Dracula – Ο απέθαντος θρύλος του Bram Stoker
Ένας από τους πιο δημοφιλείς θρύλους πολλών λαογραφικών παραδόσεων, είναι αυτός των βρικολάκων. Λίγο έως πολύ όλοι γνωρίζουν τα μεταφυσικά αυτά πλάσματα και τις αιματηρές συνήθειες τους... Η σκιαγράφηση του θρύλου τους και μόνο απαιτεί δικό της αφιέρωμα, για το οποίο προετοιμαζόμαστε ξεκινώντας με το παρόν άρθρο...
Για το βιβλίο Dracula του Bram Stoker έχουν γραφτεί περισσότερες λέξεις από όσες το απαρτίζουν, γενιές και γενιές έχουν μεγαλώσει με συντροφιά τους τον φόβο που προκαλεί το ανάγνωσμα ή/και οι μεταφορές του στην οθόνη. Για χρόνια η φαντασία πολλών καλλιτεχνών ερεθίζεται δημιουργικά, ενώ με απαρχή το γοτθικό αυτό μυθιστόρημα δημιουργήθηκε μια ξεχωριστή κατηγορία στο είδος του τρόμου. Η ιστορία του κόμη είχε επιτυχία, και ζει ακόμη στις συνειδήσεις πολλών ρομαντικών, αλαφροΐσκιωτων ψυχών, γιατί η συγγραφή του Dracula έγινε μελετημένα, μέσα από αφομοιωμένες επιρροές και έρευνα εκ μέρους του συγγραφέα. Όσο προσγειωμένο και ρεαλιστικό κι αν ακούγεται αυτό, ο Stoker απομόνωσε, συνέλεξε και έδεσε στοιχεία από διάφορες πηγές, ενδυνάμωσε το αποτέλεσμα με την έμπνευση του, τους χαρακτήρες του και τις τεχνικές αφηγηματικού ρεαλισμού του και παρέδωσε κάτι το ανεπανάληπτο, κάτι το μοναδικό.
Για να γνωρίσουμε την ιστορία του κόμη Δράκουλα, πρέπει να συστηθούμε με έναν ιστορικό θρύλο, μια από αυτές τις περιπτώσεις που αποδεικνύουν ότι η ζωή ξεπερνά τη φαντασία, μέσα από μια διαδρομή στην ιστορία του προσώπου που το όνομα του συνδέθηκε για πρώτη φορά με τον θρύλο των βρικολάκων στο βιβλίο Dracula, με τον συγγραφέα να δημιουργεί μέσα από αυτή τη σύνδεση τον γνωστότερο βρικόλακα όλων των εποχών∙ παντρεύοντας, με τη φαντασία του ως συνδετικό υλικό, τις λαϊκές δεισιδαιμονίες με την ωμή πραγματικότητα.
Vlad Tepes, η ιστορική αρχή του θρύλου:
Ο Βλαντ Γ’ (1431-1477) ήταν ηγεμόνας της Βλαχίας στα μέσα του 15ου αιώνα, κατά την περίοδο της οθωμανικής κατάκτησης των Βαλκανίων. Η καταγωγή του ήταν αριστοκρατική, από τον οίκο του Basarab, εκ των θεμελιωτών του Βλαχικού κράτους, και ήταν γιος του βοεβόδα Βλαντ Β΄ Ντρακούλ. Από την οικογένεια της μητέρας του, πριγκίπισσας Τσένια, πήρε άριστη μόρφωση και σπούδασε τις τέχνες του πολέμου και της ειρήνης, διαπλάθοντας έτσι την ιδιότητα του χριστιανού ιππότη. Παρότι είχε έναν μεγαλύτερο αδερφό, μια αλληλουχία συγκυριών κατέληξε στο να κληρονομήσει εκείνος τον τίτλο του Τάγματος του Δράκου, που είχε παραχωρηθεί στον πατέρα του από τον βασιλέα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Σιγισμούνδο: Το 1438 ο πατέρας του συνόδευσε τον Σουλτάνο Μουράτ Β΄ στην εκστρατεία του στην Τρανσυλβανία. Εκεί προσπάθησε να προστατέψει