Μαγικά Σπαθιά στη λογοτεχνία του φανταστικού (Μέρος 1ο)
Το ξίφος υπήρξε ανέκαθεν ένα από τα σπουδαιότερα σύμβολα τιμής και ανδρείας, ιδιαίτερα κατά τη μεσαιωνική περίοδο. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο ορισμένα σπαθιά να έχουν μείνει περισσότερο γνωστά ανά τους αιώνες απ’ ό,τι οι άνθρωποι που τα έφεραν. Το βάθος του συμβολισμού, αναμενόμενα, πέρασε και στις αγαπημένες ιστορίες και φανταστικές διηγήσεις των ανθρώπων, και στη συνέχεια στη λογοτεχνία.
Καθαρά μιλιταριστικό και εξουσιαστικό σύμβολο, κι όμως την ίδια στιγμή προνόμιο που υποδεικνύει αξιοπρέπεια και ανύψωση στη σφαίρα του ευγενούς, σε όλες τις κουλτούρες και πολιτισμούς. Οι θρύλοι και οι ιστορίες που περιβάλλουν τα συγκεκριμένα ξίφη δεν στοχεύουν μονάχα στην αναπόληση της τελειότητας των όπλων, αλλά επίσης, στην εξιστόρηση της πορείας των ιδιοκτητών τους.
Στους αρθούριους μύθους, όπου οι έννοιες του ιπποτισμού και της ανδρείας είναι διάχυτες, συναντάμε ίσως το θρυλικότερο σπαθί όλων των εποχών. Το Excalibur, το μυθικό ξίφος το οποίο συνήθως συνδέεται άρρηκτα με διάφορες μορφές μαγείας, έχει συσχετιστεί εκτός των άλλων και με το περίφημο “Sword in the Stone”, έναν συμβολισμό της νομιμότητας της κυριαρχίας του κατόχου του συγκεκριμένου όπλου στη Βρετανία. Σύμφωνα με τον μύθο, το σπαθί είχε καρφωθεί σ’ έναν βράχο από τον βασιλιά Uther Pendragon. Ο άνδρας που θα κατάφερνε να το αποσπάσει από τη θέση του, έμελλε να κυβερνήσει την Αγγλία. Ανάμεσα στους ευγενείς και τους ιππότες που συνέρρεαν αναζητώντας δόξα και δύναμη, ξεχώρισε ένα μικρό αγόρι, που τότε υπηρετούσε ακόμη έναν από τους ευγενείς ως ιπποκόμος. Επρόκειτο για τον γνωστό σε όλους μας μετέπειτα βασιλιά Αρθούρο, τον χαμένο έως τότε γιο του Uther.
Σε μία διαφορετική εκδοχή, το Excalibur δεν είναι το ίδιο σπαθί που κατάφερε ο Αρθούρος να αποσπάσει από την πέτρα, αλλά του δόθηκε ως δώρο αργότερα, αφού είχε ήδη ξεκινήσει η βασιλεία του, από τη Lady of the Lake, μία υπερφυσική παρουσία που απαντάται πολύ συχνά στη βρετανική μεσαιωνική μυθολογία. Μετά τον θάνατό του, το μαγικό όπλο επιστράφηκε πίσω στη λίμνη και στη δύναμη από την οποία είχε παραχωρηθεί στον θνητό βασιλιά.
Αρκετά αργότερα, στα 1937 πλέον, ο Hal Foster δημιούργησε μία σειρά κόμικς όπου πρωταγωνιστής ήταν ο Πρίγκιπας Valiant, ένας ιππότης της Στρογγυλής Τραπέζης στην υπηρεσία του βασιλιά Αρθούρου. Ο συγκεκριμένος ήρωας κράδαινε το περίφημο Singing Sword (=Το Σπαθί που Τραγουδάει). Υποτίθεται πως ο αρχικός του κάτοχος, ο Πρίγκιπας Arn του Ord, ήρθε σε διένεξη με τον Valiant με αφορμή την κοινή τους επιθυμία για την όμορφη λαίδη Ilene. Έβαλαν στην άκρη της διαφορές τους όταν η κοπέλα απήχθη από επιδρομείς Βίκινγκ. Κατά τη διάσωση, ο Arn δάνεισε στον Valiant το μαγεμένο σπαθί, προκειμένου να μείνει πίσω και να καθυστερήσει τους διώκτες τους όσο εκείνος θα έβρισκε την Ilene. Στην πορεία ωστόσο, ανακάλυψαν με βαριά καρδιά πως η αγαπημένη τους είχε χάσει τη ζωή της σ’ ένα ναυάγιο. Στο τέλος της περιπέτειάς τους, οι δύο ιππότες χωρίζουν σαν φίλοι, και ο Arn δωρίζει στον Valiant το σπαθί του ώστε να σφραγίσουν τον δεσμό.
