Μενέλαος και Ωραία Ελένη - Μια συναρπαστική ιστορία αγάπης και πολέμου

Art by Petar Meseldzija

Art by Petar Meseldzija

Όλοι ξέρουμε τον μύθο της Ωραίας Ελένης. Είναι από τις ιστορίες αυτές που μαθαίνουμε ήδη από πολύ νωρίς, μαθαίνοντας για τους θεούς και τους ήρωες της Αρχαίας Ελλάδας καθώς και τα δυο μεγάλα έπη του Ομήρου, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Και αν το δεύτερο από αυτά τα έπη επικεντρώνεται στις περιπέτειες του πολυμήχανου Οδυσσέα που αγωνίζεται να επιστρέψει στην Ιθάκη, το πρώτο έχει να κάνει με τον τελευταίο χρόνο του Τρωικού Πολέμου, εκεί όπου χιλιάδες άντρες οδηγήθηκαν στη μάχη και στον θάνατο για την Ελένη. Την Ελένη που αποφάσισε να κλεφτεί με τον Πάρη, τον πρίγκηπα της Τροίας εγκαταλείποντας τον σύζυγο της και βασιλιά της Σπάρτης, Μενέλαο.

Αυτά και μόνο είναι αρκετά για να σκιαγραφήσουμε τους τρεις χαρακτήρες. Σκεφτόμαστε την Ελένη ως άτιμη και άπιστη, τον Πάρη ως σωτήρα μιας καταπιεσμένης συζύγου και τον απατημένο Μενέλαο ως άξεστο και άπληστο άρχοντα όπως τείνουν να τον παρουσιάζουν στις ταινίες των τελευταίων χρόνων καθώς επίσης και σε μερικές αποδόσεις για παιδιά όπου προσπαθούν εν συντομία να πουν την ιστορία σε λίγες γραμμές.

Κι όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν μεγάλο και παρεξηγημένο έρωτα. Όχι της Ελένης και του Πάρη. Της Ελένης και του Μενέλαου.

Ας τα πάρουμε από την αρχή.

Ο Μενέλαος ήταν ο μικρός γιος του βασιλιά των Μυκηνών Ατρέα. Ο Όμηρος τον ονομάζει “ξανθό” και “ωραίο”, πράγμα που σήμαινε ότι παρόλο που είχε εντελώς θνητή καταγωγή, διέθετε κάτι το θεϊκό στην όψη. Ήταν επίσης δίκαιος, τίμιος, ευγενικός και καλός φίλος. Αυτά μπορούμε να τα επιβεβαιώσουμε διαβάζοντας την Ιλιάδα και ειδικά το περιστατικό με την μάχη για το πτώμα του Πάτροκλου που οι Τρώες ήθελαν να βεβηλώσουν. Γενικά υπήρχε κάτι το “ιπποτικό” στο χαρακτήρα του Μενέλαου και το γεγονός και μόνο ότι κίνησε γη και ουρανό για να κερδίσει πίσω την αγαπημένη του και όχι για να την εκδικηθεί, μας λέει επίσης πολλά.

Ας πάμε πάλι πίσω στα παιδικά του χρόνια. Μπορεί μεν ο Μενέλαος να ήταν πρίγκιπας των Μυκηνών, είχε όμως την ατυχία να δει τον πατέρα του να δολοφονείται από τον θείο του, τον Θυέστη, τον αδελφό του Ατρέα που ήθελε να γίνει βασιλιάς. Ο Θυέστης στη συνέχεια κυνήγησε τον Μενέλαο και τον Αγαμέμνονα για να τους σκοτώσει και αυτούς ώστε να μην υπάρχουν δικαιωματικοί διάδοχοι του θρόνου. Έτσι οι δυο νεαροί Ατρείδες έφυγαν μακριά από τις Μυκήνες και βρήκαν καταφύγιο στη Σπάρτη, εκεί όπου βασίλευε ο Τυνδάρεως, ο πατέρας της Ωραίας Ελένης και της Κλυταιμνήστρας. Εκεί έζησαν ο Αγαμέμνονας και ο Μενέλαος προσφέροντας τις υπηρεσίες τους μέχρι να ενηλικιωθούν και να εκδικηθούν το θάνατο του πατέρα τους.