τον τοπικό πληθυσμό από τις λεηλασίες των επιδρομέων, κάτι που προκάλεσε την καχυποψία του σουλτάνου, ο οποίος διέταξε τη φυλάκιση του στην Καλλίπολη. Ο Βλαντ Β’ απελευθερώθηκε με αντάλλαγμα την ομηρία των δύο μικρότερων γιων του, Βλαντ και Ραντού, το 1444. Φυλακίστηκαν για τέσσερα χρόνια στην πόλη Εγκριγκόζ της Ανατολίας και ο νεαρός Βλαντ, δώδεκα ετών τότε, παρέμεινε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ως το 1448. Κατά τη διάρκεια της ομηρίας του έμαθε την τουρκική γλώσσα και απέκτησε εξαιρετική στρατιωτική εκπαίδευση. Πιθανολογείται ότι το γεγονός αυτό επηρέασε την ψυχική του υγεία. Συχνά περιγράφεται ως εξαιρετικά ανισόρροπος, με διάφορες περίεργες ιδέες και συνήθειες. Επίσης, η φυλάκισή του τον ώθησε να μισήσει τους Οθωμανούς Τούρκους, κάτι που εκδηλώθηκε στο πεδίο της μάχης, όταν αργότερα ήρθε αντιμέτωπος μαζί τους, ως βοεβόδας πλέον.
Σε ηλικία 17 ετών έμαθε για τη δολοφονία του πατέρα και του μεγαλύτερου αδερφού του. Τότε οι Τούρκοι τον απελευθέρωσαν και του επέστρεψαν τον θρόνο της Βλαχίας, που είχαν όμως καταλάβει οι Βογιάροι με τον Βλάντισλαβ Β’, τον οποίο ο Βλαντ σκότωσε σε μονομαχία, ανακτώντας έτσι την εξουσία. Το 1456 που ανέβηκε στον θρόνο, το κράτος της Βλαχίας βρισκόταν σε κατάσταση μαρασμού ύστερα από χρόνια πολέμου. Εκείνος, με συντονισμένες κινήσεις προώθησε το εμπόριο και ενδυνάμωσε τον στρατό, ενώ όπλισε τους ελεύθερους αγρότες και κάτοικους για να καταπολεμήσουν την εσωτερική απειλή των Βογιάρων και την εξωτερική ιμπεριαλιστική απειλή των Οθωμανών, οι οποίοι θεωρούσαν ότι η Βλαχία ήταν μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το 1461, αφού ο Βλαντ αρνήθηκε να δηλώσει υποτέλεια στον Οθωμανό σουλτάνο Μωάμεθ τον Πορθητή, διέσχισε τον Δούναβη και λεηλάτησε τα εδάφη της αυτοκρατορίας στη σημερινή Βουλγαρία. Οργάνωσε ενέδρες και σε μία από αυτές, τη «Νύχτα της επίθεσης» (17 Ιουνίου 1462) σκότωσε 15.000 Τούρκους, οι οποίοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Ο Μωάμεθ Β΄ στη συνέχεια έπεισε τον αδελφό τού Βλαντ, Ραντού, να οδηγήσει τους γενίτσαρους στην κατάκτηση της Βλαχίας, αλλά απέτυχε. Ο Βλαντ όμως φυλακίστηκε στην Ουγγαρία με την ψευδή κατηγορία ότι συνεργάστηκε με τους Τούρκους και πέρασε δώδεκα χρόνια στη φυλακή. Κυβέρνησε ξανά το 1476, αλλά τον Ιανουάριο του 1477 σκοτώθηκε από τους Βογιάρους.
Έμεινε στην ιστορία ως Vlad Tepes, δηλαδή Βλαντ ο Ανασκολοπιστής, για τον τρόπο με τον οποίο εκτελούσε τους αιχμαλώτους του. Αλλά και ως Draculea (Δράκουλας), λόγω του εμβλήματος του που παρίστανε έναν δράκο κρεμασμένο από έναν σταυρό. Η λέξη Draculea σημαίνει γιος του δράκου ή –σύμφωνα με τη μεταγενέστερη ρουμάνικη ετυμολογία- γιος του διαβόλου.