Στην επική τριλογία του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, και σε ολόκληρο τον φανταστικό κόσμο του J.R.R. Tolkien γενικότερα, μπορεί κανείς να συναντήσει μία τεράστια ποικιλία όπλων. Όπως και σε κάθε έργο μεσαιωνικής φαντασίας, και εδώ τα ξίφη παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ταυτότητα των ηρώων. Ο μάγος Gandalf the Grey φέρει ένα σπαθί ονόματι Glamdring. Ο κατασκευαστής και πρώτος του ιδιοκτήτης, ο Άρχοντας Turgon της Gondolin δεν το αποχωρίστηκε ποτέ, μέχρι την πτώση του. Το σπαθί παρέμεινε στη συνέχεια χαμένο για περισσότερο από έξι χιλιάδες χρόνια, μέχρι που βρέθηκε από τον Gandalf και την τότε συντροφιά του (The Hobbit) στη σπηλιά των Troll. Στο ίδιο μέρος βρέθηκε και το σπαθί που πέρασε στην ιδιοκτησία του Bilbo, και στη συνέχεια του Frodo Baggins, το Sting (=Κεντρί), μία μικρή, εύχρηστη και πολύ ιδιαίτερη λεπίδα, καθώς ήταν φτιαγμένη από τα ξωτικά και είχε την αξιοσημείωτη ιδιότητα να αποκτά μία γαλάζια λάμψη κάθε φορά που πλησίαζαν Orcs ή τελώνια, ειδοποιώντας τον ιδιοκτήτη του και όσους βρίσκονταν μαζί του για την παρουσία και την επικείμενη έφοδο των εχθρών.
Το πιο αξιομνημόνευτο ξίφος της Μέσης Γης, ωστόσο, υπήρξε κατά γενική ομολογία το Narsil. Κατασκευασμένο κατά την αρχαιότητα, πέρασε στα χέρια του βασιλιά Elendil του Dúnedain, ο οποίος και το έφερε στον Πόλεμο της Τελευταίας Συμμαχίας. Ο γιος και διάδοχός του, Isildur, το χρησιμοποίησε για να κόψει το δάχτυλο του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, Sauron, μαζί με το περιβόητο Δαχτυλίδι κατά την τελική μάχη. Η λεπίδα διαλύθηκε, διατηρήθηκε όμως ανά τους αιώνες από τους διαδόχους του Isildur και από τους άρχοντες των ξωτικών, έτσι ώστε κάποτε ήρθε η στιγμή να σφυρηλατηθεί γι’ ακόμα μία φορά. Με πρωτοβουλία του άρχοντα των Ξωτικών, Elrod, από τα απομεινάρια του Narsil κατασκευάστηκε ένα καινούριο ξίφος, το Anduril, για τον διάδοχο του Isildur και νόμιμο βασιλιά της πόλης Gondor, Aragorn. Ο Aragorn έφερε το ξίφος κατά τις μάχες της Gondor και της Μαύρης Πύλης της Mordor, της σημαντικότερης και τελικής αναμέτρησης με τις σκοτεινές δυνάμεις του Sauron πριν την οριστική καταστροφή του Δαχτυλιδιού στις φωτιές του βουνού Doom.
