Δράκοι στη Λογοτεχνία του Φανταστικού
Οι δράκοι –κακά τα ψέματα- είναι ένα τεράστιο θέμα, το οποίο δεν εξαντλείται ούτε σε εγκυκλοπαίδεια. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό και ταυτόχρονα παράξενο, πώς πολιτισμοί, που δεν έχουν κατά τα άλλα κανένα κοινό μεταξύ τους, βρίσκουν κοινή συνισταμένη στην ύπαρξη των δράκων, και λίγο-πολύ συμφωνούν στην περιγραφή τους: ένα ερπετοειδές, με όλα τα χαρακτηριστικά του ερπετοειδούς (φολίδες αντί για δέρμα, κίτρινα μάτια, μυτερά δόντια, κοφτερά νύχια, μακριά ουρά) το οποίο συνήθως ήταν ιπτάμενο. Διαφορές υπάρχουν στις περιγραφές: κάποιοι δράκοι στέκονται στα δύο πόδια, κάποιοι στα τέσσερα, κάποιοι διαθέτουν φτερά, κάποιοι όχι, κάποιοι πετάνε φωτιά από στόμα τους, κάποιοι όχι. Όμως η ιδέα του «ιπτάμενου ερπετού» είναι πάντοτε εκεί, σταθερή.
Το όνομα «δράκος» είναι καθαρά ελληνικό, το οποίο όμως χρησιμοποιείται περισσότερο για να δηλώσει γενικότερα τα ερπετά ή πιο συγκεκριμένα τα φίδια, όπως για παράδειγμα στην Ιλιάδα. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν αναφορές για «δρακοειδή» πλάσματα, πολύ πριν τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Ο Apep στην Αιγυπτιακή μυθολογία, ο Λεβιάθαν στην εβραϊκή και φυσικά η Tiamat στην Ασσυρο-βαβυλωνιακή, είναι πλάσματα τα οποία εκ των υστέρων μπορούμε να τα εντάξουμε στην κατηγορία «δράκοι». Και η ελληνική μυθολογία έχει αρκετές αναφορές σε «δρακοειδή» πλάσματα, με τα πιο σημαντικά να είναι η Λερναία Ύδρα (που έχει κάποια χαρακτηριστικά), ο Τυφώνας και φυσικά ο Πύθων, ένα δρακοειδές ερπετό, το οποίο σκότωσε ο Απόλλων στους Δελφούς.
Αυτό που έχει περάσει στην λογοτεχνία του φανταστικού και στο gaming ως «δράκος», βασίζεται κυρίως σε αυτό που αποκαλούμε «Ουαλικός Δράκος» ή αλλιώς Y Ddraig Goch (ο κόκκινος δράκος). Ο ουαλικός δράκος είναι ο γνωστός κόκκινος δράκος που εμφανίζεται στην σημαία της Ουαλίας. Περιγραφικά είναι ο γνωστός δράκος με τα τέσσερα πόδια, την τεράστια μυτερή ουρά και τα φτερά, σχεδόν όπως ο δράκος του Αγίου Γεωργίου. Ο δράκος αυτός εμφανίζεται στα ουαλικά κείμενα, τα οποία έχουμε συζητήσει πολλές φορές, όπως το Mabinogion ή την Hisoria Regum Britanniae του Geoffrey Monmouth και συνήθως συμβολίζει (ή συνδέεται με άλλους τρόπους) τον βασιλιά Αρθούρο. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε πως ο Αρθούρος, όπως και ο πατέρας του, ο Uther ονομάζονται Pendragon, εκ του Pen=κεφάλι και dragon=δράκος. Αν σε αυτά προσθέσετε και τον δράκο που συναντήσαμε στον Beowulf, τότε θα καταλάβετε πόσο σημαντική είναι η χρήση του δράκου στις αγγλοσαξονικές και κελτικές παραδόσεις.
