Η Μονοβύζα, ένας θρύλος από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα
«Ό, τι μεγάλο κακό έχει γίνη ΄ς τον τόπο μας, τό καμε η Μονοβύζα. Χώραις εξωλόθρεψε, βουνά εβούλλιαξε, βράχους εγκρέμισε αλλού, και πολλά ποτάμια τους άλλαξε το ρέμα. Γι’ αυτό ακόμα λεν «Από τον καιρό της Μονοβύζας», για κάθε παλαιό πράμα και για κάθε μεγάλο κακό που έγινε.»
Καταγραφή Νικόλαου Πολίτη
Ο θρύλος της Μονοβύζας είναι από τους πιο διαδεδομένους στο χώρο της Ελληνικής Επικράτειας. Το όνομα της είναι συνδεδεμένο με μια καταστροφή τόσο μεγάλη, που όσοι το ακούνε την αναθεματίζουν και τη λένε σκύλα λυσσασμένη, γιατί έχει κάνει πολλά κακά στον τόπο. Ήταν μια γυναίκα γιγαντιαίων διαστάσεων, με έναν τεράστιο μαστό από όπου πήρε το όνομα της . Οι παραδόσεις που αναφέρονται σε αυτήν την παρουσιάζουν ως μυθικό πρόσωπο από την εποχή των Παλιών Ελλήνων που, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση ήταν οι πρώτοι που κατοίκησαν την Ελλάδα. Η Μονοβύζα ήταν ηρωική και εκδικητική μορφή που, θυμωμένη από το θάνατο του γιου της, σκορπίζει παντού τον χαλασμό και την συμφορά. Επειδή όμως έχει πολλά κοινά γνωρίσματα με τις Λάμιες (τη μορφή της, την καταστροφική της διάθεση και τη λαιμαργία) την εντάσσουμε στην κατηγορία των ξωτικών, παρότι ανήκει στα μυθικά πρόσωπα.
Οι μεγάλοι μαστοί αποτελούν κοινό χαρακτηριστικό της μορφής της Λάμιας στις παραδόσεις απ’ όλη την Ελλάδα, ενώ σε πολλούς μεσαιωνικούς εξορκισμούς η Γελλώ, συγγενής μορφή της Λάμιας ,αναφέρεται ως μια γυναίκα με μεγάλους μαστούς μέσα στους οποίους βρίσκεται και ακτινοβολεί η ισχυρή μαγική της δύναμη.
Οι Αρχαίοι Έλληνες επινόησαν τη Γελλώ για να εξηγήσουν τον θάνατο των γυναικών κατά τη γέννα, καθώς και των νεογέννητων μωρών. Η Γελλώ ήταν μια νεαρή κόρη που πέθανε πάνω στον τοκετό και μετά επέστρεψε ως κακοποιό πνεύμα. Έχοντας τη ζήλια ως κινητήριο δύναμή της, σκοτώνει τα νεογέννητα μωρά, πνίγοντάς τα και πίνοντας το αίμα τους. Συχνά βλάπτει τις εγκύους και τις λεχώνες και θεωρείτο μία από τις κύριες αιτίες για την αποβολή εμβρύων. Οι μητέρες χρησιμοποιούσαν μαγικά ξόρκια και φυλαχτά ως μέτρα προστασίας. Έτσι, για να εξουδετερώσει κάποιος τη Μονοβύζα, τη Λάμια ή τη Γελλώ πρέπει πρώτα να εξουδετερώσει τους μαστούς της.
Ως προς την ετυμολογία του ονόματός της, η Μονοβύζα μας παραπέμπει στις πολεμίστριες της αρχαιότητας, τις Αμαζόνες.
Κατά την ελληνική μυθολογία, οι Αμαζόνες ήταν ένα έθνος πολεμοχαρών γυναικών που κατοικούσε στην περιοχή του Πόντου, στις ΒΑ ακτές της Μικράς Ασίας. Υπάρχουν αναφορές αρχαίων συγγραφέων που κάνουν λόγο για την πρακτική της καύσης ή του ακρωτηριασμού του δεξιού στήθους των κοριτσιών, ώστε να μπορούν να χειρίζονται το τόξο με μεγαλύτερη ευκολία. Η σύγχρονη έρευνα, πάντως, τείνει να θεωρεί πως οι ισχυρισμοί αυτοί μάλλον στηρίζονται στην λαϊκή «ετυμολογία» και τις αρχαίες φημολογίες. Υποτίθεται πως η λέξη Aμαζών σημαίνει χωρίς μαστό, από το στερητικό (α) και το (μαζός) που εικάζεται πως έχει σχέση με τη λέξη μαστός. Σε αναπαραστάσεις, όμως, οι Αμαζόνες δεν απεικονίζονται με αυτό τους το χαρακτηριστικό γνώρισμα, δηλαδή ως μονοβύζες. Βασίλισσα των Αμαζόνων κατά τον Τρωικό Πόλεμο ήταν η Πενθεσίλεια και παλιότερα, την εποχή του Ηρακλή, η Ιππολύτη.
