Αρλεκίνος, από το Άγριο Κυνήγι των θρύλων στην Commedia Dell’ Arte
Η πρώτη φορά που διάβασα για τον Hellequin ήταν το 2010 στο βιβλίο του Jacques Le Goff, Ήρωες και Θαυμαστά του Μεσαίωνα, που κυκλοφορούσε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κέδρος σε μετάφραση Νίκου Γκοτσίνα. Υπήρχε ολόκληρο κεφάλαιο αφιερωμένο σε εκείνον και την παράξενη ιστορία του με τίτλο «Η Ομάδα του Ελεκέν». Στο συγκεκριμένο χωρίο ο ερευνητής έκανε λόγο για το θρύλο του Wild Hunt και τους Άγριους Κυνηγούς, ώσπου κατέληγε στον Αρλεκίνο, τη φιγούρα του ιταλικού θεάτρου που επιζεί ως σήμερα μαζί με τους κλόουν, τους σαλτιμπάγκους, τους γελωτοποιούς και τους λοιπούς σκανδαλιάρηδες διασκεδαστές.
Επέστρεψα στην ανάγνωση του βιβλίου και στον Ελεκέν όταν, την ίδια χρονιά, άκουσα το καινούργιο, τότε, album των Therion, του συμφωνικού metal συγκροτήματος από τη Σουηδία, γνωστού μεταξύ άλλων για τους θρύλους και τους παγκόσμιους μύθους από τους οποίους εμπνέεται τη θεματολογία των στίχων του. Ο λόγος για το “Hellequin”, το πέμπτο τραγούδι από τον δίσκο Sitra Ahra. Αρχικά δεν είχα καταλάβει ότι ο μυστηριώδης Hellequin ήταν ο Ελεκέν του Le Goff, μέχρι που διάβασα τα λόγια του τραγουδιού. Στο μελωδικό αυτό τραγούδι, με τα οπερατικά φωνητικά που δημιουργούν μια θεατρική ατμόσφαιρα, γίνεται αναφορά στον Αρλεκίνο (Harlequin) και όχι μόνο. Όπως και στο κείμενο του Le Goff, έτσι και εδώ γίνεται λόγος για το Άγριο Κυνήγι, τον Odin, τον Δάντη, τη Θεία Κωμωδία και φυσικά, για τη μασκαράτα.
Έτσι, παρακινημένος από την μουσική των Therion, ξεκίνησα να αναζητώ τη σχέση του Hellequin/Ελεκέν με τον Harlequin/Αρλεκίνο και του Άγριου Κυνηγιού με το καρναβάλι.
Ο Αρλεκίνος (Harlequin) είναι ένας από τους βασικούς χαρακτήρες της ιταλικής Commedia dell’arte. Έχει προγόνους του τους δούλους του Αριστοφάνη, του Πλαύτου, του Τερέντιου, τους βυζαντινούς μίμους, αλλά και τους ακροβάτες και τους θαυματοποιούς του Μεσαίωνα. Έχει επηρεάσει μεγάλους ζωγράφους, όπως τον Τζιοβάνι Ντομένικο Φερέτι, τον Πωλ Σεζάν και τον Πάμπλο Πικάσο. Το όνομά του σημαίνει «μικρός διάβολος», γεγονός που επικυρώνει την απόδοση μαγικών ιδιοτήτων σε αυτόν τον χαρακτήρα. Ίσως όμως το όνομα του να βγαίνει από το Harle, ένα πουλί με πολύχρωμα φτερά όπως η στολή του Αρλεκίνου. Το σίγουρο είναι η προέλευση του: τόσο ως φιγούρα, όσο και ως ρόλος, συναντάται στις αρχές του Μεσαίωνα, σε τρομαχτικούς θρύλους όπου πρωταγωνιστούν ξωτικά, φαντάσματα και δαίμονες. Γιατί ο Αρλεκίνος, πολύ πριν ξεκινήσει να κάνει καριέρα στο ιταλικό θέατρο, φόβιζε τους χωρικούς της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας με το όνομα Hellequin. Και πριν γίνει βασική μορφή του καρναβαλιού μαζί με τους κλόουν, τους πιερότους, τους τσιρκολάνους και άλλους πολύχρωμους μασκαράδες, οδηγούσε το περίφημο Wild Hunt των απέθαντων νεκρών.