Στην λογοτεχνία η έννοια του δράκου έμεινε ανεκμετάλλευτη, μέχρι τουλάχιστον την «αναγέννηση», τρόπον τινά, της λογοτεχνίας του φανταστικού, από τον Lewis Carroll. Το Jabberwocky, στα βιβλία του Lewis Carroll, είναι από τις πρώτες απεικονίσεις δράκων στην σύγχρονη λογοτεχνία. Σε αυτό το ποίημα, το οποίο είναι ενταγμένο στο Through the Looking Glass, βλέπουμε την ιστορία ώστε να σκοτωθεί το φριχτό τέρας Jabberwocky. Το ποίημα είναι γραμμένο σε μια «ακαταλαβίστικη γλώσσα», η οποία συνάδει με την όλη σουρεαλιστική κατάσταση που ξεδιπλώνεται στα βιβλία (π.χ εμφανίζεται η λέξη frabjous που σημαίνει εκπληκτικός-χαρούμενος). Παρόλο που το Jabberwocky έχει σημαντικό ρόλο στα βιβλία, εντούτοις ο Carroll επέλεξε να εστιάσει αλλού την προσοχή του και όχι στην ίδια την έννοια του δράκου.
Αυτός που όντως έφερε τον «δράκο» στον εικοστό αιώνα, και του προσέδωσε βάθος και οργανική σημασία είναι φυσικά ο Tolkien. Παρόλο που η πρώτη εμφάνιση δράκου στο έργο του ήρθε αρκετά νωρίς, ήδη με το Hobbit, ο Smaug (ή Νοσφιστής στα ελληνικά) είναι ένας πολύ generic δράκος που τον ενδιαφέρει μόνο να σκοτώνει και να μαζεύει πλούτη, όπως άλλωστε τους περισσότερους δράκους. Στον Άρχοντα των Δακτυλιδιών μείναμε μόνο σε αναφορές σε δράκους, όμως το Silmarillion μας αντάμειψε και με το παραπάνω: με το μεγαθήριο που ακούει στο όνομα Ancalagon the Black να είναι κυριολεκτικά ο μεγαλύτερος και τρομερότερος δράκος, περισσότερο «δεθήκαμε» με τον μη φτερωτό δράκο, τον Glaurung. Ο λόγος είναι φυσικά γιατί είναι ο κύριος ανταγωνιστής στην ιστορία του Turin και της Nienor, μια από τις τραγικότερες (αν όχι η τραγικότερη) ιστορία στο σύμπαν της Μέσης-Γης. Πέρα από την συμμετοχή του στην καταστροφή της Nargothrond, ο Glaurung μάγεψε την Nienor κάνοντας να χάσει την μνήμη της και να αγαπήσει σαν άντρα τον αδερφό της, τον Turin. Ο Turin σκοτώνει τελικά τον Glaurung, ο οποίος δίνει πίσω τις μνήμες στην κοπέλα, αναγκάζοντάς την να αντιληφθεί τι είχε κάνει. Απελπισμένη, η Nienor πέφτει στο ποτάμι και ο Turin αυτοκτονεί πάνω στο σπαθί του.
Προσπερνώντας τον Eustace στην σειρά των βιβλίων της Narnia, φτάνουμε σε ένα ακόμη έπος για δράκους, τα βιβλία της Earthsea της προσφάτως εκλιπούσης Ursula Le Guin. Η Le Guin έχει εκμεταλλευτεί όλα τα στερεότυπα για τους δράκους που θα δούμε και στον επίλογο: από την μια τους παρουσιάζει ως κακούς, εμμονικούς με τα πλούτη, όπως τον Smaug. Από την άλλη τους παρουσιάζει ευγενείς και ευφυείς, με μαγεία και εκλεκτή καταγωγή. Σημαντικοί δράκοι είναι ο Kalessin, ο οποίος ταυτίζεται με τον Segoy, την θεότητα που δημιούργησε την Earthsea και ο Yevaud που είναι από τους χαρακτήρες του A Wizard of Earthsea.
Αν και πολλά βιβλία έχουν εντάξει δράκους στην αφήγησή τους ή στον γενικότερο κόσμο τους, όπως για παράδειγμα στην σειρά του Harry Potter της J.K. Rowling, όπου δράκοι υπάρχουν ως μυθικά πλάσματα, αλλά αποτελούν αδιάφορο χαρακτηριστικό της σειράς, εντούτοις υπάρχουν δύο σειρές βιβλίων που δικαιώνουν με το παραπάνω την επικότητα των συγκεκριμένων πλασμάτων. Φυσικά μιλάω για την τετραλογία της «Κληρονομιάς», που είναι πιο γνωστή με το όνομα του πρωταγωνιστή της Eragon και φυσικά την σειρά φαντασίας του G.R.R Martin, A Song of Ice and Fire ή αν προτιμάτε την ονομασία της τηλεοπτικής σειράς, Game of Thrones.
