Ο Αυγερινός κι η Πούλια - Ιστορία και Συμβολισμοί

 

Μια φορά κι έναν καιρό… ήταν ένα παραμύθι. Που λεγόταν από γενιά σε γενιά, για τόσα πολλά χρόνια που ο κόσμος ξέχασε από πού πρωτοξεκίνησε. Λαϊκή παράδοση ή ανάγκη να δικαιολογήσει ο ανθρώπινος νους πως βαφτίστηκαν δυο πανέμορφοι αστερισμοί του μαύρου σεντονιού που απλώνεται πάνω από τον κόσμο κάθε βράδυ; Όπως και να ‘χει, δεν παύει να ‘ναι μια υπέροχη ιστορία, που οι περισσότεροι την έχουν ακούσει από τους γηραιούς της οικογένειας, ο καθένας από εμάς λίγο ή πολύ διαφορετικά από τον άλλον.

Ο Αυγερινός δεν είναι παρά ο πλανήτης Αφροδίτη που οι περισσότεροι γνωρίζουμε ως Αποσπερίτης, ανάλογα με τη θέση του. Μετά το φεγγάρι, εκπέμπει το δυνατότερο ορατό από τη γη φως. Είναι ο δεύτερος πιο κοντινός πλανήτης στον ήλιο -εξ’ ου και η έντονη λάμψη του- καθώς επίσης κι ο πλησιέστερος στη γη.

Η Πούλια ή αλλιώς Πλειάδες, είναι μια τεράστια ‘πόλη’ αστεριών, που εκπέμπουν θερμό μπλε φως. Αριθμεί περισσότερους από 2.500 αστέρες, από τους οποίους ελάχιστοι είναι ορατοί με γυμνό μάτι. Το όνομά τους προέρχεται από την Πλειόνη, μια από τις Ωκεανίδες νύμφες, κόρη δηλαδή του Ωκεανού, και σύζυγο του Άτλαντα, που κατά την ελληνική μυθολογία έφερε στους ώμους του τον Ουράνιο θόλο.

Art by Charlie Bowater

Art by Charlie Bowater

Οι Εκδοχές και οι Συμβολισμοί

Σε πολλά μέρη το παραμύθι αυτό λέγεται διαφορετικά. Η επικρατέστερη άποψη για όλες τις λαϊκές ιστορίες που έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα με διαφορετικές μορφές είναι πως η αρχική εκδοχή προσαρμόστηκε στην ιδιαιτερότητα κάθε τόπου κρατώντας ορισμένα, βασικά μόνο στοιχεία, αναλλοίωτα. Μπορούμε απλά να σκεφτούμε πως υπάρχουν τραγούδια ακόμα και σήμερα σε κάποια μέρη που οι ντόπιοι προτιμούν να χρησιμοποιούν σε ορισμένα σημεία στίχους ή λέξεις διαφορετικές από το πρωτότυπο κομμάτι που όμως βρίσκουν μεγαλύτερη απήχηση στους συντοπίτες τους.