Η Πενθεσίλεια ήταν κόρη του θεού του πολέμου Άρη και της Οτρήρης. Μετά τον θάνατο του Έκτορα στον Τρωικό Πόλεμο, η Πενθεσίλεια ήρθε «από τον αλαργινό Πόντο» να βοηθήσει τους Τρώες, επικεφαλής ενός στρατού από Αμαζόνες. Ο βασιλιάς της Τροίας, ο Πρίαμος, δέχθηκε την Πενθεσίλεια σα να ήταν πραγματική κόρη του και ετοίμασε πλούσιο τραπέζι γι' αυτήν. Η Πενθεσίλεια και οι Αμαζόνες της διακρίθηκαν στη μάχη. Κυνήγησαν τον εχθρό μέχρι τα πλοία του, αλλά τελικώς η Πενθεσίλεια τραυματίστηκε θανάσιμα από τον Αχιλλέα.
Ο θάνατος της Πενθεσίλειας περιγράφεται με λεπτομέρεια, όχι στην Ιλιάδα, αλλά στις «Ηρωίδες» του Οβιδίου και την Αινειάδα του Βιργιλίου: προς το τέλος του Τρωικού Πολέμου, ο Αχιλλέας βρέθηκε αντιμέτωπος με την Πενθεσίλεια, που πολεμούσε φορώντας πολεμική μάσκα και του έριξε το κοντάρι της, το οποίο έγινε κομμάτια μόλις χτύπησε στην ασπίδα του. Η Πενθεσίλεια έριξε και δεύτερο κοντάρι, αλλά ούτε και τότε τον πλήγωσε. Ο Αχιλλέας κατόρθωσε έπειτα να την τραυματίσει θανάσιμα στο στήθος, οπότε πήγε κοντά της και έβγαλε τη μάσκα της. Η συγκίνηση του ήρωα ήταν τότε καταφανής σε όλους. Η ομορφιά της Πενθεσίλειας τον γέμισε μελαγχολία. Ήταν μάλιστα τέτοιος ο πόνος του και ο απρόσμενος έρωτας που ένιωσε για τη νεκρή βασίλισσα, ώστε όταν ο Θερσίτης ειρωνεύτηκε αυτή του στην ευαισθησία, το Αχιλλέας τον σκότωσε με τις γυμνές γροθιές του.
Στη συνέχεια, σήκωσε απαλά τη βασίλισσα και την έβγαλε από το πεδίο της μάχης. Το σώμα της, μαζί με τα πτώματα 12 άλλων Αμαζόνων, τα παρέδωσαν με ολόκληρο τον οπλισμό τους στους Τρώες. Κι αυτοί τα έκαψαν και έθαψαν τις στάχτες με όλες τις τιμές.
Οι Αμαζόνες απαντώνται επίσης σε διηγήσεις για τον Μέγα Αλέξανδρο αλλά και στο μεσαιωνικό έπος του Διγενή Ακρίτα, στο οποίο ιστορείται η συνάντηση του ήρωα με την Βασίλισσα τους, Μαξιμώ.
…Αναμετρήθηκαν μια στιγμή με μάτια που φανέρωναν θαυμασμό!
-Καλώς όρισες, Διγενή, αντρειωμένε της γης.
Φιλικά χαιρετίστηκαν η Πρωτομαζόνα και ο Πρωτακρίτης και ύστερα ξεμάκρυναν, για να τρέξουν ο ένας καταπάνω στον άλλο.
-Το καταδέχομαι, Μαξιμώ, να παλέψω μαζί σου, γιατί η παλικαριά κάνει ίσους γυναίκες κι άντρες, της είχε πει στην τελευταία συνάντηση τους. Μα τώρα εκείνη θα του έδειχνε πως είναι ανώτερη. Σαν την θύελλα πέρασε δίπλα του και τον χτύπησε δυνατά. Ο Διγενής, μ’ ένα λύγισμα τεχνικό, ξέφυγε το χτύπημα, που το δέχτηκε το κοντάρι….
