στην κοινωνία του Iron Town.
Όταν o Ashitaka γνωρίζει προσωπικά τη Lady Eboshi και μαθαίνει πως η κατάρα που τον βαραίνει οφείλεται εμμέσως σε εκείνη, λόγω του ότι η ίδια πλήγωσε το αγριογούρουνο Nago, μετατρέποντάς το έτσι σε δαίμονα, εξοργίζεται. Κάθε φορά που αισθάνεται μίσος, όμως, το χέρι του αντιδρά βίαια και βλέπουμε πως μέσα του παλεύει να κρατήσει την ισορροπία και να δει με μάτια απαλλαγμένα από το μίσος (όπως λέει).
Όταν η San, δηλαδή η πριγκίπισσα Mononoke, εισβάλλει στο χωριό για να σκοτώσει τη Lady Ebosi, ο Ashitaka επεμβαίνει και σώζει και τις δυο. Προσπαθεί να πείσει και τις δυο πλευρές πως το μίσος και ο θάνατος δεν είναι η λύση και πως το μόνο που μπορούν να προκαλέσουν είναι η καταστροφή. Είναι ο μοναδικός που δεν παίρνει θέση στον παράλογο πόλεμο μεταξύ ανθρώπων και ζώων και προσπαθεί να δείξει σε όλους πόσο ανούσιο είναι αυτό που συμβαίνει.
Πρόκειται για μια ιστορία που αναπαριστά τη δύσκολη σχέση μεταξύ Φύσης και Ανθρώπου. Κάθε πλευρά έχει τους δικούς της σκοπούς και βλέπουμε πως ακόμα και τα ζώα δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Σε μια αντιπαράθεση μεταξύ λύκων και πιθήκων, για παράδειγμα, βλέπουμε πως η Moro θέλει να σώσει τη γενιά της, ενώ οι πίθηκοι έχουν αφιερωθεί σε έναν μάταιο σκοπό: να επαναφέρουν το ήδη κατεστραμμένο δάσος. Δεν έχουμε λοιπόν το μοτίβο της ενωμένης Μητέρας Φύσης εναντίον των ανθρώπων που την καταστρέφουν, αλλά μιας φύσης διχασμένης ανάμεσα στα «συμφέροντα» και τα πιστεύω της κάθε φυλής.
Η Lady Eboshi, υπό την επιρροή του μοναχού Jigo που είδαμε νωρίτερα, επιχειρεί να σκοτώσει το Πνεύμα του Δάσους και να του πάρει το κεφάλι, το οποίο εικάζεται πως έχει τη δύναμη να χαρίσει την αθανασία. Ο Jigo σκοπεύει να δώσει το κεφάλι του πνεύματος στον αυτοκράτορα. Σαν αντάλλαγμα, ο αυτοκράτορας υπόσχεται να παρέχει στο Iron Town προστασία ενάντια στους daimyōs, που είναι ισχυροί φεουδάρχες άρχοντες και μέμφονται την οικονομική ακμή του Iron Town. Βέβαια, η Lady Eboshi υποψιάζεται πως οι πράκτορες του αυτοκράτορα έχουν σκοπό να πάρουν τον έλεγχο του Iron Town μόλις βρουν την κατάλληλη ευκαιρία, αλλά συμμορφώνεται με όσα της ζητούν στην προσπάθεια να προστατεύσει το Iron Town και τους κατοίκους του.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Ashitaka, η Lady Eboshi καταφέρνει να σκοτώσει το Πνεύμα του Δάσους. Ο Jigo παίρνει το κεφάλι, ενώ το πνεύμα μετατρέπεται σε έναν θεό θανάτου και καλύπτει τη γη με μια θανάσιμη μαύρη και καταστροφική ουσία που εξαπλώνεται ταχύτατα. Για να σταματήσουν την εξάπλωσή της από το να φτάσει στους κατοίκους του Iron Town, ο Ashitaka και η San καταφέρνουν να πάρουν πίσω το κεφάλι του πνεύματος και να το επιστρέψουν στον κάτοχό του. Η γη ξαναγίνεται πράσινη και η κατάρα του Ashitaka επιτέλους λύνεται.