Οι παραλλαγές της ίδιας ιστορίας ή μύθου δε διαφέρουν στη δημιουργία τους. Οι διαφοροποιήσεις αυτές μπορεί να είναι ασήμαντες ή απλά λεπτομέρειες όπως π.χ. κατά μια άποψη το δέντρο το οποίο φύτρωσε από τα κόκαλα του Αυγερινού δεν ήταν ροδιά αλλά πορτοκαλιά, που είχε στην κορφή της ένα λαμπερό πορτοκάλι, που όταν η κακιά πεθερά της Πούλιας αποπειράθηκε να κόψει, τα κλαδιά της επιτέθηκαν τρυπώντας της τα μάτια, ενώ όταν η Πούλια άπλωσε το χέρι της και το κράτησε σφιχτά η πορτοκαλιά τη σήκωσε ψηλά στον ουρανό όπου μεταμορφώθηκε εκείνη και το πορτοκάλι σ’ άστρα. Ακούγεται πιθανόν αδιάφορο, όμως ανατρέχοντας στην αρχαία ελληνική ιστορία, συναντούμε αρκετές αναφορές για τη σημαντικότητα του δέντρου της ροδιάς και πως θεωρείτο το ρόδι ως σύμβολο του Άδη, άρρηκτα συνδεδεμένο επίσης με την Περσεφόνη, που αναδυόταν στον επάνω κόσμο, την άνοιξη με την αναγέννηση της φύσης. Οι αστερισμοί αυτοί είχαν ήδη καταγραφεί από τους αρχαίους παρατηρητές και αναφέρονται ήδη στον Όμηρο και τον Ησίοδο. Η λαϊκή μας παράδοση δεν είναι παρά μια συνέχεια της αρχαίας μας μυθολογίας, στην οποία τίποτα δεν ήταν τυχαίο και άνευ συμβολισμού. Το ρόδι στην αρχαία Ελλάδα συμβόλιζε τη γονιμότητα, την ευημερία και την αιωνιότητα.. Γι’ αυτό και σε πολλά αναθηματικά αγάλματα που σώζονται από την Ακρόπολη, βλέπουμε Κόρες να κρατούν στο χέρι τους ρόδι, με σκοπό να το προσφέρουν στη θεά Αθηνά. Η ενδιαφέρουσα σύνδεση με την ιστορία μας είναι η εξής. Το ρόδι ανοιγμένο χωρίζεται με λεπτούς υμένες σε πολλά τμήματα, τα οποία συγκεντρώνουν ένα αριθμό σπόρων. Ο παραλληλισμός με το σύμπαν μας λοιπόν είναι εκπληκτικός. Το στρογγυλό σύμπαν – ρόδι που αγκαλιάζει τα αναρίθμητα αστέρια – σπόρια από τα οποία ανθούν ολόκληροι κόσμοι..

Χιλιάδες χρόνια αργότερα, ο άνθρωπος τιμά ακόμα αυτόν τον ιερό καρπό, αφού με την έναρξη κάθε ημερολογιακού έτους, η παράδοση επιβάλλει το σπάσιμο ενός ροδιού ώστε να ξεχυθούν οι σπόροι του «μοιράζοντας» το θαύμα της ζωής.

 

Το παραμύθι

Η παρακάτω εκδοχή προέρχεται από τις παλαιές γενιές των Κυθήρων, που λίγοι ακόμα τη θυμούνται, κι ας ελπίσουμε ότι μέσα από αυτές τις γραμμές θα τη διατηρήσουν στη μνήμη τους μερικοί ακόμη.

Ήταν κάποτε ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα πολύ αγαπημένοι. Νέοι ακόμα, φέραν στον κόσμο ένα πανέμορφο κοριτσάκι, που ονόμασαν Πούλια. Όσο όμως η Πούλια μεγάλωνε κι ομόρφαινε τόσο η μητέρα της μαράζωνε κι αδυναμούσε χωρίς να μπορούν οι γιατροί να εξηγήσουν το γιατί. Λίγο καιρό αργότερα η καλή βασίλισσα πέθανε κι άφησε το βασιλιά και τη μικρή τους κόρη μονάχους και λυπημένους. Όλοι άρχισαν να πιέζουν το θλιμμένο βασιλιά να ξαναπαντρευτεί γρήγορα, για να μη μείνει η χώρα χωρίς βασίλισσα. Εκείνος αποφάσισε να πάρει για γυναίκα του, την κοπέλα που φρόντιζε τη μητέρα της Πούλιας όσο ήταν άρρωστη. Όμως δεν μπορούσε να φανταστεί τι κρυβόταν πίσω από το πάντα πρόθυμο χαμόγελο αυτής τη γυναίκας.

Μαζί της απέκτησε ένα γιο, που έβγαλαν Αυγερινό. Αμέσως με το που γεννήθηκε, τη μητριά της Πούλιας, ασφαλής πια που είχε εξασφαλίσει στο βασιλιά ένα διάδοχο, έδειξε τις αληθινές προθέσεις της απέναντι στο άμοιρο κορίτσι. Όταν ο πατέρας της δεν ήτανε μπροστά της φερόταν απαίσια, και ξεσπούσε όλη τη ζήλια και τη μοχθηρία της πάνω στην Πούλια. Όσο περνούσαν όμως τα χρόνια και μεγάλωνε ο Αυγερινός, προς μεγάλη απογοήτευση της κακιάς βασίλισσας, αγάπησε πολύ την αδερφή του, κι άρχισε να την υπερασπίζεται, κόντρα ακόμα και στην ίδια του τη μητέρα. Αυτό εξόργισε τη βασίλισσα και κρυφά μια μέρα κανόνισε να πουληθεί η Πούλια, σκλάβα. Το προηγούμενο βράδυ όμως, το πνεύμα της καλής μητέρας του κοριτσιού εμφανίστηκε στον ύπνο της και την προειδοποίησε για το σχέδιο της μητριάς της. Προκειμένου να γλιτώσει την κόρη της, τη συμβούλεψε τι έπρεπε να κάνει.