Στο Westeros από την άλλη πλευρά, ο G.R.R. Martin μας συστήνει ένα φανταστικό είδος μετάλλου. Ονομάζεται βαλυριανό ατσάλι, καθότι το κράμα για την κατασκευή του παρασκευάστηκε για πρώτη φορά στην αρχαία πόλη της Valyria. Θεωρείται το σπανιότερο και καλύτερης ποιότητας υλικό στον κόσμο για την κατασκευή όπλων, ιδιαίτερα λεπίδων. Μαγικές τελετές και ξόρκια έχουν καθοριστικό ρόλο κατά τη διαδικασία της σφυρηλάτησης, με αποτέλεσμα να προσδίδεται ακόμα μεγαλύτερη αξία, εφόσον πλέον το μέταλλο διαθέτει και μαγική ενέργεια και χαρακτηριστικά.
Στον κόσμο του A Song of Ice and Fire, θεωρείται τεράστια τιμή για κάποιον να έχει στην κατοχή του όπλο κατασκευασμένο από βαλυριανό ατσάλι, γι’ αυτό και κατά κύριο λόγο ορίζεται ως προνόμιο ευγενών. Οι περισσότερες μεγάλες οικογένειες που ηγούνται των σημαντικότερων οίκων του βασιλείου έχουν στην κατοχή τους τουλάχιστον ένα όπλο -συνήθως ξίφος- φτιαγμένο από το συγκεκριμένο υλικό. Το αρχαίο, προγονικό σπαθί της οικογένειας Stark, με το όνομα Ice (=Πάγος), ένα θηριώδες greatsword, παρουσιάζεται να χρησιμοποιείται από τον Eddard Stark για τις εκτελέσεις στο Winterfell, αλλά αργότερα και από τον Sir Ilyn Payne για τον αποκεφαλισμό του ίδιου του προκατόχου του. Στη συνέχεια, περνάει στην κατοχή του Tywin Lannister, ο οποίος διατάσσει την επανασφυρηλάτησή του σε δύο νέα longswords, το Widow’s Wail (=Θρήνος της Χήρας), που χαρίζει στον εγγονό του, Joffrey Baratheon, ως γαμήλιο δώρο, και ένα δεύτερο το οποίο αρχικά προορίζει για τον γιο του, Jaime Lannister. Ο Jaime, ωστόσο, μετά τον ακρωτηριασμό του δεξιού του χεριού, προσφέρει το σπαθί στην Brienne of Tarth, ώστε να το χρησιμοποιήσει ως βοήθημα στην προσπάθειά της να τηρήσει τον όρκο που και οι δύο έδωσαν στη, νεκρή πλέον, Catelyn Stark: να επιστρέψουν τις κόρες της ζωντανές. Πολύ ταιριαστά, η Brienne τιτλοφορεί το νέο της σπαθί ‘Oathkeeper’ (=Ορκοτηρητής).
Ένα όπλο με ιδιαίτερη αξία είναι και το επονομαζόμενο ξίφος Longclaw, το σπαθί του οίκου των Mormont. Μεγαλύτερο από longsword αλλά μικρότερο από greatsword, αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του γηραιού πλέον Jeor Mormont. Αρχικά, ο Jeor είχε δωρίσει το κειμήλιο στον γιο του, Jorah. Ωστόσο, κατόπιν βαριάς ατίμωσης που επέφερε στο όνομα της οικογένειάς τους, ο Jorah είχε τη σύνεση να το επιστρέψει. Αρκετά αργότερα, ο Jeor αντικατέστησε την αρκούδα (το σύμβολο του οίκου τους) που υπήρχε στη λαβή με έναν λύκο (το σύμβολο του οίκου των Stark) και χάρισε το σπαθί στον Jon Snow, τον οποίο συμπαθούσε και εκτιμούσε ιδιαίτερα, ως ένα ευχαριστώ που του έσωσε τη ζωή, και ως ένδειξη εκτίμησης της ανδρείας και των ικανοτήτων του. Και οι δυο τους συμφώνησαν στη διατήρηση του ονόματος, καθώς συνέχισε να είναι ταιριαστό τόσο με τον λύκο όσο και με την αρκούδα.