Το Άγριο Κυνήγι και η Ομάδα του Hellequin
Το Άγριο Κυνήγι είναι ένας από τους πιο συναρπαστικούς θρύλους του ευρωπαϊκού φαντασιακού. Δοξασίες για ομάδες φαντασμάτων, ξωτικών, δαιμόνων και άλλων πνευμάτων, που πετούν στους ουρανούς ακολουθώντας έναν αρχηγό, απαντώνται στη μεσαιωνική Γερμανία, τη Σκανδιναβία, τα νησιά της Βρετανίας, την Ιταλία, τη Σερβία, την Ελβετία ακόμα και στη Βόρεια Αμερική. Ο θρύλος του Wild Hunt επιζεί ως τις μέρες μας στη λογοτεχνία του φανταστικού. Κορυφαίοι εκφραστές του είδους έχουν επηρεαστεί από το Άγριο Κυνήγι, όπως ο Robert Jordan (Wheel of Time: The Great Hunt) ο Guy Gavriel Kay (Fionavar Tapestry Trilogy) ο Andrzej Sapkowski (The Witcher series) και φυσικά, ο J.R.R. Tolkien στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών.
Οι Κυνηγοί αναλάμβαναν δράση τις νύχτες που η μαγεία ήταν έντονη και οι τα σύνορα των δύο κόσμων κατέρρεαν, όπως το Halloween, τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά, την Πρωτομαγιά, ακόμα και τη Μεγάλη Παρασκευή. Η εμφάνισή τους, εκτός από σύμβολο τρόμου, ήταν και σημάδι καταστροφής, αρρώστιας και πολέμου.
Ο θρύλος αυτός έχει προχριστιανικές ρίζες και συνδέεται κατά πάσα πιθανότητα με τα κυνήγια του θεού Odin και τη συνοδεία των Βαλκυριών. Ο όρος «Άγριο Κυνήγι» (“Wilde Jagd” στα γερμανικά και “Wild Hunt” στα αγγλικά) δόθηκε από τον λαογράφο και συλλέκτη παραμυθιών Jacob Grimm στο βιβλίο Γερμανική Μυθολογία (Deutsche Mythologie) το 1835. Παλιότερα η δοξασία άλλαζε όνομα από τόπο σε τόπο, ανάλογα πάντα με τους συμμετέχοντες, τον αρχηγό και την προέλευση τους. Οι κυνηγοί και τα υποζύγιά τους ήταν είτε ξωτικά (fairies) από κάποιον Αλλόκοσμο, είτε νεκροί που έβγαιναν από τον Κάτω Κόσμο και την Κόλαση, πνεύματα ορκισμένα να υπηρετούν τους αφέντες τους στην αιωνιότητα, ή καταραμένες ψυχές που ανήκαν στην αυλή κάποιου εξίσου καταραμένου βασιλιά. Στη θέση του αρχηγού συναντάμε θεούς όπως τον Odin-Wotan, τον Cernunnos, τον Herne, ξωτικο-αφέντες όπως τον Nuada και τον Gwyn ap Nudd, βασιλιάδες όπως τον Αρθούρο, τον Theodoric the Great και τον Waldemar της Δανίας, βιβλικές μορφές όπως τον αδελφοκτόνο Κάιν, τον παιδοκτόνο Ηρώδη, τον Διάβολο και τον Αρχάγγελο Γαβριήλ και τερατώδεις φυσιογνωμίες του γερμανικού παγανισμού όπως τον Krampus και την Frau Perchta, μορφές διάσημες και στους θρύλους των Χριστουγέννων. Έτσι, το Άγριο Κυνήγι αποκτούσε διαφορετική ονομασία όπως “Η Εφόρμηση της Άσκαρντ” (Σκανδιναβία - Oskoreia/ Asgardsreia <The Ride of Asgard>, “Το Κυνήγι του Odin” (αΣουηδία - Odens jakt/ Vilda jakten <The Hunt of Odin>), “Τα κυνηγόσκυλα του Γαβριήλ” (Βόρεια Αγγλία - Gabriel’s Hounds), “Οι Τρομεροί Καβαλάρηδες” (Βόρεια Αμερική - Ghost Riders), “Η Παλιά Στρατιά” (Γαλικία - Hoste Antiga) κ.ά. Στη Γαλλία το Άγριο Κυνήγι ήταν γνωστό ως “Mesnee d' Hellequin” δηλαδή «Ο Οίκος ή η Ακολουθία του Ελεκέν» (Household of Hellequin).