Παρά τα περιβαλλοντικά μηνύματα που περνά η ταινία, δεν έχουμε το κλασικό μοτίβο που συναντάμε συχνά αλλού, εκείνο της πανίσχυρης φύσης που θα καταστρέψει ολοκληρωτικά την ανθρωπότητα, όπου το τέλος είναι οριστικό και η λύση στο πρόβλημα ακραία. Αντιθέτως, βλέπουμε πως η φύση δίνει δεύτερες ευκαιρίες και πως ο άνθρωπος είναι σε θέση να συνειδητοποιήσει τα λάθη του και να αλλάξει τον τρόπο που συμπεριφέρεται και ζει.
Χαρακτήρες και ιδιαιτερότητες
Αξίζει, στο σημείο αυτό, να αναφέρουμε μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία για κάποιους από τους χαρακτήρες, καθώς η ταινία αυτή, όπως και άλλες του σκηνοθέτη Hayao Miyazaki, δεν έχει τα κλασικά μοτίβα του ήρωα και του κακού, όπως έχουμε συνηθίσει στις ταινίες του δυτικού κινηματογράφου. Αντιθέτως, οι χαρακτήρες έχουν τις δικές τους φωτεινές και σκοτεινές πλευρές που δεν μας αφήνουν να συμπαθήσουμε ή να αντιπαθήσουμε εύκολα κάποιον από αυτούς. Περισσότερο θα λέγαμε πως μπαίνουμε σε μια διαδικασία να κατανοήσουμε τα κίνητρά τους και να σκεφτούμε τι θα κάναμε εμείς στη θέση τους.
Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο πρίγκιπας Ashitaka. Παραμένει ουδέτερος και προσπαθεί να διαπραγματευτεί την ανακωχή ανάμεσα στις δυο πλευρές, αλλά μάταια. Το δικό του μήνυμα είναι πως το μίσος δεν μπορεί παρά να σπείρει την καταστροφή και πως οφείλουμε να βρούμε άλλους τρόπους για να συνυπάρχουμε αρμονικά μεταξύ μας και με τη φύση. Δεν υπάρχει λόγος να αντιμαχόμαστε ο ένας τον άλλο, καθώς σε τελική ανάλυση όλοι επιθυμούμε το ίδιο πράγμα∙ την ευημερία και την αρμονία. Πάντα υπάρχει και άλλος τρόπος και το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να σταματήσουμε τις εχθροπραξίες και να συνεργαστούμε για να βρούμε λύσεις.
Η San είναι η ανθρώπινη κόρη της λύκαινας Moro. Αποστρέφεται την ανθρώπινη φύση της και παρά τα αισθήματα που αναπτύσσει για τον Ashitaka, δεν αλλάζει άποψη για τους ανθρώπους. Παρόλα αυτά, εξαιτίας του αρχίζει ν ‘ αποδέχεται την ανθρώπινη φύση της. Η προτεραιότητά της είναι να προστατεύσει το δάσος και θεωρεί πως είναι και η ίδια λύκος. Έχει επιχειρήσει πολλές φορές να σκοτώσει τη Lady Eboshi, καθώς πιστεύει πως έτσι θα σταματήσει την καταστροφή που προκαλεί το Iron Town. Η αυτοθυσία της δείχνει και σ’ εμάς πως είμαστε μέρος ενός μεγαλύτερου συνόλου και πως θα έπρεπε να πράττουμε, έχοντας ως προτεραιότητα το κοινό καλό και όχι μονάχα το προσωπικό μας συμφέρον. Από την άλλη, θα μπορούσε κανείς να τη χαρακτηρίσει και ξεροκέφαλη, καθώς δεν δέχεται εύκολα να ακούσει τι έχει να της αντιτείνει η άλλη πλευρά, ή ακόμα και οι δικοί της.