Μεγαλύτερο μυστήριο τυλίγει τα λεγόμενα «χαμένα» βαλυριανά σπαθιά. Σε αυτά συγκαταλέγεται το Brightroar, το αρχαίο βαλυριανό ξίφος του οίκου των Lannister, το οποίο χάθηκε μαζί με τον Tommen II Lannister, όταν εκείνος επιχείρησε να διασχίσει με το καράβι του τα Ερείπια της Παλιάς Βαλύρια, ενός από τα πιο επικίνδυνα μέρη του κόσμου του Westeros. Αγνοούμενος κατέληξε επίσης και ο Gerion Lannister, ο αδελφός του Tywin, όταν έφυγε να αναζητήσει ο ίδιος το χαμένο κειμήλιο. Ωστόσο, το πιο φημισμένο απ’ όλα ανήκε στην οικογένεια των Targaryen, κι έφερε το όνομα Blackfyre. Επρόκειτο για το longsword του Aegon Targaryen, του κατακτητή του Westeros και πρώτου Βασιλιά των ενωμένων πλέον Επτά Βασιλείων. Το σπαθί κρατήθηκε από πολλούς μετέπειτα βασιλείς των Targaryen, φτάνοντας μέχρι το σημείο όπου και έδωσε το όνομά του στον οίκο των Blackfyre, έναν ευγενή οίκο, παρακλάδι του οίκου των Targaryen. Ο τελευταίος γνωστός κάτοχος του όπλου ήταν ο Aegor Rivers, ένας από τους νόθους γιους του βασιλιά Aegon IV Targaryen. Έκτοτε, η τύχη του παραμένει άγνωστη, όπως και η τύχη του ξίφους Dark Sister, του επίσης θρυλικού σπαθιού της αδελφής -και συζύγου- του Aegon του Κατακτητή, Visenya Targaryen. Ο τελευταίος χειριστής της Dark Sister ήταν ο επίσης νόθος αδελφός του Aegor, Brynden Rivers, ο οποίος πήρε το όπλο μαζί του σε ένα ταξίδι του πέρα από το Μεγάλο Τείχος στον Βορά. Κανένας από τους δυο τους δεν ξαναφάνηκε ποτέ.
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά, όμορφα και αξιοζήλευτα όπλα σε ολόκληρο το Westeros είναι επίσης και το προγονικό σπαθί του Οίκου των Dayne, με το όνομα Dawn (=Αυγή). Η λεπίδα είναι κατάλευκη, σε αντίθεση με τη σκούρα απόχρωση του Βαλυριανού ατσαλιού, δεν υπολείπεται όμως καθόλου σε δύναμη και αιχμηρότητα. Σύμφωνα με έναν θρύλο, ο ιδρυτής του Οίκου των Dayne έψαξε και βρήκε ένα αστέρι που έπεσε στη γη. Στο σημείο εκείνο έχτισε το Starfall, την έδρα του οίκου του, ενώ από τη μαγική καρδιά του πεφταστεριού σφυρηλάτησε το ξίφος, το οποίο παρέμεινε στην οικογένεια των Dayne για τουλάχιστον δέκα χιλιάδες χρόνια, παρέχοντάς τους και το δικό τους οικόσημο -ένα λευκό σπαθί με ένα πεφταστέρι. Σε αντίθεση με το εθιμοτυπικό των υπόλοιπων οίκων του Westeros, στον Οίκο των Dayne το κειμήλιο δεν κληροδοτείται απευθείας στον διάδοχο του άρχοντα, αλλά μόνο σε έναν ιππότη προερχόμενο από τον οίκο, που έχει κριθεί άξιος να φέρει την Dawn. Ο κάτοχος του σπαθιού φέρει τον τίτλο ‘Sword of the Morning’, και χαίρει σεβασμού σε όλα τα Επτά Βασίλεια. Τελευταίος γνωστός ιδιοκτήτης και χειριστής του ξίφους υπήρξε ο Ser Arthur Dayne, ο οποίος ήταν, κατά πολλούς, ο γενναιότερος και ικανότερος ιππότης που έζησε ποτέ στο Westeros, μία άποψη που μοιράζονται άνθρωποι όπως ο Eddard Stark, o Ser Barristan Selmy, αλλά και ο Jaime Lannister, ο οποίος τον έβλεπε ανέκαθεν ως πρότυπο. Μετά τον θάνατο του Ser Arthur στη μάχη, ο Eddard Stark επέστρεψε το σπαθί στο Starfall και στην αδελφή του ιππότη, Ashara Dayne.