O Hellequin ήταν συνδεδεμένος με την Κόλαση και πιο συγκεκριμένα με το Καθαρτήριο, το μέρος όπου οι ψυχές μπορούσαν να ξεπλυθούν από τις αμαρτίες τους και να μεταβούν έπειτα στον Παράδεισο. Το όνομα του προκαλούσε τρόμο στους χωρικούς της Γαλλίας, μιας και τον είχαν συνδέσει με τις δοξασίες των στοιχειωμένων καβαλάρηδων. Κόκκινος και με κατάμαυρο πρόσωπο, κυνηγούσε τους αμαρτωλούς μαζί με ένα τσούρμο από ιπτάμενους δαίμονες. Η ετυμολογική προέλευση του ονόματος του δεν είναι ξεκάθαρη. Μπορεί να προέρχεται από τη Hel, τη θεά του Κάτω Κόσμου της Σκανδιναβικής Μυθολογίας. Hellequin (Hernequin) ονομαζόταν επίσης ένας ιππότης από τη Boulogne που έζησε τον 9ο - 10ο αιώνα μ.Χ. και πέθανε πολεμώντας τους Νορμανδούς, δίνοντας τροφή για τη δημιουργία μιας σειράς θρύλων με δαίμονες.
Μια θεωρία που επικρατεί από τον Μεσαίωνα, θέλει το όνομα Hellequin να προέρχεται από τον Herla, τον αρχαίο βασιλιά της Βρετανίας από τον καιρό που οι νήσοι κατοικούνταν από Κέλτες. Ιδιαίτερη είναι η ιστορία του Herla με τον Βασιλιά των Νάνων ή αλλιώς των Πυγμαίων και των Νεκρών. Ο Νάνος βασιλιάς επισκέφτηκε τον Herla στο γάμο του με την κόρη του βασιλιά των Φράγκων, προσφέροντας του αμύθητα δώρα. Ένα χρόνο αργότερα, ο Νάνος τον κάλεσε στη σπηλιά του, όπου ο Herla ανακάλυψε ένα πολυτελές παλάτι. Εκεί ο βασιλιάς των Νάνων του χάρισε άλογα, σκυλιά, γεράκια κι ένα μικρό μπουλντόγκ. Ο Herla έπρεπε να μεταφέρει το μικρό σκύλο πάνω στο άλογο του και να μην πατήσει στη γη πριν από αυτό. Βγαίνοντας από τη σπηλιά, ο Herla συνειδητοποίησε ότι είχαν περάσει δύο αιώνες και όχι τρεις μέρες όσο νόμιζε πως έκατσε με τον βασιλιά των Νάνων. Τώρα οι Σάξονες είχαν το νησί και όχι οι Βρετόνοι. Έτσι ο Herla καταδικάστηκε να περιπλανιέται αιώνια μαζί με το στρατό του και έγινε ο Erlkin/Herlking των στοιχειωμένων θρύλων.