Η Lady Eboshi είναι μια δυναμική και ανεξάρτητη γυναίκα. Παρά τη σκληρότητά της, βλέπουμε πως όσα κάνει κρύβουν ένα πολύ ισχυρό κίνητρο: να προστατεύσει και να κάνει το καλύτερο δυνατό για τους δικούς της ανθρώπους. Έχει πάρει μάλιστα υπό την προστασία της ιερόδουλες και λεπρούς, και τους έχει δώσει τη δεύτερη ευκαιρία που η κοινωνία τούς αρνήθηκε. Αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Iron Town το γεγονός ότι είναι γυναικοκρατούμενο και το ότι οι γυναίκες έχουν τον πρώτο λόγο. Αυτό έχει να κάνει με την ηγεσία της Lady Eboshi και κάνει αυτομάτως την ταινία να ξεχωρίσει.
Παρά το γεγονός ότι έχει προκαλέσει μεγάλη καταστροφή στο δάσος, είναι δύσκολο για τον Ashitaka (και για εμάς) να κατηγορήσει τη Lady Eboshi. Στο τέλος της ταινίας χάνει το χέρι της, πράγμα που τη λυτρώνει και αποφασίζει τότε να ξαναχτίσει το Iron Town που καταστράφηκε από τον Shishigami, αλλά αυτή τη φορά να το κάνει με ένα τρόπο που θα σέβεται το περιβάλλον και θα συνυπάρχει αρμονικά μαζί του.
Ο μοναχός Jikobo ή Jigo είναι στην πραγματικότητα αυτοκρατορικός πράκτορας και στόχος του είναι να πάρει το κεφάλι του Shishigami για λογαριασμό του αυτοκράτορα, με αντάλλαγμα χρυσάφι. Ο αυτοκράτορας πιστεύει πως το κεφάλι του πνεύματος θα του χαρίσει την αθανασία. Ο Jigo είναι ικανός χειραγωγός και καταφέρνει να πείσει τη Lady Eboshi να εντοπίσει και να σκοτώσει το Πνεύμα του Δάσους. Συμβολίζει κατ’ εμέ την ανθρώπινη ματαιοδοξία και απληστία και δείχνει πως πολύ ικανοί άνθρωποι, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν τα χαρίσματά τους για καλό, μπορούν να προκαλέσουν αντ’ αυτού τεράστιο κακό.
Ο Shishigami είναι το Πνεύμα του Δάσους. Κατά τη διάρκεια της μέρας μοιάζει με ένα μεγάλο ζώο, με χαρακτηριστικά από πολλά διαφορετικά είδη. Όταν ο ήλιος δύει, μεταμορφώνεται στον Daidarabotchi (Nightwalker στην αγγλική εκδοχή της ταινίας). Ο Daidarabotchi είναι ένας τεράστιος θεός με ανθρωποειδή μορφή που φαίνεται να είναι φτιαγμένος από αστέρια, έχει μακρουλό πρόσωπο και κάτι που μοιάζει με πλοκάμια στην πλάτη. Είναι η προσωποποίηση της συνύπαρξης καλού και κακού, ζωής και θανάτου, και δείχνει πως τα πράγματα δεν είναι ποτέ άσπρα- μαύρα, αλλά πως το καθετί έχει τόσο σκοτεινές, όσο και φωτεινές πτυχές.
Πληροφορίες για την ταινία
Η Πριγκίπισσα Mononoke είναι μια επική ιαπωνική ταινία anime του μεγάλου Ιάπωνα σκηνοθέτη Hayao Miyiazaki. Κυκλοφόρησε το 1997 από το Studio Ghibli και έκανε τεράστια επιτυχία, τόσο στην Ιαπωνία, όσο και διεθνώς. Η αγγλική εκδοχή της αποδόθηκε από τον γνωστό συγγραφέα Neil Gaiman (η ανάμιξή του ήταν στην πραγματικότητα πολύ πιο περίπλοκη - ρίχτε μια ματιά εδώ), ο οποίος φρόντισε να μάθει όσο περισσότερα μπορούσε για το ιαπωνικό φολκλόρ και τον ιαπωνικό πολιτισμό, για να μπορέσει να αποδώσει την ιαπωνική εκδοχή, έτσι ώστε να γίνει κατανοητή στο αγγλόφωνο κοινό, χωρίς να χάσει τα πολιτισμικά της στοιχεία.