Η ιστορία της αλλοπρόσαλλης προσωπικότητας του έμελλε να ξαναγραφτεί στα τέλη του 19ου αιώνα, λογοτεχνικά αυτή τη φορά, και να συνδέσει αμετάκλητα το παρωνύμιο του με τον θρύλο των βρικολάκων.
Dracula, Bram Stoker:
Το βιβλίο εξιστορεί την εφιαλτική περιπέτεια του Jonathan Harker στο Κάστρο του Κόμη Δράκουλα, στα Καρπάθια Όρη, ακολουθώντας μια αλυσίδα μακάβριων γεγονότων και τρομακτικών συμβάντων. Ο μοχθηρός Δράκουλας φυλακίζει τον Harker στο κάστρο του και ξεκινάει για την Αγγλία, αναζητώντας αθώα θύματα για τον κόσμο των Νεκροζώντανων, όπως την αθώα Lucy και την αρραβωνιαστικιά του Harker, Mina. Μόνο ο Δρ. Abraham Van Helsing κρατά το κλειδί της σωτηρίας, και η φρικιαστική αλήθεια που αποκαλύπτει είναι πιο τρομακτική από κάθε εφιάλτη.
Το μυθιστόρημα θεωρείται πλέον κλασικό και διαχρονικό. Αποτελεί σημείο καμπής για τη λογοτεχνία. Είναι ένα απόλυτα και γνήσια γοτθικό μυθιστόρημα. Ο συγγραφέας χρησιμοποίησε αριστοτεχνικά τις λαϊκές δοξασίες, τους μύθους και θρύλους της Τρανσυλβανίας για τον αιμοδιψή Vlad Tepes, και τα έδεσε μέσα σε ένα σκοτεινό παραμύθι, με βαθιά ψυχογραφημένους ήρωες και αγωνιώδεις καταστάσεις. Δημιούργησε ένα σκηνικό γνήσιου φόβου, μέσα σε σουρεαλιστικά πλαίσια, καθώς η πένα του καθοδηγεί τον αναγνώστη να αποδεχτεί τα τεκταινόμενα ως αληθινά.
Η γλώσσα είναι άμεση και σχετικά απλή, πράγμα το οποίο κάνει τις περιγραφές ακόμα πιο ζωντανές. Για την ακρίβεια, το κείμενο είναι πιο ζωντανό από τον κεντρικό χαρακτήρα... Κι αυτό γιατί έχει αποδώσει την ιστορία από πολλές οπτικές γωνίες, με επιστολική και ημερολογιακή αφήγηση των χαρακτήρων, δίνοντας μας τη δυνατότητα μια σφαιρικής αντίληψης του έργου. Κυρίως σε ό,τι αφορά τα κίνητρα, τα ήθη, τις μύχιες σκέψεις, τη στόφα τους. Έτσι καταλήγει και στην ψυχογραφική απόδοση που αναφέρθηκε. Με μια σημαντική εξαίρεση φυσικά...
Ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, ο κόμης Δράκουλας, δικαιώνοντας το μυστήριο που τον περιβάλλει από καταβολής της ύπαρξης του μύθου του, δεν σκιαγραφείται. Δεν μας δίνεται η οπτική γωνία του, και οι περιγραφές των υπόλοιπων ηρώων δεν φτάνουν βαθύτερα από την εξιστόρηση των αλληλεπιδράσεων τους μαζί του. Το ότι παραμένει μια απειλητική, μυστήρια μορφή, επικίνδυνη και αδίστακτη, τόσο επιβλητική όσο και ανύποπτη, διατηρεί τον αναγνώστη σε εγρήγορση. Τα συναισθήματα του εναλλάσσονται: αγωνία, ελπίδα, φόβος. Με μόνιμη παρουσία μιας υποβόσκουσας έντασης σε κάθε σελίδα, το καθιστούν ένα μυθιστόρημα που καθηλώνει.