Μια διαφορετική εξήγηση για το όνομα Hellequin έρχεται να δώσει η αυτοβιογραφία του μοναχού Hélinand de Froidmont που πέθανε το 1230 στην επισκοπή του Beauvais. Εκεί γίνεται λόγος για το φάντασμα ενός κληρικού που εμφανίζεται τη νύχτα σε έναν σύντροφο του. Εκείνος ρωτάει το πνεύμα αν είναι μέλος της ακολουθίας του Hellequin. Το φάντασμα αρνείται και προσθέτει ότι η ονομασία Hellequin είναι λανθασμένη και πως το πραγματικό όνομα του Κυνηγού είναι Karlequin, από τον βασιλιά Κάρολο Κουίντο που εξιλεωνόταν για τις αμαρτίες του για χρόνια. O Jacques Le Goff πιστεύει ότι το στο κείμενο του μοναχού έχει γίνει κακή μετάφραση και ότι το φάντασμα δεν εννοούσε τον Κάρολο Κουίντο, αλλά τον Καρλομάγνο, οποίος συνέχιζε να εξάπτει τη λαϊκή φαντασία του 13ου αιώνα.
Το πιο γνωστό επεισόδιο με τον Hellequin και τα αχαλίνωτα φαντάσματα του βρίσκεται καταγεγραμμένο στην Εκκλησιαστική Ιστορία (Ecclesiasticae Historia) του Αγγλο-Νορμανδού μοναχού Ordericus Vitalis (Ορντερίκ Βιτάλις) που ζούσε στο αβαείο του Saint-Évroult, στην επισκοπή Lisieux της Νορμανδίας. Ο Vitalis διηγείται μια ιστορία που άκουσε από έναν νεαρό ιερέα που λεγόταν Walchelin (Βαλσελέν). Την Πρωτοχρονιά του 1091 ο νεαρός ιερέας, ο οποίος επέστρεφε από επίσκεψη σε έναν ασθενή, βρέθηκε μόνος στην ερημιά όπου άκουσε τον ορυμαγδό μιας «τεράστιας στρατιάς». Κρύφτηκε πίσω από ένα δέντρο και είδε έναν γίγαντα οπλισμένο με ρόπαλο να του λέει να παραμείνει στη θέση του για να παρακολουθήσει την προέλαση του στρατού σε διαδοχικά κύματα.
Από τον 14ο αιώνα, οπότε η λαϊκή παράδοση εξελίσσεται μεταξύ της δαιμονοποίησης και του γκροτέσκου, ο Hellequin και τα φαντάσματα του δίνουν τη θέση τους στη μασκαράτα. Οι νυχτερινοί έφιπποι επιδρομείς γίνονται μασκαρεμένοι ταραχοποιοί. Σιγά-σιγά ο Hellequin θα πάψει να είναι ο τρομερός Άγριος Καβαλάρης και θα γίνει ο διασκεδαστικός Αρλεκίνος της Commedia Dell' Arte. Ωστόσο ο θρύλος του θα ακουστεί ξανά στις αρχές του 17ου αιώνα, να στοιχειώνει το δάσος του Fontainebleau, καθώς και στο ποίημα του 1539 όπου δημιουργεί μια στρατιά από μικροκλέφτες και πιο κακόβουλους κακοποιούς, καταδικάζοντας τους να τριγυρνούν στον ουρανό μέχρι τη μέρα της Κρίσης. Το 1896 ο ρομαντικός ζωγράφος Theodor Hosemann θα αναβιώσει τον καλπασμό του Hellequin, εικονογραφώντας τον με διαβολικό πρόσωπο και κόκκινη στολή να ιππεύει το μαύρο του άλογο υπό τη συνοδεία λαγωνικών, ελαφιών αγριόχοιρων, όρνεων και φτερωτών δαιμόνων που παίζουν αυλούς.