Κατά γενική ομολογία η ταινία με τον Jeremy Irons και την Rachel Weisz δεν δικαίωσε τα μυθιστορήματα, όμως τα βιβλία για τον Eragon και τον δράκο του, την Sapphira, έχουν εδραιωθεί στο pop culture του καιρού μας. Η έμπνευση του Paolini βασίστηκε σε ό,τι έχουμε αναφέρει ως τώρα, αλλά πρόσθεσε αρκετά στοιχεία στην έννοια του δράκου. Στο σύμπαν του Paolini υπάρχουν και οι δρακοκαβαλάρηδες, που «ιππεύουν» τους δράκους και αναπτύσσουν μαζί τους ένα ιδιαίτερο δεσμό, ο οποίος βέβαια επεκτείνεται στην άσκηση της μαγείας, μέσω των ειδικών λέξεων. Στο Eragon είναι ίσως μια από τις λίγες περιπτώσεις, όπου ο δράκος είναι κάτι εγγενώς καλό και γλυκό, αλλά και σοφό και έξυπνο, και γενικότερα δεν μαζεύει ούτε πλούτη και χρυσό, ούτε ξεκληρίζει χωριά για πλάκα ή για τροφή.
Φυσικά οι δρακοκαβαλάρηδες του Paolini έρχονται, ίσως όχι τελευταίοι, αλλά σίγουρα καταΐδρωμένοι, αφού η ιδέα εμφανίζεται ήδη στο Dragonflight της Anne McCaffrey to 1967 και γενικότερα στο Dragonriders of Pern. Σήμερα θεωρούνται η πρώτη χαρακτηριστική έκφανση του μοτίβου, αλλά όχι απαραίτητα η πρώτη φορά που συγγραφέας επιχείρησε κάτι τέτοιο. Τη δεκαετία του ’80 το μοτίβο του δρακοκαβαλάρη αποκρυσταλλώθηκε στις νουβέλες και τις περιπέτειες RPG του Dragonlance.
Κι αν στο σύμπαν της «Κληρονομιάς», οι δράκοι είναι καλοί σαν αρκουδάκια της αγάπης, στο ρεαλιστικό κόσμο του Westeros οι δράκοι είναι ούτε λίγο ούτε πολύ φονικές μηχανές, ικανές να καταστρέψουν βασίλεια ή να γεννήσουν μια ολόκληρη δυναστεία απόλυτων μοναρχών. Όλοι ξέρουμε τους τρεις δράκους της Daenerys (έναν εκ τους οποίους τον κλαίμε) αλλά προσωπικά θέλω να σταθώ στο real deal του βιβλίου, δηλαδή τους αρχικούς τρεις δράκους των Targaryen, τον Balerion, τον Meraxes και τον Vhagar. Με τις ονομασίες τους να προέρχονται από τους θεούς των αρχαίων Valyrian, ήταν ο φόβος και ο τρόμος στα επτά βασίλεια, με τον Balerion να έχει δόντια μεγάλα σαν σπαθιά, να μπορεί να καταβροχθίσει ένα βόδι ολόκληρο και να σκεπάσει μια ολόκληρη πόλη στην σκιά των φτερών του. Είναι πολλές οι φορές που οι δράκοι ξελάσπωσαν τους Targaryen, αλλά μπορούμε να σπάσουμε αυτές τις φορές σε τρία παραδείγματα: το Harrenhall, όπου 3 δράκοι κατέστρεψαν ένα κάστρο που θα μπορούσε να απωθήσει ένα εκατομμύριο πολεμιστές, το Field of Fire, στο οποίο μπορείτε να μαντέψετε τι έγινε, και φυσικά η περίπτωση του Torrhen Stark, του βασιλιά που γονάτισε πριν καν δώσει μάχη απέναντι στους Targaryen, για προφανείς λόγους. Οφείλω να ομολογήσω πως αν κι άλλοι είχαν την σοφία του Torrhen, τα πράγματα θα ήταν εντελώς διαφορετικά στο Westeros.