Είναι κλασικό, ναι. Είναι σίγουρα ευπώλητο, έχει αντέξει στον χρόνο, σε αυτό οφείλεται ένας ολόκληρος κλάδος της λογοτεχνίας, κι όμως παραμένει μοναδικό στο είδος του. Κι αυτό γιατί έχει καθιερώσει τον Κόμη Δράκουλα ως μια σκοτεινή παρουσία, πανταχού παρούσα, με δυνατότητες να δηλητηριάσει σώμα και ψυχή, τα ανύποπτα θύματα του. Έχει φυσικά τρωτά σημεία, ώστε να δίνονται στον άνθρωπο/ θύμα τα μέσα να εξολοθρεύσει τον κυνηγό του, αλλά για να τα εκμεταλλευτεί πρέπει να κάνει την υπέρβαση εαυτού, να επιδείξει θάρρος και να πλησιάσει –αντί να φύγει τρέχοντας- εκείνον που απειλεί με μια μοίρα ίσως χειρότερη από τον θάνατο.
Για τον συγγραφέα:
Ο Abraham ‘Bram’ Stoker (1847-1912) ήταν Ιρλανδός μυθιστοριογράφος τρόμου. Στη διάρκεια της ζωής του άσκησε διάφορα επαγγέλματα, όπως δημοσιογράφος, κλητήρας, κριτικός θεάτρου στην εφημερίδα ‘The Dublin Mail’, μάνατζερ, αλλά έμεινε γνωστός για το συγγραφικό του έργο, και κυρίως για το εμβληματικό μυθιστόρημα του Dracula. Το 1878 παντρεύτηκε την πρώην σύζυγο του Oscar Wilde, Florence Balcombe. Μαζί απέκτησαν ένα μονάχα παιδί, τον Irving Noel Stoker. Το ζευγάρι μετακόμισε στο Λονδίνο, όπου ο Stoker έγινε για 27 χρόνια διευθυντής επιχειρήσεων του Θεάτρου Lyceum, του Henry Irving. Εκεί συναναστράφηκε με μεγάλες προσωπικότητες όπως τον James Abbott McNeill Whistler και τον Sir Arthur Conan Doyle. Με τον Irving προσκλήθηκαν δύο φορές στον Λευκό Οίκο. Κατά τη διάρκεια των επισκέψεων του εκεί εμπνεύστηκε έργα με Αμερικανούς χαρακτήρες, και επίσης γνώρισε ένα από τα συγγραφικά πρότυπα του, τον Walt Whitman.
Μετά από μια σειρά εγκεφαλικών, ο Stoker πέθανε το 1912 και η σωρός του αποτεφρώθηκε. Κάποιοι βιογράφοι αποδίδουν τον θάνατο του σε σύφιλη, άλλοι σε υπερκόπωση από τη δουλειά. Οι στάχτες του τοποθετήθηκαν σε μια ενεπίγραφη τεφροδόχο, η οποία εκτίθεται στο κρεματόριο Golders Green.
Ένα ταξίδι του στην παραλιακή πόλη Whitby το 1890 αποτέλεσε έμπνευση για την ιστορία του κόμη Δράκουλα. Αυτό και η γνωριμία του με τον Ármin Vámbéry, Ούγγρο συγγραφέα και ταξιδευτή, που τον μύησε στις σκοτεινές ιστορίες των Καρπαθίων ορέων. Με το έναυσμα αυτό, ο Stoker μελέτησε έργα άλλων δημιουργών, όπως το The Vampyre του δόκτωρ John Polidori, από την Carmilla του Joseph Sheridan Le Fanu και από τη συλλογή δεισιδαιμονιών και λαογραφικών παραδόσεων της Τρανσυλβανίας, της Emily Gerard.