Ένα μυθολογικό σπαθί στον κόσμο του Westeros φέρει το όνομα Lightbringer (=Αυτός που Φέρνει το Φως). Ο μύθος της δημιουργίας του συγκεκριμένου όπλου πιστεύεται από πολλούς πως πρόκειται να παίξει καθοριστικό ρόλο στα γεγονότα που θα φέρουν το τέλος της σειράς της Φωτιάς και του Πάγου. Σύμφωνα με τον θρύλο, σε μια πανάρχαια εποχή που κανένας δεν θυμάται πια, σκοτάδι έπεσε στον κόσμο, και ένας ήρωας επιλέχθηκε να πολεμήσει ενάντιά του: ένας ήρωας ονόματι Azor Ahai. Για να καταφέρει να πολεμήσει το σκότος, ο Azor Ahai έπρεπε να σφυρηλατήσει μόνος του ένα σπαθί αντάξιο ενός ήρωα. Δούλεψε σκληρά για τριάντα μέρες και τριάντα νύχτες, μέχρι που έφτασε σε κάποιο αποτέλεσμα. Ωστόσο, όταν προσπάθησε να το ισορροπήσει βυθίζοντάς το στο νερό, το σπαθί έσπασε. Τη δεύτερη φορά, χρειάστηκε πενήντα μέρες και πενήντα νύχτες να ιδρώσει, κι όταν το νέο ξίφος ήταν έτοιμο, προσπάθησε να επαναφέρει το μέταλλο, σκότωσε ένα λιοντάρι βυθίζοντάς το στην καρδιά του, και πάλι όμως, το σπαθί έγινε κομμάτια. Την τρίτη φορά, ήξερε πια τι απαιτούνταν να κάνει προκειμένου ο κόσμος να σωθεί. Με βαριά καρδιά, κάλεσε κοντά του την αγαπημένη του σύζυγο, τη Nissa Nissa, και βύθισε το σπαθί στο στήθος της. Η κραυγή της Nissa Nissa ράγισε το φεγγάρι, καθώς η ψυχή της έγινε ένα με το ατσάλι του σπαθιού, δημιουργώντας το πανίσχυρο όπλο που θα έσωζε τον κόσμο, φέρνοντας και πάλι στην επιφάνεια το χαμένο φως.
Παρότι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, τα ξίφη χρησιμοποιούνται σε μεσαιωνικού τύπου ιστορίες, φαντασίας ή μη, υπάρχουν και ορισμένες ιδιαίτερα αξιόλογες -και πολυαγαπημένες- εξαιρέσεις στον κανόνα, όπως είναι για παράδειγμα το περίφημο σπαθί του Godric Gryffindor, δημιούργημα της J.K. Rowling από την επταλογία των βιβλίων με ήρωα τον Harry Potter. Το σπαθί του Gryffindor λέγεται πως είχε κατασκευαστεί από ασήμι και ρουμπίνια, από τους καλύτερους μεταλλοτεχνίτες των καλικαντζάρων, χίλια χρόνια πριν τα γεγονότα της σειράς. Οι μαγικές του ιδιότητες προέρχονται από τους δημιουργούς του ακόμα, παρότι ο ιδιοκτήτης του δεν ήταν άλλος από τον μάγο Godric Gryffindor, ενός από τους τέσσερις ιδρυτές της Σχολής Hogwarts. Το όνομά του είναι χαραγμένο στη λαβή.