H Commedia Dell' Arte και η περσόνα του Αρλεκίνου
H Commedia Dell' Arte είναι ένα πολύ ιδιαίτερο είδος κωμωδίας που αναπτύχθηκε στην Ιταλία τον 16ο αιώνα και αποτελεί ένα κεφάλαιο της ιστορίας του θεάτρου που έχει επηρεάσει όλη τη μετέπειτα πορεία του είδους. Το όνομα προκύπτει από την συντόμευση του όρου commedia dell’arte all’ improvviso, που σημαίνει η «κωμωδία της τέχνης του αυτοσχεδιασμού», καθώς βασίζεται σε αυτοσχεδιασμούς των ηθοποιών και σκετσάκια πάνω σε συγκεκριμένους τύπους -χαρακτήρες, που ο κάθε ηθοποιός είχε τελειοποιήσει μέσω της χρήσης της μάσκας. Πιστεύεται μάλιστα ότι προέκυψε ως μία μορφή αντίδρασης και σχόλιο στην πολιτικοοικονομική κρίση της Ιταλίας την εποχή εκείνη.
Μία θεωρία συσχετίζει τη γέννηση του είδους με το καρναβάλι της Βενετίας, όπου το 1570 ο συγγραφέας-ηθοποιός Andrea Calmo δημιούργησε τον χαρακτήρα Il Magnifico (Ο Υπέροχος), ο οποίος θεωρείται πρόδρομος του χαρακτήρα Πανταλόνε. Αρχικά ο Calmo δεν χρησιμοποιούσε μάσκες για τους χαρακτήρες του, η σύνδεση όμως με το καρναβάλι της Βενετίας είχε ως αποτέλεσμα να εμφανιστεί κάποια στιγμή η χρήση της μάσκας στο νέο αυτό είδος του θεάτρου. Σύντομα, η παράδοση αυτή εξαπλώθηκε και σε άλλες περιοχές, με βασικούς άξονες τη Μάντοβα, τη Φλωρεντία, τη Βενετία και τη Νάπολη στον νότο, όπου τελειοποιήθηκε η φιγούρα της Pulcinella.
Οι παραστάσεις ήταν υπαίθριες, σε πρόχειρα κατασκευασμένες σκηνές και οι ηθοποιοί χρησιμοποιούσαν πολλά αντικείμενα, καθώς υπήρχε έλλειψη σε σκηνικά. Όπως συνηθιζόταν εκείνο τον καιρό, η επιβίωση, εξέλιξη και φήμη των καλλιτεχνών εξαρτιόταν άμεσα από πλούσιους χορηγούς, που τους έπαιρναν υπό την προστασία τους και τους χρηματοδοτούσαν.
Οι θίασοι ήταν πλανόδιοι και περιόδευαν για να κερδίσουν μεγαλύτερη φήμη και οικονομικές απολαβές. Πέρα από τις χορηγίες τους, κέρδιζαν χρήματα και από άλλου είδους δωρεές, (όπως το καπέλο που έβγαινε κατά τη διάρκεια της παράστασης), γεγονός που επέτρεπε να μη χρεώνουν ένα συγκεκριμένο αντίτιμο για εισιτήριο, με αποτέλεσμα να μπορούν και όσοι δεν είχαν οικονομική άνεση να παρακολουθούν τις παραστάσεις δωρεάν. Οι πιο επιτυχημένοι θίασοι έφτασαν να παίζουν μπροστά σε βασιλείς και ευγενείς, ενώ υπήρχαν ηθοποιοί που είχαν αποκτήσει μεγάλη φήμη και είχαν γίνει διάσημοι ονομαστικά. Το ξεχωριστό στην Commedia Dell’ Arte είναι ότι τους γυναικείους ρόλους τους έπαιζαν γυναίκες ηθοποιοί (σε αντίθεση με παλιότερες εποχές και το παραδοσιακό θέατρο, όπου τους ρόλους έπαιζαν νεαρά αγόρια), καθώς επίσης το ότι δεν βασιζόταν τόσο στα έργα των θεατρικών συγγραφέων, αλλά στο ταλέντο των ίδιων των ηθοποιών.