Από το βιβλίο <<Ιστορίες από το Βυζάντιο>> της Σοφίας Μαυροειδή-Παπαδάκη
Η λέξη «μονοβύζα» αναφέρεται και σε γίδα ή προβατίνα που έχει το ένα βυζί (εξαιτίας κάποιας πάθησης), γεγονός που θα μπορούσε να ενισχύσει την άποψη πως η σχέση με τις Αμαζόνες δεν υφίσταται ή τουλάχιστον δεν είναι ξεκάθαρη.
Η επιβίωση του μοτίβου στην λαϊκή παράδοση ανά τους αιώνες, επισημαίνεται από τον Νικόλαο Πολίτη, που έχει εντοπίσει παροιμίες και άσματα που αναφέρονται σε Αμαζόνες, (Σαν Αμαζόνα είναι, Σαν Αμαζόναις κρούετε).
«Εύγε σας, ματαεύγε σας,
γυναίκες, άντρες γίνητα,
σαν ανδρειωμένες μάχεσθε,
σαν Αμαζόνες κρούετε»…
Πιθανότατα το όνομά τους διατηρήθηκε από το λαό και με τη σημασία της «Μονοβύζας» και υπάρχουν πολλές παραδόσεις που εμπεριέχουν ίχνη των αρχαίων μυθολογικών παραστάσεων.
Προσθέτει, δε, πως στην Β. Ήπειρο συνυπάρχει το στοιχείο των πλασθέντων μυθευμάτων για την βασίλισσα των Ιλλυριών, Τεύτα.
Έχουμε εδώ λοιπόν την εκδοχή της ταύτισης της Μονοβύζας στην Ήπειρο με την συγκεκριμένη βασίλισσα, η οποία κατέλαβε την πρωτεύουσα των Χαόνων, Φοινίκη, το 231 π.Χ. Αν λάβουμε υπόψη πάντως το μέγεθος τις καταστροφής που θρυλείται, τότε φαίνεται πιο πιθανό το γεγονός που ενέπνευσε τον λαϊκό μύθο να είναι η καταστροφή των 70 πόλεων της Β. Ηπείρου από τον Ρωμαίο στρατηγό Αιμίλιο Παύλο το 167 π.χ. Στις εκδοχές του θρύλου στην Β. Ήπειρο ο όρος Αμαζόνα δεν συναντάται.
Αντίθετα, ωστόσο, στην περίπτωση του Κάστρου της Άκοβας ή Κάστρου της Μονοβύζας στην Αρκαδία, υπάρχει η αναφορά σε Αμαζόνα που φύλασσε το κάστρο και λέγεται πως έριχνε στον ώμο της τον μόνο και μακρύ μαστό της . Μάλιστα, στην περίπτωση αυτή, έχουμε ταύτιση με συγκεκριμένο ιστορικό πρόσωπο. Πρόκειται για την Μαργαρίτα Βιλεαρδουίνου, κυρά της Άκοβας, κόρη του Γουλιέλμου Βιλεαρδουίνου, ηγεμόνα της Αχαΐας κατά τον 13 αιώνα.
Μ’ αυτή την ιδιότητα, της κυράς -βασίλισσας του κάστρου, τη συναντάμε αρκετά συχνά. Στην Παραμυθιά, αναφέρεται πως ζούσε στο παλάτι της στην Γκρίκα. Θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε λοιπόν, πως ενώ ο θρύλος, σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, σχετίζεται με παλιά κάστρα, στο βόρειο τμήμα της Ηπείρου έχει συνδεθεί με μια μεγάλη καταστροφή, που προκλήθηκε από έναν κατακτητή, που ήρθε από κάπου αλλού με στρατό ή με καράβια. Βέβαια τέτοια συμπεράσματα κάθε άλλο παρά ασφαλή θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, αν λάβουμε υπόψη το πώς περιπλέκονται οι διηγήσεις σε διάφορες περιοχές, τα άλματα στο χρόνο και τα τοπικά στοιχεία που προστίθενται στις λαϊκές παραδόσεις.
Ένα κοινό στοιχείο σχεδόν σε όλη την Ήπειρο, ακόμα και στην Β. Ήπειρο, είναι η αναφορά στο γιο της Μονοβύζας, Ίουλο, ο θάνατος του οποίου προκάλεσε την εκδικητική ορμή της μητέρας του. Το όνομα του Ίουλου παραπέμπει κι αυτό στην αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή μυθολογία, όπως και οι λαϊκές δοξασίες που απαντώνται σε πολλά μέρη και κάνουν λόγο για τους Παλιούς Έλληνες ή Ελλένηδες, πελώριους γίγαντες με υπερφυσικές δυνάμεις, στους οποίους αποδίδεται η ανέγερση κάστρων, πύργων κι άλλων κτισμάτων.