Οι δράκοι αποτελούν επίσης ένα οργανικό κομμάτι του κόσμου των Elderlings της Robin Hobb, αποτελώντας κατά κάποιο τρόπο τη μνήμη του. Ωστόσο, ο ρόλος τους αποκαλύπτεται μόνο στις παρυφές ή στο τέλος κάθε ιστορίας ή τριλογίας. Ειδική μνεία αξίζει η τετραλογία The Rain Wild Chronicles , η οποία ανήκει στις σπάνιες περιπτώσεις όπου αποτυπώνεται και η πλευρά των δράκων στην ιστορία. Ένα από τα κύρια σημεία των χρονικών είναι η αποστολή της πρωταγωνίστριας και του δράκου της να βρουν την πόλη των δράκων Kelsingra και να επαναφέρουν κατά κάποιον τρόπο τους δράκους στο αρχικό του μεγαλείο. Παρόλο που δεν έχω εντρυφήσει στα βιβλία της Hobb, στη συγκεκριμένη σειρά οι δράκοι δεν έχουν να κάνουν με το μεγαλείο. Εν προκειμένω είναι αδύναμοι, παραμορφωμένοι, μια σκιά του ενδόξου παρελθόντος τους, το οποίο βρίσκω και αρκετά ενδιαφέρον, ως μοτίβο. Η εικόνα του «αβοήθητου δράκου» που χρειάζεται την ανθρώπινη ελεημοσύνη προσθέτει στο lore και χαράζει επιπλέον δρόμους στην αφήγηση.
Την σκυτάλη στην απεικόνιση των δράκων λαμβάνει το gaming, το οποίο ως μεταγενέστερη επινόηση από τον γραπτό λόγο βασίστηκε πολύ στην γραπτή παράδοση, τόσο μυθολογική όσο και λογοτεχνική. Κύριο λόγο στην απεικόνισή τους έχουν φυσικά τα μεσαιωνικά παιχνίδια ρόλων, όμως πιστέψτε με οι δράκοι έχουν εισχωρήσει σχεδόν παντού, όπως για παράδειγμα ο κινέζικος δράκος στον οποίο μεταμορφώνεται ο Liu Kang στο Mortal Kombat ή το plush cute toy που είναι ο Spyro στην ομώνυμη σειρά παιχνιδιών.
Όσον αφορά ειδικά τα role-playing games, θα έλεγα πως ναι, μεν η λίστα είναι πολύ μεγάλη όσον αφορά τις εμφανίσεις των δράκων, όμως ό,τι κερδίζει από έκταση χάνει από βάθος. Στο Dragon Age για παράδειγμα θα περίμενε κανείς οι δράκοι να έχουν μια πιο ενεργή συμμετοχή στην πλοκή, όμως τελικά καταλήγουν να μένουν είτε στο φόντο είτε να μετατρέπονται σε bosses για μάχη. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στο Fable ή το Divinity και γενικά η λειτουργία τους στο gaming είναι απλά «bosses για xp» ή βαριά βαριά να γίνουν companion. Οι δύο περιπτώσεις που πιστεύω πως πρέπει να μνημονευθούν για τους δράκους, γιατί προσθέτουν στον μύθο και εμπλουτίζουν τις λειτουργίες της έννοιας (κατά την γνώμη εμπλουτίζουν γενικότερα το genre του fantasy) είναι δύο: το Warcraft και το Elder Scrolls.