Στις αρχές του 17ου αιώνα, άρχισε να παρουσιάζεται μία τάση απομάκρυνσης από τις αυτοσχέδιες σκηνές και να δημιουργούνται συγκεκριμένα σκετσάκια, βασισμένα σε χαρακτήρες, ενώ άρχισαν να γράφονται τα πρώτα θεωρητικά εγχειρίδια του είδους. Το είδος πέρασε με επιτυχία και στη Γαλλία, που το ανανέωσε με καινούριους χαρακτήρες και μάσκες, εξαλείφοντας μερικούς από τους παλιούς ιταλικούς τύπους, όπως τον Πανταλόνε. Στη Γαλλία άρχισε να μετεξελίσσεται σε ένα είδος παντομίμας, ενώ επηρέασε τη γραφή και το στυλ μεγάλων Γάλλων συγγραφέων του καιρού, όπως ο Moliere και ο Marivaux.
Στην Commedia Dell’Arte κυριαρχούν τρεις ομάδες χαρακτήρων: οι υπηρέτες, οι ηλικιωμένοι και οι ερωτευμένοι. Τα θέματα των σκηνών συνήθως αφορούσαν τα γηρατειά, τον έρωτα και τη ζήλια, αντλούσαν υλικό και από τα ρωμαϊκά έργα του Πλαύτου και του Τερέντιου, ενώ κάποια από αυτά αποτελούσαν μεταφράσεις αρχαίων ελληνικών κωμωδιών που έχουν χαθεί. Δεν ήταν όλες οι σκηνές κωμικές. Μερικές εμπεριείχαν σπόρους τραγωδίας. Επίσης, συχνά ενσωμάτωναν τραγούδι και χορό, πολύ σωματικό χιούμορ και γκάφες, όπως και ανέκδοτα-ατάκες. Η συνηθέστερη ιστορία περιστρεφόταν γύρω από τον έρωτα δύο νεαρών, που εμποδίζεται να ανθίσει εξαιτίας δύο ηλικιωμένων, που φέρουν αντιρρήσεις, με αποτέλεσμα οι ερωτευμένοι να ζητήσουν βοήθεια από τους υπηρέτες τους. Συνήθως η ιστορία έχει ευχάριστο τέλος, με τη συμφιλίωση των ηλικιωμένων και τον γάμο των ερωτευμένων. Αν και η ιστορία αυτή αποτελούσε τον καμβά για τις περισσότερες σκηνές, κυκλοφορούσαν αρκετές παραλλαγές. Οι αυτοσχεδιασμοί και η χαλαρότητα της πλοκής επέτρεπε την ενσωμάτωση αστείων ή την παραλλαγή του υλικού, προκειμένου να προσαρμοστεί σε πρόσωπα και καταστάσεις του καιρού ή της πόλης και να σχολιάσει τοπικά σκάνδαλα.
Οι χαρακτήρες και το ύφος της Commedia Dell’ Arte έχουν επηρεάσει μετέπειτα θεατρικούς συγγραφείς, από τον Shakespeare και τον Goldoni, έως τον Dario Fo. Ίχνη της ανιχνεύονται στο κωμωδιακό στυλ του Charlie Chaplin, ενώ φιγούρες της εμφανίζονται στη ζωγραφική, σε όπερες και άλλες τέχνες και φυσικά στο καρναβάλι της Βενετίας. Πρόκειται για τον μελαγχολικό Πιερότο, την παμπόνηρη Κολομπίνα, τον γερο-τσιγγούνη Πανταλόνε, τον παντογνώστη γιατρό Ντοτόρε και άλλους. Από αυτούς ξεχωρίζει ο σκανδαλιάρης Αρλεκίνος με το πολύχρωμο, μπαλωμένο του κουστούμι. Ο Αρλεκίνος δρα ως υπηρέτης, συνήθως του Πανταλόνε αλλά καμιά φορά του Ντοτόρε και του Καπιτάνο και ως ερωμένος της Κολομπίνας. Εκτός από την πολύχρωμη φορεσιά του, ο Αρλεκίνος έχει μαύρη μάσκα και καπέλο ναυτικού αξιωματικού, ενώ παλιά συγκρατούσε στη ζώνη του ένα ξύλινο ραβδί.