Image from Wikipedia

Image from Wikipedia

Εδώ, λοιπόν, μπαίνει στην ιστορία η Ελένη, προικισμένη που ήταν με θεϊκή ομορφιά. Το δώρο αυτό όμως την έβαζε συνεχώς σε μπελάδες. Κοριτσάκι ήταν την είδε ο Θησέας, ο γνωστός ήρωας, και μπήκε στον πειρασμό να την απαγάγει, πράγμα που και έκανε, προκαλώντας έτσι την οργή των αδελφών της, του Κάστορα και του Πολυδεύκη, οι οποίοι για να σώσουν την αδελφή τους κατέστρεψαν την Αθήνα, το βασίλειο του Θησέα (μύθος που μας θυμίζει την μετέπειτα χρόνια έχθρα μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιατών). Αυτό βέβαια είναι το τίμημα του να είσαι ημίθεος, πόσο μάλλον παιδί του Δία. Διότι η ομορφιά της Ελένης δεν ήταν τυχαία. Στην πραγματικότητα η μητέρα της, η Λύδα δεν την έκανε με τον Τυνδάρεω αλλά με τον Δία ο οποίος είχε πάρει τη μορφή ενός λευκού κύκνου, γεννώντας έτσι δύο αυγά μέσα από τα οποία βγήκαν ο παντοδύναμος Πολυδεύκης και η πανέμορφη Ελένη.

Αφού οι Διόσκουροι κατάφεραν να την βρουν και την σώσουν, η Ελένη επέστρεψε στη Σπάρτη μεγαλώνοντας μαζί με τα αδέλφια της και τους Ατρείδες, τον Αγαμέμνονα και τον Μενέλαο. Και κάπου εκεί ένας έρωτας άρχισε να γεννιέται μεταξύ της Ελένης και του Μενέλαου που εκείνον τον καιρό φύλαγε τα κοπάδια του Τυνδάρεου.

Μεγάλωσαν οι Ατρείδες και ήρθε η ώρα να εκδικηθούν το θάνατο του πατέρα τους. Επέστρεψαν στις Μυκήνες και βοήθεια από τη Σπάρτη και σκότωσαν τον Θυέστη. Έτσι ο Αγαμέμνονας, ως μεγάλος γιος, έγινε ο βασιλιάς των Μυκηνών και ζήτησε για γυναίκα του την Κλυταιμνήστρα, την αδελφή της Ελένης. Όσο για τον Μενέλαο, επέστρεψε στη Σπάρτη κοντά στην αγαπημένη του Ελένη, γνωρίζοντας πως σε λίγο καιρό θα την έχανε για πάντα. Γιατί η Ελένη έφτασε σε ηλικία γάμου και δεκάδες βασιλιάδες και πρίγκιπες ήρθαν να τη ζητήσουν.

Σχεδόν όλοι όσοι πήραν μέρος αργότερα στον Τρωικό Πόλεμο ως αρχηγοί, επισκέφτηκαν το παλάτι του Τυνδάερου με όνειρο να κάνουν δική τους την Ελένη. Ανάμεσα τους ο Αχιλλέας, ο Αίαντας, ο Διομύδης και ο Οδυσσέας. Όλοι τους έπρεπε να περάσουν αθλητικές δοκιμασίες και όποιος έβγαινε πρωταθλητής θα έκανε την Ελένη γυναίκα του. Όμως ήταν δύσκολο να στεφθεί ο νικητής ανάμεσα σε τόσους ήρωες, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να τραβηχτούν όπλα και να ξεσπάσει τρομερός καβγάς.

Τη λύση την έδωσε ο Οδυσσέας. Και ποια λύση ήταν αυτή. Να άφηναν την ίδια την Ελένη να διαλέξει τον άντρα που ήθελε για σύντροφο της.