Όπως έγραψα και στο άρθρο για τους dragonkin, το Warcraft ξεκίνησε λίγο μουδιασμένα σχετικά με τους δράκους του Grim Batol, αλλά στην συνέχεια προσέθεσε στον μύθο τους. Εμφανίζοντας τους πέντε dragon aspects με μαγεία που πηγάζει από τους δημιουργούς του Azeroth, οι δράκοι στο Warcraft είναι κυριολεκτικά ενσαρκώσεις εννοιών: Η Alexstrasza είναι ο «δράκος της ζωής», η Ysera ελέγχει την διάσταση του Emerald Dream, ο Malygos είναι ο «δράκος της μαγείας», ο Nozdormu είναι υπεύθυνος για τον χρόνο και την ροή του και φυσικά ο Neltharion που ξεκίνησε ως «φύλακας της γης» για να καταλήξει ως ενσάρκωση του θανάτου και της καταστροφής ως Deathwing. Και δεν σταματάει εκεί. Στους αρχικούς δράκους, το συνεχώς επεκτεινόμενο σύμπαν του Warcraft έχει προσθέσει τις ιστορίες του Kalecgos και της Taerecgosa, το comic relief της Chromie και φυσικά έναν πολύ μυστήριο χαρακτήρα στον μαύρο δράκο Wrathion.
Στο Elder Scrolls, από την άλλη, οι δράκοι εμφανίζονται πολύ αργά, μόλις στο πέμπτο παιχνίδι, αν και ως μέρος της ιστορίας και παράδοσης υπάρχουν από καταβολές του παιχνιδιού. Όμως μόνο στο Skyrim η αφήγηση έριξε το βάρος στους δράκους με τον dragonborn/dovahkiin να σκοτώνει όλους τους δράκους, να ρουφάει τις ψυχές τους και να δυναμώνει μέχρι να αντιμετωπίσει τον τελικό εχθρό, τον Alduin, ο οποίος έχει σκοπό να καταστρέψει όλο τον κόσμο. Οι δράκοι δεν εκτελούν κάποιο ρόλο εκτός από το να αποτελούν αναλώσιμο υλικό για τον πρωταγωνιστή, όμως η ιστορία τους είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Με τους ανθρώπους να είναι αρχικά δούλοι στους δράκους, κάποιοι δράκοι (όπως ο καλός σύμβουλος Paarthurnax) δίδαξαν στους ανθρώπους τις λέξεις, οι οποίες «ενσάρκωναν» τρόπον τινά τα ίδια τα αντικείμενα. Στο τέλος –όπως θα περίμενε κανείς- οι άνθρωποι επαναστατούν και η ιδιότητα της «φωνής» μένει μόνο σε μια χούφτα ανθρώπους. Ο συνδυασμός μαγείας και δράκων είναι αρκετά πρωτότυπη στο Skyrim, καθώς παντρεύονται αρμονικά η βίαιη φύση των δράκων με την σοφία και την ευφυΐα.
Είχα γράψει στο άρθρο με τους dragonkin πως οι «δράκοι» και τα παρακλάδια τους έχουν δύο βασικές λειτουργίες, τόσο στη λογοτεχνία όσο και στο gaming: πρώτον, χρησιμοποιούνται ως αντίπαλοι του πρωταγωνιστή, ως εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσει, ως xp που πρέπει να πάρει ώστε να δυναμώσει και να αποδείξει την αξία του. Κακά τα ψέματα, από γενέσεως της ιδέας, οι δράκοι έχουν ταυτιστεί με την έννοια του εχθρού, του κακού, του τέρατος που πετάει και καταστρέφει χωριά και πόλεις με μεγάλη ευκολία. Από την άλλη οι δράκοι (ειδικά σε πιο σύγχρονες εποχές) έχουν ταυτιστεί με την ξεχωριστή ιδιότητα κάποιων ανθρώπων, συνδέθηκαν με την μαγεία και την σοφία, έχουν αποκτήσει κι άλλα χαρακτηριστικά. Οι δράκοι πλέον δίνουν το δικαίωμα στον ήρωα που τους πολέμησε ή ακόμη που κατάγεται από αυτούς, να διεκδικεί το θρόνο ή κάποια άλλη θέση στο σύμπαν του βιβλίου. Ο Uther που επονομάστηκε Pendragon, η Daenerys Targaryen ή ακόμη και ο Eragon είναι τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της λειτουργίας.