Η περσόνα που ενσαρκώνει ο Αρλεκίνος, όπως και οι κοντινοί του χαρακτήρες, ο σαλτιμπάγκος, ο γελωτοποιός, ο κλόουν και ο πιερότος, ορίζει μια σημειολογία την οποία θα μπορούσαμε να ορίσουμε ως «σημειολογία της μάσκας ή της μεταμφίεσης». Eξέχουσα θέση σε αυτή την μορφολογία κατέχουν ο σαρκασμός, η παρωδία, η ειρωνεία, το γκροτέσκο, η σάτιρα. Οι ήρωας, που συνήθως είναι αντι-ήρωας, πάσχει γελώντας και γελάει πάσχοντας. Αυτή η διπλή υπόσταση λειτουργεί πάνω του εξυψωτικά και του προσδίδει ένα φωτοστέφανο ιεροποίησης και ιώβειας υπομονής, ενώ συχνά λειτουργεί ως καθρέφτης των άλλων. Το μοτίβο αυτής της φιγούρας περνά στην παγκόσμια δημιουργία (θέατρο, ζωγραφική, λογοτεχνία, κινηματογράφος), δημιουργώντας μια παράδοση και ένα μωσαϊκό πολλαπλών ηρώων, που δρουν διατοπικά και διαχρονικά ως καταλύτες.
Από τη Θεία Κωμωδία στους πίνακες του Picasso
Στα χρόνια μεταξύ του 1302 και του 1321 γράφεται στην Ιταλία ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Πρόκειται για την Divina Commedia (Θεία Κωμωδία) του ποιητή Dante Aligheri (Δάντης). Στο μακρύ αυτό ποίημα, το οποίο χωρίζεται σε τρία μέρη, ο Δάντης αφηγείται τα φανταστικά του ταξίδια στην Κόλαση (Inferno) το Καθαρτήριο (Purgatorio) και τον Παράδεισο (Paradiso).
Το ταξίδι ξεκινά τη Μεγάλη Παρασκευή του 1300. Ο Δάντης, με τη συνοδεία του πνεύματος του αρχαίου ποιητή Βιργίλιου, περιπλανιέται στους Εννιά Κύκλους της Κόλασης. Εκεί, μεταξύ πολλών δαιμόνων και βασανισμένων ψυχών, συνάντησε τον δαίμονα Alichino. Ο Alichino, με τον οποίον γίνεται άμεση σύνδεση με τον Αρλεκίνο από τους περισσότερους υποστηρικτές, λόγω του ονόματος και της εμφάνισης του, είναι ένας από τους δώδεκα δαίμονες της Malebranche, της ομάδας που φυλά το πέμπτο Bolgia («χαντάκι») του Malebolge, του Ογδόου Κύκλου της Κολάσεως.
Ο Αρλεκίνος, αυτός ο αρχετυπικός ήρωας, που περιπλανιέται μελαγχολικός και μοναχικός, που εκτίθεται και διασκεδάζει, αποτελεί σχεδόν ένα εμμονικό θέμα στους πίνακες του Pablo Picasso.
Η διπλή και αινιγματική μορφή του Αρλεκίνου, που είναι μισός δημιουργική θεότητα και μισός καταστρεπτικός δαίμονας, άσκησε ανεξάντλητη γοητεία στον ζωγράφο. Σε πολλούς πίνακες ο ίδιος ο Πικάσο ταυτίζεται με τον Αρλεκίνο. Το alter ego του είναι ένας μυστηριακός χαρακτήρας με κλασικές ρίζες, ο οποίος συνδέεται με το θεό Ερμή, την αλχημεία και τον Κάτω Κόσμο. Ο Αρλεκίνος μπορεί να γίνεται αόρατος και να ταξιδεύει σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, παίρνοντας οποιαδήποτε μορφή. Πρόκειται για ικανότητες που του έδωσε ο Ερμής ως Ψυχοπομπός. Ο Guillaume Apollinaire, ο συμβολιστής ποιητής με τον οποίο ο ζωγράφος μοιραζόταν το ενδιαφέρον του για τους σαλτιμπάγκους και τους αρλεκίνους, ήταν αυτός που ταύτισε τον Picasso με τον Αρλεκίνο. Ο ζωγράφος είχε τη συνήθεια να ντύνεται με μια ριγέ μπλούζα, μεταφορά στη σύγχρονη πραγματικότητα του καρό ενδύματος του αρλεκίνου. Η αγάπη του Pablo Picasso στον υπηρέτη του ιταλικού θεάτρου δρόμου μας χάρισε μια σειρά από υπέροχους αλλά και δημοφιλείς πίνακες του μεγάλου ζωγράφου.