Καθοριστικός είναι ο ρόλος του συγκεκριμένου αντικειμένου σε πολλές περιστάσεις κατά τις περιπέτειες του μικρού Χάρι. Αρχικά το συναντάμε στο δεύτερο βιβλίο της σειράς (Ο Χάρι Πότερ και η Κάμαρα με τα Μυστικά), όπου ο Χάρι το χρησιμοποιεί για να θανατώσει έναν βασιλίσκο. Στη συνέχεια, όταν αποκαλύπτεται πως το δηλητήριο του συγκεκριμένου τέρατος είναι από τα ελάχιστα πράγματα που μπορούν να καταστρέψουν έναν Πεμπτουσιωτή*, διαπιστώνεται πως το μέταλλο του σπαθιού έχει πλέον την ίδια ικανότητα, καθώς, όντας κατασκευασμένο από καλικάντζαρους, έχει την ιδιότητα να απορροφά οποιοδήποτε υλικό το κάνει ισχυρότερο. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Albus Dumbledore, το σπαθί μπορεί να εμφανιστεί μέσα από το Καπέλο της Επιλογής σε οποιονδήποτε πραγματικό -στην ψυχή- μαθητή του Gryffindor βρεθεί σε ανάγκη. Δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις υπήρξαν ο Harry Potter, αλλά και ο γενναιότατος Neville Longbottom.
Θα ήταν εγκληματική παράλειψη το να μην αναφερθούμε στην πιο αξιέπαινη και εφευρετική χρήση του συμβόλου στο είδος του sci-fi: στα lightsabers (φωτόσπαθα). Πρόκειται για τα διασημότερα όπλα στην ιστορία του σινεμά, αλλά και των κόμικς. Στο σύμπαν του Star Wars, τα φωτόσπαθα είναι ενεργειακά σπαθιά με φωτοβόλες λεπίδες μήκους περίπου ενός μέτρου, χωρίς τη λαβή. Πρόκειται για το εμβληματικό όπλο των πολεμιστών των ταγμάτων των ευγενών Jedi και των σκοτεινών Sith. Χρησιμοποιούνται τόσο σε απευθείας αναμέτρηση όσο και στην απόκρουση ποικίλων ενεργειακών επιθέσεων. Η λεπίδα τους μπορεί να κόψει, να κάψει, να διαπεράσει και να λιώσει οποιοδήποτε υλικό, ενώ αφήνει εγκαύματα και σημάδια καυτηριασμού σε γυμνή σάρκα. Το μόνο πράγμα που μπορεί να αποκρούσει ένα φωτόσπαθο, είναι κατά βάση ένα άλλο φωτόσπαθο, ή κάποια πολύ ισχυρή ενεργειακή ασπίδα. Ένα ενεργό φωτόσπαθο βγάζει ένα χαρακτηριστικό βουητό, έναν ήχο ο οποίος δυναμώνει σε ένταση και οξύτητα όταν η λεπίδα σχίζει τον αέρα.
Πηγή της δύναμης των φωτόσπαθων, και υλικό κατασκευής, θεωρούνται οι κρύσταλλοι kyber. Η διαδικασία κατασκευής είναι μυστική -σχεδόν μυστικιστική, για την ακρίβεια. Κάθε φωτόσπαθο είναι μοναδικό, παρά το γεγονός ότι μπορεί να φέρει ομοιότητες με άλλα (ειδικά σε περίπτωση που υπάρχει σύνδεση μεταξύ των κατασκευαστών). Υπάρχουν διάφοροι τύποι πέραν του κλασικού, όπως το περίφημο dual-bladed του Darth Maul (The Phantom Menace) ή το κομψό φωτόσπαθο του Kylo Ren (The Force Awakens) με τις δύο μικρότερες λεπίδες στα πλάγια της λαβής, που δίνουν στο όπλο την εμφάνιση ενός greatsword.
Υπάρχει μεγάλη ποικιλία χρωμάτων ως προς τις λεπίδες των φωτόσπαθων. Το χρώμα κρίνεται από την αύρα και τα βαθύτερα ένστικτα του χειριστή του. Για τους ιππότες Jedi, κυρίαρχες αποχρώσεις είναι το μπλε για εκείνους που επιθυμούν να προσφέρουν στον κόσμο δικαιοσύνη και προστασία, και το πράσινο για εκείνους που διασφαλίζουν την ειρήνη, την ισορροπία και την ηρεμία στη Δύναμη**. Το πιο συνηθισμένο χρώμα για τους Sith είναι το έντονο κόκκινο, που φανερώνει πνεύμα ασυγκράτητης οργής, ωμής δύναμης και κακίας. Από εκεί και πέρα, υπάρχει το μοβ, σημάδι ηθικής αμφισημίας, γκρίζο για την καθαρότητα και την ηρεμία, λευκό για την υπακοή και την τιμή, μαύρο για τον εγωκεντρισμό, και διάφορες αποχρώσεις του κίτρινου για την εσωτερική δύναμη, τη δύναμη του νου, της διαπραγμάτευσης και της καταδίωξης.