«Παιδί μου, αύριο η μητριά σου θα θελήσει να σου χτενίσει τα μαλλιά, και να στα πλέξει με κορδέλες. Τότε θα είναι η ευκαιρία σου να το σκάσεις. Θα πεις στον Αυγερινό, να πάρει τις κορδέλες κι εσύ δήθεν κυνηγώντας τον, θα τρέξεις μαζί του μακριά από το κάστρο. Το νου σου όμως! Εκείνη θα τρέξει ξοπίσω σας και θα προσπαθήσει να σας πιάσει! Έχε λοιπόν από πριν στη τσέπη σου μια χτένα, ένα σαπούνι, και μια χούφτα αλάτι. Κάθε φορά που θα κοντεύει να σας φτάσει, θα πετάς πίσω σου κι ένα από αυτά. Ένα πράγμα μονάχα να προσέξεις! Οι κατάρες της θα σας ακολουθούν ώσπου να την αφήσετε οριστικά πίσω σας. Μέχρι να φτάσετε στο επόμενο βασίλειο, δεν πρέπει να πιείτε από πουθενά νερό όσο και να διψάτε, γιατί θα το ‘χει μαγεμένο».

Η Πούλια αναστατωμένη από το όνειρο αυτό, πήγε στον αδερφό της και του τα διηγήθηκε όλα.

«Μην ανησυχείς αδερφή μου. Αύριο θα γίνουν όλα έτσι ακριβώς, και θα γλιτώσουμε κι οι δυο».

Art by Reiko Gross

Art by Reiko Gross

Έτσι κι έγινε. Την επόμενη μέρα όταν η βασίλισσα φώναξε την Πούλια για να της πλέξει τα μαλλιά, ο Αυγερινός βούτηξε απότομα τις κορδέλες κι άρχισε να τρέχει γύρω γύρω. Η Πούλια τον πήρε στο κατόπι δήθεν να του τις πάρει πίσω, όμως η μητριά της μανιασμένη από την αναποδιά που χάλασε το σχέδιο της, άρχισε να τους κυνηγά για να τους πιάσει. Γρήγορα κατάλαβε το κόλπο τους, και πως ήταν συνεννοημένοι κι άρχισε να τους καταριέται. Τα δυο παιδιά, μικρά όπως ήταν, γρήγορα κουράστηκαν και η βασίλισσα άρχισε να τους πλησιάζει. Τότε η Πούλια έριξε πίσω της τη χτένα, κι ένα δάσος γεμάτο αγκάθια ξεφύτρωσε αμέσως. Αυτό έδωσε χρόνο στα δυο αδέρφια να προπορευτούν, αλλά η μανία της ήταν τέτοια που παρά τις πληγές από τ’ αγκάθια προσπέρασε το δάσος κι άρχισε πάλι να τους πλησιάζει.

Η Πούλια απελπισμένη έριξε πίσω της το σαπούνι, και τότε μεγάλα βράχια ξεπήδησαν από τη γη. Όμως η βασίλισσα κατάφερε να προσπεράσει και τους βράχους, τόση δύναμη της έδινε η κακία της. Εξαντλημένα τ’ αγαπημένα αδέρφια, τρέχοντας πιασμένα χέρι χέρι , πίστευαν πια πως δεν θα τα καταφέρουν. Η Πούλια τότε θυμήθηκε πως είχε ακόμη στη τσέπη της τη χούφτα αλάτι. Το έβγαλε βιαστικά και το έριξε πίσω τους. Μια απέραντη λίμνη πλημμύρισε τη γη ανάμεσα στη βασίλισσα και τ’ αδέρφια, τόσο βαθιά κι απροσπέλαστη, που δεν μπορούσε ούτε η μητριά να τη διαβεί, κι απέμεινε στις όχθες να βλέπει τον αγαπημένο της γιο να φεύγει μακριά προδίδοντάς τη, συνοδεύοντάς τους όμως με κατάρες βγαλμένες από τα μαύρα τρίσβαθα της ψυχής της.