Το μεγαλύτερο τμήμα της ταινίας είναι ζωγραφισμένο στο χέρι και υπολογίζεται ότι από τα 144.000 celluloids (ειδικά διαφανή φύλλα που χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά για τη δημιουργία animation ζωγραφισμένων στο χέρι), περίπου στα 80.000 διορθώσεις με το χέρι από τον ίδιο τον Miyazaki. Το κόστος παραγωγής ήταν 20.000.000 δολάρια, πράγμα που την καθιστά την πιο ακριβή παραγωγή anime μέχρι τα τότε δεδομένα.
Το “Princess Mononoke” του τίτλου στην πραγματικότητα δεν αποτελεί όνομα. “Mononoke” είναι ένας ιαπωνικός όρος που σημαίνει πνεύμα ή τέρας. Στην προκειμένη, αποδόθηκε στη San για χάρη της αγγλικής εκδοχής της ταινίας.
Παρά το γεγονός ότι διανεμήθηκε από τη Disney και το ότι έχει τον όρο «πριγκίπισσα» στον τίτλο, δεν είναι η κλασική ταινία με πριγκίπισσες που περιμένει κανείς να δει (αν δεν γνωρίζει τι πραγματεύεται η ταινία). Αντιθέτως, εμπεριέχει πολλά “ενήλικα” μηνύματα, καθώς και σκηνές βίας που σίγουρα δεν βλέπουμε στις συνηθισμένες ταινίες animation της Disney. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως στην ιαπωνική κουλτούρα δεν είναι ασυνήθιστο το να στοχεύουν οι anime ταινίες σε ενήλικο κοινό και να πραγματεύονται θέματα που για τον δυτικό κόσμο θεωρούνται ακατάλληλα για το νεαρό κοινό.
Σκηνοθέτης
Ο Hayao Miyazaki γεννήθηκε στις 5 Ιανουαρίου του 1941 στο Tokyo της Ιαπωνίας. Είναι διάσημος σκηνοθέτης πολλών anime ταινιών, καθώς και συνιδρυτής του Studio Ghibli, μαζί με τους Isao Takahata και Toshio Suzuki.
Μέχρι την κυκλοφορία της Πριγκίπισσας Mononoke το 1997, παρέμενε άγνωστος για τον δυτικό κόσμο. Η ταινία του, Spirited Away, που γυρίστηκε μετά από το παγκόσμιο breakthrough του, ήταν η πρώτη ταινία anime που έλαβε βραβείο Oscar.
Ο Hayao Miyazaki είναι μοναδικός στον τρόπο που σκέφτεται και δημιουργεί τις ταινίες του. Αντιλαμβάνεται τα πράγματα με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο και αυτός είναι και ο λόγος που οι ταινίες του είναι μοναδικές. Ένα μοτίβο που τον απασχολεί πολύ και επαναλαμβάνεται συχνά στις ταινίες του, είναι η φύση και το κακό που ο άνθρωπος έχει προκαλέσει και συνεχίζει να προκαλεί. Άλλα θέματα που πραγματεύεται είναι το καλό και το κακό και η πολιτική. Οι ήρωές του είναι συνήθως δυνατά και ανεξάρτητα νεαρά κορίτσια ή δυναμικές γυναίκες και οι «κακοί» έχουν πάντα αμφιλεγόμενα χαρακτηριστικά, με περιθώρια μετάνοιας και μεταστροφής προς το καλό. Βλέπουμε όμως να χειρίζεται κάποια θέματα με μια πολύ ιδιαίτερη και ξεχωριστή ματιά. Φροντίζει πάντα να αποδίδει το συναισθηματικό κομμάτι των χαρακτήρων του και δείχνει την ανθρώπινη φύση όπως πραγματικά είναι, με τις σκοτεινές και τις φωτεινές της πλευρές, καθώς ο άνθρωπος είναι ένα όλον και δεν μπορεί να είναι μόνο καλός ή μόνο κακός. Είναι επίσης μεγάλη η σημασία που δίνει στη λεπτομέρεια και τον ρεαλισμό. Για παράδειγμα, βλέπουμε τη San στην Πριγκίπισσα Mononoke να κινείται όχι όπως ένας άνθρωπος, αλλά όπως ένας λύκος, έχοντας οικειοποιηθεί τις κινήσεις των λύκων με τους οποίους μεγάλωσε. Ο Miyazaki παρακολουθεί τις λεπτομέρειες που ενέχει η οποιαδήποτε κίνηση που θέλει να συμπεριλάβει από τον φυσικό κόσμο και φροντίζει να δίνει τη λεπτομέρεια αυτή ρεαλιστικά στο έργο του.