Ένας μύθος λέει πως ο ναός της Παναγίας στην Επισκοπή της Δρόπολης της Β. Ηπείρου χτίστηκε με μεγάλες, λευκές πέτρες, τις οποίες μετέφεραν από τον κάμπο της Δρόπολης γιγαντόσωμες γυναίκες με μεγάλα βυζιά, που τα έριχναν πίσω από τις πλάτες για να στηρίξουν τα ασήκωτα μάρμαρα.
«…Το ελληνικό φράγμα της χαράδρας στις Γλώσσες οι χωρικοί το λένε το Πήδημα της Γριάς και πιστεύουν πως μια γριά από τη γενιά των Ελλήνων πηδούσε με μια δρασκελιά τα δεκατέσσερα σκαλοπάτια του…»
Θρύλος της Ακαρνανίας
Τα παραπάνω μας επιτρέπουν να μιλούμε για ένα κοινό υπόβαθρο θρύλων και παραδόσεων σχετικών με αμαζόνες-μονοβύζες και αρχαίους γίγαντες, που επιβίωσαν σε διάφορα μέρη του (άλλοτε ή νυν) ελληνικού κόσμου. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, παρατηρείται το φαινόμενο, ένα ιστορικό ίσως πρόσωπο, μια ισχυρή γυναικεία μορφή, μια ξένη βασίλισσα, μια δυναμική αρχόντισσα ή «κυρά του κάστρου», να προσλαμβάνει στη λαϊκή φαντασία στοιχεία αυτών των θρύλων και παραδόσεων, εμπλουτισμένα από διάφορα κατά τόπους χαρακτηριστικά και απόηχους γεγονότων.
Υπάρχουν αρκετές παραλλαγές του θρύλου της Μονοβύζας. Σε μία απ’ αυτές, στο Δέλβινο της Αλβανίας, αναφέρεται πως ο γιος της ήρθε με τα φουσάτα του (στρατιές) να πατήσει το Δέλβινο και να πάρει τη Φοινίκη που ήταν η πρώτη και μεγαλύτερη πολιτεία της περιοχής. Σκοτώθηκε, όμως, και σαν το έμαθε η μητέρα του λύσσαξε. Αρματώθηκε σαν άντρας, μάζεψε πολλά φουσάτα και κανένας δεν μπόρεσε να τη σταματήσει. Μόνο το μοναστήρι του Αϊ Νικόλα στο Μεσοπόταμο τη σταμάτησε, γιατί λέει, ήταν το μοναστήρι κάστρο δυνατό. Είχε 300 εκλεχτούς καλόγερους και ο καθένας τους είχε από τρεις αρμάτες και τρία άλογα με διαφορετικό χρώμα το καθένα, άσπρο, κόκκινο και μαύρο. Οι καλόγεροι, για να μπορέσουν να την ξεγελάσουν ότι ήταν πολλοί, τριγύριζαν το κάστρο τρεις φορές την ημέρα με διαφορετική αρμάτα και διαφορετικό άλογο. Η Μονοβύζα πράγματι γελάστηκε και αποφάσισε να φύγει. Τότε, ένας δούλος του μοναστηριού που είχε άχτι του Ηγούμενου, πρόδωσε το μυστικό. Έτσι πάρθηκε και το Μοναστήρι του Μεσοποτάμου.
Ένα τετράστιχο που συναντιέται σε κείνα τα μέρη έχει ως εξής:
«Στη Βράνια και στη Ρίπεση / κούκος να μην λαλήσει / σκοτώσανε τον Ίουλο / το γιο της Μονοβύζας».
Τα δυο αυτά χωριά που αναφέρονται στο τετράστιχο κατεδαφίστηκαν από το στρατό του Ίουλου και την ίδια τύχη θα είχαν και τα άλλα χωριά, αν οι κάτοικοι δεν σκαρφίζονταν ένα τέχνασμα. Επειδή αδυνατούσαν να τον αντιμετωπίσουν στο πεδίο της μάχης, αποφάσισαν να του στήσουν παγίδα στη θέση Λακοτσέρα. Στο δάσος της περιοχής οι κάτοικοι διατηρούσαν μελίσσια. Πήραν, λέει, όλα τα μελίσσια τα τοποθέτησαν στη χαράδρα και την ώρα που ο στρατός πλησίασε, οι αγριεμένες μέλισσες του επιτέθηκαν με λύσσα με αποτέλεσμα το στράτευμα να διαλυθεί.