Έτσι κι έγινε. Η Ελένη αφέθηκε μέσα στα βασιλόπουλα να επιλέξει. Όμως αυτός που επέλεξε δεν ήταν βασιλιάς. Ήταν ο Μενέλαος. Ο παιδικός της φίλος, ο εκλεκτός της καρδιάς της.

Helen Recognising Telemachus, Son of Odysseus - Jean-Jacques Lagrenée (1739–1821) - PD-art-100

Helen Recognising Telemachus, Son of Odysseus - Jean-Jacques Lagrenée (1739–1821) - PD-art-100

Κι έτσι το ζευγάρι παντρεύτηκε και έζησε ευτυχισμένο. Αργότερα απέκτησαν ένα κοριτσάκι, την Ερμιόνη. Και όταν ο Τυνδάρεως πέθανε από γηρατειά, τη θέση του πήρε ο Μενέλαος και έγινε βασιλιάς της Σπάρτης.

Την ευτυχία τους όμως ήρθε να ταράξει ο μικρός γιος του Πρίαμου, ο Πάρης. Αυτός ήρθε ως φιλοξενούμενος του Μενέλαου με τον οποίο είχαν γίνει φίλοι πριν από λίγο καιρό στην Τροία, όταν ο πρώτος έσωσε τη ζωή του δεύτερου από ένα αγριογούρουνο. Ο Πάρης όμως είχε άλλα σχέδια καταφθάνοντας στην Σπάρτη. Είχε έρθει για να πάρει το δώρο που του είχε τάξει η θεά Αφροδίτη σε αντάλλαγμα του Μήλου της Έριδος που της χάρισε ως ομορφότερη από τις τρεις θεές που τον είχαν θέσει για κριτή.

Και το δώρο αυτό δεν ήταν άλλο από την ίδια την Ελένη.

Η Ελένη, από τη μεριά της δεν ήθελε να αφήσει ούτε τον άντρα της ούτε και το παιδί της. Οι αναμνήσεις από την απαγωγή του Θησέα και την καταστροφή της Αθήνας της είχαν αφήσει σημάδια. Δεν ήθελε να ξαναπεράσει τα ίδια και χειρότερα για χάρη του νεαρού Τρώα. Όμως αναγκάστηκε να υποκύψει στο όνομα της θεάς. Κι έτσι, μια νύχτα που ο Μενέλαος έλειπε στην Κρήτη για να βρεθεί αναγκαστικά στο πλάι του φίλου του, του Ιδομενέα, έφυγε με τον Πάρη.

Κατά μία έννοια υπήρξε απαγωγή. Δεν έφυγαν οι δυο τους αφού ο Πάρης έκλεψε μαζί με την Ελένη και τους θησαυρούς του Μενέλαου, μαζί και κάποιες γυναίκες του παλατιού. Ο φίλος του ο Αινείας προσπάθησε να τον συνετίσει μα ο Πάρης ήταν αρκετά άπληστος για να σταματήσει. Και μόνο που είχε σβήσει από μέσα του την αγαπημένη του Οινώνη, μια νύμφη με την οποία ήταν παντρεμένος, αυτό αρκούσε 

για να φανερώσει την αλαζονεία του.

Τα νέα έφτασαν στον Μενέλαο ο οποίος πληγωμένος τόσο από την γυναίκα του όσο και από την ασυγχώρητη συμπεριφορά του φιλοξενούμενου του, ταξίδεψε ως την Τροία για να λύσει το θέμα ειρηνικά. Οι Τρώες όμως δεν τον δέχτηκαν κι έτσι ο Μενέλαος γύρισε στην Σπάρτη ταπεινωμένος. Ο αδελφός του, ο Αγαμέμνονας, ο οποίος εδώ και καιρό έκανε βλέψεις να κατακτήσει την Τροία, βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε. Θα καλούσε όλους τους βασιλιάδες της Ελλάδας να πολεμήσουν στο πλευρό των Ατρειδών όπως είχαν ορκιστεί να κάνουν την μέρα που η Ελένη διάλεξε τον Μενέλαο για σύζυγο της.