Σε κάθε περίπτωση, είναι βέβαιο πως, ακόμη και χιλιετίες αργότερα, το αρχαίο αυτό όπλο και η αίγλη η οποία προσέδιδε συνεχίζει να ασκεί γοητεία σε δημιουργούς και κοινό αμφότερους. Και δεν αναμένεται να σταματήσει σύντομα!
*Πεμπτουσιωτής (Horcux): ένα καταραμένο αντικείμενο μέσα στο οποίο ένας σκοτεινός μάγος ή μάγισσα έχει κρύψει ένα κομμάτι από την ψυχή του με τον σκοπό να αποκτήσει την αθανασία.
**Η Δύναμη (The Force): μεταφυσική και πανταχού παρούσα δύναμη στο σύμπαν του Star Wars. Συνδέεται πολύ συχνά με θρησκειολογικό περιεχόμενο.
Βιβλιογραφία:
Bromwich R., Simon Evans D., Culhwch and Olwen, An Edition and Study of the Oldest Arthurian Tale, University of Wales Press, 1992.
Borland, Sophie, "Lightsabre wins the battle of movie weapons", The Daily Telegraph, 2008.
Malory, Sir Thomas, Le Morte D'Arthur, University of Michigan Humanities Text Initiative, 1997.
Martin, George R.R., Garcia Elio M. Jr., Antonsson L., The World of Ice & Fire: The Untold History of Westeros and the Game of Thrones, Bantam, 2014.
Rowling, J.K., Harry Potter Series, Arthur A. Levine Books, 2007.
Tolkien, J.R.R., The Lord of the Rings, Houghton Mifflin Harcourt, 2005.
H Ελπίδα Κανελλίδου γεννήθηκε στη Βέροια, το 1994. Φρέσκια απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, με κατεύθυνση στην αρχαιολογία, καθώς ήταν ό,τι κοντινότερο μπορούσε να βρει στο επάγγελμα που ήθελε να κάνει από μικρή: εξερευνήτρια. Έχει επίσης αποφοιτήσει με άριστα από τη σχολή Hogwarts για Μαγείες και Ξόρκια. Σήμερα ζει πότε στη Θεσσαλονίκη, πότε στο Westeros, στη Μέση Γη, στον Πύργο των Avengers, στη Γκόθαμ Σίτυ, και κάθε καλοκαίρι, ανελλιπώς μία εβδομάδα στο Νησί των Πυροτεχνημάτων, και σε ένα Γαλαξία πολύ-πολύ μακριά.
Από τότε που θυμάται τον εαυτό της, άκουγε να της διηγούνται ιστορίες και παραμύθια. Στα εννιά της ανέλαβε πλέον μόνη της την ανάγνωση λογοτεχνίας, και από τα δώδεκα ξεκίνησε να αφηγείται γραπτώς τις δικές της ιστορίες.
Ως φοιτήτρια παρακολούθησε μαθήματα στο σεμινάριο δημιουργικής γραφής Imaginarium. Το 2018 έλαβε το 5ο βραβείο στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Διηγήματος Φαντασίας του 2ου Φεστιβάλ Φαντασίας (Fantasmagoria) στη Θεσσαλονίκη, με το διήγημά της «Το Δάσος». Την ίδια χρονιά συμμετείχε στη συλλογή διηγημάτων «Ιστορίες του Άλλοτε», των εκδόσεων Πηγή iWrite, με το διήγημα «Οι Κουρσάροι της Γοργόνας».
Ως αγαπημένους της συγγραφείς κατονομάζει τον Σαίξπηρ, τον Oscar Wilde, τον Edgar Allan Poe, την J.K. Rowling, τον George R.R. Martin, τον Stephen King, τον George Orwell, τον Μανώλη Καραγάτση και τον Ευγένιο Τριβιζά.