Στη Φοινίκη Ηπείρου μολογάνε ακόμα τούτη την παραλλαγή. Ο βασιλιάς της Φοινίκης αρραβωνιάστηκε μια κοπέλα και καθώς ετοιμαζόταν να παντρευτεί, ήρθαν δυο άνθρωποι και του είπαν ότι η κοπέλα είναι η Μονοβύζα. Ο βασιλιάς χάλασε τον αρραβώνα και ετοιμάστηκε να παντρευτεί μια άλλη. Σαν έμαθε η Μονοβύζα το γεγονός πήγε στη πόλη και έκανε μεγάλο κακό και την κατέστρεψε όλη . Ανέβηκε πάνω τότε στη ράχη και χόρευε και τραγουδούσε :
«Τι να της κάνω της καρδιάς, της παραπονεμένης / βολές με κάνει και γελώ, βολές κι αναστενάζω».
Τέλος μια ακόμα παραλλαγή του μύθου στη Β. Ήπειρο αναφέρει πως «…Η βασίλισσα Μονοβύζα, λεγόταν Βοδίνα. Εκίνησε και ήρθε να πάρει το αίμα του παιδιού της που σκοτώθηκε όταν ήθελε να χαλάσει τον τόπο μας. Αρμάτωσε καράβια δικά της και πήρε και καμπόσα απ’ τους Κορφούς. Έφτασε με μεγάλα φουσάτα στον Αυλώνα και τους Αγίους Σαράντα και κυρίεψε όλο τον τόπο ως τη Βόδριστα και Επισκοπή. Εχάλασε όλες ταις χώρες και τα χωρία και τη μεγαλύτερη χώρα τη Φοινικόπολη που είχε τρακόσιας χιλιάδες ψυχάς και την είχε χτίσει μια βασιλοπούλα από την Ανατολή. Πέρασε από την Λεφτοκαρυά και συνέχισε χαλώντας ως την Μπόδριστα. Εκεί έχτισε έναν πύργο για την νίκη και έβαλε δώδεκα φαμίλιες δικές της να κατοικίσουν και το ονόμασε Βοδίνα. Και σώζεται ακόμα το χωριό της με δώδεκα σπίτια και είναι το χωριό Βοδίνου».
Χρόνια πέρασαν κι όλοι αυτοί οι μύθοι χάθηκαν μέσα στο πέρασμα του πανδαμάτορα χρόνου έτσι θα ‘ταν αδύνατο να αποφανθεί κανείς με σιγουριά για το ιστορικό γεγονός που ενέπνευσε το θρύλο. Ωστόσο, ο απόηχος του, η παρουσία της τρομερής βασίλισσας, είναι ακόμη και σήμερα αισθητή, όταν ακούς από γεροντότερους να λένε για την παλαιότητα ενός συμβάντος πως «είναι από τον καιρό της Μονοβύζας».
«…με βαθειάν ανατριχίλα θυμούνται τ’ όνομα της ακόμα οι γυναίκες. Κι όσες βολές, στη βρύση και στη γειτονιά, στο δάσος και το βουνό, ανάβει το μάλωμα τους, φωνάζει αγριεμένη η μία της άλλης: «Θα με κάνεις, μωρή, να γίνω Μονοβύζα».
Από το βιβλίο του Κώστα Κρυστάλλη «Ηπειρωτικαί αναμνήσεις»
Πηγές
Νικόλαος Πολίτης ,Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του ελληνικού λαού: Παραδόσεις – Μέρος Α΄.
– Παροιμίαι , Τόμος Β΄
Ι.Θ. Κακριδής ,Οι αρχαίοι Έλληνες στη νεοελληνική λαϊκή παράδοση, Εκδ. ΜΙΕΤ, 1997
Μαυροειδή - Παπαδάκη Σοφία, Ιστορίες από το Βυζάντιο, Εκδ. Πατάκης, 2010
Joseph King, Δράκοντες και άλλα μυθικά τέρατα, Εκδ. Κοχλίας, 2003
Φίλιππος Μανδηλαράς, Τα ξωτικά, Εκδ. Φυτράκης, 2004
Κώστας Κρυστάλλης, Ηπειρωτικαί αναμνήσεις, Εκδ. Πελεκάνος , 2009
https://www.el.gr/paraxena/nefelim/gigantes-sthn-ellhnikh-paradosh/
https://www.kastra.eu/castlegr.php?kastro=acova
http://vizantinaistorika.blogspot.com/2014/04/blog-post_2257.html
http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/AR/ar.ag/Exekias.2.htm
https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=69738.0?topic=69738.0