Όταν πια είχαν απομακρυνθεί τόσο ώστε η φιγούρα της κακιάς βασίλισσας δεν  φαινόταν στην αντίπερα όχθη, κάθισαν λίγο να ξαποστάσουν αποκαμωμένοι. Σε μια πατημασιά αλόγου είχε μαζευτεί λίγο νερό, κι ο Αυγερινός έσκυψε να πιει, όμως η Πούλια δεν τον άφησε.

« Όχι αδερφέ μου. Αν πιεις από εδώ θα γίνεις κι εσύ άλογο».

Συνέχισαν το δρόμο τους, κι ο μικρός Αυγερινός παραπονέθηκε πως δεν αντέχει άλλο τη δίψα.

«Κάνε κουράγιο αδερφέ μου. Σε λίγο θα ξεδιψάσεις».

Τότε μπροστά τους, βρέθηκε πάλι μια πατημασιά, από ένα γουρουνάκι, γεμάτη κι αυτή νερό. Έκανε ο Αυγερινός να πιει, όμως η Πούλια δεν τον άφησε.

«Λίγη υπομονή ακόμα αδερφέ  μου».

Προχώρησαν κι άλλο. Τα πόδια τους μάτωσαν και τα χείλη τους σκάσαν απ’ τη δίψα. Κι εκεί που δεν άντεχαν άλλο, συνάντησαν μια πατημασιά αρνιού μπροστά τους που ξεχείλιζε νερό.

«Όχι αδερφέ μου! Άμα πιεις από εδώ θα γίνεις κι εσύ αρνάκι!»

Όμως ήταν ήδη αργά. Ο Αυγερινός δεν άντεξε, κι έσκυψε να πιει. Αμέσως μεταμορφώθηκε σ’ ένα μικρό αρνάκι. Η Πούλια τότε τον αγκάλιασε κι άρχισε να κλαίει απαρηγόρητα. Προχώρησε μαζί του, μέχρι που βγήκαν πια από τα όρια του βασιλείου τους και μπήκαν σ’ ένα δάσος.

Art Charlie Bowater

Art Charlie Bowater

Ξαφνικά ακούστηκαν ποδοβολητά αλόγων, κι η Πούλια τρομαγμένη πήρε αγκαλιά τον αδερφό της και σκαρφάλωσε ψηλά σε ένα κυπαρίσσι. Η ομάδα όμως των κυνηγών με τ’ άλογα πρόλαβε και την είδε, και το παλικάρι που φαινόταν να είναι ο αρχηγός τους, θαμπώθηκε από την ομορφιά της. Άρχισε να την παρακαλάει να κατέβει και να μη φοβάται αλλά εκείνη τίποτα. Τότε απελπισμένος, έφυγε προς το κάστρο του βασιλείου, του οποίου ήταν ο πρίγκιπας. Έτρεξε αμέσως στην καλή μάγισσα που τον συμβούλευε πάντα σωστά, της διηγήθηκε τι συνέβη και γεμάτος απελπισία από τον έρωτά του, ζήτησε τη βοήθειά της. Εκείνη τον καθησύχασε και του είπε πως αύριο κιόλας το όμορφο κορίτσι θα βρισκόταν στο κάστρο του.

«Το μόνο που θέλω από σένα είναι να μου φέρεις μια σκάφη, ένα κόσκινο, ένα γουρούνι κι ένα σακί αλεύρι».

Ο πρίγκιπας παραξενεμένος, της έφερε ότι του ζήτησε. Η μάγισσα ντύθηκε με κάτι κουρέλια, πήρε μια μαγκούρα και τα πράγματα με το γουρουνάκι και πήγε προς το δάσος. Όταν έφτασε κάτω από το δέντρο που κρυβόταν η Πούλια, έκανε τη μισότυφλη και την κουφή, κι έστησε ανάποδα τη σκάφη της και το κόσκινο, με τέτοιο τρόπο που τ’ αλεύρι χυνόταν έξω και το έτρωγε το γουρούνι. Η Πούλια μην αντέχοντας να τη βλέπει να ταλαιπωριέται άδικα της φώναξε από την κορυφή του δέντρου.

«Αλλιώς γριά το κόσκινο, αλλιώς και το σκαφίδι. Και παρ’ το γουρουνάκι σου να μη σου τρώει τ’ αλεύρι!»