Σε αυτά τα δύο θα προσθέσω ένα τρίτο, το οποίο αγκαλιάζει τα άλλα δύο, αλλά προσθέτει μια διαφορετική οπτική στην έννοια του δράκου: tο μεγαλείο. Όταν σκεφτόμαστε τους δράκους, δεν τους σκεφτόμαστε όπως π.χ ένα απλό τέρας όπως έναν τεράστιο λύκο ή μια αρκούδα που μαστίζει ένα χωριό και ο ήρωας καλείται να το σκοτώσει για να δείξει την ικανότητα του. Δεν μιλάμε για ένα τέρας που απλά θα σκάσει μύτη, θα πάρει τρία-τέσσερα κεφάλια και τέλος. Μιλάμε για όντα που μπορούν να πετάξουν για μίλια, απλά να κατεβούν και να μοιράσουν φωτιά και όλεθρο σε πόλεις ολόκληρες. Οι περιγραφές που δίνει ο Martin για την καταστροφή του Harrenhall και για το Field of Fire, δείχνουν ακριβώς αυτό: μπροστά σε ένα δράκο που πετάει και φτύνει φωτιές ο κάθε ένας έχει μόνο δύο επιλογές, είτε να γονατίσει μπροστά του σε υποταγή, είτε να πεθάνει.
Και εν κατακλείδι, ίσως για αυτό οι δράκοι να είναι τόσο διαδεδομένοι στην ανθρώπινη συνείδηση, ακόμη και σε κουλτούρες που απέχουν έτη φωτός μεταξύ τους. Γιατί τελικά, οι δράκοι έχουν την ίδια λειτουργία με την ίδια τη λογοτεχνία. Κάνουν τους ανθρώπους να ονειρεύονται, να υπερβαίνουν την πραγματικότητά τους, να βλέπουν τον κόσμο όχι απλά όπως είναι, αλλά όπως δεν θα μπορούσε να είναι ποτέ. Η λογοτεχνία του φανταστικού (και σε αυτήν προσθέτω και το gaming) κάνει τους ανθρώπους να ονειρεύονται, να μαγεύονται, να θαυμάζουν και να απορούν, δίνοντας ομορφιά στην πεζή κατά τα άλλα καθημερινότητά μας. Και δεν υπάρχει καλύτερο σύμβολο για αυτό το θαυμασμό, για αυτό το δέος, από ένα δράκο. Γιατί όπως πολύ ωραία έγραψε ο Chesterton: «The baby has known the dragon intimately ever since he had an imagination. What the fairy tale provides for him is a St. George to kill the dragon».
Πηγές
Geoffrey of Monmouth, Historia Regum Britanniae (trans. Neil Wright), U.K, Boydell Press, 2007
G.R.R Martin, A Game of Thrones, London, Harper Voyager, 2011
Caroll, Lewis, Through the Looking-Glass, and What Alice Found There, U.K, Macmillan, 1872.
Tolkien, J.R.R, Το Χόμπιτ, μτφ. Γαβριηλίδη Α & Δεληγιάννη Χ., Αθήνα, Κέδρος, 2012.
Tolkien, J.R.R, Silmarillion, U.K, Allen & Unwin, 1977.
Le Guin, Ursula K, A Wizard of Earthsea, U.S.A, Parnassus Press, 1968.
Paolini, Christopher, Eragon, U.S.A, Alfred Knopf, 2003.
Bane, Theresa (2016), Encyclopedia of Beasts and Monsters in Myth, Legend, and Folklore, Jefferson, North Carolina: MacFarland & Company, Inc
Charlesworth, James H. (2010), The Good and Evil Serpent: How a Universal Symbol Became Christianized, New Haven, Connecticut: Yale University Press
Guest Post
Ο Ανδρέας Αντωνίου γεννήθηκε στις 12/01/1988 στη Θεσσαλονίκη και διαμένει στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα είναι η Μεταφυσική, η Αισθητική και η Φιλοσοφία της Τέχνης. Έχει εκδόσει τρεις ποιητικές συλλογές και ένα μυθιστόρημα: «Το Φως και το Σκοτάδι» (Ποίηση, Nova-Atlantis, 2010), «Ο Ποιητής και το Φεγγάρι» (Ποίηση, I-Write, 2012), «Τα Μάτια της Aelun (Ποίηση, Οδός Πανός, 2016) και «Το Παρελθόν Ενός Συγγραφέα» (Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Πηγή, 2016). Έχει βραβευθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς κι έχει δημοσιεύσει ποιήματά του σε έγκριτα λογοτεχνικά περιοδικά.