Το βιβλίο Dracula αποτελεί μια επιστολογραφική νουβέλα, μια συλλογή από ρεαλιστικά –αλλά ολότελα επινοημένα- ημερολογιακά συμβάντα, τηλεγραφήματα, γράμματα, αποκόμματα εφημερίδων, στοιχεία που προσέδιδαν αληθοφάνεια στην ιστορία, ένα ταλέντο που ο Stoker είχε αναπτύξει ως συντάκτης σε εφημερίδα. Η πρώτη του έκδοση το 1897 ως συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο Dracula's Guest and Other Weird Stories δεν γνώρισε μεγάλη απήχηση. Αυτή ήρθε μετά το 1914, όταν η χήρα του Stoker, Florence, πούλησε τα δικαιώματα των σημειώσεων του έργου σε δημοπρασία στον οίκο Sotheby’s. Το 1922 ο F. W. Murnau ανεβάζει στο θέατρο χωρίς έγκριση μια παραλλαγή της κεντρικής ιδέας με το ‘Nosferatu’. Οδηγήθηκε στα δικαστήρια με τη Florence, κάτι που συνέβαλλε στη δημοτικότητα του αρχικού έργου.
Την εποχή της έκδοσης του, το βιβλίο θεωρήθηκε καθαρόαιμη ιστορία τρόμου, δημιουργημένη με στοιχεία του μεταφυσικού κόσμου. Έδωσε υπόσταση και θέση στη συνείδηση του κόσμου του φανταστικού σύμπαντος των βρικολάκων, λόγω της δημοτικότητας του. Το πρωτότυπο χειρόγραφο των 541 σελίδων είχε χαθεί για πολλά χρόνια, έως ότου βρέθηκε σε έναν αχυρώνα στη βορειοδυτική Πενσυλβάνια, στις αρχές του 1980. Αποτελείτε από δακτυλογραφημένα χαρτιά με πολλές διορθώσεις, και ο τίτλος του είναι γραμμένος χειρόγραφα στην πρώτη σελίδα, ως «THE UN-DEAD». Το όνομα του συγγραφέα είναι γραμμένο στο κάτω μέρος της σελίδας, ως ‘Bram Stoker’. Ο συγγραφέας Robert Latham παρατήρησε ότι «το πιο διάσημο μυθιστόρημα τρόμου όλων των εποχών άλλαξε τον τίτλο του την τελευταία στιγμή». Το χειρόγραφο αγοράστηκε από τον συνιδρυτή της εταιρείας Microsoft, Paul Allen.
Μεταφορές:
Η ιστορία έχει μεταφερθεί υπεράριθμες φορές στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο, αρκετές φορές φλερτάροντας με την ιλαρότητα. Παραθέτουμε τις πιο επιτυχημένες και δημοφιλείς εκδοχές τις, με βάση τη βαθμολογία του κοινού, τη σοβαρότητα της προσέγγισης, την καινοτομική ιδιορρυθμία στη σκηνοθετική άποψη και τη διατήρηση μιας φοβικής/γοτθικής ατμόσφαιρας:
-‘Dracula - vanha vampyyri’ του 1931, σε σκηνοθεσία Tod Browning με πρωταγωνιστή τον Bela Lugosi.
-‘Dracula’ του 1958, σε σκηνοθεσία Terence Fisher και τον Christopher Lee στον ομώνυμο ρόλο.
-‘Dracula’ του 1979, του John Badham με πρωταγωνιστή τον Frank Langella.
-‘Dracula’ του 1992, σε σκηνοθεσία Francis Ford Coppola, με κόμη Δράκουλα τον Gary Oldman.
-‘Dracula Untold’ του 2014, μια παραλλαγή της γνωστής ιστορίας, με έντονα στοιχεία από τις πραγματικές απαρχές της, σε σκηνοθεσία Gary Shore, με πρωταγωνιστή τον Luke Evans.
-‘Count Dracula’ – Mini TV series, BBC, 1977 σε σκηνοθεσία Philip Saville, με πρωταγωνιστή τον Louis Jourdan.
-‘Dracula’ – TV series (2013-2014) του Cole Haddon. Ξεχωρίζει για την ποιότητα των γυρισμάτων και την ερμηνεία του Jonathan Rhys Meyers στον ομώνυμο ρόλο.
Εν τέλει, αυτό που γοητεύει περισσότερο, στην ιστορία του Dracula, είναι το ηθικό δίλημμα που τίθεται σχετικά με τη δυνατότητα της αθανασίας, υπό αυτούς τους όρους διαβίωσης:
Αν υπήρχε η επιλογή.... πόσο σωστή ή λάθος θα ήταν;