Ο σκηνοθέτης επιλέγει μέσω των anime ταινιών να απευθυνθεί σε ενήλικες και περνάει έτσι μηνύματα που ίσως να είναι δύσκολα για ένα μικρό παιδί να τα αντιληφθεί. Πολλές φορές, βέβαια, τα παιδιά αντιλαμβάνονται πολύ πιο ξεκάθαρα κάποιες έννοιες, όπως το σωστό και το λάθος ή το καλό και το κακό, λόγω της καθαρής ματιάς τους και της οπτικής που εμείς ως ενήλικες έχουμε χάσει. Αξίζει επίσης να αναφέρουμε τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει τις ταινίες του, καθώς ξεκινά δίχως σενάριο και αφήνει την ταινία να εξελιχθεί και να πάει εκεί που θέλει. Δεν περιορίζεται έτσι σε μια συγκεκριμένη εκδοχή της εκάστοτε ιστορίας, αλλά αφήνει τους χαρακτήρες να αποφασίσουν πού θέλουν πάνε. Πιστεύει πως όλη η διαδικασία της δημιουργίας και παραγωγής μιας ταινίας πρέπει να αποτελεί ένα ταξίδι αναζήτησης, και ίσως είναι αυτό εκείνο που καθιστά τις ταινίες του μοναδικές στο είδος τους.
Αξίζει να δει κανείς τόσο την Πριγκίπισσα Mononoke, όσο και άλλες ταινίες του Hayao Miyazaki, καθώς καθεμιά από αυτές υπόσχεται όχι μόνο την απόλαυση τού να παρακολουθήσει κανείς τόσο καλογυρισμένο και προσεγμένο anime, αλλά και τροφή για σκέψη. Οι ταινίες του έχουν την ικανότητα να μαγέψουν και δημιουργούν μια ατμόσφαιρα που σίγουρα δεν απαντάται εύκολα σε άλλες ταινίες anime ή και σε οποιοδήποτε άλλο είδος.
Πηγές:
Princess Mononoke: The making of (Documentary)
Hayao Miyazaki (Studio Ghibli Wiki)
Συγγραφέας. Blogger. Podcaster. Η Φιλιώ (Φύλλις) Γαβριηλίδου ανήκει στην κατηγορία των ανθρώπων που δεν μπορούν να σταθούν ακίνητοι. Ζει για να γράφει, είτε αυτό αφορά το blog της είτε το επόμενο βιβλίο της. Σπούδασε Γερμανική Φιλολογία και το κομμάτι εκείνο της φιλολόγου δε λέει να την αφήσει σε ησυχία· αποτυπώνεται στην αγάπη της για τα βιβλία και τη διαρκή αναζήτηση. Έχει αστείρευτη δίψα για γνώση και τόσο τα ενδιαφέροντά της όσο και οι ενασχολήσεις της περιστρέφονται γύρω από τη δημιουργικότητα και την ανθρώπινη ψυχολογία. Πιστεύει πως η δημιουργικότητα είναι το μονοπάτι προς την ευτυχία και πως ο πιο σύντομος δρόμος για να φτάσουμε εκεί είναι μέσα από το εσωτερικό μας παιδί.
Το 2017 εκδόθηκε το πρώτο της βιβλίο με τον τίτλο Ονειρόκοσμος: Το Μέσο Φάσμα, ο Κρύσταλλος και ο Εφιάλτης ενώ θα τη βρείτε να αρθρογραφεί καθημερινά στο blog της "Φάε τη σοκολάτα σου" ή να συζητά στην εκπομπή της Phyllisophies με του καλεσμένους της για ιδέες και ιστορίες που έχουν τη δύναμη να εμπνεύσουν και να παρακινήσουν.
Website: www.phyllisgabriel.com