Ήρωας ή διάβολος, υπηρέτης ή αρχηγός, ξωτικό ή μασκαράς, αθάνατος ή θνητός, ο Hellequin/Harlequin θα συνεχίζει να επιζεί μέσα στο Φανταστικό, στη σκηνή του θεάτρου, στο καρναβάλι της Βενετίας, στους μελαγχολικούς πίνακες του Picasso, στην παγκόσμια μασκαράτα, στους παλιούς θρύλους, ακόμα και στα αθώα παιδικά παραμύθια της σύγχρονης εποχής. Ποιος είναι πραγματικά και από που βαστά η καταγωγή του, αυτό μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ. Ποιο το νόημα άλλωστε; Η στολή, η μάσκα, τα χρώματα και οι σκανδαλιές του θα μένουν για να μας θυμίζουν την εξέλιξη της ίδιας της φαντασίας ανά τους αιώνες και τον εξορκισμό του ανθρώπινου φόβου. Τα φαντάσματα των Άγριων Κυνηγών δεν στοιχειώνουν πια τους ουρανούς, αλλά χορεύουν στη γη και γίνονται ένα με τους καρναβαλιστές. Και κάπως έτσι, τα δαιμόνια φεύγουν ενώ εμείς κουβαλάμε τις μνήμες τους μαζί με τις περιπέτειες των αρχαίων ηρώων και των ποιητών τους.
Θα κλείσω το άρθρο με τους στίχους του “Hellequin” των Therion σε ελεύθερη μετάφραση και σε μορφή θεατρικού μονόλογου:
«Είμαι ο Αρλεκίνος. Στη γιορτή της νύχτας θα αποκαλύψω το πρόσωπο μου. Εκεί θα εμφανιστώ και θα χορεύω μαζί σας στο Άγριο Κυνήγι. Ως το ξημέρωμα θα κυνηγώ το φόβο σας μες στο λαβύρινθο. Είμαι ένας διάβολος από την Κόλαση και ο Δάντης μπορεί να το επιβεβαιώσει. Είμαι ένας από τους δεκατρείς, ακόλουθος του Όντιν και της Μάλεμπρανς. Ο Αρλεκίνος, ο γελωτοποιός του Κάτω Κόσμου.
Είμαι ο Ελεκίνος. Η μάσκα μου κόκκινη και μαύρη. Είμαι ο διαβολάκος, ο υπηρέτης. Θα σας πάρω μαζί μου στο καρναβάλι και στη σκηνή. Είμαι ο ταραξίας, το όνειρο του χειμώνα.
Είστε προσκεκλημένοι στη μασκαράτα μου. Ιππεύστε τον ταύρο το βράδυ του Σαββάτου. Φορέστε πολύχρωμα μπαλώματα μαζί μου στην κωμωδία. Φορέστε τη μαύρη μάσκα και πετάξτε μαζί μου στο Άγριο Κυνήγι. Δοξάστε τον Αιγόκερω και τη Βασίλισσα των Ξωτικών. Δοξάστε τον Κρόνο και τον Βασιλιά των Ξωτικών».
Πηγές:
Ήρωες και Θαυμαστά του Μεσαίωνα, Jacques le Goff, εκδ. Κέδρος
Θεία Κωμωδία (Κόλαση), Ντάντε, εκδ. Αιγόκερως
Sitra Ahra, Therion, Nuclear Blast
Artic.gr
elniplex.gr
Lifo.gr
en.wikipedia.org.
goddessinspired.wordpress.com