 Η συνέχεια είναι σε όλους μας γνωστή. Δεκάδες στρατοί συγκεντρώθηκαν στην Αυλίδα για να σαλπάρουν μέχρι την Τροία και να πολεμήσουν για χάρη της Ελένης και του Μενέλαου. Δέκα ολόκληρα χρόνια κράτησε ο πόλεμος και χιλιάδες Έλληνες και Τρώες έχασαν την ζωή τους, ανάμεσα τους μεγάλοι ήρωες όπως ο Αχιλλέας και ο Έκτορας. Σκοτώθηκε και ο Πάρης από τον Φιλοκτήτη κι έτσι ο Μενέλαος έχασε την ευκαιρία του να τον εκδικηθεί. Ο Διήφοβος, αδελφός του Πάρη, βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε. Να κάνει δική του την Ελένη με αποτέλεσμα να νιώσει την οργή του Μενέλαου όταν ο Δούρειος Ίππος μπήκε στην Τροία και οι Έλληνες έλυσαν την πολιορκία.

Τώρα, έπειτα από τόσον καιρό αγωνίας, σφαγής, πόνου, αίματος και δακρύων, το ζευγάρι ήταν και πάλι μαζί. Η ώρα τους να επιστρέψουν στην πατρίδα και στην κόρη τους, είχε φτάσει.

Ή έτσι πίστευαν.

Ο Μενέλαος και η Ελένη, πέρα από τα δέκα χρόνια που έκαναν να ανταμώσουν, χρειάστηκαν άλλα οχτώ για να γυρίσουν στην Σπάρτη. Μια τρομερή φουρτούνα έξω από την Λακωνία έστειλε το καράβι τους μακριά, σε χώρες που δεν είχαν επισκεφτεί. Πέρασαν από την Συδώνα, την Αιθιοπία, την Κύπρο, την Φοινίκη και την Λιβυή. Στην Αίγυπτο τους φιλοξένησε η βασίλισσα Πολυδάμια η οποία χάρισε στην Ελένη ένα μαγικό βότανο που όποιος το έπινε, ξεχνούσε τα δυσάρεστα του παρελθόντος.

Για να φτάσουν τελικά στην Σπάρτη έπρεπε πρώτα να βρουν τον Πρωτέα, τον Γέρο της Θάλασσας και να πάρουν το χρησμό του. Μετά από πολλές περιπέτειες ο Μενέλαος κατάφερε να αιχμαλωτίσει τον Πρωτέα για να μάθει σε ποιους θεούς έπρεπε να θυσιάσει και ποιον δρόμο να ακολουθήσει.

Ο Πρωτέας αποκάλυψε τα πάντα στον Μενέλαο και μαζί με αυτά τις τύχες των συντρόφων του. Του είπε για την ταλαιπωρία του Οδυσσέα και για την δολοφονία του αδελφού του Αγαμέμνονα από την Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο, τον γιο του Θυέστη. Όμως του είπε και κάτι ευχάριστο. Ότι ο Μενέλαος και η Ελένη δεν θα αποχωρίζονταν ποτέ ξανά ο ένας τον άλλον και θα ζούσαν μαζί ως τα βαθιά γεράματα. Και όταν θα έκλειναν τα μάτια τους θα πήγαιναν στα Ηλύσια Πεδία όπου θα συνέχιζαν να ζουν αγαπημένοι για όλη την αιωνιότητα.

Και έτσι έγινε. Ο Μενέλαος και η Ελένη, οι δυο παιδικοί φίλοι που χτυπήθηκαν από την μοίρα να ζουν χωριστά στα ωραιότερα χρόνια της ζωής τους, επιτέλους βρήκαν γαλήνη μετά θάνατον. Και παραμένουν ερωτευμένοι και αγαπημένοι μακριά από τις έχθρες, τις αδικίες και τον πόλεμο, εκεί όπου ξεκουράζονται οι ήρωες και εραστές μιας αλλοτινής εποχής.

 

Μύθοι και Θρύλοι της Αρχαιας Ελλαδας Ν.Α. Κουν εκδ Λειψία, Ιφιγένεια εκδ Στρατικη, Ο Πόλεμος της Τροίας Λιντσει Κλαρκ εκδ Λιβάνη.