«Τι είπες κόρη μου; Δε σ’ ακούω εκεί ψηλά που είσαι».

Και συνέχισε να κοσκινίζει λάθος τ’ αλεύρι. Τότε η Πούλια κατέβηκε πιο χαμηλά στο δέντρο, και της ξαναφώναξε.

«Αλλιώς γριά το κόσκινο, αλλιώς και το σκαφίδι. Και παρ’ το γουρουνάκι σου να μη σου τρώει τ’ αλεύρι!»

«Αχ κόρη μου μακάρι να σ’ άκουγα αλλά είμαι μεγάλη πια και δε βλέπω ούτε ακούω πια καλά», είπε και γύρισε πάλι στη δουλειά της.

Η Πούλια που δεν ήθελε να το βάλει κάτω, κατέβηκε  απ’ το δέντρο προκειμένου να της δείξει πώς να το κάνει σωστά. Τότε το πριγκιπόπουλο που παραμόνευε κρυμμένο στα δέντρα πετάχτηκε και την άρπαξε, και την πήρε μαζί του στο κάστρο, όπου τη ζήτησε σε γάμο. Το κορίτσι δέχτηκε. Όμως ζήτησε μόνο μια χάρη. Να έχει μαζί της πάντα το αρνάκι της. Όσο παράξενη κι αν φάνηκε στο πριγκιπόπουλο αυτή της η απαίτηση δέχτηκε, και παρά την αντίθεση των γονιών του, παντρεύτηκε με λαμπρότητα μεγάλη την αγαπημένη του Πούλια.

Όμως μια δυσάρεστη έκπληξη περίμενε το δύστυχο κορίτσι στο τραπέζι του γάμου. Η βασίλισσα που δεν ήθελε με τίποτα να παντρέψει το γιο της με το κορίτσι, προσκειμένου να την εκδικηθεί, σερβίρισε στο δείπνο το αρνάκι της Πούλιας. Η κοπέλα το κατάλαβε αμέσως και δεν άγγιξε καθόλου το φαγητό της. Μην αντέχοντας τον πόνο, ζήτησε μονάχα να μαζέψουν στο τέλος του φαγητού όλα τα κόκαλα απ’ τα πιάτα, μέσα σ’ ένα πανί. Όταν κοιμήθηκαν όλοι, τα πήρε και τα έθαψε σε μια γωνιά του κήπου. Το επόμενο πρωί στη θέση αυτή είχε φυτρώσει μια πανέμορφη ψηλή ροδιά. Η Πούλια την πλησίασε μαγεμένη, και τότε άκουσε τη φωνή του αδερφού της στο θρόισμα των φύλλων.

«Αδερφή μου αγαπημένη, από τη μια κακιά μάνα έπεσες στην άλλη.. Ας φύγουμε πια μαζί στον ουρανό, όπου δεν θα μπορεί να μας αγγίξει κανείς».

Η ροδιά άπλωσε τα κλαδιά της αγκαλιάζοντας την Πούλια, κι άρχισε να ψηλώνει τόσο, που ακούμπησε τα σύννεφα, μεταμορφώνοντας τα δυο παιδιά σε αστέρια.

Art by DreamerWhit

Art by DreamerWhit

 

Fun fact: Οι Πλειάδες είχαν παρατηρηθεί ανά τους αιώνες από διάφορα σημεία της γης και πήραν ξεχωριστή θέση στη μυθολογία πολλών λαών, ανάμεσά τους των Κελτών και των Βίκινγκς. Επειδή μόλις 7 είναι ορατά σε μας από την αστροπολιτεία τους, συχνά ονοματίζεται το σύμπλεγμα τους Επτά Αδελφές, Εφτάστερο ή Εξάστερο γιατί ένα από αυτά – η Μερόπη – δε φαίνεται πολύ καθαρά. Στην Ιαπωνία λοιπόν αναφέρονται ως Subaru, εξ ου και το όνομα της γνωστής αυτοκινητοβιομηχανίας, με σήμα τα έξι άστρα!

© Ειρήνη Μανωλάκου, για το Will o' Wisps.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του κειμένου, για οποιαδήποτε κοινοποίηση ή χρήση του περιεχομένου, παρακαλούμε επικοινωνήστε με τη συγγραφική ομάδα του Will o' Wisps.gr.